ΤΑΞΙΔΕΎΩ
Σε θάλασσες ήλιων και ατέλειωτης αγάπης ταξιδεύω.
Ξιφίες παράλληλοι και φωτεινοί εφάπτονται της σχεδίας μου ενδιαθέτως.
Μέδουσες διαφανείς και πολύπλαγκτες
το στρογγυλό πρώτο ευωδιάζουσες
με προσπερνούν ευένδοτες και χαρίεις.
Μουσική αναπληρώνουσα τον απόντα χρόνο ακούγεται
από αθέατα
υποθαλάσσια μουσικά συγκροτήματα μελλοντικών κόσμων.
Ανεστραμμένη επιμήκης και αιμάσσουσα η μνήμη
με ακολουθεί μένοντας πάντα πίσω μου ανίσχυρος.
Φαιδραί απεικονίσεις ιδεατών μορφών υπερίπτανται ως κινούμενοι στόχοι.
Πρωί είναι
και το πρωί άλλο τρυφερό πρωινό
σε μια διαρκή ανεύθυνη ανανέωση οδηγεί.
Χρυσίζοντα τα φύλλα της θαλάσσης
και οι αρμοί των βραχιόνων της αργυροί.
Στον αφρό του παφλάζοντος ύδατος
ζωγραφείται διάστικτος και κατανεύουσα
η ανομοιομερής κατανομή σου SHERRY.
Εδώ το στόμα σου
εδώ τα χείλη των αναισχύντων κνημών σου.
Εκεί ένα περιπαικτικό χαμόγελο
Εκεί ένα ηδυπαθώς περιφερόμενο και καραδοκούν βλέμμα.
Στερουμένη και στερούσα τέως
παρέχουσα και λαμβάνουσα νυν και αεί υπάρχεις.
Και όλα κείνται υπτίως τα μέλη σου
πληρούντα τα θαλασσινά επίπεδα διαμετρικώς.
Στη γαστέρα της πολύσπερμης θάλασσας πάνω ταξιδεύω.
Αγέννητη γεννήτρα οδύνης και σπαραγμών κάποτε ήσουν.
Τώρα τις όχθες μου περιφέρεις ευτυχής.
Μία κίνησις όλη η ορμή των υδάτων έγινε-
μία προς τα εμπρός κυλιομένη ελικοειδής πρωινή αύρα.
Τα κήτη με προσπερνούν αναντιρρήτως.
Μερικά με ανυψώνουν.
Οι φωτεινές σφαίρες έτσι ολοσχερώς με καλύπτουν.
Κατερχόμενος προσκρούω βιαίως
συνήθως στη λεκάνη σου SHERRY.
Αβρά με αποθέτεις γελώντας στην προτέρα μου τροχιά.
Τους αγερώχους πυθμένας κύπτων εποπτεύω.
Πασιφανείς και ετερόκλητοι κάθονται πάνω στα άνθη τους και ακίνητοι.
Στα λάμποντα γυμνά στήθη των αιωρούνται μικρά
ξύλινα αθύρματα εμφανώς σαθρά.
Στα εύτριχα περικλεή σκέλη των
γοργόνες αείμνηστοι και νυγμώδεις, παίζουσαι,
νωχελώς ευωχούνται.
Προσβλέπεις επιπολαία και επανερχομένη ερυθριάς.
Στον αφρό της σεπτής σου θαλάσσης έλπιδοφόρος ταξιδεύω.
Κεκαθαρμένη και αποκαθαίρουσα
άστεγος και στεγάζουσα
πλήρης και πληρούσα μου ανοίγεις το ένθερμον ύδωρ σου.
Με αναιρείς με καθαιρείς και με εξουσιάζεις λανθανόντως.
Οδεύων προς σε
των ατελευτήτων υδατίνων όγκων σου τους ύμνους
κατανοώ ακουομένους.
Επίπλαστα τα ψάρια και ψευδή υπάρχουν στην επάρκειά σου
Στα οικεία βύθη σου το χέρι μου εμβαπτίζων
το έμφρον παραίσθητο γόνυ σου
SHERRY θαλασσία εγγίζω.
Ανασπάσαι βιαίως
και απροόπτως δονούν την παρειά μου
της εξάψεώς σου τα κύματα.
Ταχέως συνέρχεσαι και με νουθετείς ουδετέρα.
Σταθμίζων τας συνεπείας προσχωρώ ασθμαίνων
στην Κοινωνία των Υδάτων σου.
Ρεμβάζουσα και Ακκιζομένη Θαλασσινή SHERRY,
τους ευκλεείς φραγμούς των ονείρων σου υπηρετών
εκγυμνούμαι
και άδων
εμβαπτίζομαι τοις σοις ύδασι.
Στους ήλιους σου τους θαλασσινούς
και στις ατελείωτες υδάτινες αγάπες σου ταξιδεύω.