Συζήτηση του Μήτρου και του Γιάννου
στα ζέοντα τα θέματα του Προξενείου απάνου
(Λος Άντζελες)
(Την πόρτα ο Μητρός του Γιαννιού αχάραγα χτυπάει
Και πράγματα απίστευτα να λέει αρχινάει)
-Γιατί χτυπάς πρωί πρωίτην πόρτα μου βρε ζώον
Και μου χαλάς τον ύπνο μου τον πράον και αθώον;
-Γιάννο μου, νέα απίστευτα από το Προξενείο.
Κι είναι καλά. Κι είναι πολλά. Και όχι ένα ή δύο.
-Νεα απ' το Προξενείο μας; Δεν είσαι στα καλά σου.
Γι’ αυτό μωρέ με ξύπνησες; Ασε με. Τράβα χάσου.
-Γιάννο μου σήκω. Μη ξανά στον ύπνο θα το ρίξεις.
Σήκω. Μιλάω σοβαρά. Και έχω αποδείξεις.
-Βρε τράβα^χάσου ανόητε. Απ' το νεκροταφείο
Νέα μπορεί να μου ’φερνες. Αλλ’ απ’ το Προξενείο…
-Ο Πρόξενος εζήτησε από τις εκκλησίες
Διευθύνσεις να του δώσουνε όλων στις ενορίες
Για να μπορεί να έρχεται σε επαφή μαζί μας
Οποτε το χρειάζεται η πατρίδα η κοινή μας.
Κι εκείνοι του τις δώσανε. Κι έστειλε ευθύς εκείνος
Γραφές όπου επεξηγούν σαφώς και υπευθύνως
Το πρόβλημα των Ίμια προς δε και των Σκοπίων.
Ετσι εκ στομάτων συνεπών θα μάθει κι αρμοδίων
Ο κάθε Ελλην, τί μ’ αυτά τα θέματα συμβαίνει
Κι όταν ακούει κάτι τι ενάντιο, θα επεμβαίνει.
Ακόμα απ’ όλους τους Γραικούς ζήτησε εργοδότες
Να πάρουν για υπαλλήλους τους και κάνα δυό πατριώτες
Ώστε να εργαστούν Γραικοί που ψάχνουν για δουλειά,
Και να μην παίζει ταμπουρά η δόλια τους κοιλιά.
Και ζήτησε απ’ τις εκκλησιές και κείνες είπαν ναι,
Οταν μετά την εκκλησιά πάνε στον καφφενέ
Οι Χριστιανοί για να γευτούν φαγιά Ελληνικά,
Να πάει κι αυτός και να μιλά για θέματα εθνικά.
Κι’ απ' το ΙΝΤΕΡΝΕΤ που άχρηστο το άφηνε ως τώρα
Πλέον θα πάρει όσα αυτό σκορπάει γύρω δώρα-
θα γράψει μέσα δηλαδή φλόγες γεμάτους λόγους-,
Και, λέει, θα στείλει μήνυμα σε όλους τους Συλλόγους
Να δώσουνε το στίγμα τους κι έτσι να μαθευτούνε
Κι οι Ελληνες που θέλουνε, μέλη τους να γραφτούνε.
Και άκου κι αλλά: Ζήτησε απ’ όλους τους παπάδες,..
-Στάσου. Και ολ' αυτά εσύ πού τάμαθες; Πού τα ’δες;
-Εδώ ο κόσμος βούιξε κι εσύ ρωτάς ακόμα;
-Ρε μήπως τίποτα έπαθες και το ’ριξες στο πιόμα;
Να σε μυρίσω..
-Ορίστε-Χου..
-Καμία μυρουδιά.
Μη στο μυαλό σε βάρεσε η αναπαραδιά;
-Ακου τον. Τί να κάνω θες, να δεις πως λέω σωστά;
-Πού είναι οι αποδείξεις σου; Βγαλτες εδώ μπροστά…
Γιά αποδείξεις μίλησες σαν έφτασες εδώ...
-Θα με πιστέψεις σαν τις δεις;
-Ναι, άμα τις ιδώ..
-Να! Εχω μες στην τσέπη μου το γράμμα του Προξένου
Που εστειλ’ η εξοχότη του και με του προκομένου.
..Εδώ το είχα.. τί έγινε;.. Του ταχυδρόμου ακώ
Σα νάναι τώρα τη φωνή, που μούπε «Πάρτο αυτό
Κι όταν ξυπνήσεις πήγαιν’ το στο φίλο σου το Γιάννο»...
…Ωχ… Λες να τάβλεπα αυτά στον ύπνο μου επάνω;
-Τι λέω που είναι σίγουρο. Άντε ωρέ βρωμιάρη.
Ολα ήταν ένα όνειρο που ο διάλος να σε πάρει.
Καλά που δε σηκώθηκα.
-Με συγχωρείς Γιαννάκη.
Κοιμήσου πάλι. Φεύγω εγώ. Με συγχωρείς, ένταξει;
-Ισως εγώ να κοιμηθώ ακόμα λιγουλάκι.
Μα όπως ποτέ ο γάιδαρος Μήτρο δε θα πετάξει
Ετσι κι ο κύριος Πρόξενος ποτέ δε θα ξυπνήσει.
-Λάθος. Θα τον ξυπνήσουνε σαν είναι να δειπνήσει.
(Μα ενώ ο Μητρός σκώθηκε και προς την πόρτα πάει
Ο Γιάννος κάτι σκέφτεται και πάλι του μιλάει)
-Τώρα να πούμε Μήτρο μου και του στραβού το δίκιο
Τζάμπα το Προξενείο μας δεν τρώει το ενοίκιο.
Σ' όποια γιορτή οι Σύλλογοι κάνουν οι Ελληνικοί
Αν ήσουν, και τον Πρόξενο θα έβλεπες εκεί.
(Για δυο λεφτά κι οι δύο τους σε σκέψεις βυθιστήκανε.
Υστερα από το στόμα τους αυτά τα λόγια βγήκανε)
-...Σκέφτομαι πόσο ο Πρόξενος Γιάννο μου να ζυγίζει.
-Τα εβδομήντα τα κιλά λέω θα προσεγγίζει.
Γιατί;
-Να, εσκεπτόμουνα, κρέας αν αγοράζαμε
Κιλά εβδομήντα, κι ύστερα στο μέρος το εβάζαμε
Που στέκεται ο Πρόξενος σε κάθε τελετή…
-Το σενάριό σου Μήτρο μου συμπλήρωση απαιτεί;
Θάπρεπε να του δίναμε του Πρόξενου το σχήμα.
-Σήμερα όλα γίνονται. Αρκεί να υπάρχει χρήμα.
-Και ρούχα να τον ντύναμε βέβαια Προξενικά.
-Και λόγια να του βάζαμε στο στόμα ευγενικά:
Τους Τούρκους να φροντίζουμε
Να μη τους ερεθίζουμε
Της ευγενείας το όριο να μη το ξεπεράσουμε
Και της των Τούρκων ανοχής το φράγμα να μη σπάσουμε.
-Και να τόνε μαθαίναμε, «Ο Πρόξενος», να λέει.
«Πλούσια στην παροικία σας θα δίνει τα ελέη».
-Και μετά κάθε εκδήλωση ευθύς να τόνε παίρναμε
Και πάλι στην κατάψυξη μέσα να τόνε γέρναμε
Ωσπου να εγινότανε σύναξη κάποια νέα.
-Και τότε όλα απ’ την αρχή. Κι όλα καλά κι ωραία.
-Τότε δε θα χρειαζότανε ο ίδιος να κουράζεται
Και ό,που τον φωνάζουνε να τρέχει να θρονιάζεται.
Ομως αυτά του μέλλοντος είναι. Προς το παρόν
Κάθε Συλόγου θ' αρχινά ο ίδιος τον χορόν
Κι ο ίδιος με όσα υπναγωγά θα υποτονθορίζει
Τους κοιμισμένους Ελληνες θα τους αποκοιμίζει.