Ο ΚΑΙΝ ΜΟΝΟΛΟΓΕΙ
ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΠΤΩΜΑ
ΤΟΥ ΑΒΕΑ
Επεσε κάτω δίχως να το θέλει.
Τον έριξα εγώ χτυπώντας τον μ’ αυτή την πέτρα.
Τα μάτια του έκλεισαν
και κρύος είναι και ωχρός.
Τι άνθρωπος τώρα ειναι αυτός,
να μην μπορεί να δει, ν' ακούσει,
να φάει, να περπατήσει…
Μα έτσι τώρα που είναι
αυτό καλό είναι για μένα-
Να με χτυπήσει δεν μπορεί
Ή να μου πάρει τα χωράφια μου.
Και αυτό γιατί τον χτύπησα με μία πέτρα!
Τώρα ξέρω:μπορώ να κάνω έτσι
και με όποιον άλλον αδερφό μου.
Ολα δικά μου τώρα θα ’ναι.
Ε! Συ! θα σου πάρω τα χωράφια σου!
Δε μιλάει!
Θα πάρω τη γυναίκα σου!
Ακίνητος.
Αυτό όταν άλλοτε του το ’λεγα εθύμωνε.
Τώρα να μ’ εμποδίσει δεν μπορεί.
Αρκεί για πάντοτε να μείνει έτσι.
Αλλά τι; Αν πάλι σηκωθεί, θα τον χτυπήσω πάλι.
Μόνο το νου μου ας έχω.
Πρέπει να κουβαλώ μαζί μου αυτή την πέτρα.
Μα όχι. Πέτρες παντού υπάρχουνε.
Και να προσέξω
Να μη κανείς το μυστικό μου μάθει.
Κι αν ο πατέρας μας
Που τόση αγάπη του ’χει
να τόνε βλέπει θέλει,
Του τόνε πάω. Τον κουβαλώ στο σπίτι
και τον τοποθετώ σε μια γωνιά.
Να τόνε βλέπει θα χορτάσει τότε
αφού για πάντα θα τον έχει εκεί κοντά του.
ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΠΤΩΜΑ
ΤΟΥ ΑΒΕΑ
Επεσε κάτω δίχως να το θέλει.
Τον έριξα εγώ χτυπώντας τον μ’ αυτή την πέτρα.
Τα μάτια του έκλεισαν
και κρύος είναι και ωχρός.
Τι άνθρωπος τώρα ειναι αυτός,
να μην μπορεί να δει, ν' ακούσει,
να φάει, να περπατήσει…
Μα έτσι τώρα που είναι
αυτό καλό είναι για μένα-
Να με χτυπήσει δεν μπορεί
Ή να μου πάρει τα χωράφια μου.
Και αυτό γιατί τον χτύπησα με μία πέτρα!
Τώρα ξέρω:μπορώ να κάνω έτσι
και με όποιον άλλον αδερφό μου.
Ολα δικά μου τώρα θα ’ναι.
Ε! Συ! θα σου πάρω τα χωράφια σου!
Δε μιλάει!
Θα πάρω τη γυναίκα σου!
Ακίνητος.
Αυτό όταν άλλοτε του το ’λεγα εθύμωνε.
Τώρα να μ’ εμποδίσει δεν μπορεί.
Αρκεί για πάντοτε να μείνει έτσι.
Αλλά τι; Αν πάλι σηκωθεί, θα τον χτυπήσω πάλι.
Μόνο το νου μου ας έχω.
Πρέπει να κουβαλώ μαζί μου αυτή την πέτρα.
Μα όχι. Πέτρες παντού υπάρχουνε.
Και να προσέξω
Να μη κανείς το μυστικό μου μάθει.
Κι αν ο πατέρας μας
Που τόση αγάπη του ’χει
να τόνε βλέπει θέλει,
Του τόνε πάω. Τον κουβαλώ στο σπίτι
και τον τοποθετώ σε μια γωνιά.
Να τόνε βλέπει θα χορτάσει τότε
αφού για πάντα θα τον έχει εκεί κοντά του.