Δευτέρα 11 Μαρτίου 2019

Η δυστυχία δε συνηθίζεται

*

Αυτός που διψούσε για νάματα-
αυτός που δάγκωνε τα χείλη του ξερά
τι ειρωνεία τώρα να πνίγεται
μέσα στη θάλασσα της δίψας του.

*

Όταν θα φτάσω εκεί
η πόρνη μνήμη θα χαθεί
και από μένα όλο κι όλο που θα μείνει
θα είναι ένα κατάξανθο
ένα ωραίο ωραίο μηδενικό.


*

Ο Άλλος Κόσμος
θα 'ναι ο ίδιος βέβαια μ’ αυτόν
από τα έξω ιδωμένος.

*

Ο χειμώνας γεννάει την Άνοιξη κάθε χρόνο
όπως η θύμηση της καθημερνά τη δυστυχία του.

*

Τις νύχτες
τα βουνά
σα ζώα υπάκουα
τραβάν στη θάλασσα και πλένονται.
Γι αυτό και λάμπουν το πρωί
στου πρώτου ήλιου τις αχτίδες.

*

Όταν εκπνεύσω στον καθρέφτη μου
και δεν θαμπώσει
τότε ο καθρέφτης θα 'μαι εγώ.

 *

Ο αμαξάς πληγώθηκε..
Τέλειωσε το νερό.
Οι ινδιάνοι πλησιάζουν όλο.
Και μακριά η πόλη ακόμα…

*

Κληρονομιά θ' αφήσω στους ερχόμενους
τη γνώση πως δεν έρχονται
μα ότι όπως όλα
κι αυτοί μονάχα πάνε.

 *

Κοιτάζοντας κατάματα την πυρκαγιά
καθώς το κύμα ο ναυαγός,
ολόρθος θα θαφτώ μέσα στη στάχτη των ονείρων.

*

Τα δέντρα ομορφιές γεμάτα και χαρούμενα
ελούζονταν μες στο γλυκό το θάμπος του πρωιού.
Την ίδια ώρα ο χωρικός
Κρυώνοντας και πεινασμένος
λάδωνε το πριόνι του.

*

Αν δεν υπήρχε ο Νείλος κι οι αιγύπτιοι
οι τάφοι μας μπορεί και να 'τανε ακόμα στρογγυλοί.

*

Αν όλα θα χαθούν τίποτα δεν εχάθη.

*

Μέσα στη θύελλα την καλοκαιρνή
λυσσάει ο άνεμος και η βροχή μανιάζει.
Πέφτουν τα φύλλα
πέφτει ο ουρανός
πέφτει και μια μπλουζίτσα ολάσπρη απλωμένη
από το λυσσομάνι ξεσκισμένη.

*

Πού είναι το φιλί που φτάνει ως το θάνατο!
Πού 'ναι το χάδι που ευφραίνει στον αιώνα!

*

Όλη η ζωή μας αν καλοσκεφτείς
μας δόθηκε να μάθουμε γιατί    
*

δεν πέφτουνε τα δέντρα απ' τον αέρα.
Και ούτε αυτό δε μάθαμε.

*

 Η ανάκουστη φωνή της πέτρας
μόνο απ' Αυτόν ακούγεται.
Είναι γιατί Αυτός
της ακοής τους νόμους έχει θέσει.

*

Είμαι η γκλίτσα στο χέρι του βοσκού
και ο σταυρός στο χέρι του επίσκοπου.
Γι αυτό και μια με παίρνει ο θάνατος
μια η ζωή με πάει.

*

Τα πεύκα μας τα ξέρανε ο μελιτοβάκιλλος.
Χαλάλι του. Η εικόνα αυτή του πεύκου
από λευκό χιονάτο σκεπασμένου
κατακαλόκαιρο
αξίζει
όπως κάθε θάνατου.

*

Μην μπορώντας ν' αντέξουνε κάτω από τη γη
κάθε βράδυ οι νεκροί έρχονται
και μέσα μας μπαίνουν.
Γι αυτό τους βλέπουμε τη νύχτα στα όνειρά μας.

*

Καθώς το χιόνι στην πεδιάδα έλιωνε
πρώτη ξεπήδησε τινάζοντάς το μία μαργαρίτα
φουρκισμένη από την αγένεια του
τόσο αργά να μείνει φέτος.

 *

Αν επιζούσε ο Ρωμαίος
θα 'χε ξεχάσει την Ιουλιέττα σ' ένα μήνα.

 *

Οι νέοι και η επανάσταση πάνε μαζί.
Καμιά φορά, σε κάποιο χάνι
οι νέοι παρατρών και παραπίνουνε.
Τότε γυρίζουνε και λεν στην επανάσταση:
προχώρα κι έρχομαι.
Κι η οικουμένη τότε δυστυχεί.

*

Περιπλάνηση σε τοπία ηλιοβασιλέματος.
Το άνθος της Σιωπής εδώ
περίλαμπρο.

*

Κάποτε η μέρα
είχε διάρκεια τριών λεφτών στη γη.
Πόσα δισεκατομμύρια άσκοπα χρόνια!

*

Ακροβασίες επικίνδυνες οι δυο τους
πάνω σε γλιστερά σκοινιά κάνουν.
Αν δεν ενώσουν έγκαιρα τα χέρια
γκρεμίζονται κι οι δυο.
Γι αυτό ερωτευμένοι μόνο πρέπει
έτσι ν' ακροβατούν.

*

Τα νησάκια των ποταμών.
Η ασφάλεια στον κίνδυνο.

*

-"Πώς είστε;"
-"Άσχημα"
Λες και τον ρώτησαν από ενδιαφέρον.

*

Τάχα πώς λεν τη γη τους
οι άνθρωποι του φεγγαριού;
Φεγγάρι βέβαια.

*

Τα άστρα μέσα στη νύχτα
είναι η υπόσχεση
πως ο ήλιος θα φανεί πάλι το πρωί. 
*

Το άλογο,
και με το μαστίγιο,
δε χάνει την περηφάνια του.

*

Με χίλια μικρά ξεγελασμένοι
χάνουμε το ένα το Μεγάλο.

*

Στο μισοσκόταδο
οι τσουκνίδες μοιάζουν άνθη.

*

Απρίλης.
Εποχή των ανταρτών.

*

Έμβρυα μέσα στον κορμό του δέντρου,
νήχονται τραπέζια, κρεβάτια, σκαμνιά.

*

Από το κελί του εικοστού αιώνα
Στο κελί του εικοστού πρώτου.

*
Η Ηγησώ ζει ακόμα χάρη στην Τέχνη.
Βάρβαρη που 'ναι η Τέχνη!

*

Γιατί ζαλίζεται απ' το γύρισμα της,
γι αυτό από παντού ξερνοβολάει η γη νερά.

*

Το παγώνι είναι ο ανταγωνιστής των ποιητών.

*

Να συλλέγεις-ναι.
Μα τι;
Πάνω σ' αυτό το "τι;" ζυγιάζονται όλα.

*

Κάθε καινούργια μέρα μια Δευτέρα Παρουσία
μετά το θάνατο της νύχτας.

*

Ήτανε όχι μια αγριοροδιά
μα μία ήμερη, μια σοβαρή,
μια ήρεμη, όμορφη ροδιά.
Όχι μια πρόκληση στην ερημιά
μα μια γλυκεία οπτασία στον κόσμο μέσα.

*

Παράδεισος σημαίνει άγνοια του έρωτα.

*

Ο ποιητής ζει μέσα στα ποιήματά του
όπως ένας νεκρός μέσα σε τάφο
που ο ίδιος έσκαψε.