ΤΑ ΠΡΩΙΝΑ
Τα πρωινά οι φωνές σα σβήνουν των πραγμάτων
κι ο αντίλαλός τους πριν καλά ακόμα να σβηστεί
έρχεται η ώρα των πολλών μικρών πικρών θανάτων
την πόρτα της ανίας μας να κρούσει την κλειστή.
Σαν βόμβος από μέλισσες σα μούρμουρο ρυακιού
διαβαίνουν από μέσα μας και στους ανέμους πάνε
και κάποιο ρίγος μας περνά σαν παίξιμο ματιού
μες στις αισθήσεις μας τυφλά καθώς φτεροκοπάνε.
Κι ως βγαίνουν από μέσα μας κάτι μας έχουν πάρει
κι η μέρα μας πιο άχρωμη κι ασήμαντη αρχινά
και μοιάζουμε με μάλλινη κλωστή που απ’ το κουβάρι
κομμένη τώρα και καιρό, άρχισε να ξεφτά.