Σάββατο 20 Νοεμβρίου 2021

ΑΠΟΛΙΘΏΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΖΩΙΚΟΎ ΑΙΏΝΑ
Μέρος της χίμαιρας της διήγησης της ιστορίας της ζωής ενός πλανήτη, είναι η παρουσίαση αποδεικτικών της αλήθειας του στοιχείων.


11.
Οι δύσκολοι καιροί δε θα 'ρθουν πάλι
αφού η αγάπη αρκείται στο φιλί
η ευεργεσία στην ευγνωμοσύνη
 κι ο άνθρωπος σ’ ένα πιάτο φαγητό-
οι δύσκολοι καιροί δε θα 'ρθουν πάλι.





12.
Μέσα στου εργοστάσιου
τον μέγα βρώμιο χώρο
ένα πουλάκι αδύναμο
μπήκε και τρομαγμένο.

Οι άλλοι εθαρρέψανε
γι αυτούς πως ήταν δώρο.
Μα ήταν για με, Ήταν αυτό
που χρόνια περιμένω.

Το εκυνήγησα και να!
τα χέρια μου το κλειούνε.
Μα όσο κι αν παθιάζεται
η ψυχή, και αν το θέλει,

άτεχνα αυτά κι αμάθητα
ως είναι να κρατούνε,
φεύγει από μέσα τους και πα'
σα γλιστερό ένα χέλι.

Κι ολημερίς εμέτραγα
τ' αμέτρητα πουλάκια
που απ' τη ζωή μου πέρασαν,
τα πόθησε η ψυχή μου,

μα κείνα δε σταθήκανε-
ανοίξαν τα φτεράκια
και πέταξαν και χάθηκαν
για πάντα απ' τη ζωή μου.

Κι ολημερίς εμέτραγα
μες στο πικρό μου δώμα
πόσο πολύ επλήγωσαν
τη ζήση μου τη λίγη

όσοι σταυροί εμπήχτηκαν
μες στο απαλό της χώμα,
σταυροί που ο καθένας τους
πουλάκι που 'χει φύγει.

Ψυχή μου όλο χασίματα
συ έχεις κερδισμένα.
Ότι λαχτάρισες, ποτέ
δεν το 'κανες δικό σου.

Όσα βαθιά τ' αγάπησες
σου έχουν γίνει ξένα
κι ειν' έξω εκείνα που 'θελες
να έκλεινες εντός σου.


13.
Μες στους αγρίους και βαρβάρους όπου ζω,
μες στους κακούς που όλη μέρα τριγυρίζω
βρήκα έναν άνθρωπο σεμνό κι ευγενικό
που είναι τιμή μου και χαρά να τον γνωρίζω.

Όταν ερώτησα ποιο ειν' το μυστικό
κι είχε απ' όλους τους εκείνος ξεχωρίσει
μου 'παν ευθύς, πως, στο κεφάλι του ,μικρόν,
κάποιος τον είχε μ' ένα σίδερο χτυπήσει.

Λοιπόν στην πάντα οι θρησκείες οι χαζές
και της παιδείας τα συστήματα τα φρούδα.
Με μία μέθοδο εφεξής απ' τις πεζές
σπόρο ας σπείρουμε καλού στης γης τη φλούδα.

Καθείς επάνω του ας έχει ένα σφυρί
και μ' ένα αίσθημα αγαλλιάσεως αφάτου
στην κεφαλή με το σφυρί του ας βαρεί
όποιο παιδάκι τρυφερό βλέπει μπροστά του.




14.
Λεν "το γυμνό της το κορμί".
Μα το γυμνό εννοείται όταν λέμε "το κορμί".
Γιατί όταν το κορμί είναι ντυμένο
δεν είναι πια κορμί,
μα κάποιο φόρεμα
άλλοτε άλλου χρώματος, ποιότητος, μεγέθους.
Λοιπόν πως είναι το γυμνό της εννοείται
όταν μιλάμε για κορμί.
Αλλιώς θα έπρεπε να λέγαμε πι χι,
«την είδα επιτέλους χτες,
ήταν δυο εξώνυχα παπούτσια,
δυο κνήμες που υψώνονταν σαν κύκνεια φτερά
και τα λοιπά και τα λοιπά,
ένα φουστάνι άσπρο με κίτρινα κουμπιά,
και πάνω απ' το φουστάνι ένα πρόσωπο
με μάτια σαν...και τα λοιπά,
με χείλη που…και τα λοιπά,
κι ένα καπέλο».
Αυτό θα έπρεπε να ήταν όλο
και ας αφήναμε στην πάντα το κορμί.



15.
Μες στο δωμάτιο ήτανε πλήθη
οι επίδοξοι νυμφίοι.
Εσύ, σκορπώντας χάρη κι ευωδιά,
μπήκες σαν άυλη και κρυστάλλινη-
σαν οπτασία.
Τους προσπέρασες όλους χαμογέλια σκορπώντας
και στο πλάι μου ήρθες κι εστάθης.
Και μου πήρες το χέρι
και το ύψωσες έτσι
σαν ιαχή νικητήρια.

Όλοι βλέπαν.

Και κρυστάλλινη έτσι και άϋλη
κι έτσι σαν οπτασία
αγκαλιά μου σε σήκωσα.
Και το πλήθος εμέριασε να διαβούμε.
Κι έτσι σαν ιαχή νικητήρια
το μυστήριο του έρωτα σ' όλους μπρος φανερώθη.
Μόνο εγώ απορούσα
πώς τρισμέγιστος όντας
στις μικρές σου λεξούλες χωρούσα
που απαλά με εκύκλωναν
που απαλά με αναμέριζαν
που απαλά με δονούσαν.



16.
Στην ίδια θέση πάντα
και το σκοπό τον ίδιο
έπαιζε στο πιάνο κάθε μέρα.

Χρόνια έτσι.


Ώσπου χτες
αντίς τα δάχτυλα του να χτυπούν τα πλήκτρα,
τα πλήκτρα είδα κι αρπάζανε τα δάχτυλα του,
πάνω τους τα κολλούσαν,
και μαζί τους
σε κάθε νότα τα τραβούσαν.






17.
Αυτές οι καμπάνες του βραδιού
μες στην ψυχή μου λες χτυπούν.
Αυτές οι γλυκές καμπάνες του βραδιού
στων ήχων τους τα ύψη με καλούνε.
Αυτές οι καμπάνες της γλυκιάς βραδιάς
με λιώνουν, με σκοτώνουνε, με σβηούνε.





18.
Μια μέρα ο άντρας της της είπε:
«Μιαν άλλη αγαπώ-χωρίζουμε!»

Αυτή ήταν η αρχή.
Μετά ήρθαν τα ξεσπάσματα χωρίς αιτία
-κυρίως στην κόρη της ξεσπούσε-,
το συναγέλασμα με άλλες χωρισμένες,
τα κλάματα τα σιγανά,
οι αδάκρυτοι οι πόνοι,
οι ώρες ανίας, πλήξης, μοναξιάς,
οι "θέραπιστς" με χάπια και υποσχέσεις,
οι συμβουλές και οι προτάσεις τέλος
από ευαίσθητους και πρόθυμους κυρίους
(κάποιος ζωγράφος πολύ την ενοχλούσε).
Και κάποια μέρα,
αφήνοντας στην πάντα τη ζωή της
εβρέθηκε γυμνή ανάμεσα σε χρώματα μουντά,
σε πίνακες ανάμεσα ημιτελείς
και σε σπασμένα κάδρα ανάμεσα.
Και τότε πια ησύχασε.
(Η κόρη δέχτηκε αμίλητα κι αυτή την εκδοχή).
Τώρα μπορούσε με ακρίβεια να προβλέψει
ποιο θα 'ταν το επόμενο το βήμα
και το επόμενο… και το επόμενο…

Το δύσκολο ήτανε ώσπου να πάρει την απόφαση.










19.
Οι διαλυμένοι γάμοι προμηθεύουν
ερείσματα σε αγάπες
και τροφή
σε όντα πεινασμένα
που τρέφονται με σάρκες ψοφιμιών.

Η μυρωδιά σαπίλας τα έλκει
μίλια μακριά
και πάνε κι επιπίπτουν με μανία
στο άψυχο το σώμα.

Και είναι άξιο απορίας πώς χορταίνουν
με σάρκες δίχως αίσθηση
μ' αίμα χωρίς ψυχή.

Μα ίσως η απορία περισσεύει.
Τι άλλο απ' αυτούς κανείς να περιμένει.
Ύαινες μονοσήμαντες.
Ερωτιδείς κενοί.







20.
Σκέψεις του Πλίνιου, πριν σηκωθεί απ' το κρεβάτι το πρωί

Λοιπόν ας δούμε πώς έχει το πράγμα.
Είμαι ο Πλίνιος.
Πού βρίσκομαι;
Σ ένα κρεβάτι δανεικό
σ' ένα δωμάτιο μέσα
απ' όπου διώχνομαι στο τέλος του μηνός
γιατί δεν έχω να πληρώσω.

Φίλοι, κανείς.
Άνθρωποι
που θέλουν να με βλάψουν
εννέα-πρόχειρα μετρημένοι.
Αδιάφοροι για μένα; Όλοι οι άλλοι.

Κάτι ευχάριστο με περιμένει σήμερα;
Όχι.
Υπάρχει κάποιος που να μ’ αγαπά;
Κανένας και καμιά (στο διπλανό διαμέρισμα
πάλι τ' αντρόγυνο καυγαδίζει).
Εμπρός λοιπόν!
Ας σηκωθώ.
Μία καινούργια μέρα αρχίζει.