Τρίτη 30 Μαΐου 2023

          Η ΑΔΕΛΦΗ

«Μη με διώχνετε», μου είπε,
«χωρίς εσάς-τ’ αδέρφια μου-
Μέσα στον κόσμο θα είμαι ένας ξένος.»
Και αργότερα «Τουλάχιστον», μου έγραψε,
«αν χάσω εσάς, ας μείνουνε κοινά
τα σπίτια. Κάτι να μας κρατεί.
Δένουνε κάπως και τα σπίτια- αλλιώς αβόηθητος,
αστήριχτος,
ανυπεράσπιστος,
μετέωρος,
μόνος στον κόσμο θα μετράω.»

Τέτοια. Λες κι ήτανε μωρό.

Μα εγώ είχα οικογένεια.
Επροχωρούσα εγώ στον κόσμο μέσα θαρρετά.
Αυτό ’ναι η ζωή-ένα προχώρημα… μια πρόοδος
Που ποιος-που τι
Μπορεί να τήνε σταματήσει…

«Ελάτε να μιλήσουμε» μας παρακάλαγε.
Τι να μιλήσουμε; Να πούμε τι;
Μιλά η ζωή.
Μιλούν οι περιστάσεις.
Η πρόοδος βροντοφωνάζει.
Σκούζει η ανάγκη.

Αδερφοσύνες και αηδίες…
Μα όταν του χρήματος ο Ήλιος
στον ορίζοντα ανατείλει
Τότε στην πάντα όλα τ’ άλλα
Τ’ αρρωστημένα
Και μπρος! Να προχωρήσουμε πριν σκοτεινιάσει!

Και το προχώρημα θέλει δυνάμεις-
θέλει σπρώξιμο
Κι όχι βαρίδια «ανυπεράσπιστων» και «ξένων»…
Μεγάλωσα, παντρεύτηκα, αυτό  ήτανε!
Άφησα πίσω μου όλα τα παλιά.
Αδέρφια, μοναξιές και μυξοκλάματα
Αρρωστημένα πράματα και στείρα. Εγώ
Στου πλούτου μόνο τον Θεό λόγο θα δώσω!

Δε θα γνοιαστώ εγώ για να μαζέψω
ό,τι μπορώ για τα παιδιά μου και τ’ αγγόνια μου;
Και οι φιλόσοφοί μας τάχα
δεν ξέρουν όταν λένε «είμαι ό,τι έχω»;
Επειδή αυτός το θέλει
που τίποτα μη έχοντας
τίποτα είναι,
πρέπει κι εγώ ένα τίποτα να γίνω;

Και ποιος είναι αυτός
που βλέπει πίσω από πρόσωπα και πράγματα,
που ερμηνεύει λόγια και φερσίματα και πράξεις,
που βλέπει τις αληθινές επιθυμίες
και τις βαθιές τους σκέψεις που γνωρίζει καθενός
και ολ’ αυτά
τολμάει να τα φανερώνει με τους βρωμοστίχους του;
Α! Τέτοιοι άνθρωποι χαλούν  τηΝ αναγκαία ηρεμία του κόσμου μας
Την απαραίτητη για να ‘ναι όλοι οι άνθρωποι ευτυχισμένοι…
Το χρήμα!
Το χρήμα!
Να η ουσία της ζωής!

Και τράβηξα το δρόμο του Θεού
Με τη βοήθεια του πιστού μου αδελφούλη-
Του λογικού:
Έκλεψα του κλαψιάρη τα λεφτά που είχε στην Τράπεζα,
του άρπαξα τ’ αυτοκίνητο,
έκαψα όλα του τα ποιήματα
που μου είχε στείλει για να τα φυλάω
(ποιήματα λέει τα σκουπίδια του αυτός !..),
του πήρα το ένα σπίτι…-
τ’ άλλο το πήρε ο αδελφούλης μου ο μεγάλος-
ο λογικός.

Τι άλλο να ’κανα για να τον φέρω στην κατάσταση
Να καταλάβει σε τι κόσμο ζει…
Μα εκείνος τίποτα.

Ακόμα του επρότεινα να τον γεροκομήσω
Αρκεί να μου ’δινε τη σύνταξή του-τίμιες δουλειές-
Όπως εγεροκόμησα τη μάνα μας. Και τι-
Να πεις με κέρδος τίποτα;
Ένα φουστάνι κάθε μήνα μόνο
Έπαιρνα με τη σύνταξή της στα κορίτσια μου.

Ούτε αυτό το θέλησε.
Ε πια…
Εγέρασε κι ακόμα να μην ξέρει
Πως το συμφέρον κυβερνά;
Λειψός αυτός αν είναι φταίω εγώ;
Κι αν ζει στον κόσμο του, κι εγώ
Του κόσμου του πολίτης να μετρήσω πρέπει ; Τι;-
Ο ένας ή οι πολλοί έχουνε δίκιο;..

Και αν αυτά είναι γράμματα ψιλά για κείνον
Ας πάει να ζητάει το δίκιο του
απ’ τα σχολεία κι απ’ τους δασκάλους του…
Εγώ έχω οικογένεια να προσέξω.
Και αν με όλα τούτα δεν κατάφερα
Να τόνε κάνω να εννοήσει
Τι άλλο να ’κανα;-ας χαθεί.

Δε θα ’ναι ο πρώτος ούτε ο τελευταίος...