Σάββατο 30 Ιουλίου 2022

Λόλα ξέρεις τις γαμημένες πουτάνες που «εργάζονται» σε δημόσια ή σε ιδιωτικά γραφεία. Σαράντα χρόνια δούλευες στο Δημοσιο.  
Μα οι περισσότερες δουλεύουν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Μιλάω γι αυτές που κάθοντ αι όλη μέρα σε μια καρέκλα και ξύνουνε το μουνί τους. Αν έχουνε μουνί, επειδή ο γεροντοκορισμός σε πολλές από αυτές τους το έχει κλείσει σκουριάζοντας ή μουχλιάζοντάς το από την αχρηστία.
Αυτές λοιπόν τις προσλαμβάνουν διάφοροι επιχειρηματίες που θέλουν να διώχνουν τους πελάτες τους. Τις έχουν λοιπόν εκεί και τις πληρώνουν για τη δουλειά κυρίως αυτή-την τηλεφωνική  αποπομπή των πελατών.
Όμως δεν είναι όλες αυτές οι πουτάνες γριές γεροντοκόρες.
Μερικές διαλέγονται, ανάλογα με το είδος της υπηρεσίας, νέες και ζωηρές πουτάνες. Κυρίως τέτοιες προσλαμβάνονται όπου οι πελάτες είναι νέοι.
Ένας άλλος διαχωρισμός των πορνών αυτών είναι ότι άλλες είναι έξυπνες και σπίρτα, άλλες χαζότερες και από βλήτα.
Όλες όμως περνάνε την ώρα της «υπηρεσίας» τους ξύνοντας το μουνί τους-αν τους έχει μείνει όπως είπα πιο πάνω.
Όταν αυτές οι πουτάνες βαριούνται να ξύνουν το μουνί τους, τότε βγάζουν τα καλλυντικά τους και καλλωπίζουν κορμί και κεφάλι. Βάφονται, βάφουν τα νύχια τους, χτενίζονται (ξέρεις και την παροιμία ο κόσμος χάνεται και το μουνί χτενίζεται, από την κατάσταση αυτή βγήκε).
Και όταν τελειώνουν και αυτό, ξαπλάρουν στην πολυθιρόνα τους και βλέπουν τηλεόραση ή ασχολούνται με το κομπιούτερ τους, ερχόμενες σε επαφή με φίλους και φίλες από όλο τον κόσμο, με γαμιάδες ή με τους μαστροπούς  τους.
Ή ξεφυλλίζουν περιοδικά μόδας ψάχνοντας  οι νέες και όμορφες τι τους αρέσει και τι να ζητήσουν από το αφεντικό τους ύστερα από το επόμανο γαμίσι τους με αυτόν. Γιατί πολλές νεαρές από αυτές, έχουν επιλεγεί από το αφεντικό και για μια δεύτερη προσφορά υπηρεσίας προς αυτούς, δηλαδή το γαμίσι.
Όλα αυτά οι πουτάνες αυτές μπορούν και τα κάνουν γιατί δεν έχουν άλλη δουλειά παρά την απάντηση στο τηλέφωνο για να αποδιώχνουν όσους πελάτες νομίζουν ότι δεν είναι αρεστοί στο αφεντικό, ή όσους έχουν δασκαλευτεί ότι πρέπει να διώχνουν.
Τώρα από την ποιότητα της πουτάνας που διαθέτει κάθε επιχείρηση, μπορείς να καταλάβεις και το ποιον του αφεντικού τους, όπως βλέποντας ένα σκυλί καταλαβαίνει κανείς τον χαρακτήρα του γαμημένου ζωόφιλου.
Έτσι οι ξύπνοι επιχειρηματίες συνήθως θα προσλάβουν ξύπνιες τηλεφωνήτριες, που με το που ακούσουν και μόνο τη φωνή του τηλεφωνούντος, καταλαβαίνουν αμέσως με τι άνθρωπο έχουν να κάνουν. Αν είναι νέος ή γέρος, σοβαρός ή όχι, ματσωμένος ή φουκαράς, της πιάτσας άνθρωπος ή γραβατωμένος, και ανάλογα με τις εντολές του αφεντικού τους για κάθε περίσταση, δρουν αναλόγως.
Οι χαζοί επιχειρηματίες θα προσλάβουν χαζές τηλεφωνήτριες, τις οποίες θα αφήσουν ελεύθερες να δράσουν όπως  τους λέει το μυαλό (που δεν έχουν) να δρουν,  είτε τους έχουν δώσει  οδηγίες για αντίδρασή τους σε κάθε είδους τηλεφώνημα.
Οδηγίες που συνήθως. είναι μονολιθικές οδηγίες, μιας και άλλωστε το μυαλό της χαζής πουτάνας δεν θα μπορούσε να καταλάβει κάτι παραπάνω).
Εννοείται ότι οι χαζές πουτάνες δεν πληρώνονται αρκετά, αφού κιόλας τέτοιες πουτάνες προσλαμβάνονται κυρίως σε φτωχομπινέδικες εταιρίες. Και θα πληρώνονται το ίδιο όσα «λάθη» και αν κάνουν στη «δουλειά» τους, αφού μικρή έτσι κι αλλιώς θα είναι η διαφορά υπέρ ή κατά του συμφέροντος της επιχείρησης.
Ο επιχειρηματίας για τον οποίο και για την πατσαβούρα του οποίου έλαβα αφορμή να σου γράψω απόψε,  είναι ένας χαζός τύπος που κάποιος δαίμονας του έβαλε στο μυαλό  την ικανότητα επιπολής έστω κατανόησης της λειτουργίας των ανθρωποβόρων μηχανών, όπως οι υπολογιστές. Και λέω ανθρωποβόρων γιατί τα μπιχλιμπίδια αυτά σκοτώνουν την ψυχή του ανθρώπου, άραγε τον άνθρωπο, γιατί χωρίς ψυχή ο άνθρωπος είναι ένα πράγμα.
Ο μαλάκας αυτός τύπος λοιπόν, μιλάει και αντιδρά γενικά σε όλα τα ερεθίσματα σιγανά, διστακτικά. Και όχι από κύρος, αλλά από φόβο.
Χρόνια σε αυτόν πηγαίνω για προβλήματα που έχω με τον κομπιούτερ μου, και μου βγάζει την πίστη κάθε φορά με την δισκακτικότητα, την αντικοινωνική προς το μηδέν συμπεριφορά του, τον δισταγμό του ώσπου να πει ή να αναλάβει κάτι.
Αυτό το υποκείμενο τι άλλο παρά μια πουτάνα ηλίθια και ζωντόβολο, ένα τούβλο, θα διάλεγε για «υπεύθυνη» των τηλεφωνημάτων του;
Αργόστροφη, αργοκίνητη (μάλλον ακίνητη),σιγανομιλούσα, βλακωδώς αδιάφορη για κάθε έναν που μπαίνει στον προθάλαμο που έχει για γραφείο (τρομάρα της!), σκυμμένη πάντοτε σε κάτι που το έχει κρυμμένο στην ποδιά της, παντελώς άσχετη με κομπιούτερς και τα προβλήματά τους.
Για να καταλάβεις ότι δεν είναι γριά κι ας μοιάζει, πρέπει να την καλοδείς.
Σε αυτό το υποκείμενο, σε αυτή την πουτάνα, σε αυτό το αντικείμενο  είμαι υποχρεωμένος να τηλεφωνώ εδώ και τρία χρόνια που την πήρε κοντά του ο όμοιός της επιχειρηματίας-τρομάρα του, όταν χρειάζομαι κάτι για τον κομπιούτερ μου. Γιατι είναι κοντά μου βλέπεις. Είναι παραδίπλα από τη βιβλιοθήκη.
Πήρα λοιπόν τηλέφωνο, βγήκε το πουτανορομπότ και μου είπε τη στερεότυπη φράση «έχει σύσκεψη τώρα. Όταν τελειώσει θα κοιτάξουμε αν μπορούμε να σας βοηθήσουμε!... και θα σας πούμε»
Μωρή πόρνη, ξέρω ότι δεν έχει «σύσκεψη» το ζώον αυτό, γιατί ποτέ του δεν είχε σύσκεψη τόσα χρόνια που τον ξέρω και ξέρω την κακομοιριά του.  Άκου «σύσκεψη»! Ας έλεγε τουλάχιστον το ξόανο ότι «έιναι απασχολημένος», θα μπορούσα να υποθέσω ότι έχει πάει για κατούρημα ή κάτι τέτοιο. Ύσττερα μωρή τι ήταν αυτό το  «θα κοιτάξΟΥΜΕ!»;  Εσύ δεν έχεις ιδέα από κομπιούτερς!  Ύστερα ξέρω μωρή ξεϊγκλωτη γριά ότι τέτοια ώρα δεν είναι εκεί.
Αρχίδια «θα μου πούνε». Σε τρία τέταρτα παίρνω πάλι.  «Δεν είναι εδώ , από Δευτέρα πια…» Μωρή καριόλα εσύ δεν μου είπες ότι «θα μου πείτε»;
Πότε «θα μου λέγατε» που να σου πει ο παπάς στ΄αυτί και ο Διάκος στο κεφάλι;… Και ξέρεις εσύ ρε τσόκαρο ποια ανάγκη είχα εγώ για να πάρω τηλέφωνο;
Απλά, ρε κνώδαλο, ρε ζώο, ας μου έλεγες από την πρώτη φορά ότι λείπει (που ξέρω ότι έλειπε), ώστε να δω τι θα κάνω. Πουτάνα του κερατά! Τιποτένια! Αχρείο υποκείμενο!
Λέω να δώσω τόπο στην οργή και  κλείνω.
Αμ δε! Η οργή ξεχείλισε.
Την παίρνωκαι αφήνοντας πια τις ευγένειες απέναντι σε ένα πράγμα, και της λέω επιτακτικά και με όση δύναμη έχουν τα πλεμόνια μου. «Δώσε μου το τηλέφωνο του αφεντικού σαυ αμέσως τσόκαρο, για να μιλήσω σε έναν άνθρωπο!» Στα επόμενα λεπτά  άκουγα κάτι σαν «ξέρετε… μια στιγμή… εγώ …» και τέτοια.
Δεν την άκουγα όμως γιατί της φώναζα ασταμάτητα και όσο δυνατά η οργή μου μου επέβαλε: «Ποια σύσκεψη μου λες εμένα μωρή;  Πήξατε στις συσκέψεις; .. Όχι! Δεν περιμένω τίποτα! Τώρα να μου δώσεις το τηλέφωνό του! Καρακάξα! Και όταν θα διώχνεις τους ανθρώπους να τους διώχνεις τουλάχιστον πειστικά άλλη φορά. Τσόκαρο!»
Έκλεισα το τηλέφωνο. Να μου δώσει τον αριθμό να τον κάνω τι; Να συζητάω με τον μαλάκα το αφεντικό της  μια ώρα για το αν και πότε θα έβρισκε χρόνο-τρομάρα του από τις πολλές δουλειές που έχει;…
Σε κάνα δυό ώρες με πήρε ο μαλάκας επιχειρηματίας.
«Κύριε Χολιαστέ…»
Δεν τον άφησα να συνεχίσει. «Να πας να γαμηθείς και συ και το τσόκαρο που έχεις στο γραφείο σου» του είπα, κα έκλεισα.