THORNBIRD
Σαν το πουλί που το μικρό
το σώμα του καρφώνει
σε κάποιου κάκτου το ξερό
αγκάθι, που πληγώνει
το τρυφερό του το κορμί,
κι εκείνο κελαηδάει
με τέτοια χάρη γιορτινή
που η Φύση σταματάει
όποιο της μούρμουρο γλυκό
σαν να 'χει ξάφνω σκόλη,
και το τραγούδι το απαλό
γλυκαφουγκράζεται όλη…
κι όσο το αγκάθι πιο βαθιά
μέσα στο σώμα μπαίνει
τόσο η φωνούλα η γλυκιά
και πιο πολύ γλυκαίνει,
ώσπου το αγκάθι να χωθεί
μες στη μικρή καρδιά του
και η ζωή του να κοπεί
και η γλυκιά λαλιά του...
έτσι η ψυχή μου είναι κι εμέ.
Σαν ένα αγκαθοπούλι.
Που δε διαλέγει-αχ! καημέ!-
τη βιόλα ή το γιούλι,
παρά στου Πόνου τα σπαθιά
τ' ακονισμένα ορμάει.
Κι ως μπαίνουν κείνα πιο βαθιά,
εκείνη τραγουδάει
τον πιο όμορφό της το σκοπό,
προτού τα μάτια κλείσει
σαν αγριολούλουδο μικρό,
που έχει πια μαδήσει.