Απ’ το χώμα
Τι θες το γέλιο άνθρωπε
αφού δεν ξέρεις πότε
και πόσο πρέπει να γελάς…
τη λύπη άφησέ την
αφού λυπάσαι πράγματα
που λύπη δεν αξίζουν...
Χαρά, θυμό, αφοσίωση,
έκπληξη, αδιαφορία,
πέταξ’ τα αφού δεν έμαθες
σε ποιόνε να τα δείξεις.
Ύστερα τα ίδια πρόσωπα
που τώρα αξιζουν τούτο
αύριο τ’ άλλο απαιτούν
και πάει πια χαμένο
κι άπρεπο μοιάζει όποιο πριν
αίσθημα είχες νιώσει.
Κάθισε μόνος στη γωνιά
του δωματίου σου κι άσε
ό,τι αισθάνεσαι, εκεί,
στους τοίχους να χτυπάει-
στο πάτωμα να σέρνεται
να πίνεται απ’ το χώμα.