ΤΟ ΦΥΤΟ
Ένα μικρούτσικο φυτό
κορόϊδευε τη γλάστρα
που το 'θρεφε. Της έλεγε
πως τάχα θα μπορούσε
δίχως εκείνη, τη μικρή,
μεγάλο αυτό, να ζήσει.
Η γλάστρα δεν εθύμωνε.
Κυρία μυαλωμένη
χαμογελούσε μοναχά
και του 'λεγε θλιμμένη:
"κουτό φυτό, αν σπάσω εγώ
κι εσύ θα ξεψυχήσεις".
Μα το φυτό δεν πίστευε
τις τέτιες εξηγήσεις.
Κι έτσι περνούσε ο καιρός
ως που 'ρθε κάποια μέρα
κι έσπασε η γλάστρα η μικρή.
Το χώμα της εχύθη
και το μοκρούτσικο φυτό
επρόλαβε μονάχα
να θυμηθεί προτού χαθεί
τη γλάστρα να του λέει:
"κουτό φυτό, αν σπάσω εγώ
κι εσύ θα ξεψυχήσεις".
Κι αλήθεια τούτη τη φορά
δεν είχε αντιρρήσεις.
Ένα μικρούτσικο φυτό
κορόϊδευε τη γλάστρα
που το 'θρεφε. Της έλεγε
πως τάχα θα μπορούσε
δίχως εκείνη, τη μικρή,
μεγάλο αυτό, να ζήσει.
Η γλάστρα δεν εθύμωνε.
Κυρία μυαλωμένη
χαμογελούσε μοναχά
και του 'λεγε θλιμμένη:
"κουτό φυτό, αν σπάσω εγώ
κι εσύ θα ξεψυχήσεις".
Μα το φυτό δεν πίστευε
τις τέτιες εξηγήσεις.
Κι έτσι περνούσε ο καιρός
ως που 'ρθε κάποια μέρα
κι έσπασε η γλάστρα η μικρή.
Το χώμα της εχύθη
και το μοκρούτσικο φυτό
επρόλαβε μονάχα
να θυμηθεί προτού χαθεί
τη γλάστρα να του λέει:
"κουτό φυτό, αν σπάσω εγώ
κι εσύ θα ξεψυχήσεις".
Κι αλήθεια τούτη τη φορά
δεν είχε αντιρρήσεις.