ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ
Στο μικρό το λιμάνι
ένα κότερο φτάνει
στο λιμάνι αράζει
την πόλη κοιτάζει.
Με χαρωπά λικνίσματα
της στέλνει χαιρετίσματα
και στοργικά εκείνη
φιλιά γλυκά του δίνει.
ΓΑΙΟΚΤΗΜΩΝ
Ιδιοκτήτης επιτέλους
έγινα κι εγώ ακινήτου.
Είναι βέβαια μονάχα
ένα τόσο δα κομμάτι
κι ασφαλώς σπουδαίο δεν είναι
αλλά όμως είναι κάτι.
Eπιτέλους ιδιοκτήτης
έγινα κι εγώ ακινήτου.
Επιτέλους! Είν' αλήθεια!
Έχω γίνει γαιοκτήμων!
Ένα οικόπεδο επήρα
γύρω στα τρακόσα μέτρα
χώμα αφράτο-όσο κι αν ψάξεις
δε θα βρεις ούτε μια πέτρα.
Επιτέλους! Ειν' αλήθεια-
έχω γίνει γαιοκτήμων.
Ματαιοδοξία τόση
έκρυβα λοιπόν εντός μου-
πόσο χαίρομαι μονάχα
οι δικοί μου το 'χουν δει
(ντρέπομαι να δουν οι ξένοι
ότι κάνω σαν παιδί).
Mαταιοδοξία τόση
έκρυβα λοιπόν εντός μου...
Μ' αφού όλοι αγοράζουν
δε θ' αγόραζα κι εγώ;
Τώρα ξέρω πως κατέχω
τόσο χώμα όλο δικό μου
τόσα μέτρα γης ορίζω
κι όλο λέω στον εαυτό μου:
αφού όλοι αγοράζουν
δε θ' αγόραζα κι εγώ;
Λύπη μόνοn με κατέχει
που επλήγωσα τη γη.
Με δοκάρια σιδερένια
που της έμπηξα βαθιά
την εξέσκισα κομμάτια
όπως σώμα τα σπαθιά.
Λύπη μόνο με κατέχει
που επλήγωσα τη γη.
…Και στο βάθος μια απορία:
τι τη θέλω τόση γη;
όλο κι όλο αυτό που θέλω
δύο μέτρα είναι χώμα-
τι τ' αγόρασα διακόσα
και ογδόντα τόσα ακόμα;
Και στο βάθος μι' απορία:
τι τη θέλω τόση γη;
Ο ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟΣ ΧΟΡΟΣ
Στο σπίτι όχι-δε χορεύαμ
ζεϊμπέκικο χορό. Αυτόν τον γνώρισα
σε κάτι ταβερνάκια μυστικά
σε κάτι ταβερνάκια στενωπά
που όταν έρχονταν η ώρα
που όταν έφτανε η ώρα
που όταν έπρεπε
σηκώνονταν ο άντρας
μέριαζε τις καρέκλες τα τραπέζια και το σύμπαν
και μόνος
άγνοια όλος και άφεση
εχόρευε πατώντας πα’ στο πάτωμα της οικουμένης-
στο άϋλο το πάτωμα του κόσμου εχόρευε πατώντας.
Και μέσα στην αυτάρκεια του κλεισμένος
ήτανε πια ανοιχτός σε όλα
και καλόδεχτος
κι ωραίος
κι αυτός και ο χορός του.
Και ο χορός του γίνονταν θρησκεία
και ο χορός του έχτιζεν απ’ τήν αρχή τον κόσμο
ευθύν κι ατρόμητον
και σταθερόν
κι αντρίκιον
με μέσα του όλα τα καλά και καμιά θέση-
καμία πρόβλεψη
για υποκρισίες γι ατιμίες και για δόλους.
'Έτσι εγνώρισα εγώ-
έτσι εγνώρισα εγώ ετούτον το χορό
που ας τον λέω χορό γιατί δε βρίσκω
γιατί δεν ξέρω άλλα λόγια πιο καλά
να ζωγραφίσω με μια λέξη την Αγιότητα
να ζωγραφίοω την Αγνότητα με μία λέξη-
γιατί δεν ξέρω άλλα λόγια πιo καλά-
γιατί άλλο λόγο οι άνθρωποι δεν έχουν
για το Αληθινό.