Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2024

 ΗΜΙΣΠΑΣΤΑ

Αυτός που διψούσε νάματα-
αυτός που δάγκωνε τα χείλη του ξερά-
τι ειρωνεία τώρα
να πνίγεται μέσα στη θάλασσα της δίψας του.

*

Ο άλλος κόσμος
θα ’ναι ο ίδιος βέβαια μ’ αυτόν
από τα έξω ιδωμένος.

*

Ο χειμώνας γεννάει την Άνοιξη κάθε χρόνο
καθώς  ο ήλιος τη δυστυχία κάθε μέρα.

*

Αν δεν υπήρχε ο Νείλος κι οι αιγύπτιοι
οι τάφοι μας μπορεί και να ’τανε ακόμα στρογγυλοί.


*

Μέσα στη θύελλα την καλοκαιρινή
λυσσάει ο άνεμος και η βροχή μανιάζει.
Πέφτουν τα φύλλα
πέφτει ο ουρανός
πέφτει και μια μπλουζίτσα ολάσπρη απλωμένη
από το λυσσομάνι ξεσκισμένη.

 *

Πού είναι το φιλί που φτάνει ως το θάνατο!
Πού ’ναι το χάδι που ευφραίνει στον αιώνα!

*

Όλη η ζωή μας αν καλοσκεφτείς
μας δόθηκε να μάθουμε
γιατί δεν πέφτουνε τα δέντρα απ’ τον αέρα.
Και ούτε αυτό δε μάθαμε.

 *

Η ανάκουστη φωνή της πέτρας
μόνο απ’ Αυτόν ακούγεται. Είναι γιατί Αυτός
της ακοής τους νόμους έχει θέσει.

*

Είναι η γκλίτσα στο χέρι του βοσκού
και ο σταυρός στο χέρι του επίσκοπου.
Γι αυτό και μια τον παίρνει ο θάνατος μια η ζωή τον πάει.

 *

Αφότου εγεννήθηκε
εν’ αγκάθι στην ψυχή του.

*

Τα πεύκα τα ξέρανε ο μελιτοβάκιλλος.
Χαλάλι του.
Η εικόνα αξίζει.

 *

Τις νύχτες τα βουνά σαν ζώα υπάκουα
τραβάν στη θάλασσα και πλένονται.
Γι αυτό και λάμπουν πεντακάθαρα το πρωί
στου πρώτου ήλιου τις αχτίδες.

*

Όταν εκπνεύσει στον καθρέφτη του
και ο καθρέφτης δεν θαμπώσει
τότε ο καθρέφτης θα ’ναι αυτός.

 *

Το τέλος φτάνει.
Ο αμαξάς πληγώθηκε.
Οι ινδιάνοι πλησιάζουν όλο.
Και η πόλη μακριά.

*

Κληρονομιά θ’ αφήσει στους ερχόμενους
τη γνώση πως δεν έρχονται
μα ότι όπως όλα
κι αυτοί μονάχα πάνε.

*

 Το παγώνι-ο αντίζηλος των ποιητών!

*

Όταν θα πάει Εκεί
θα είναι μόνο ένα κατάξανθο
ένα ωραίο ωραίο μηδενικό.
Όταν θα πάει Εκεί.

*

Τα δέντρα ομορφιές γεμάτα και χαρούμενα
Λουζόνταν μέσα στο γλυκό το θάμπος του πρωιού.
Την ίδια ώρα ο χωρικός
λάδωνε το πριόνι του.

*

Κάποτε η μέρα είχε διάρκεια τριών λεπτών.
Πόσα δισεκατομμύρια άσκοπα χρόνια!

*

Μπορείς να φανταστείς τον ουρανό χωρίς αστέρια;
Έτσι και δεν γινότανε να μην υπάρξεις.

 *

Τα νησάκια των ποταμών.
Η ασφάλεια μέσα στον κίνδυνο.

 *

-"Πώς είστε;"
-"Άσχημα"
Λες και τον ρώτησαν από ενδιαφέρον.

*

Όπως κάθε άνθρωπος χρειάζεται έναν άγγελο προστάτη
έτσι και κάθε άγγελος έχει ανάγκη από έναν άνθρωπο.
Αλλιώς η ύπαρξη του θα ήταν αδιανόητη.

*

Του αρέσει των κομμένων των κλαδιών η μυρωδιά κάθε Άνοιξη.
Γι αυτό η Άνοιξη έρχεται.

*

Τάχα πώς λεν τη γη τους οι άνθρωποι του φεγγαριού;
Φεγγάρι βέβαια.

*

Κουμπιά… κουμπιά… κουμπιά...
Κουμπιά με δύο τρύπες
κουμπιά με τρεις τρύπες
κουμπιά με τέσσερις τρύπες.
Και ψάχνανε το ποιο ταιριάζει στο σακάκι του.

*

Αν επιζούσε ο Ρωμαίος
θα είχε ξεχάσει την Ιουλιέτα σ’ ένα μήνα.

*

Όταν στης λύπης το δέντρο
τα φύλλα πυκνώνουνε
τότε τελείως κρύβουνε το άστρο της χαράς.

 *

Οι νέοι και η επανάσταση πάνε μαζί.
Καμιά φορά, σε κάποιο χάνι
οι νέοι παρατρών και παραπίνουνε.
Τότε γυρίζουνε και λεν στην επανάσταση:
«προχώρα κι έρχομαι.»
Κι η οικουμένη τότε δυστυχεί.

*

Περιπλάνηση σε τοπία ηλιοβασιλέματος.
Το άνθος της Σιωπής εδώ περίλαμπρο.

*

Ο ποιητής ζει μέσα στα ποιήματα του
όπως ένας νεκρός μέσα σε τάφο
που ο ίδιος έσκαψε.

*

Να συλλέγεις-ναι. Μα τι;
Πάνω σ' αυτό το "τι;" ζυγιάζονται όλα.

*

Κάθε καινούργια μέρα μια Δευτέρα Παρουσία
μετά το θάνατο της νύχτας.

*

Ήτανε όχι μια αγριοροδιά.
Μα μία ήμερη, μια σοβαρή
μια ήρεμη, όμορφη ροδιά.
Όχι μια πρόκληση στην ερημιά
μα μια γλυκιά οπτασία στον κόσμο μέσα.

*

Παράδεισος σημαίνει ανυπαρξία έρωτα.

*

Οι νεκροί μιας μάχης
δείχνουν πόσο ευεργετικός είναι ο πόλεμος.

 *

Όσα δεν υπάρχουν
είναι απείρως περισσότερα από τα υπάρχοντα.

*

Ο βάτραχος που έγινε πρίγκηπας μ’ ένα φιλί
έχει τη σημασία του ονείρου
που γίνεται αλήθεια μόνο μέσα σ’ ένα παραμύθι.
Μέσα σ’ ένα άλλο όνειρο δηλαδή.

*

Με τα χίλια μικρά ξεγελασμένοι
χάνουμε το ένα Μεγάλο.

*
Στο μισοσκόταδο
οι τσουκνίδες μοιάζουν με άνθη.

*

Έμβρυα μέσα στον κορμό του δέντρου
νήχονται τραπέζια, κρεβάτια, σκαμνιά.

*

Από τη φυλακή του εικοστού αιώνα
στη φυλακή του εικοστού πρώτου.

*

Η Ηγησώ ζει ακόμα χάρη στην Τέχνη.
Βάρβαρη που ’ναι η Τέχνη!

*

Γιατί ζαλίζεται απ’ το γύρισμα της,
γι αυτό από παντού ξερνοβολάει νερό η γη.