Σάββατο 18 Ιουνίου 2022





Βενιζέλος στη Ζωή Κωνσταντοπούλου:
      «Είστε ένας θηλυκός Ιαβέρης!»
(Πέμπτη, 4-4-13)

«ΟΙ ΆΘΛΙΟΙ»
 
Η Ελλάδα η Τιτίκα,
η Φαντίνα η Διαφθορά
και η Τρόικα Θερναδιέρος.

Μιχαλάκης ο λαός μας,
Γιρλομάντ ο Σαμαράς
κι Επονίνα η κοινωνία.

Μα ως εδώ η ομοιότης
γιατί στους δικούς μου «Αθλίους»
λείπουν άλλα, άλλα διαφέρουν.

Και σ’ αυτούς μου τους «Αθλίους»
ο άθλιος είναι ο Βενιζέλος
ο αντι-Γιάννης Αγιάννης.

Που δεν κλέβει για να ζήσει
αδερφές και ανεψιές του,
μ’ από παραδοπιστία.

Την Τιτίκα που διαφθείρει,
τη Φαντίνα που λατρεύει,
τον Ιαβέρη που σκοτώνει.

Και γι αυτόνε τον Αγιάννη
Μυριήλ και Θερσανέμης
είναι ο Μαρκογιαννάκης.

Από τη μετάπλασή μας
λείπει ο Ενζολοράς
και ο ζηλωτής του- ο Μάριος.

Και ποτέ δε θα βρεθούνε
στην πατρίδα όπου ζούμε.
Όπως θα ’ναι κι ο Γαβριάς
όνειρο άπιαστο για μας...



Ο  ΠΑΠΑΓΡΩΡΓΌΠΟΥΛΟΣ  ΙΣΌΒΙΑ


Ο Παπαγεωργόπουλος ισόβια.
Και τ’ άλλα της πενίας μας τα μικρόβια:
Οι βουλευτές; Οι υπουργοί; Οι «δικοί» τους;
Όλων αυτών ποια θα ’ναι η ποινή τους-

Να παν στο σπίτι τους και να τα φάνε
ενώ τα θύματά τους θα πεινάνε;
Να τους στερήσουνε  την ιθαγένεια
ενώ έχουν χρυσά ως και τα γένια;

Και πού είναι τα λεφτά που έχουν κλέψει;
Τέτοια κανείς αρμόδιος κάνει σκέψη,
ή με την ευλογία του τα κλεμμένα
γίνονται και αυτά ευλογημένα;

Και λαός που το αίμα του το ρουφηγμένο
βλέπει να γίνεται κεμέρι ξένο
στη γη επάνω πρέπει του να μένει
ή αποφορά του Άδη ν’ ανασαίνει;



να ζει στη γης επάνω του αξίζει
ή στου Άδη τα σκοτάδια





είναι στη γη επάνω άξιος να ζήσει
να ζει στη γη επάνω είναι άξιος




Και δίκιο πού ο λαός αυτός θα έβρει



ή στο θυσιαστήριο καταλήγουν (της ρεμούλας;)
και οι καπνοί τους ………………πνίγουν;



Είναι ο λαός ηλίθιος τροφοδότης



ή θυσιάζονται κι αυτά στον μέγα



Εγώ μον’αχα κανω αυτή τη σκεψη


Ποια τάχα λογική έτσι προστάζει-



      ημέρα αδέσποτων ζώων (3 Απριλίου)
                             και Ελλάς

εκατομμύρια δέκα λαός και όλοι μας βοδάκια
δεσπότη τρόικα που ’χουμε ντόπια ελληνική.
το βενιζελογούρουνο κι η σαμαραλεπού
μαζί με την την ασπρόμαλλη την κουβελονυφίτσα
η ντόπια είναι η τρόικα, που και αυτή δεσπότη
τη μέρκελ έχει και τον ρεν κι οι δυο που τη διατάζουν
και την πηγαινοφέρνουνε και την εξουσιάζουν.
κι αν οι δεσπότες λείψουνε και οι ντόπιοι και οι ξένοι,
ο έλλην στη δουλεία του και τότε θα επιμένει
και μέρα αδέσποτων εμείς πάλι δε θα γιορτάζουμε
γιατί ένας μας τον άλλονε τότε θα εξουσιάζουμε.












4 ΑΠΡΙΛΙΟΥ-ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΝΑΡΚΩΝ

Ημέρα κατά των ναρκών! Μα η πέρφανη Ελλάδα
η πάντοτε ανυπάκουη σε όποιες διαταγές,
μόνη αυτή εκ των χωρών ολόκληρης της γης μας-
άρνησης στείρας πάντοτε κι αντιλογίας πνεύμα-
υψώνει το ανάστημα και μέγα «όχι» λέει,
πλήθος ναρκών σκορπίζοντας μες στην επικράτειά της
που χρόνια με αυταπάρνηση εμάζευε πολλά.
Και αρχηγός πανάξιος των της Γραικίας ΤΕΝΞ
 («ντάνκε» στη Μέρκελ λέγοντας και στον Ομπάμα « θενξ»)
ο Σαμαράς! με τους δυο «φον»: Κουβέλη-Βενιζέλο!,
νάρκες φυτεύει δεξιά, δεξιά… δεξιά… δεξιά…
Και όλη τώρα η χώρα μας ειν’ ένα ναρκοπέδιο:
Νάρκες κατά προσωπικού-και πάνε οι πολίτες!..
Νάρκες θαλάσσης-κι άφαντες αλιεία και ναυτιλία!..
Νάρκες μεγάλες και μικρές, ξηράς είτε θαλάσσης,
νάρκες είτε για επίθεση ή γι άμυνα φτιαγμένες,
νάρκες ενάντια σ’ άρματα ή σε προσωπικό,
κατά επιχειρήσεων, κατά περιουσιών,
κατά αξιοπρέπειας, κατά της ανθρωπιάς,
κατά υγείας, χορτασμού, συντάξεων, μισθών…
Και σκάνε οι νάρκες και ζωές και περιουσίες παίρνουν.
Και άντε να ’βρες κάποτε –πού;-ναρκαλιευτές…


              ΣΑΜΑΡΆΣ ΚΑΙ  ΉΤΤΑ ΜΌΝΤΙ
        ΔΟΎΛΟΙ ΤΏΡΑ ΟΙ ΠΡΙΝ ΑΡΧΌΝΤΟΙ

Και τώρα κύριε Σαμαρά; Τα ’μαθες για τον Μόντι…
Κι εκείνος τη λιτότητα σημαία του είχε κάνει.
Κι αυτός- αν και μας θύμιζε η εμφάνισή του κόντη-
κόντηνε τόσο που-ο φτωχός-τρέχει μα πια δε φτάνει…

Έτσι και συ δόλιε θα πας, ειπείν τε συνελόντι,
και συ θα θέλεις να κρυφτείς και κρύψιμο δε θα ’χει.
Και πριν ας είχες δύναμη σαν δέκα Τζίμυ Λόντοι,
θα είσαι τώρα αδύναμος και για μιας ώρας μάχη…

Κι ως απ’ την κάλτσα νάιλον τη γυναικεία οι πόντοι,
έτσι θα φεύγουν κι από σε οι βουλευτές τω όντι
και του Χαμού σου οι στριγκλιές θ’ ακούγονται κι οι βόγγοι
όπως κεινού που ακοίμητα του βγάζουνε το δόντι…























ΑΓΡΌΤΕΣ  ΣΕ ΔΙΑΚΟΠΈΣ

«Καλοκαιράκι έρχεται, πάμε για διακοπές!»
Έτσι ελέγαν οι έλληνες, τουλάχιστον ως χτες.
Οι αγρότες πάλι, διακοπές έχουνε το χειμώνα.
Στο μεσοχείμωνο λοιπόν, κάθε χρονιάς ως τώρα,
λένε οι αγρότες μας «ρε σεις!», ο ένας τους στον άλλο,
«έτσι που όλο κάθομαι τη μπέμπελη θα βγάλω!
το καθισιό βαρέθηκα-δεν πάμε καμιά βόλτα;»
Κι αφού χορτάσει έχουνε της εξοχής τα κόλπα,
αντίθετα από τους αστούς που στα χωριά τραβάνε,
αυτοί βουτάνε τα τρακτέρ και στ’ άστεα ορμάνε.
Κι αντί μπανάκια δροσερά και σπορ κι ορειβασίες,
κι αντί χωριάτικο φαί  και στην Ηώ θυσίες,
οι αγρότες χύνουν γάλατα, φακές μοιράζουν, ρύζι,
κλείνουνε δρόμους κι απ’ αυτό το νέο μετερίζι
πια ορεξάτα ορμώμενοι στις πόλεις κατεβαίνουν
και κτίρια κυκλώνουνε, και σε γραφεία μπαίνουν
κι εν γένει διασκεδάζουνε τελείως αστικά
τερπόμενοι με τα πολλά των πόλεων μυστικά.
Και τον παράξενο οι αστοί θωρώντας τουρισμό
θαρρούν πως στην κυβέρνηση θα φέρει αυτός σεισμό
και λένε: «να! απ’ την αγροτιά η αυγή θα ανατείλει!
Να! τώρα θα γελάσουνε τα ολόπικρά μας χείλη!"
Και βαυκαλίζουν εαυτούς ου μην μα και αλλήλους
πως στους αγρότες βρήκανε εκδικητάς οργίλους
και περιμένουν απ’ αυτούς ν’ αλλάξουν την κατάσταση
νομίζοντας τις διακοπές που κάνουν, επανάσταση.
Όμως αυτοί, όταν ιδούν ν’ ανοίγει ο καιρός
καθείς τους, είτε δεξιός, είτε αριστερός,
θα τρέξουν στα χωράφια τους και θ’ αρχινίσουν πάλι
να οργώνουν και να σπέρνουνε με κάτω το κεφάλι.







ΚΑΛΈ ΜΟΥ ΚΎΡΙΕ ΣΑΜΑΡΆ

Καλέ μου κύριε Σαμαρά
δεν έχετε άλλους πόρους
και θέτε κι άλλονε παρά;
Ιδού! Βάλετε φόρους!

Κοιτάξτε πώς οι έλληνες
αντέχουνε το βάρος
όσων τους στέλνετε δεινών,
και αποκτήστε θάρρος

κι αμέσως προχωρήσατε
εις νέαν φορολογίαν
κι ας είναι αυτή ασήκωτος
και βαρυτάτη λίαν.

Φορολογείστε το κρασί,
το σέλινο, το κρέας,
φορολογείστε το τουρσί,
τον τσίρο, τας ελαίας.

Και την ανάπνια μας-κι αυτήν
βαριά φορολογείστε
ώστε ασφυξία να πάθουμε
και μόνο εσείς να ζήστε.

Ακόμα φόρον βάλετε
βαρύν στην νεολαίαν,
ήτοι εις κάθε νέον μας
και εις την κάθε νέαν,

μικροί για να εθίζονται
στους φόρους και αυτοί
να μην μπορεί κανείς μετά
ούτε και να κλαφτεί.

Φορολογείστε τη βροχή,
τον κεραυνό, το χιόνι,
το χώμα, την αγράμπελη,
το νυφικό σεντόνι.

Φορολογείστε τα μωρά,
το γάλα τους, τις πάνες,
τις που σα μεγαλώσουνε
θα παίζουνε αλάνες.

Βάλτε μας φόρους επαχθείς
στη σκέψη, στις σαρδέλες,
στη λύπη, στη λαχτάρα μας,
στη σκάφη, στις αβδέλες…

Αλλά μαζί με όλ’  αυτά
κάντε κι ακόμα κάτι:
Φορολογήστε το άραγμα..
Την ξάπλα. Το ραχάτι.

Τότε ο έλληνας ευθύς
τον καναπέ θ’ αφήσει
πρωθυπουργός θ’ αυτοχριστεί
και θα φορολογήσει

τόσο τη ζωή σου, που εσύ,
μη έχοντας να πληρώσεις,
σαν πινακίδα γιώτα χι
θα τήνε παραδώσεις.