Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

Κοντά μου αφού δεν είσαι σα διαβάζεις
τα που για σένα έγραψα βιβλία,
παίρνω ένα και, από δω εγώ, κυρία,
σελίδα σε θωρώ νοητά ν’ αλλάζεις.

Και φορτικά να φανταστώ πασκίζω
πώς κάθε μια θωρείς γλυκιά λεξούλα,
με τι γελάς, ποια σ’ άγγιξε φρασούλα,
πού δάκρυσες… κι έτσι όλο συνεχίζω

μέχρι όλο το βιβλίο να τελειώσω.
Και πια μετά το ξαναπιάνω πάλι
κι ασίγαστα ποθώντας να σε νοιώσω
στην ίδια πάλι ξαναπέφτω ζάλη.

Τάχα μπορείς, διαβάζοντας, γλυκιά μου,
να δεις πόσο πικραίνεις την καρδιά μου;