(συνέχεια κάποιου χαμένου)
Κι όπως οι αρχαίες πόλεις μας είχαν θεούς προστάτες,
Έτσι και οι καινούργιες μας έχουν προστάτη-άγιο.
Κι έτσι, για κάθε ανάγκη μας, έχουμε διαμοιράσει
Την έγνοια, νια να πληρωθεί, σε ειδικούς αγίους.
Ετσι προστάτη ναυτικών κι έφορο της θαλάσσης
Τον άγιο Νικόλαο έχουμε εγκαταστήσει.
Η αγια-Βαρβάρα η γιάτρισσα της Ευλογίας είναι.
Τον άγιο Μόδεστο έχουμε προστάτη για τα ζώα.
Και μήπως κάθε μας χωριό, και μήπως κάθε πόλη
Δεν έχει τους προστάτες της και σήμερα ακόμα-
Αυτούς πολιούχους που τους λεν; Η Πάτρα τον Αντρέα
Κέρκυρα το Σπυρίδωνα, τον Νικωνα η Σπάρτη
Και τα λοιπά και τα λοιπά. Η' μήπως και νομίζεις
Πως οι θυσίες πάψανε των ζώων στους αγίους;
Σήμερα ακόμα σφάζονται ζώα στις εκκλησίες.
Και μη θαρρείς οι Ελληνες έχουν την εκκλησία
Τόπο λατρείας του θεού; Όχι. Είν’ η κατοικία
Του άγιου όπου σ' αυτόν είναι αφιερωμένη.
Πόσες θυσίες, προσφορές, τάματα τάχα πόσα
Δε γίνονται από το λαό προς τους πολλούς αγίους
Για να πετύχουν οι άνθρωποι εκείνο που ζητάνε…
Μήπως εξέχασες μωρέ, που πριν δυο τρία χρόνια
Σ' όλες τις εκκλησίες μας γίνανε λιτανείες
Για να παρακαλέσουμε, λέει, το θεό να βρέξει;
Αφήνω πόσα-πάμπολλα-στοιχεία και μαγείας
Μες στη λατρεία υπάρχουνε των σύγχρονων Ελλήνων…
Και μη θαρρείς δεν πάσκισε με λύσσα η εκκλησία
Με τιμωρίες, με απειλές, αλλά και νουθεσίες
Να ξεριζώσει την παλιά απ' τους Ελληνες θρησκεία.
Μα στάθηκε αδύνατο. Γι αυτό και την ανάγκη
Φιλοτιμία κάνοντας, έχει αυτή φροντίσει
Ώστε μεγάλες εορτές της ειδωλολατρείας
Με τις γιορτές της νέας της λατρείας να συμπέσουν
Ελπίζοντας σιγά σιγά την παλαιά λατρεία
Οι νέες να εκτοπίσουνε Χριστιανικές ιδέες.
Έτσι ας πούμε, στη γιορτή των γενεθλίων του Μίθρα
Του ήλιου του αήττητου, που πάντα γιορταζόταν
Στους χρόνους τους Ρωμαϊκούς Δεκέμβρη εικοσιπέντε-
Στην ίδια έχωσε αυτή την ημερομηνία
Και του Χριστού τη γέννηση. Τα ίδια έχει κάνει
Και με πολλές άλλες γιορτές, Ρωμαϊκές κυρίως
Που όμως στης Ρωμαϊκής της εποχής τα χρόνια
Ήτανε οικουμενικές. Γι αυτό σου λέω Μήτρο
Οι Ελληνες θες ή δε θες, είναι ειδωλολάτρες.
Κι αν δεν πίστεύεις, θα σου πω και κάτι άλλο ακόμα.
Υπάρχουν κάτι πράγματα από χαρτί φτιαγμένα-
Κόλλες βαλμένες στη σειρά, η μια πάνω στην άλλη,
Και ενωμένες στην πλευρά τη μια τους έτσι ώστε
Κάποιος τις κόλλες να μπορεί όλες να δει εκεί μέσα
Χωρίς το τέτοιο σύνολο έτσι να το χαλάει.
Μέσα σε κείνα τα χαρτιά, γράμματα είναι γραμμένα,
Που φτιάχνουν Μήτρο συλλαβές και λέξεις και προτάσεις.
Ξέρεις πως λεν τα πράγματα Μητρο αυτά; Βιβλία!
Πάρε και διάβασε και συ κανένα από κείνα
Και ξεστραβώσου. Ει δε μη, θάσαι συνέχεια δούλος
Της αγραμματοσύνης σου και της χοντροκοπιάς σου.
Τότε θα μάθεις φουκαρά ποια είναι η αλήθεια.
-Πηγαίνω αμέσως Γιάννο μου βιβλία ν' αγοράσω.
Αλλά μου κάνει εντύπωση-εσύ πώς καταφέρνεις
Και ξέρεις τόσα πράγματα και όλο με τουμπαίρνεις;
Ακουσε Μήτρο κουτεντέ που ό,τι σου πουν το χάβεις.
Η' θα τη ζήσεις τη ζωή, ή θα την καταλάβεις.
Εγώ τήνε κατάλαβα.
- Και δε μου λες Γιαννάκο
Αν γνώσεις με το διάβασμα πολλές έτσι αποκτήσω
Τότε θα ξέρω όπως εσύ κι εγώ να συζητήσω;
-Τράβα και άσε με μωρέ. Θα μελετήσεις συ
Οταν η πικροθάλασσα γλυκό γίνει κρασί.
Εσύ ζώο γεννήθηκες και θα πεθάνεις ζώο.
Και μη μου παίρνεις όλο αυτό το ύφος το αθώο
Γιατί εσύ μονάχα φταις για το κατάντημά σου.
-Πάω να διαβάσω Γιάννο μου. Σ' αφήνω. Γεια σου.
- Γεια σου
(Και πήγε και τη θάλασσα ο Μήτρος εδοκίμασε,
Πικρή τη βρήκε, και ευθύς, το στρώμα του ετοίμασε).