ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑ ΚΟΛΟΤΟΥΡΟΥ
Αχου κυρία Κολοτούρου!
κι αν την ιδέα ενός πούρου
είχατε μέσα στο μυαλό σας
καθώς αυγό έχει ο κώλος κλώσας,
στου ποιητικού σας όμως πάγκου
φτηνά μοστράρουνε Ματσάγγου.
Τον Μαλακάση διακονείτε;
Τι σας κρατεί απ’ το να το πείτε;
Μας λέτε «πλάνη»-ποια ειν’ η πλάνη;
Νόημα κανείς μ’ αυτό δεν βγάνει.
Με στίχους κι αν μεθούν οι νέοι
αυτό στο θέμα σας πώς δένει;
Α-νόητο τελείως ποίημα
ωσάν ερήμου ένα κύμα.
Κι όταν «ο Κώστας» εποιούσε
«Ο Μίλτος» ζούσε: ας μιλούσε.
Για Καρυωτάκη ας μη μιλάμε.
Ότι κι αν πούμε βλαστημάμε.
Θεός αυτός. Ας αρκεστούμε
Το έλεός του να ζητούμε.
ΜΕΣΙΝΌ
Αφήνοντας κάτω την όσιαν Εφύρα
μαρτιάτικο Δείλι το Δρόμον επήρα-
με τ’ Όνειρο ως μες στις Πηγές του νεκρό-
για Κάτι να ζω που αξίζει, να βρω.
Κι εις μία του μαύρου του Δρόμου Στροφή
το Άνω ιδού μπρος μου!- ιδού η Κορυφή!
Γραφή μια το μάτι φωτάει το κενό:
«Στον τόπο είσαι φίλε που λεν Μεσινό!
Σταμάτα! Πια γι άλλο δεν έχεις να ψάχεις-
του Βελλεροφόντη τη Μοίρα θες νάχεις;»
Κι ο πράσινος Κάμπος απλώνονταν κάτου
σφιχταγκαλιαστά τα χρυσά τα Νερά του.
Σταμάτησα. Κι έστω, μον’ λίγο ας ελπίζω,
για Μέθη οργώντας, τον Τρύγο αρχίζω...
Και βλέπω: Χωριό, μα που Ήλιος μετράει
και Πνεύμα και Φως και Ιδέες σκορπάει.
Και να! Ο Καφετζής του υμνεί Καζαντζάκη!
Και Ρίτσο απαγγέλλει! και λέει Πρεβελάκη!
Κι ο Πρόεδρος να! του εντόπιου Συλλόγου
Μαικήνας και Μύστης του Νου και του Λόγου!
Και να! Ημερίδες και Ποίησης πρωτιές!
Το Θέατρο νάτο! Και να! οι Γιορτές!
Και Άνθρωποι να! με καθάριο Μυαλό!
Και να το Βαθύ, το Αγνό, το Υψηλό!
Μικρό Μεσινό που ως Ψέμμα φαντάζεις,
σ’ Αλήθεια του Βίου την Ψευτιά πώς αλλάζεις!
Μικρό Μεσινό πώς έτσι όλα μαγεύεις!
Πώς Όνειρα Εσύ πεθαμένα ανασταίνεις!
Της Ύπαρξης πώς το Μεγάλο Κενό
Με Αξίες γεμίζεις μικρό Μεσινό!
ΘΑ ΜΑΣ ΔΩΣΕΙΣ;
(Thanksgiving-Dallas Texas)
Κι αν δεν είναι κείνη που ονειρευόμαστε,
μέσα σε κρίνα κι αγριόμηλα,
μιαν άλλη γαλήνη δώσε μας-όποια και να 'ναι.
Του σκοταδιού ακόμα και της λησμονιάς.
Γδάρθηκαν τα πόδια στ' αγριόχορτα.
Η ψυχή μας παραδέρνει από ξένο σε ξένο.
Οι νύχτες ανάστερες και ασέληνες έρχονται.
Περιδίνηση ανώφελη και οδυνηρή όλα είναι.
Να κρατήσουμε τίποτα δεν μπορούμε.
Και ό,τι απ' αρχή έχουμε,
δικό μας δεν είναι.
Διασκορπισμένοι στα πράγματα μένουμε.
Τα μάτια που βλέπουν τα αόρατα θα μας δώσεις;
Την αίσθηση θα μας αξιώσεις που γνωρίζει;
Από το είδωλο μας θα μας απαλλάξεις;
ΤΡΙΑ ΑΔΕΡΦΙΑ
(Thanksgiving-Dallas Texas)
Τρία αδέρφια. Κάτι λίγο απ' το καθένα τους,
ξεκόβει κάθε τόσο και βαδίζει ανάστροφα,
προς μυστηριακές τελετές προαιώνιες
βρίσκοντας εκεί την πλήρη ένωση και τον ταγμένο προορισμό.
Και αυτός ο αληθινός προορισμός του είναι.
Να προχωρεί αφήνει το υπόλοιπο κομμάτι του στον δρόμο,
χωρίς καρδιάς γιορτές
χωρίς ιδιαιτερότητες
όλα ίδια όπως όλοι και καθένας στη δουλειά του.
Ύστερα γυρίζει πάλι στον κόσμο
και ακολουθεί τα κομμάτια που άφησε,
αμέτοχο,
χαμένο ανάμεσα σε τόσα ξένα.
ΌΠΩΣ ΚΑΤΙ ΛΕΞΕΙΣ
(Thanksgiving-Dallas Texas)
Όπως κάτι λέξεις που με τον καιρό ξεχάστηκαν
και σαν θα τις ακούσουμε μένουμε για λίγο αμίλητοι
θυμώντας έξαφνα όσα πήρανε μαζί τους,
έτσι και συ, Ωρα Γεμάτη,
στην συνείδηση χτυπάς τον αστραπιαίο και απόκοσμο,
τον χτύπο τον μοναδικό σου.
Και η άλλη ακοή μας συνταράζεται,
και φέρνει μες στα δέντρα της ψυχής πουλιά,
και σκιόφως,
και ανεμοψιθυρίσματα άλλα,
του καιρού που χαμένοι ήμασταν. Τότε
που η άγρυπνη ελπίδα και η μικρή μας ευχαρίστηση,
χτυπούσαν αδύναμα φτερά
στο δόκανο πιασμένες της ρυτιδιασμένης σου επιφάνειας-
ανάμεσα σε δυο πτυχές της
που νερό δεν έβρισκαν
ν' αναταχτούν.