Η ΣΤΡΌΦΙΓΓΑ
Και ξαφνικά από δέρμα αποτελούμαι μόνον.
Εντός του, όπου θα 'πρεπε
τα Όργανα και τα Συστήματα να βρίσκονται
κενό το απόλυτο
χωρίς ελαστικότητα-χωρίς επιείκεια.
Από συνήθεια κάνω τις κινήσεις της αναπνοής-
τίποτα μέσα μου δεν μπαίνει'
χωρίς εγκέφαλο πώς σκέφτομαι;
χωρίς οστά πώς κινούμαι;
Και το δέρμα μου το διατηρεί ζεστό κάποιος μηχανισμός
που πάνω στο ίδιο το δέρμα εδράζεται.
Στη θέση των ματιών
δυο ιριδιζουσών πομφολύγων το τοίχωμα έρπει.
Κινήσεις γραφής το δεξί μου χέρι κάνει
και το αριστερό πλήρες κενού το χαρτί σφίγγει.
Ώρες ώρες θαρρώ πως έτοιμος να σηκωθώ είμαι
αλλά του μολυβιού το βάρος έρμα και με συγκρατεί.
Και ενώ από μήνες έχεις φύγει
χωρίς να δώσεις έκτοτε σημεία ζωής
ανοίγεις τώρα την πόρτα του δωματίου μου
και με μαλώνεις: "πάλι τα ίδια;
άνοιξε τη στρόφιγγα αμέσως!"
Προσποιούμαι πως δε σε άκουσα ή δε σε είδα.
Αποφασιστικά έρχεσαι και κατεβάζεις ένα μικρό μοχλό
που τώρα καταλαβαίνω ότι υπάρχει στο σημείο
που αντιστοιχεί στη μετωπιαία πηγή'
με στήνεις ύστερα όρθιον και με γεμίζεις
με θλίψη μέχρι τα ριζομήρια
από κει μέχρι το λαιμό με αγάπη
και ύστερα με αμφιβολία ως επάνω.