ΚΑΙΝ ΚΑΙ ΑΒΕΛ
Ο Κάιν σκότωσε τονΆβελ.
Όχι ο Αβελ τον Κάιν.
Ο μεγαλύτερος αδελφός σκότωαε τον μικρότερο.
Αν την Γένεση δεν την έχει υπαγορεύσει ο Θεός, ο συγγραφέας της είναι σοφός.
Ή έχει πείρα, που είναι το ίδιο.
Πάντοτε ο μεγάλος αδελφός σκοτώνει τον μικρό.
Όταν ο μεγάλος αδελφός γεννηθεί, οι γονείς του επιδαψιλεύουν σ’ αυτόν όλες οι αγάπες και οι τρυφερότητες τους.
Στο μεγάλωμά του εξαντλούν όλη τους την προσοχή, και δίνουν στην ανατροφή του τον καλύτερό τους εαυτό.
‘Όλα τα υλικά και τα συναισθηματικά αποθέματα των γονιών, καταναλώνονται στη συμπεριφορά τους απέναντι στο πρώτο παιδί.
Και έρχεται το δεύτερο παιδί.
Όλες οι πόρτες είναι κλεισμένες γι αυτό.
Ρουτίνα αποπνέουν οι ενέργειες των γονιών για την ανατροφή του παιδιού αυτού.
Αντί για στοργή και αγάπη, μια βαρετή συνήθεια.
Και η αγάπη πλαστική.
Φυσικά το δεύτερο παιδί δεν καταλαβαίνει τη διαφορά του από το πρώτο.
Είναι δυστυχισμένο χωρίς να υποψιάζεται γιατί.
Αλλά δεν είναι μόνον η συμπεριφορά των γονιών απέναντι στο δεύτερο παιδί που το κάνει δυστυχισμένο.
Είναι και το φέρσιμο και η στάση του πρώτου παιδιού απέναντί του.
Εγωιστική, ωμή.
Το πρώτο παιδί βλέπει έναν παρακατιανό στο δεύτερο.
Είναι γι αυτό ένας ξένος, ένας αδιάφορος αν όχι ενάντιος, ποτέ δεν του απευθύνει το λόγο, ποτέ δεν παίζει μαζί του, και μεταχειρίζεται κάθε ηλικιακό πλεονέκτημα για να κάνει τον μικρό του αδελφό να νιώσει παρείσακτος και ανεπιθύμητος.
Το πρώτο παιδί είναι όχι ο μεγάλος αδελφός αλλά μόνον ο μεγάλος.
Με όλα αυτά, το δεύτερο παιδί πεθαίνει κάτω από τις μαχαιριές που δέχεται από το πρώτο.
Και όλη του η ζωή δεν είναι παρά η διαχείριση αυτού του θανάτου του.