Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018

ΠΡΩΙ

Διάσπαρτοι ήχοι σπουν τη μέλαινα ηρεμία.
Βαρείς πέφτουν στον πεπερασμένο ωκεανό του περιβάλλοντος
αφήνοντας στον αέρα τη φαιά τους τροχιά.

Τα δέντρα που επέζησαν του σκότους
τινάζουν την υγρασία από τα χέρια τους
και ετοιμάζουν τις απόχες του ήλιου.
 Ξαφνιασμένα τα αδίστακτα ιπτάμενα όντα φεύγουν
από τα φυλλώματά τους και ανοιγόμενα
περιρρέουν το σίγμα του Σύμπαντος
Ο αέρας καλά τα κρατεί.

Το άδοξο αστέρι
από την πτώση του ζαλισμένο και άθυμο
μεγαλουργεί πάλι για τις μικρές υπάρξεις.
Πίσω του τα ομοιώματα όλων των ανθρώπων
κείνται
ζεσταίνοντας το κρύο τους χνώτο.

Κραυγάζουσα η πρώτη ακτίς επιπίπτει
επί της πρώτης ασπαιρούσης δρόσου
που, αναιρομένη τώρα, υπερυψούται.
Όλα αναλύονται, διαλύονται και καταλύονται
κάτω από τον διαστέλλοντα δίσκον
του εγγύς ανέτου στερεώματος.

Τα ζώα ποικιλοτρόπως διαμαρτύρονται για τη νέα ενόχληση.

Φύλλα κλειστών ανθέων
καταρτίζουν σε άσπρο χαρτί το πρόγραμμα της ημέρας.

Οι μάζες του σκότους σιγά σιγά απωθούνται ολοένα
πέρα από την ύπαρξή τους.
Το αίμα των ουρανών μεταποιείται εις λέμφον
καθώς το οργιαστικό πρωί εκπίπτει.

Οι βράχοι
βαρείς και οκνοί
δεν ξέρουν από που να δεχτούν το φως.
Πολλοί, απρόσεκτοι, το συνθλίβουν.
Αυτό
τότε
αναφαίνεται αντίπερα αναλάμπον.