ΕIMAI EΛΕYΘΕΡΟΣ
(Ο έλληνας μιλάει
για την ελευθερία του)
Μες στην Ελλάδα, την ωραία μου πατρίδα,
ένας πολίτης της ελεύθερος μετράω.
Καμιά δουλείας δε με φτάνει εμένα αχτίδα
κι απ' την πολλή ελευθερία μου μεθάω.
Είμαι ελεύθερος να ψάχνω για εργασία
και να μη βρίσκω-και για δούλος να πουλιέμαι.
Είμαι ελεύθερος να ζω στην υγρασία
και για το άθλιο δωμάτιό μου να παινιέμαι.
Είμαι ελεύθερος να ζω δυστυχισμένος
ενώ τα πράσινα τα κτήνη θησαυρίζουν.
Είμαι ελεύθερος να υφίσταμαι το μένος
των μπλε υαινών όπου το βιος μου ξεκληρίζουν.
Είμαι ελεύθερος να ζω μέσα στη χώρα
που τη ρημάζουν της Βουλής οι συμμορίες
και είμ’ ελεύθερος ν' ακούω όλη την ώρα
όσες μεγάλες οι υπουργοί τους λεν βλακείες.
Είμαι ελεύθερος τις ζεύγλες να υπομένω
που μου πληγώνουνε το δέρμα του τραχήλου-
είμαι ελεύθερος σας λέω-κι επιμένω-
με τ' αποφάγια να χορταίνω εγώ του σκύλου.
Είμαι ελεύθερος ρακένδυτος και πένης
μες στης αθλιότητας το βούρκο να κυλιέμαι
και να οργώνω τον αγρό φυτείας ξένης-
και είμ' ελεύθερος μ’ αυτό να ευχαριστιέμαι.
Και μη μου πείτε πως δεν είν' ελευθερία
μες σε συντρίμματα απ’ οράματα κι ελπίδες
μόνος εγώ χωρίς βοήθεια ούτε μία
τις πιο μεγάλες να διαλέγω παρωπίδες.
Είμαι ελεύθερος μισθό έναν να παίρνω
που δε μ’ αφήνει περιθώριο για να ζήσω
κι από το βάρος των βασάνων μου να γέρνω
κι αντίς μπροστά, να προχωράω πάντα πίσω.
Νέο τύπο "ανθρώπου" ειμ' ελεύθερος να χτίζω
και με αυτόνε τους ανθρώπους να τρομάζω-
τον "Xόμο Σάπιενς" εγώ να τον γκρεμίζω
και τον "Μνημόνιαν" στη θέση του να βάζω.
Και είμ’ ελεύθερος αν κάποιος χέρι απλώσει
τα κρύα κάγκελα να σπάσει του κλουβιού μου
να τόνε κάνω ακριβά να το πληρώσει
και επιείκεια να ζητάει τ’ αφεντικού μου.
Να διαδηλώνω είμ' ελεύθερος ησύχως
χέρι αρκεί σ' όσα μου κλέψαν μην απλώσω.
Και να πεθαίνω είμαι ελεύθερος μα δίχως
μαχαίρι πάνω απ’ τους φονιάδες μου να υψώσω.
Είμαι ελεύθερος να δένω μοναχός μου
και πιο σφιχτά κάθε ημέρα τα δεσμά μου
και είμαι ελεύθερος στο πείσμα όλου του κόσμου
ελευθερία να ονομάζω τη σκλαβιά μου.
Μες στην ελεύθερη-μεγάλη μου πατρίδα
ένας πολίτης της ελεύθερος μετράω'
καμιά δουλείας δε με φτάνει εμένα αχτίδα
κι απ' την πολλή ελευθερία μου μεθάω.