ΘΥΜΗΣΟΥ
ΦΥΓΗ ΠΡΩΤΗ
Πριν από πολλούς Καιρούς.
Κι από άλλους τόσους.
Αίσθηση και Σκέψη μαζί.
Σκέψη από πριν.
Από τότε.
Κλεισμένος.
Κρυφός.
Στον μικρό Χώρο.
Ήρθες πρώτα.
Σκοτάδι.
Φως ούτε σαν Φαντασία.
Παλμοί στην αρχή.
Ανεπαίσθητοι.
Άνοιξε το Κλειστό Πέρασμα.
Και πλημμύρισε Ερχομούς.
Κανένας τους δεν έφτασε.
Ήσουν… όχι!
Δεν ήσουν.
Ποτέ.
Πουθενά.
Στα μελλοντικά Αυτιά σου μια Γεύση στρογγυλή.
Δεν ήταν Χώμα.
Ούτε Σάρκα.
Ούτε Προαίσθημα.
Θυμήσου.
Το Σκοτάδι εκεί.
Tόσο φιλικό.
Τόσο γεμάτο.
Και βγήκες.
ΦΥΓΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
Το Μακρινό.
Το Φυλαγμένο πάντα.
Το πάντοτε κρυμμένο.
Μια Αχτίδα του σε ακολουθεί…
Παιδί Διωγμένο.
Ήσουν μια Ελπ….
Μια… όχι… ούτε.
Όχι!
Κάτι μόνο που έμοιαζε με μια Ελπίδα.
Που θα μπορούσε να είναι.
Γεννήθηκες;
Τι είναι αυτές οι Πέτρες;…
Πήρες μία.
Τίποτα γύρω να σκοτώσεις.
Όλα πεθαμένα.
Νεκροί αναρίθμητοι.
Μόνο να παλιώνεις τα Νεκρά μπορούσες.
Παλιώνοντας τον Εαυτό σου.
Θυμήσου.
Έζησες;
ΦΥΓΗ ΤΡΙΤΗ
Έβαλε το Δοχείο στη Φωτιά.
Έριξε το Νερό.
Μέσα στο Νερό Κομμάτι νεκρού Ελαφιού.
Πρόσθεσε στο Νερό λίγο Πράσινο.
Περιμένοντας.
Σκάλισε μια Ζωγραφιά στον Σοβά πάνω.
Αδιάφορα την κοίταζε.
Άκουσε ένα Θόρυβο.
Κρύφτηκε.
Ύστερα εκεί… εκεί… στην Αυλή…
Ένα Κάτι Τι έχει ξεχωρίσει.
Και όλο πλησιάζει.
Κλείνει τα Μάτια σφιχτά.
Κουνάει το Κεφάλι πέρα δώθε.
Το Ερχόμενο αφανίζεται μέσα στη Στάχτη.
Ανεβαίνει στο παλιωμένο Σπίτι.
Παράθυρο κανένα.
Φως πουθενά.
Κάποτε.
Παλιά.
Παιδιά βγαίναν από τα Σάβανά τους.
Χτυπιόνταν παίζοντας μέσα στο Σπίτι.
Παλιά.
Τότε κουρντισμένες Κούκλες γελούσαν.
Παλιά.
Τώρα σκεβρωμένες Υποθέσεις.
Τυλιγμένες σε Πάγου Φασκιώματα.
Τίποτα.
ΦΥΓΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
Δάση ανύπαρκτα υψώνονταν πέρα.
Ποτάμια αόρατα κυλούσαν βουερά τα Νερά τους.
Καταλαβαίνοντας ότι Κάπου υπάρχει Κάτι.
Στη Βοή κάτι Φιλικό.
΄Ήχος έβγαινε πνιχτός.
Αυτή μήπως ηταν η Ελπ… όχι!
Όχι!
Ποτέ!
Κάτι μόνο που έμοιαζε.
Μια Ελπίδα που θα μπορούσε να είναι.
Θυμήσου.
Έζησες;
Παλιά η Ζωγραφιά ενός Ήλιου φώτιζε το Ταβάνι.
Πεθαμένοι βουτούσαν τη Γλώσσα τους στη Φωτιά του.
Το Νεκροταφείο έκλεινε στις δέκα το Βράδυ.
Όχι Νεκροταφείο.
Οι Αγέννητοι μόνο θορυβούσαν.
Όχι Νεκροταφείο.
Όλα ένας Θάνατος.
Ο Ίσκιος του η Ζωή.
ΦΥΓΗ ΠΕΜΠΤΗ
Ένα Ούρλιασμα από το Πρώτο
Που δεν είχε μάθει να μιλάει.
Πάγος οι Τοίχοι.
Κόκκαλα παγωμένα μυτερά από τη σκεπή.
Στη Σπηλιά ένας σοβαρός άνθρωπος.
Χωρίς Μάτια.
Αιώνες πριν το Σπίτι είχε αρχίσει να κρυώνει.
Κάπου στο Βάθος της Μνήμης
ένα Αγκάλιασμα Σάρκας.
Φευγαλέα Εικόνα χωρίς Αιτία και Αρχή.
Έφυγε κι αυτή η Αιωνιότητα.
Θυμήσου.
Έζησες;
Η Ωρα γέρνει ταράζοντας Οπτασίες.
Όλα μίκρυναν.
Η μέσα Διάρκεια των Πραγμάτων
αφανισμένη.
ΦΥΓΗ ΕΚΤΗ
Μια μαραμένη Ανθοδέσμη.
Αλλάζοντας Χέρια άπειρες φορές.
Με Ευλογίες Πάντοτε.
Τα ξερά τα Φύλλα ήτανε Σκόνη.
Η Νύχτα του Πένθους καταπίνει τον Ουρανό.
Η Γη σκύβει σαν να προσέχει κάτι.
Ένας υπόκωφος Θρήνος.
Με Δαγκωνιές μεγάλες καταβροχθίζει ό,τι συναντάει στο κυκλικό του Διάβα.
Ζωγραφίζοντας στο Χάος ένα Κρεβάτι.
Μια θρηνώδης Κραυγή το σβήνει.
Γύρω μόνον ο Θάνατος.
Ό,τι μέσα λεγόταν Αύριο
Τώρα ένα Κενό.
Και η Μνήμη.
Ο πεθαμένος Δεσμοφύλακάς.
Θυμήσου-προσπάθησε να θυμηθείς-
Γεννήθηκες;
Έζησες;
Προτού η Λάμψη του Ματιού χαθεί θυμήσου!
Γεννήθηκες;
Έζησες;
Και τελευταίο-πέθανες;
Θυμήσου!..