Τρίτη 30 Μαΐου 2023

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "ΌΤΑΝ ΠΕΦΤΟΥΝΕ ΟΙ ΜΑΣΚΕΣ"

Εκείνος, καθώς δεμένος ήτανε στο μπράτσο της
συντρόφου του και χωρίς να κινηθεί: "κοίτα τον..." είπε.
Μπλεγμένοι οι δυο τους σε μια στήλη διπλή,
στριφογυριστή, ασάλευτη, τον κοίταζαν καθώς αρχόντοι ένα δούλο, που ξαφνικά, χωρίς τη θέση του να λογαριάσει, στέκει αυθάδικα μπροστά τους και τους μιλεί.
Ήταν η πρώτη μέρα που είχε έρθει από πολύχρονο,
μακρύ ταξίδι.
Και τόνε κοίταζαν ακίνητοι, με μιαν έκφραση στο
πρόσωπο καθώς ιερέα που διάβολο θωρεί, ήρεμος όμως γιατί του σταυρού εγνώριζε τη δύναμη, που με τη μορφή κρύου θηλυκού στεκόταν δίπλα του, ευλογώντας με τη στάση του την αδιάφορη και με την πετρωμένη σε σύμπνοια έκφραση του προσώπου του τη στάση της συντρόφου του.

Ο χώρος ήταν ο κήπος του νοσοκομείου για στηθικά νοσήματα-που παλαιά λεγόταν ΣΩΤΗΡΙΑ.
Ήταν η στιγμή που το αίμα χωρίστηκε οριστικά.