Δευτέρα 1 Αυγούστου 2022



ΤΟ ΠΑΡΤΥ ΣΤΟΝ «ΑΒΈΡΩΦ»

Λοιπόν στο «Αβέρωφ» έγιν' ένα πάρτι.
Ε και; Αυτός έπρεπε να ’ναι λόγος
τόσα να ειπωθούν και να γραφτούνε;
Οι άγγλοι τη σημαία έχουν βρακί τους-
λοιπόν; είναι απάτριδες οι εγγλέζοι;
Η Αγιασοφιά ως και τζαμί έχει γίνει-
δεν είναι το άστρο της Ορθοδοξίας;
Γίνονται δεξιώσεις στους στρατώνες
στις εκκλησές γινόνται πανηγύρια-
λοιπόν εχάσαν οι πιστοί την πίστη
και οι στρατιώτες σας τη γενναιότη;
Φτύσανε το Χριστό και τον εβρίσαν-
έχει απ’ αυτό Θεός να είναι πάψει;
Όργια οι παπάδες κάνουν κάθε τόσο-
λοιπόν δεν τους φιλάμε πια το χέρι;
Αν οι που τώρα βοούν για τον «Αβέρωφ»
φωνάζαν ίδια για των βουλευτών σας
τις τόσες τις κλεψιές που έχουν κάνει,
τότε καλά θα κάναν να φωνάζουν.
Μα όχι! τους εμάρανε η αξία
που τάχα έχει για κείνους ο «Αβέρωφ»,
ενώ ο νους τους είναι μ’ όσα λένε
ν’ απασχολήσουν το λαό, κι εκείνος
τις βρωμερές τις πράξεις να ξεχάσει
που κάνουν βουλευτές και υπουργοί του.

Παιδιά, σεις απ’ αυτά παρθένοι που είστε,
πετάξτε τις αξίες. Τις ανάγκες!
υπηρετείστε, νέοι, τις ανάγκες!
Οι αξίες τα μαχαιροπήρουνα είναι
για να σας κομματιάζουν οι αχρείοι
και να σας καταπίνουν λίγο λίγο.
Όχι οι αξίες αλλά οι ανάγκες
είναι, που αν μπορέστε να καλύψτε,
θα ζήσετε ευτυχείς στον κόσμο μέσα!

Μα και γιατί ολ’ αυτά για τον «Αβέρωφ»;
Γιατί έκανε αυτό που είχε καθήκον;
Ή τάχα γιατί μόνο αυτό το πλοίο
έκανε κάτι, ενώ τ’ άλλα όλα
ήτανε νούλες και τα θαλασσώσαν;
Ή μήπως επειδή έφερ' απ’ το Κάϊρο
τον Παπαντρέα, για να μας πουλήσει
δεμένους χεροπόδαρα στους Άγγλους
με αντίτιμο πρωθυπουργός να γίνει;
Λέει, λευτέρωσαν με τον «Αβέρωφ»
μισή από τη σημερνή Ελλάδα.
Και που τη λευτερώσανε τι τρέχει;
Την πήρανε, τη φάγανε, την τρώνε…
ποιο κέρδος ο λαός είχε από τούτο
ώστε να δίνει αξία στο «Αβέρωφ»;
Το φτιάξαν το «Αβέρωφ», λέει, κάποιοι
που ευεργέτες έκτοτε τους λένε.
Και επειδή αποφασίσαν κάποιοι
λίγα από τα κλεμμένα τους να δώσουν
σε σας απ’ όπου τα ’χανε κλεμμένα
τάχα γιατί εσάς να σας δεσμεύει-
το τι οι λεφτάδες κάνουν μεταξύ τους
συμφέροντα άνομα υπηρετώντας;
γιατί έστω λίγο σας ενδιαφέρει;

Φίλοι, αν θέλετε να φκιάστε χώρα
περήφανοι για κείνηνε που θα ’στε,
ξεχάστε τις αξίες! Τις ανάγκες!
Υπηρετείστε, φίλοι, τις ανάγκες!
Οι αξίες τα μαχαιροπήρουνα είναι
εσάς για να ξεσχίζουν οι αχρείοι
και να σας καταπίνουν λίγο λίγο.
Κάτω οι αξίες! Τις ανάγκες φίλοι
με την ορμή σας όλη θεραπέψτε
ώστε ευτυχείς να ζήσετε στον κόσμο!

Χορεύουν χορούς φτερωμένες οι ξένες
και παίρνουν μαζί τους ψηλά την ψυχή μας
σε κίνημα ένα χεριού και κορμιού τους.
Και βλέπουν οι έλληνες οι «χορογράφοι»
και λένε: «Αυτό; Να! Κι εγώ θα το κάνω!»
και βρίσκουν ανόητες κάποιες «κυρίες»
και πώς να κλοτσάνε γερά τις μαθαίνουν
και πώς χοντροειδώς να υψώνουν το χέρι
που πάει απ’ το σώμα τους να ξεκολλήσει
και πώς τα παχιά να κινούν κρέατά τους
βαριά σέρνοντάς τα σε θεάτρων το πάλκο.

Μιλούν στο λαό τους οι ηγέτες οι ξένοι
με γλώσσα που όλοι στη χώρα εννοούνε
και με πειστικό, σοβαρό έναν τρόπο-
μιλούνε σταράτα, στριγκλίσματα δίχως.
Κι εκεί οι δικοί σας «ηγέτες» οι φαύλοι
μια γλώσσα μιλάνε που αυτοί μόνο ξέρουν
και κείνοι μονάχα μπορούν να εννοήσουν.

Λένε οι απ’ αυτό έχοντες συμφέρον:
«Είμαστε απόγονοι αυτών που ζούσαν
στον τόπο αυτό προτού χιλιάδες χρόνια.
Κι είν’ ένδοξο και το δικό μας κράτος
όπως το κράτος ένδοξο ήταν κείνο.»
Ιδέτε κράτη όπως η Ινδία,
το Ισραήλ, το Ιράκ, το Ιράν, η Κίνα,
η Ιταλία,η Αίγυπτο, η Ρωσία…
που τότε ήταν ισχυρά αλήθεια,
μα που και σήμερα δύναμη έχουν
ίδια ή πιότερη απ’ την πρωτινή τους-
που είναι λαοί με κότσια-που κρατάνε
την ίδια δόξα σήμερα όπως τότε
και που ρυθμίζουν τις δικές τους τύχες
αλλά και που του κόσμου επηρεάζουν,
κι όχι που μυξοκλαίνε για βοήθεια.
Ξύπνα λαέ αν θέλεις να επιζήσεις-
ανύπαρκτους κι αστείους ξέχνα προγόνους
και μες στα χέρια σου πάρ’ τη ζωή σου…

Ποιο άλλο κράτος έχει έναν γελοίο-
έναν ηλίθιο τύπο που ντυμένον
με τα εθνικό του έλληνα τα ρούχα
του ίδιου του λαού σας σατιρίζει
την τέλεια υποταγή στους άθλιους κλέφτες
απ’ της τιβί σας το γυαλί το κοίλο;
Και δεν το κάνει για να σας ξυπνήσει
και να ξεσηκωθείτε και στους δρόμους
να βγείτε όπλα φονικά κρατώντας,
μα-με τον τρόπο του-για να χωνέψτε
ότι αυτή σας ήτανε η μοίρα
κι αδιαμαρτύρητα να τη δεχτείτε…

Πάτε σ’ αγώνες με την Εθνική σας
κι ενώ είναι η χειρότερη απ’ όλες
ύμνους εσείς υψώνετε για κείνη
και όταν χάσει-που όλο είναι χαμένη-
εσείς τα βάζετε ή με την τύχη,
ή με τον διαιτητή που άδικος είναι,
αντίς να πείτε «ναι! είμαστε χάλια!»
και όλο νεύρο ν’ ανασκουμπωθείτε
και άξια μια Εθνική να φτιάξτε άλλη.
Είστε λαός εσείς για ν’  απαιτείτε
ίσος με άλλους λαούς να θεωρείστε
που ξέρουν το σκοινί τους ως πού φτάνει
και όλο πιο πολύ και το μακραίνουν;

Οι άλλοι λαοί το λόγο τους σα δίνουν
θα τον κρατήσουν πλην αν θα πεθάνουν.
Εσείς μ’ ένα σκοπό δίνετε λόγο:
για να μπορείτε να τόνε πατάτε.
Είστε λαός εσείς για ν’  απαιτείτε
ίσος με άλλους λαούς να θεωρείστε
που έχουν «ναι» το «ναι» και «όχι» τ’ «όχι»;..
Χλεύη και όνειδος μονάχα υπάρχει
για σας στων άλλων λαών μέσα τη σκέψη.
Κι ως να ξυπνήστε και να μη σας βλέπουν
να ζητιανεύετε ελευθερία,
να κυβερνιέστε από παλιανθρώπους,
και σε ζυγό δικτατορίας να ζείτε
που την νομίζετε Δημοκρατία,
τόσο περσότερο θα σας οικτίρουν
και θα σας έχουνε κι αυτοί για δούλους.

Εμπρός! Ανοίξτε το ραδιόφωνό σας!
Τι ακούτε; Θα σας πω εγώ τι ακούτε:
Μονάχα δυο σταθμούς: της Εκκλησίας
έναν, και του ποδόσφαιρου τον άλλον.
Μ’ αυτούς  τους δυο σταθμούς σας νανουρίζουν
μ’ αυτούς τους δύο σας αποβλακώνουν
μ’ αυτούς τους δυο σταθμούς σας μαστουρώνουν,
και ύστερα σας κλέβουν… σας  σκοτώνουν…

Οι ξένοι βλέπουνε τις απεργίες,
βλέπουνε τα κλεισίματα των δρόμων,
βλέπουνε των σχολών τις καταλήψεις
κι αναρωτιούνται πώς-γιατί όλα τούτα,
ενώ στις χώρες τους αυτά γινόνται  
χωρίς να κακοπάθουν οι πολίτες,
χωρίς συγκοινωνιών παρακωλήσεις
ή κλείσιμο σχολείων και τα τέτοια.
Δεν ξέρουν οι καημένοι οτ’ η Ελλάδα
από ληστές και κλέφτες «κυβερνιέται»
κι ότι σ’ αντάλλαγμα για τις κλεψιές τους
αφήνουν οι πολιτικοί τον κόσμο
(λαό πια έχουν πάψει να τον λένε)
να κάνει ό,τι θέλει ένας στον άλλο,
αρκεί σ’ εκείνους να μη χέρι βάλει
και τα κλεμμένα πίσω τους ζητήσει.
Έτσι κι εκείνοι κάνουν ό,τι θέλουν-
θα πει τρωγόνται αναμεταξύ τους.
Κι έτσι ενεργώντας την εντύπωση έχουν
πως ειν’ ελεύθεροι, γιατί αυτό δείχνει
που ό,τι θέλουν –οι αστείοι- κάνουν.
Και δεν γνωρίζουν πως η ελευθερία
ποτέ στους πεινασμένους δεν πηγαίνει,
καθώς δεν αγαπά η δημοκρατία
και τη σκλαβιά ποτέ δεν συντροφεύει.

Και ο πρωθυπουργός της δυστυχίας
των άμυαλων και άσωτων ελλήνων
δόστου με το τσουβάλι λόγους βγάζει
για τις θυσίες μιλώντας των ελλήνων
(καλά που δεν τις λέει κι αυτοθυσίες…)
και πως η χώρα πια το δρόμο βρήκε
στην ευτυχία που τήνε πηγαίνει,
ενώ η δυστυχία πιο κει γελάει
και μ’ ανοιχτή αγκαλιά σας καρτεράει.

Ψάχνουν οι υπουργοί να βρουν ποιοι είναι
όσοι κρυβόνται πίσω απ’ τις κουκούλες  
και σπάζουνε και καίνε και ρημάζουν.
Και δεν μπορούνε. Αλλ’ από την άλλη
και ο λαός ψάχνει να βρει ποιοι είναι
αυτοί που αίμα κι ίδρωτα του πίνουν
και πίσω κρύβονται από την κουκούλα
του υπουργού, του βουλευτή κι ακόμα
των μπράβων τους και των παλληκαριών τους
(βιομήχανων και δημοσιογράφων
και λυμεώνων καρεκλοκενταύρων
και συγγενών και φίλων και κουμπάρων)
και ούτε αυτοί μπορούνε-οι καημένοι!
Κι ας έχει ο λαός δύναμη τόση
που όλους μεμιάς μπορεί να εξοντώσει΄
μα δεν το κάνει: μεγαλύτερη είναι,
από τη δύναμη, η βλακεία που ’χει.

Όσοι κατηγορούνται ότι κλέψαν
ξέρουν πολλά για τους κατήγορούς τους
κι απ’ όπου να σκεφτείτε «τους κρατάνε»,
γι αυτό κι εκείνοι δε θα τους «καρφώσουν»
κι όλοι τους τελικά θα βγούνε λάδι.
Γι αυτό και έλληνα, κουτέ λαέ μου,
μην περιμένεις κάτι να προκύψει
για να πληρώσουν οι εγκληματίες.
Αλλά τι κάνω και σε συμβουλεύω,
μιας και καλά κι εγώ και όλοι ξέρουν
πως απ’ τα πριν συ έχεις συχωρέσει
όλους τους κλέφτες τους πολιτικούς σου.
Τι λέω τώρα «έχεις συχωρέσει»…
απλά, εσύ ούτε χαμπάρι πήρες
πως σ’ έκλεψαν και το αίμα σου σού ήπιαν-
τόσο καλός σαν, λες, να μην υπάρχεις…

Ωραία: Να σε κλέβουν όλοι οι άλλοι.
Μα να σε κλέβει και ο κουτο-Άκης
ένας λιμοκοντόρος της δεκάρας;
Ο Άκης ο «ωραίος», της Αμύνης
ο υπουργός που αν άκουγε για τούρκο
επάνω του -ο ψόφιος- εχεζόνταν;
Ο Μουσολίνι των σοσιαλιστάδων;
Ο σοβαροφανής, που ο Αντρέας
τον πήρε κι υπουργό τον είχε κάνει
για να ’χει και η Βόρεια η Ελλάδα
κάποιον εκπρόσωπο στο φαγοπότι;
Μα να σε κοροϊδεύει και ο Άκης;…
Και τόσα χρόνια οι σοσιαλιστές σας
που ο κλέφτης τους επάσαρε το «έσχες»
δεν είχαν δει πως γδέρνει το Δημόσιο;
Έπρεπε να ’βγει κάποια εφημερίδα
(άλλοι αισχροί και κείνοι παλιοκλέφτες)
να πει αυτά που ολ’ η Ελλάδα ξέρει
και τότε να «σκεφτούνε» οι πασόκοι
να ερευνήσουνε του Δον Ζουάν τους
τα βρώμια και τα μαύρα και τα ξέφτια;

Αυτοί ’ναι των κομμάτων σας οι πρώτοι!
Αυτά τα βρώμια είναι κόμματά σας!
Αυτοί ’ναι οι αισχροί οι βολευτές σας!
Να τους χαιρόσαστε γιατί σας πρέπουν.
Γιατί αν δεν σου πρέπαν θα τους είχες
στείλει απ’ όπου ήρθανε αμέσως
στην πρώτη που εκάμαν κουτσικέλα.
Μυαλό αλήθεια δε θα πρέπει να ’χεις
Λαέ, κι αξιοπρέπεια, αισθήματα ούτε.
Ένα ον άβουλο κι υποταγμένο
όλη σου είναι η αξία που ’χεις.
Γιατί αυτιά και μάτια έχεις. Κι ούτε
τα χέρια σου πιασμένα δε σου είναι.
Και ούτε όπλα φονικά σου λείπουν.
Μυαλό λοιπόν! Μυαλό λαέ σου λείπει.
Ένα ρομπότ που προγραμματισμένο
στην υπακοή και στη δουλεία είσαι,
ένας λαός ντροπή της γης, που ως στρέφει
ανάμεσα στ’ αδέρφια της τ’ αστέρια,
εκείνα ειρωνικά τήνε κοιτάζουν
για το κατάντημα ενός παιδιού της,
που ως τ’ άλλα, σαν ζωή να ’χουν, δε ζούνε,
παρά κι αθάνατα είναι πεθαμένα.
Απόφαση ας το πάρουνε πια όλοι-
και πιο εγώ που κι άλλα έχω γνωρίσει
έθνη, λαούς, κράτη στη γη επάνω
και μου ’δωσε η φύση την κατάρα
μυαλό να έχω και σωστά να κρίνω-
πως οι έλληνες ποτέ δε θα εκδικήσουν
το αίμα που τους έχουνε πιωμένα.
Ότι ποτέ τους δε θα κινηθούνε
σε κείνους που τους έχουν κάναει σκλάβους.
Ελλάδα στη γη πάνω αλήθεια είσαι
η πρώτη στην ανείπωτη βλακεία.

Κάνει ο Παπαντρέου-και μαζί του
όλη η κλίκα που σε «κυβερνούσε»-
μάτσο τις διαπιστώσεις κάθε μέρα
κι ορμητικά επάνω σου τις ρίχνει
λες και τον έβαλες εκεί για να ’βρει
για τη φριχτή κατάντια σου ποιος φταίει
κι όχι για να σε βγάλει απ’ αυτήνε.
Και σου κατηγορεί τους κερδοσκόπους
και μύδρους προς Βρυξέλλες εκτοξεύει,
τη Νέα Δημοκρατία καταγγέλλει,
επίορκους και φαύλους εντοπίζει,
κι εν τέλει με τον άδικο τα βάζει
τον κόσμο έτσι που φτιαγμένος είναι.
Κι αυτός μετά ’π’ αυτά τι κάνει όλα;
Διορθώνει τίποτα; Όχι βεβαίως:
πώς με τον εαυτό του να τα βάλει
αφού όπου κι αν χτυπήσει για να σπάσει
το σάπιο και το βρώμιο και το άθλιο,
τον εαυτό του θα ’βρισκε αποκάτου
είτε σαν υπουργό, είτε σαν μέλος
και του ΠΑΣΟΚ, μα και του άθλιου όλου
του οικοδομήματος, που οι λεφτάδες
έχουνε στήσει ώστε να μη κάποιος
την εξουσία τους αμφισβητήσει…
Και πια τι κάνει ο πρωθυπουργός σου;
ΠΡΕΠΟΛΟΓΕΊ! Αυτό και μόνο κάνει.
Μιλάει και στους χρόνους όλους κλίνει
ρήματα ισοδύναμα του ΠΡΈΠΕΙ
μιας και το ίδιο-κρίμα!-αυτό το «ΠΡΕΠΕΙ»
δεν κλίνεται και πουθενά δε βγάζει
έξω απ’ τη φρούδα επανάληψή του.
Κι ας κρύβει μέσα του τόσες ελπίδες
αλλ’ ανεκπλήρωτες κι αυτές σαν το ίδιο,
που πουθενά ποτέ δε «μεταβαίνει».
Και όχι μόνον ο πρωθυπουργός σου
αλλά και όλοι οι πολιτικοί σου
«ΠΡΕΠΕΙ» φωνάζουν απ’ τα παραθύρια
που η τιβί προθύμως τους ανοίγει,
«ΠΡΕΠΕΙ» φωνάζει κάθε σαλτιμπάγκος
σαν τον ζορίσουνε ν’ αρθρώσει κάτι.

Ονόματα μπροστά σου παρελαύνουν
κρατώντας διαφθοράς μαύρες σημαίες
και συ χειροκροτείς βλέποντας μόνο
τα καλογυαλισμένα τους παπούτσια
κι ακούγοντας τις μπάντες που παιανίζουν
κι όχι τους στεναγμούς της δυστυχίας
που το λαό στα δίχτυα της τυλίγει.
Τι μεγαλοψυχία έλληνά μου!

Οι επιτροπές για διαφθορά πληθαίνουν
μ’ αποτελέσματα διόλου δε φέρνουν
και συ: «τιτάνιο αλήθεια έχουν έργο»,
λες, «ο θεός δύναμη ας τους δίνει».

Οι δημοσιογράφοι σου αραδιάζουν
ό,τι τους έχουνε διατάξει εκείνοι
την προδοσιά τους που χρυσοπληρώνουν:
κουτσομπολιά, ληστείες, μοντελάκια,
κι αφήνουν έξω αυτό που είναι ταγμένοι
να ανακαλύπτουνε και να προβάλουν.
Και συ τα φώτα της οθόνης βλέπεις
κι αρχίζεις ατελείωτους καυγάδες
για το αν έρωτα έκανε η τάδε
ή αν απλά έξω βγαίνει με τον δείνα
κι αν τα ελληνικά του Παπαντρέου
καλυτερεύουνε μέρα τη μέρα.
Χαζέ, μικρονοϊκέ, βλάκα λαέ μου
άθυρμα υπουργών και βουλευτών σου!

Κι ακούς να λέγονται λέξεις και φράσεις
που, αμόρφωτος, δεν τις καταλαβαίνεις,
μα που κουνάς το άδειο σου κεφάλι
σαν τάχα να ’χεις πλήρως εννοήσει.
Και είναι ν’ απορεί κανείς, τι χώρα
είναι αυτή όπου οι «κυβερνήτες»
άλλη μιλάνε γλώσσα απ’ το λαό της΄
αλλά είναι κι αυτό μια ιδιομορφία
του ευφυούς λαού αυτής της χώρας
κι είναι μια διαφορά του από τις τόσες
που έχει αυτός απ’ τους λαούς που λέει
«κουτόφραγκους» και «αμερικανάκια».
Και είναι φυσικά ολ’ η εξυπνάδα
στου έλληνα το τσερβέλο μαζεμένη
που πλέον χώρος δεν υπάρχει άλλος
να μπουν εκεί η τάξη, η νομιμότη,
η ανιδιοτέλεια, ο σεβασμός του άλλου,
κι η εργατικότητα κι η σωφροσύνη.
Ω! Εξυπνάδα! Ελλήνων μόνον ταίρι!
Δώρο της Φύσης που στα μάτια λάμπεις
μόνο των τετραπέρατων ελλήνων
που όλοι έξυπνοι είναι με πατέντα!
Δώσε και μένα τέτοια μια εξυπνάδα
όλα καθώς εκείνοι να τα βλέπω
ρολόϊ να βλέπω να δουλεύουν όλα
μες στην που πλέει στη χαρά πατρίδα
και που πλαντάζει από ευτυχία!
Για να ’μαι πια κι εγώ καθώς εκείνοι
έξυπνος και να μη-ο κουτός-νομίζω
πως όλα είναι στραβά σ’ αυτό τον τόπο!

Τα λεφτά τον κόσμο πλέον κυβερνάνε
κι όπου θέλουνε αυτά τον οδηγάνε.
Με αυτά ή ένας λαός μεγαλουργεί
ή να ζει να συνεχίσει δεν μπορεί.
Κι όλοι οι άνθρωποι μιας χώρας προσπαθούνε
λίγο χρήμα να μπορέσουνε να βρούνε
και μ’ αυτό είτε φτωχά είτε πιο φτωχά
να επιζούν μέσα στον άχαρο ντουνιά.
Και, λαέ ελληνικέ και συ το ίδιο.
Λίγα χρήματα πασκίζεις ν’ αποκτήσεις
ώστε ανθρώπινα στη γη πάνω να ζήσεις.
Αλλά γνώμη έχουν άλλη εκείνοι όπου
λυμεώνες και ολετήρες ειν’ του τόπου.

Ο Πρώτος σου απ’ όλους τους πολίτες
βγαίνει και τι να γίνει «ΠΡΕΠΕΙ» λέει-
κάτι που και οι κότες σου το ξέρουν
και δεν το λεν γιατί έχουν λίγη τσίπα
και δεν τη στέργουνε την κοροϊδία.
Και τον ακούς εσύ και τον θαυμάζεις.
«Μπράβο του ο τίμιος ο Πρόεδρός μας!
Ακόμα μια πενταετία να μείνει!»
Και μέσα του αυτός στα γέλια σκάει
με την ανοησία που σε δέρνει-
που αγράμματον εσένανε κρατάει
ενώ αυτός τις κόρες του σπουδάζει
στα ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια.

Κι όλο «ΠΡΕΠΕΙ» τσαμπουνάει ο Παπανδρέου
κι όλο «ΠΡΕΠΕΙ» ο Κωστάκης μπεμπεκίζει
κι οι υπουργοί κι οι βουλευτές που ’χεις ψηφίσει
μόνο «ΠΡΕΠΕΙ» λέει καθείς όπου καθίσει.
Και του «θα» στα ουράνια χαίρεται η ψυχή του
που παιδί ένα έχει βγάλει αντάξιό του
και την ίδια τη δουλειά με κείνο κάνει.
Και γελάς εσύ με μπρίο και καμάρι
που το «θα» δε λένε πια οι πολιτικοί σου
και γελάς όπως ο βλάξ ο Μανωλιός
που τα ρούχα του τα έβαλε αλλιώς.

Τα λεφτά στη Σοφοκλέους σου επήραν
αλλά συ δεν τους εθύμωσες καθόλου
μόνο έσκυβες τα κέρματα να πάρεις
που απ’ τις χάσκουσες τις τσέπες τους επέφταν.

Κι η δουλειά σα να ’ναι όλων τους να λένε
όπου παν κι όπου σταθούνε μόνο «ΠΡΕΠΕΙ»,
τους ακούς με σοβαρότητα και δέος.
Κι ενώ «ΠΡΕΠΕΙ» από το στόμα όλο βγάζουν
μα το χέρι τους στην τσέπη σου το βάζουν
και σου παίρνουν ό,τι χρήματα σου μένουν.

Κι η βροχή σε πλημμυράει των τόσων «ΠΡΕΠΕΙ»
και σα να ’σουν μηχανή λαμαρινένια
μπαίνει μες στις πιο μικρές σου χαραμάδες,
κάθε κύκλο και γωνίτσα σου λαδώνει
και να! πάλι κελαδείς ευτυχισμένα
τόσα «ΠΡΕΠΕΙ» αφού σου ’χουν χαρισμένα.
Η ευκτική για σένα όλη ειν’ η ζωή σου
κι ειν’ ο παρατατικός ο θάνατός σου.

Μές σε σκάνδαλων το βάλτο σ’ έχουν ρίξει
και συ ένα καλαμάκι πήγες κι ήβρες
και μ’ αυτό αέρα λίγον ανασαίνεις
για να μη απ’ ασφυξία πας και πεθάνεις
και αυτοί ποιον πάλι θα ’χουνε να κλέψουν;

Σου λένε πως εισ’ έλληνας. Το χάφτεις
και πας στις εκκλησιές κεριά κι ανάφτεις
που ένδοξους προγόνους τόσους έχεις.
Κι οι Σλάβοι μέσα σου χορό έχουν στήσει
κι οι τούρκοι το μυαλό σου κυβερνάνε
κι οι βούλγαροι κι οι ενετοί κι οι άλλοι-
όσων σπορά μπασταρδεμένη υπάρχεις-
δεν ξέρουνε, για κλάμα ή για γέλιο
είναι το που εφτιάξανε χαρμάνι!

Κι όπως τραβάς στα μιαρά των υπουργών γραφεία
για μια θεσούλα κλαίγοντας του γιου σου ή της κόρης
έτσι και στα κανάλια τους τα βρωμερά πηγαίνεις
δίκιο εκεί μέσα για να βρεις σα δικαστήρια να ’ναι.
Και οι παλιάνθρωποι αυτοί, οι δημοσιογράφοι
μια δεύτερη κυβέρνηση έχουνε πλέον γίνει
ίδια με κείνην σε βρωμιές, σε διαφθορά και απάτες.
Κι η μια την άλληνε βοηθά για να σε  κατακλέψουν
και ατιμώρητοι μετά να μείνουνε δια βίου
γιατί ο πολύς πρωθυπουργός, όποιος αυτός κι αν είναι,
«τους έστειλε στο σπίτι τους» ήσυχα για να φάνε
όσα σεμνά και ταπεινά σου έχουνε σουφρώσει.
Και στο αναγγέλλουν σαν βαριά να είναι τιμωρία
πως όσοι κλέψανε, μαζί θα πάρουν τα κλεμμένα
και με ταξίδια και χαρές και ζώντας μες σε βίλες,
θα τα χαλούν χωρίς ποτέ να δώσουν κάπου λόγο.
Και όπως τ’ οχταπλόκαμο θαλασσινό, αν πεινάει
ένα πλοκάμι του γοργά και λαίμαργα θα φάει,
έτσι και συ ο κουτεντές και ο πολυκλεμμένος
δεν τρως τις σάρκες των κλεφτών μ’ αυτές για να χορτάσεις
μα των παιδιών σου για να μη την ησυχία ταράξεις
των δολοφόνων και κλεφτών που σου ’πιανε το αίμα.

Να ο φασίστας σου ο Χαρδαβέλας
να ο Αυτιάς το τσόκαρο του Άλτερ,
να ο Παπαδάκης σου ο καραγκιόζης,
να ο ινστρούχτορας ο Πρετεντέρης,
να η παγοκολώνα σου η Τρέμη
βασίλισσα σφηκοφωλιάς αντάξια,
να ο σαλιάρης ο Παυλόπουλος σου
που μια βλακεία πετάει κάθε μέρα,
να η μικρόνους Παναγιωταρέα
για γοερά που ειν’ κλάματα δασκάλα,
να κι όσοι εδώ από μένα είναι γραμμένοι
κι όσοι δε γράφτηκαν, γιατί πολλοί ’ναι.
Να οι χρυσοπληρωμένοι σου χαφιέδες
λαέ, που όπως κάθε υπουργός σου
έτσι καθένας απ’ αυτούς σε κλέβει
και καλοζεί απ’ τον δικό σου ιδρώτα.

Χορεύουνε τα σκάνδαλα εναγύρω
κι αντί στο Ζάλογγό τους να τα στείλεις,
χαζά χοροπηδάς και συ μαζί τους.
Και να οι περιουσίες που φτιαχτήκαν
σε βουλευτηλικιού ένα μόνο χρόνο!
Να! οι αγορές σπιτιών με το τσουβάλι
να! στρέμματα χρυσά φτηνοπαρμένα
να! οι βίλες οι πανάκριβες που βγαίνουν
όπως μετά βροχή τα μανιτάρια
να! νυφικά εκατό χιλιάδες το ’να
να! οι εξαποδώ οι εταιρίες
να! η χλιδή-να! ο πλούτος ο κλεμμένος.

Και συ τ’ ακούς και όπως τα πουλάκια
πάνω σε ιπποπόταμους καθόντας
σιχαμερά τσιμπολογούν τσιμπούρια,
έτσι κι εσύ πετάς ολόγυρά τους
κι απ’ τις ευθύνες τους τούς καθαρίζεις
και καθαρούς τους αποδίδεις πάλι
στης δυστυχίας σου τον φαύλο κύκλο.

Κι οι υπουργοί όχι μονάχα κλέβουν,
μα και σκοτώνουν-μιας και τα λεφτά σου
πάνε στις τσέπες τους και όχι σ’ έργα,
αντί στους τόπους της δουλειάς ασφάλεια,
αντί των πλοίων και σιδηροδρόμων
τ’ αναίμακτα να χτίζουν δρομολόγια.
Και συ; Εσύ τους βλέπεις μετά κάθε
που εκείνοι έκαναν δολοφονία
να βγαίνουν και ανενδοίαστα να λένε
ότι «ΕΔΕ διετάχθη παραχρήμα»
και ότι «μέτρα θα ληφθούν έτσι ώστε
ποτέ να μη ξανασυμβούν παρόμοια».
Κι αν και αυτά στα έχουν ειπωμένα
χίλιες φορές, μα συ με χαίνον στόμα
τους βλέπεις και πιστεύεις ό,τι λένε
και ήσυχος πηγαίνεις στη δουλειά σου
μετά ’πο την κηδεία των δικών σου
που μες σε δρόμους και μες σ’ εργοστάσια
την τελευταία αφήσανε πνοή τους
που δροσερό αγεράκι είναι για κείνους
που με τον πλούτο για όπλο τους σκοτώσαν.

Δε βασανίζουν τώρα το κορμί σου
με κνούτα, με τροχούς και με τανάλιες
αλλά στοχεύουνε μες στο μυαλό σου
με διαφημίσεις και γελοία «σόου».
Οι δημοσιογράφοι σου μπορούνε
να πουν ό,τι θελήσουν, αρκεί μόνο
ενάντια στις κλεψιές να μη μιλήσουν.
Και συ ακόμα, το δικαίωμα έχεις
να πεις όποιαν ιδέα σου κατέβει
έξω από κείνες που ενάντιά τους στρέφουν
αυτούς που την κλεψιά δεν την αντέχουν.
Και σ΄ έχουν μάθει να πιστεύεις ότι
το κράτος δεν δικιώνεται να κλέβει
 (κι ας  κλέβει, κι ας ληστεύει κι ας ρημάζει),
μα το δικαίωμα να κλέβουν το ’χουν
οι ιδιωτικές μεγαλοεπιχειρήσεις,
λες και αυτές το χρήμα δεν το κλέβουν
απ’ το λαό σαν που το κράτος κάνει.
Κι έτσι αν κάποτε έφτιαχνες το κράτος
και κείνο έπαυε τελείως να κλέβει,
όλα σου τα κλεμμένα τότε θα ’ταν
στων επιχειρηματιών τις τσέπες-
θα πει όχι και πάλι στις δικές σου.

Και τώρα που για πτώχευση πηγαίνεις
κι ούτε να φας δεν έχεις κακομοίρη
αυτοί επιτροπές σκαρώνουν τάχα
για ομόλογα, για ζήμενς, βατοπέδι,
και κάνουν πάλι τα ίδια και τα ίδια:
Κωλυσιεργούν, τσακώνονται από πάνω
από το πεινασμένο το κορμί σου,
συμψηφισμούς ακόμα τώρα κάνουν,
και αναλώνονται σε κείνα μόνο
που θα τροφοδοτήσουν τα κανάλια.
Και πάλι κάποιο πόρισμα θα βγάλουν
«ήξεις αφίξεις, τρία και δύο πέντε,
μου δίνεις και σου δίνω» και τα τέτοια,
και να! κανείς τιμωρημένος πάλι,
να! τα λεφτά μες στων κλεφτών τις τσέπες!
Και όλοι ενώ γνωρίζουν στην Ελλάδα
ποιοι είναι οι κλέφτες κι ο καθένας πόσα
έχει απ’ του κράτους τα λεφτά κλεμμένα,
κανένας δεν κινείται να τους πιάσει
και μες στη φυλακή να τους σταυλίσει
και να τους πάρει τα κλεμμένα πίσω.

Και νοιώθεις να ’σαι τρισευτυχισμένος
ν’ ακούς να λέει ο πρωθυπουργός σου
ότι μαζί στο δρόμο προχωράτε
κάνοντας και οι δυο βαριές θυσίες
για της πατρίδας σας τη σωτηρία.
Αλλά τι λέω-αυτό καλά το ξέρεις
εσύ, που συναντώντας μες στο δρόμο
τον πρόεδρο της κυβερνήσεώς σου
τον σταματάς με δάκρυα στα μάτια
και τον παρακαλείς: «Ω! Μη διστάζεις!
Να! Κόψε τους μισθούς μου! Η Ελλάδα!
Η Ελλάδα να σωθεί κι εγώ ας πάω!..»
«Φιλοπατρία» που σε δέρνει αλήθεια…

Βεβαίως. Αφού σ’ έχουν συνηθίσει
με Βουγιουκλάκες για ηθοποιούς σου
με Καστρινό-Φλερύ για χορογράφους,
με άθλιο σινεμά και θέατρο νούλα,
με «δρώμενα» που αν τα στύψεις όλα
ούτε σταγόνα Τέχνη δε θα βγάλεις,
με τηλεόρασης καρικατούρα,
πια έμαθες στ’ ανύπαρκτα ή στα μέτρια
και που δεν έχεις δε σε νοιάζει Υγεία,
κι ουτ’ η Παιδεία διόλου δε σου λείπει.

Και, καραγκιόζης συ, στέκεις αντίκρυ
από λαούς γεμάτους με ζωντάνια,
λαούς με εργατικότητα, συνέπεια,
λαούς που ξέρουν από πού κρατιόνται,
που έχουν εργοστάσια και αγρότες
κι όχι τεμπέληδες και συντεχνίες,
λαούς μπροστά γερά που περπατάνε
στις ίδιες τους δυνάμεις στηριγμένοι
κι όχι μ’ ΕΟΚ και ΝΑΤΟ δεκανίκια,
λαούς που τους αντρώνει η περηφάνεια
κι όχι το ψευτοπαίνεμα με λόγια,
λαούς που έχουν σύνορα και φράχτες
που μέσα τους κανείς δεν μπαίνει ξένος
κι όχι Αιγαία που έχουν και που εντός τους
οι γείτονες χορό έχουνε στήσει,
λαούς που οι ξένοι τους υπολογίζουν
και δεν τους έχουνε για να γελάνε,
λαούς ισάξιους με κεινούς σε κότσια
που δόξα δεν μετράνε αυτήν που όλοι
κερδίζουν στους αντρόφονους πολέμους,
μα κείνη που κερδίζουν στην ειρήνη
με εργατικότητα, μ’ ιδρώτα κι αίμα.
Λαούς, πολιτικούς κι ηγέτες που έχουν
κι όχι αντρείκελα των ευρωπαίων-
γάλλων και γερμανών ή όποιων άλλων-,
ηγέτες που μιλάνε όπως ίσοι
με όποιους μεγάλους άλλους κι αν βρεθούνε.
Ηγέτες που όταν τους χτυπά στην πλάτη
κάποιος Ζισκάρ ή Σαρκοζί κανένας
δεν χαίρονται βραβείο σαν να πήραν
ούτε χεσμένοι εδώ μας ξαναρχόνται,
τρανοί κι αυτοί θαρρώντας πως εγίναν.
Ηγέτες όπου δεν εκλιπαρούνε
και δεν ακκίζονται πόρνες σαν να ’ναι
ούτε σαν κίναιδοι-που είναι-κουνιόνται
και ως τ’ αυτιά τους δεν ανοιούν το στόμα
σε κάποιο αστείο που ο Μεγάλος είπε
σαν από κάτω του να είναι κιόλας
και κατακόκκινοι να ευχαριστιόνται
ζητώντας ένα βλέμμα να τους ρίξει
ο αμερικάνος πρόεδρος, να το ’χουν
να λένε και για να το δείχνουν και-οι γελοίοι-
να το εξαργυρώνουνε  με ψήφους…

Σε πείραξε το πάρτυ στον «Αβέρωφ»
Ολόκληρες γκαμήλες καταπίνεις
Και πνίγεσαι από ένα κουνουπάκι…

……………………………………..
Λος Άντζελες
 



ΟΜΙΛΙΕΣ

Κάθε λαός στον κόσμο, μικρός είτε μεγάλος
κι από  ’να κάτι έχει που δεν το έχει άλλος.
Οι γερμανοί ναζίζουν
οι άγγλοι αποφασίζουν
οι γάλλοι ξεφαντώνουν
οι ισπανοί ματώνουν
οι ιταλοί αγαπάνε
κι οι έλληνες… μιλάνε!
Από γεννησιμιού του καθ’ έλλην κουβαλάει
το αναφαίρετό του δικαίωμα-να μιλάει.

Συζητούν κυρίες κουτσομπόλες στα παράθυρα,
βουλευτές απ’ της τιβί μιλούνε τα «παράθυρα»
απ’ το ραδιόφωνο άλλοι, άλλοι απ’ τα γραφεία
στους δρόμους, στα φαγάδικα, στις πλαζ, στα καφενεία.
Και γενικώς ο έλλην τη ράτσα του σεβόμενος
μιλάει είτε τον ακούν, είτε και μη ακουόμενος.

Οι καταστηματάρχες μιλούν με τους πελάτες
με αυτοσχέδιες κάποιες που φτιάχνουνε παρλάτες
με το σκοπό τους δόλιους πελάτες να ζαλίσουν
κι εκείνοι, ζαλισμένοι, στο τέλος να ψωνίσουν.
Στα εγγόνια ο παππούς τους λέει όλο παραμύθια
όχι για τα εγγόνια, μα έτσι, από συνήθεια.
Και στο ύστατο λεφτό του, στον Άδη πριν να πάει
την τελευταία πνοή του βγάζοντας, θα μιλάει.
Οι υπάλληλοι οι δημόσιοι άνετα καθισμένοι
με τους πολίτες όλοι τα βάζουν φουρκισμένοι-
πολίτες που και κείνοι, μη κλείνοντας το στόμα
τους υπαλλήλους βρίζουν και φεύγοντας ακόμα.
Κι αν πεις για τις γυναίκες σταματημό δεν έχουν
και τόσο να σωπαίνουν στιγμή δεν το αντέχουν,
που είτε απ’ τα παράθυρα είτε τους δρόμους παίρνοντας
κουτσομπολεύουν λέγοντας και λεν κουτσομπολεύοντας.
Και ούτε μία απ’ αυτές ποτέ της δεν ακούει,
μόνο μιλάει, στης φυλής υπείκοντας το χούι.

Μιλούν σοφοί και σώφρονες, μιλούν κι αεριτζήδες
μιλούνε κι όσοι έχουνε στριμμένες κάποιες βίδες.
Μιλούν ο μεν, αντιμιλούν οι άλλοι απέναντί τους
λέγοντας άλλοι το κοντό και άλλοι το μακρύ τους.
Μιλούνε οι αμόρφωτοι, μιλούν οι σπουδαγμένοι,
μιλούν οι φίλοι και μιλούν οι μεταξύ τους ξένοι.
Μιλούνε οι αμέθυστοι, μιλούν οι μεθυσμένοι,
μιλούνε πόρνες διάτρητες μιλούν σεμνές παρθένοι,
μιλούνε βλάκες και μωροί, μιλούνε κι ευφυείς,
νέοι μιλούνε και γεροί, μιλούν ημιθανείς,
μιλούν μεγάλοι και μικροί, γέροι και μαθουσάλες,
κι αν πεις για τους πολιτικούς, μιλούνε ούμπερ άλες.
Άλλοι χωρίς μικρόφωνο και άλλοι με ντουντούκες,
μιλούν πληβείοι και λαϊκοί, μαρκήσιοι και δούκες.
Όλοι στη χώρα μας μιλούν κι αυτό δε θα ’ταν άσχημο,
η γλώσσα αν δεν έπαιρνε μόνον αυτή παράσημο
κι αν άλλα μέρη του κορμιού δεν παίρνουνε βραβείο
παρά ασθενή και άσημα διανύουν ένα βίο.
Μα τίποτε δε γίνεται στην έρμη αυτή τη χώρα
κι ας βγάζει η γλώσσα τα στραβά και τ’ άπλυτα στη φόρα,
γιατί από τις χώρες η Ελλάς σ’ όλη την οικουμένη,
όλο ομιλεί, μα μοναχά στην ομιλία μένει.

Μιλεί μιλάει και μιλά ο κύριος Βενιζέλος
και πλημμυρίζει ο λόγος του της απληστίας το έλος.
Κι ενώ σαν άτακτο παιδί μπροστά στη Μέρκελ στέκει
ο λόγος του στους έλληνες σωστό αστροπελέκι.
Καθηγητής πληθωρικός, χοντρός και λιπαρός,
αντί να βγει απ’ το στόμα του ο λόγος καθαρός
αλτρουισμό διδάσκοντας κι «εμείς» κι ανιδιοτέλεια,
όμως βρωμάει έπαρση κι «εγώ» και φιλοκέρδεια.
Πήρε ένα κόμμα είκοσι και το ’κανε οχτώ
και καμαρώνει και γαυριά κι επαίρεται γι αυτό…

Μιλάει και ο Σαμαράς σα μάγκας και σα μόρτης
που αντί ευπρεπή πρωθυπουργό θυμίζει μάρκα πρώτης.
Φόρους φορτώνει το λαό, τα σπίτια του τού παίρνει,
συνταξιούχους γέροντες σε διαδηλώσεις δέρνει,
ανθούντα κλείνει μαγαζιά, φτωχεύει επιχειρήσεις,
στερεί χιλιάδες πολιτών της ουτοπίας της ζήσης,
και ό,τι κλέβει απ’ το λαό στα πόδια τ’ αποθέτει
της Μέρκελ, σαν σε αφεντικό δωράκι από επαίτη.
Κι εκλιπαρεί γι ανταλλαγμα και, ο φαύλος, ικετεύει,
της εξουσίας το ersatz καλάμι να ιππεύει-
συνήθειο ανθρώπων που ακλουθούν της ύλης τ’ άθλιο ρέμα,
ενώ τριγύρω τους οργά-πλαντάει τ’ Αέναο Πνέμα.

Μιλούνε κι οι πολιτικοί, υπουργοί και βουλευτάδες
και κάθε είδος του μιαρού δεντρού τους παραφυάδες
όπου κυκλώνουν το λαό, σφιχτά τόνε τυλίγουν
και τα πανούργα αγκάθια τους στο σώμα του του μπήγουν.
Μιλάνε και ωρύονται και κράζουν και στριγγλίζουν
και με τη λογοδιάρροια τους το δόλιο λαό ζαλίζουν
και πια μπαίνουν στο σπίτι του, απ’ όλα τόνε γδύνουν
και ύστερα σαν έλεος, λίγο ψωμί του δίνουν.
Κι αυτό γιατί όχι θέλουνε ο άμοιρος να ζήσει,
μα ζωντανός να κρατηθεί να τους υπηρετήσει.
Όντα τις σάρκες που αγαπούν και το αίμα των ελλήνων
όπως οι γάτες το λευκό ορέγονται των κρίνων.
Μα ενώ αυτές με θάνατο τη σύληση ξοφλάνε
οι έλληνες τους βέβηλους άβλαβους τους κρατάνε.

Μιλά ο ηγέτης της ΔΗΜΑΡ ο σοβαροφανής
που κατω απ’ τα μουστάκια του ειν’ ο γέλως εμφανής
όταν αναλογίζεται πως πρόεδρος θα γίνει
αξίωμα που τα στραβά τα πριν όλα τα σβήνει.
Γιατί ουδείς θα τον ειπεί τότε αποτυχημένο
αφού  τον κάνει ο ρόλος του αυτός πετυχημένο.
Καθήμενος ακίνητος σαν Βούδας στην καρέκλα,
απρόσβλητος από κακά καθώς η αγία Θέκλα,
το χέρι του το δεξιό μονάχα θα κουνάει
όχι να γνέψει, να ντυθεί ή ίσως για να φάει,
μα ως τους αργοναύτες μας έσωσε η Ανάφη
αυτός θα σώζει το λαό με το να υπογράφει.
Και είναι πρώτη και σ’ αυτό η ελληνίδα γη
που όλων δα είναι των καλών στον κόσμο η πηγή:
ο πρώτος ο πολίτης της, χωρίς να το διαβάζει,
σε όποιο βλέπει έγγραφο υπογραφή να βάζει!

Και να! Μιλάει κι ο αρχηγός ο Πάνος ο Καμένος.
Αυτός το λαό δεν έκλεψε με το βουλευτηλίκι,
αλλά πριν γίνει βουλευτής. Ο καπιταλισμός
δε γνοιάζεται το πότε-πώς έγινε ο βιασμός
αλλ’ αν ευχαριστήθηκε τη γνοιάζει ο βιαστής.
Κι αν ναι, τοτε δικαιόπρεπα γίνεται βουλευτής.

Να κι ο Κουίκ μες στους ΑΝΕΛ ο κουμουνιστοφάγος
που τους διαβάλλει πιο πολύ απ’ ό,τι αν ήταν Ιάγος.
Που όντας ο ίδιος κάθαρμα, καθάρματα εβάφτιζε
όποιον ενάντια σε Δεξιά και Φασισμό εβάδιζε.
Κι ο Δημαράς μες στους ΑΝΕΛ, που όλοι τον δουλεύουν
όμως αυτός μικρόνους ων θαρρεί πως τον παινεύουν.
Να ο Χαϊκάλης που η μικρή τον έκανε οθόνη
ίνδαλμα των ανόητων και του Γελοίου πιόνι.
Κι ο Καπερνάρος, δεξιό βαμμένο μανιαούρι
οφίκιο κάποιος του ’ταξε , φεύγει απ’ το αχούρι
και-ζώο με ζώα έμπλεξε τι άλλο μπορεί να κάνει-
τραβάει με τα τέσσερα να μπει σε κάποια στάνη.

Να και ο Σύριζα. Μιλάει κι όμορφα λόγια λέει
που τα σκορπάει σ’ όλη τη γη ο αέρας καθώς πνέει.
Διαμάντι μες στους βουλευτές ο Στάθης Παναγούλης
μακράν των άλλων ρέμπελος όσο η γη της Θούλης.
Η Ρένα Δούρου υβριστική, εριστική και φαύλη.
Ο Σύριζα θα ’χει απ’ αυτήν τη μοίρα του Κανδαύλη.
Ως για τον Πάντζα, κωμικός πέμπτης κατηγορίας
το πρότυπο του Έρασμου στο «Εγκώμιο της Μωρίας».
Ο Βαρεμένος. Τόσο αγνός ως ήλιος ανατέλλων.
Άριστος θα ’ταν βουλευτής σε κόμμα ένα αγγέλων.
Μα δεν υπάρχουν άγγελοι κι αν ναι, μα δε μιλούνε.
Ξέρουν: τα λόγια πάντοτε τα έργα τα πολεμούνε.

Όμως η Νέα πιο πολύ Δημοκρατία μιλάει.
Κόμμα οπισθοδρομικό, κόμμα που κουβαλάει
του έθνους την καταστροφή, του λαού του την κατάρα
κόμμα που κάθε νέου παιδιού έθαψε τη λαχτάρα
κόμμα φωλιά κάθε κακού και κάθε ατιμίας,
κόμμα-χαμού της λευτεριάς και της δημοκρατίας,
κόμμα στους ξένους δουλικό, στους ντόπιους η βουκέντρα
κόμμα που ειν’ η υποταγή η μόνη του αφέντρα.
Κόμμα ταγματασφαλιτών, τραμπούκων και χιτών
και δοσιλόγων έκπαλαι και μαυραγοριτών.
Κόμμα που μ’ άλλα ονόματα χρονιές προτού δεκάδες
βρωμιές εκάναν, ικανές να θάψουν δέκα ελλάδες.
Κόμμα που με τους γερμανούς έκανε συμμαχία
κι όταν αυτοί εφύγανε έφερε την Αγγλία.
Κόμμα που τα δεκεμβριανά είχε αρχινισμένα
τυφλά χτυπώντας στο ψαχνό κορμιά ξεσηκωμένα.
Κόμμα μετά που εγέννησε μαύρους ροπαλοφόρους,
κουμουνιστές που χτύπαγαν στις σκοτεινές παρόδους.
Κόμμα που το αντάρτικο πολέμησε με λύσσα
και νίκησε και γύρισε το φως σε σκότος πίσσα.
Κόμμα που με αρχιστράτηγο πρωθυπουργό Παπάγο
όση είχε μείνει λευτεριά την έβαλε στον πάγο
για να προικίσει την ΕΡΕ με μια παγοκολόνα
για οχταετία ολόκληρη που έμοιαζε μ’ αιώνα.
Κόμμα κυνήγι αριστερών, κόμμα υποτελείας
κόμμα αισχρό Μακρόνησος και κόμμα Ακροναυπλίας,
κόμμα οικτρά Ιουλιανά, κόμμα με χουντοβία
κόμμα με μίζες, διαφθορά και πρόοδο καμία.  
Κόμμα που ουδόλως νοιάζεται κάτι καλό να χτίσει
αφού ο λαός έτσι κι αλλιώς πάλι θα το ψηφίσει
στους κράχτες υποκύπτοντας ανόητων ψηφοφόρων
αφού ειν’ οι έλληνες λαός ηλίθιος άνευ όρων.
Κι ακούς μέσα ονόματα στο κόμμα βουλευτών
κληρονομιά που το ’χουνε από πολλών ετών:
από πατέρα ή από θειο, παππού ή πεθερό,
την πόρτα κι ας χτυπήσανε τ’ αη-Πέτρου από καιρό.
Κι έτσι αντίς να έχουμε σε θρόνο βασιλιάδες
δεκάδες έχουμε αντ’ αυτών κηφήνες βουλευτάδες.

Μα μες στο κόμμα υπάρχουνε και πλήθος νέα φυντάνια-
ζιζάνια πάνω στα παλιά που φύτρωσαν ζιζάνια.
Μιλάει λοιπόν μια Πιπιλή, σκιάχτρο ένα γυναικείο
που αναρωτιέσαι αν βυζιά έχει και αν αιδοίο,
και λέει ακατανόητες αηδίες κάθε τόσο
κάνοντας μάλιστα φορές πολλές και τον καμπόσο.
Και η Σοφία η Βούλτεψη στριγγλίζει και τσιρίζει
για ν’ αποδείξει το στραβό για δίκιο πως αξίζει.
Κι ο Αργυρός Ντινόπουλος, φασίστας ως μεδούλι
μες στα «παράθυρα» στητός φυλάει καραούλι
κι αν κάποιον ’δει να ευλογεί κάτι εκτός Νου Δου
τότε ξελαρυγγίζεται σιτάρ σα να ’ναι ινδού
ξερνώντας φληναφήματα και κρώζοντας σα γύπας
χωρίς του μέτρου αντίληψη κι αίσθηση δίχως τσίπας.
Ως για τον Γεωργιάδωνι, την άθλια ρίχνει Υγεία
και με τα  μπάζα  υλικά την χτίζει πιο αθλία.
Αλλά και ο Γεράσιμος μιλαει ο Γιακουμάτος,
ο μπαρμπα-Γιώργος της Νου Δυο ο πάντοτε ορεξάτος
επί παντός επιστητού να έχει κάποια γνώμη,
πάντα γινόμενος φαιδρός μα κι έτοιμος ακόμη
να συμφωνήσει μ’ όποιονε κατόπι του μιλήσει
αρκεί αυτός να ’ναι ισχυρός κι ας μη τον έχει πείσει.
Μες στους φασίστες τους πολλούς που ’χει η Νου Δου μαζέψει
να κι ο Βορίδης που πολύ τώρα έχει σοβαρέψει
και πια τσεκούρι δεν κρατεί μ’ από άλλο μετερίζι
τώρα όχι δάση και λαιμούς, μα το λαό λιανίζει.
Τριπολιτσώτικος μετά ο Λυκουρέντζος χοίρος
τα χοίρινα καλύπτοντας προσόντα του προχείρως
μέσα στα έλη της Νου Δου πηδώντας πάνου κάτου
ηλίου φαεινότερον βρίσκεται στα νερά του.
Φασιστογέννημα σκληρό κι ο Κώστας ο Γκιουλέκας,
Νου Δου στηρίζει, ως κάποτε σουλτάνο ο Βεληγκέκας.
Για τώρα η φάτσα του η πολλά δεινά υποσχομένη
στη μαύρη φασιστοσειρά στέκει και περιμένει.

Αυτά όλα που γράφονται ποταμηδόν δω πέρα,
και βέβαια incognita διόλου δεν είναι terra,
μιας και σε όλους μας γνωστό τυχαίνει ασφαλώς
πως τα ’χει μες στη φύση του ο καπιταλισμός
που τόνε ζούμε φονικό καθένας στο πετσί του
μ’ όσα στραβά κι ανάποδα σέρνει αυτός μαζί του.
Μ’ ας είναι πάγκοινα γνωστά, λίγ’ απ’ αυτά εδώ λέω
θες λόγω άλλου κίνητρου θες εκλογών ελέω.

Στον κόσμο έχει απλωθεί ο καπιταλισμός
σα σε «παρθένους» ευλογιά και σαν κατακλυσμός.
Κι οι άνθρωποι που απ’ αυτόν πνίγονται ή αρρωστούν
είναι αυτοί την ανθρωπιά στον κόσμο που βαστούν.
Οι άλλοι, τα ζώα, στο μισητό το Σύστημα χωμένοι
απομυζούν της ανθρωπιάς το αίμα μανιασμένοι.
Καθείς στον κόσμο σα θα βγει και φτάσει να ξεκρίνει,
ή προς το μέρος των φτωχών-της ανθρωπιάς- θα κλίνει
ή προς το άλλο, το φριχτό, του ματωμένου πλούτου.
Κι αφού αποφασίσουνε, καθένας, ή του νου του
τις αυλακιές ακολουθεί που ανοίγει αυτός στη γη του,
ή των φτερών το σάλαγο πετώντας η ψυχή του.

Οι πρώτοι ειν’ οι πολιτικοί κι οι δημοσιογράφοι
που κάνουν ότι το μιαρό βιβλίο του πλούτου γράφει.
Και είναι οι βιομήχανοι και οι εφοπλιστάδες
κι οι εκλεκτοί των καναλιών κι οι μεγαλοκυράδες.
Όλοι αυτοί μ’ εγωισμό μιλούν και με αηδία
ζόφο της κάθε μέρας μας κάνοντας την ευδία.
Βροντοφωνάζουν, φωνασκούν, γκαρίζουνε, κραυγάζουν,
μα μ’ ολ’ αυτά λόγο σωστό απ’ το στόμα τους δε βγαζουν.
Μιλούν στα πρωινάδικα οι ατάλαντοι κι οι πόρνες
ρυπαίνοντας το πνεύμα μας τον αέρα όπως οι κόρνες.
Της ενημέρωσης μιλούν οι πρωινοί μονάρχες
ξεδιάντροπα υπακούοντας τους φαύλους καναλάρχες.
Μ’ όλα τους πλέουν τ’ άρμενα οι ειδήσεις των οχτώ
μη αφήνοντας ούτε το φως του ηλίου ανεκτό.
Μιλούν οι αργυρώνητοι δημοσιογραφίσκοι
για να μας πουν πως τέλεια όλα καθείς  τα βρίσκει.
Μιλούν των νύχτιων εκπομπών οι ενοικιαστές οι φαύλοι
που καθαρότεροι απ’ αυτούς οι στάνες και οι στάβλοι.
Και οι φυλλάδες ομιλούν με γράμματα κι εικόνες
κι όσο μιλούν, πιο σφίγγουνε των πολιτών οι ζώνες.

Μιλά ο αφρός απ’ την που λεν γενιά πολυτεχνείου.
Γενιά που τον αγλέουρα έφαε του Δημοσίου
Και γιατί τάχα; Άκουσον: για να εξαργυρώσει
θυσίες που δεν έκανε. Κι έχει ο λαός πληρώσει
το άδειο αυτό πουκάμισο με δάκρυα και μ’ αίμα.
Τι Αλήθειας υψηλή τιμή για τόσο μέγα Ψέμα!
Μιλούν οι δυο αηδιαστικοί πρωινοί του σκάι τύποι
που και οι δυο τους σιχασιάς κι απέχθειας είναι κήποι.
Μιλάει η Τρέμη η άκαμπτη και η αποκοιμίστρα
που όποιον κοιμίσει δεν ξυπνούν χίλια κι αν σειούνται σείστρα.
Μιλάει κι ονειρεύεται πως κέντρο είναι του κόσμου
ενώ είναι μόνο τ’ άρωμα ενός ασβού δυσόσμου.
Ο δανεικά κι αγύριστα μιλάει Οικονομέας
που θα ’πρεπε να λέγεται πράγματι Κονομέας.
Κι ως βέρος χαμαιλέοντας χρώματα όλο αλλάζει
τόσο γοργά που το λευκό αισίως πλησιάζει.
Μιλάει και ο λαλίστατος Γεώργιος Παπαδάκης.
Και τόσο δείχνει φυσικός κι αλτρουιστής, οσάκις
να θάψει ετοιμάζεται κάθε του καλεσμένο,
που θα τον δούμε πάντοτε στ’ άλλο άκρο, γυμνωμένο.
Κι ο κύριος να! Νικόλαος ο Χατζηνικολάου
που τις δουλειές του αθόρυβα κάνει και λάου λάου.
Άραγε πόσο «σοβαρός» πρέπει να είναι κάποιος
που να μη δείχνει, μέσα του το πόσο είναι σάπιος;
Κρίμα που τόσο ο φίλος μας δεν είναι σοβαρός
και σάπιος σ’ όσους ξέρουνε να δούνε στέκει εμπρός…

Τι να πω για τις γυναίκες τηλεπαρουσιάστριες
που θυμίζουνε και Γραίες ου μην αλλά κι Άρπυιες.
Αντρογύναικο η Πάνια
μια αλόγα η Τατιάνα
τσαλαφή η Μενεγάκη
και… μη βιάζεστε λιγάκι…
πώς τη λεν μωρέ εκείνη τη δεινή μοιρολογίστρα
που το πάτωμα του στούντιο απ’ τα δάκρυα κάνει γλίστρα…
μωρέ κείνη που έχει λέει την εκπομπή «Πάμε πακέτο»…
τέλος, όσο και να ψάξω δε θα τήνε βρω για φέτο…

Γενικά όλοι οι πιο πάνω, σερνικά και θηλυκά
καπιταλισμό βρωμάνε από μίλια μακριά,
όπως κι όλοι όσοι έχουν ντι εν έι φασιστικό
κι άραγε στη δυστυχία μέγα του έθνους μερτικό.

Μα πέραν όλων τούτων εις την κλεινήν Ελλάδα
μιλούν οι τηλεοράσεις που στήθηκαν αράδα
για να τις βλέπουν οι έλληνες και να αποβλακώνονται
καθώς μπροστά τους κάθονται και σπάνια σηκώνονται.
Μα τα κουτιά μονάχα τους να ομιλούν δεν δύνανται
(πράγματα τέτοια πουθενά στον κόσμο μας δεν γίνονται)
κι αυτά για να ’χουνε φωνή άνθρωποι ενοικιάζονται
δημοσιογράφοι τ’ όνομα. Αυτοί ξελαρυγγιάζονται
για να μιλούν και να μιλούν, αηδίες να φωνάζουνε
βλακείες να ξερνοβολούν, δηλώσεις να σχολιάζουνε
να μπουρδοαερολογούν, να πολυπραγμονούνε,
να ψεμματίζουν συνεχώς, να κινδυνολογούνε
και ολ’ αυτά όχι αζήμιωτα μα χρυσοπληρωμένα
με χρήματα που απ’ το λαό ειν’ όλα τους κλεμμένα:
«Θέλετε να πλουτίσετε κύριε δημοσιογράφε;»
«Ξέρετε… ποιος δε θα ’θελε…»  «Τότε παιδί μου γράφε
ότι σου πω, κι αυτά ακριβώς θα πεις στα νέα το βράδυ».
«Και… κύριε… του κόπου μου ποιο θα ’ναι το μοιράδι;..»
«Καμία πεντακοσαριά χιλιάρικα το χρόνο».
«Θα λέω ότι θέλετε κι αυτά θα πάρω μόνο;»
«Εκτός αυτών είναι και τα… και κείνα … και τα άλλα…
κι αυτά εκεί… κι αυτά εδώ… ποσά κι αυτά μεγάλα…».

Κι η συμφωνία αφού κλειστεί, αρχίζουν οι ομιλίες
που υπηρετούν των διευθυντών τις βδελυρές φιλίες.
Και δέχεται η φτωχολογιά τα λεκτικά τα βέλη
χωρίς να ξέρουν πως ακούν ό,τι ο πλούτος θέλει.
Και χάριν της προδοτικής δημοσιογραφίας
καλά κρατάει ο χορός της διαπλοκοκρατίας.

Μιλάνε όλοι οι έλληνες μιλάει κι ο Λεβίθης.
Με το ανεμολόγιο του, τάχα σεμνός κι ευήθης
και εμβριθής κι επί παντός επιστητού ειδήμων,
το Θείο Σώμα ως έθαψε ο Ιωσήφ ο ευσχήμων
έτσι κι αυτός κάθε βραδιά του λαού το μίσος  θάβει,
μη ζήσει και στο σύστημα καμία κάνει βλάβη.
Και τύποι χαζοβιόληδες παίρνουν και του μιλάνε
κι ενώ έτσι το κύμα τους στο βράχο πάνω σπάνε
όμως θαρρούνε πως μ’ αυτό, το γκόβερνο θα ρίξουν.
Μα τον Λεβίθη μοναχά στο τάλιρο θα πνίξουν.
Και κείνος μες στο σύστημα χωμένος ως τα μπούνια
βλέπει τους «συνακροατές» στ’ αγκίστρι του μπαρμπούνια.

Και μικροί είτε μεγάλοι, οι δημοσιογράφοι όλοι
στην προσπάθεια τους ν’ αρέσουν στο λαό το χαζοβιόλη
ψέματα σερί αραδιάζουν στις Πινόκειες εκπομπές τους
φανερή κάνοντας έτσι μιαν απ’ όλες τις πομπές τους.
Όμορφα λοιπόν τα βρίσκουν μες στη χώρα μας τα πάντα
λες τους έχει η φύση δώσει μια μεγάλη σ’ όλα αβάντα.
Η Ελλάδα ειν’ η πιο όμορφη στον κόσμο χώρα:τέρμα!
Κι άνθισε όλων των καλών πρώτο εδώ το σπέρμα!
Τα ελληνικά είναι νησιά στον κόσμο τα καλλίτερα!
Τα άλλα όλα έρχονται πολύ πιο πίσω ύστερα.
Οι κάτοικοι κάθε νησιού όπου η γλώσσα έχει
η δημοσιογραφική, μαγκώσει, που όλο τρέχει,
είναι οι πιο φιλόξενοι στα μήκη των συμπάντων
κι η ομορφιά του υπερτερεί από αυτήν των πάντων!
Της πόλης είτε του νησιού τα όποια τ’ αξιοθέατα
μόνον αυτών αξίζουνε. Των άλλων όλων πέτα τα.
Την ίδια τύχη έχουνε κι όλα τα προϊόντα
που η ελληνίς παράγει γη: όλα έχουν τα προσόντα!
Η Ελλάς λοιπόν το πιο καλό έχει το πορτοκάλι,
το πιο καλό κρασί, ρακί, και ούζο έχει βγάλει,
παράγει το καλλίτερο ροδάκινο στη γη
η πρώτη είναι των νόστιμων των αγγουριών πηγή,
μα προ παντός τον ήλιο της κανένας δεν τον φτάνει
για πόρτα χειμωνιάτικη λες πως αυτός την πιάνει.
Πως πρώτοι εν’ οι έλληνες απ’ τη φιλοσοφία
ως το ποδόσφαιρο, κανείς αντίρρηση καμία!.
Κι αν στο ποδόσφαιρο φορές πολλές πιάνουμε πάτο,
ας όψεται ο διαιτητής που ’δωσε σ’ άλλους τράτο.
Και τάχα ποιος ελάνσαρε το πόλο και το χόκεϊ;
Και ποιος στον κόσμο ήτανε ο πρώτος-πρώτος τζόκεϊ;
Ποιος πρώτος χρήση έκανε σίδερου και χαλκού
(και ατσαλιού θα έλεγα εγώ καλού κακού);
Απ’ τον Κολόμβο επήγε ποιος πριν στην Αμερική
άσχετα γνώμη αν έχουνε διάφορη μερικοί;
Οι Πέρσες μάθαν από ποιους να παίζουνε ζατρίκιο;
Και περικεφαλαίας γιος δεν είναι το πηλίκιο;
Κι ο Χίτλερ πρώτος έκαψε βιβλία ανεπιθύμητα
η ο Πλάτων του Δημόκριτου τα έργα τ’ ανεκτίμητα;
(αληθινή όντως πρωτιά
του Πλάτωνα η αποκοτιά)
Κι αυτά τ’ ακούει ο λαός κουτόχορτο που τρώει
κι όρεξη πια δεν του ’ρχεται να πάρει νέο αγώι:
τόσα αφού έκανε καλά, ας κάνουν τώρα κι οι άλλοι…
Και στο χουζούρι στρώνεται με ήσυχο κεφάλι.

Αυτοί όλοι ενάντια του λαού κι υπέρ του πλούτου στρέφονται
μιας κι απ’ τον πλούτο πλούτισαν κι από τον ίδιο τρέφονται.
Και δεν χωρεί να γίνονται διακρίσεις μεταξύ τους
ποιοι τάχα είναι καλλίτεροι και ποιοι χειρότεροί τους,
αφού αυτό που μισητούς στον έρμο λαό  τους κάνει
ένα είναι κι ίδιο: το αισχρό της Εξουσίας στεφάνι.
Και όλοι έχουνε βαλθεί ενάντια να φωνάζουν
στους χρυσαυγίτες γιατί αυτοί τέρατα τους φαντάζουν
όταν στη φόρα βγάζουνε τα βρώμικα άπλυτά τους.
Και όχι μόνο σκούζουνε οι φαύλοι ενάντιά τους
μα κι ούτε κάθονται μ’ αυτούς στο ίδιο το τραπέζι
σαν όπως κάνει το παιδί που τις κουμπάρες παίζει.
Οι δημοκράτες δηλαδή του «τόξου του Συντάγματος»,
έξω απ’ την πολλαπλότητα του Λαϊκού του Άρματος
θέλουνε να πετάξουνε κατοσταριές χιλιάδες
λαού- παιδιά που γέννησαν όπως κι αυτών μανάδες.
Και για δημοκρατία μιλούν. Δημοκρατία ειν’ αυτή;
αν δηλαδή οι έλληνες στων ψηφοφόρων τη γιορτή
πούμε πως βγάζαν της Χρυσής Αυγής το Κόμμα πρώτο
να μη δεχότανε αυτή, θα ’πρεπε, ξένο χνώτο,
και στο τραπέζι που αυτή καθόταν να μιλήσει
άλλονε να μην έστεργε στο ίδιο να καθίσει;

Τους είπαν, τους διαβάλανε, στη φυλακή τους βάλανε
και τι; μια τρύπα στο νερό μεγάλη μόνο εκάνανε.
Ο λαός, που τους αδύναμους από ένστικτο βοηθάει,
τους πήρε, τους αγκάλιασε και στη Βουλή τους πάει
χαστούκι στα ολόπαχα τα λιπαρά τα μούτρα
αυτών που τέτοια σκέφτηκε η βρωμερή τους κούτρα.
Κι αν τους φωνάζουν στη Βουλή τώρα οι χρυσαυγίτες
ληστές, αισχρούς και άθλιους και βρωμερούς κι αλήτες,
ε τι; δεν είναι ολ’ αυτά οι άνθρωποι του πλούτου
που του καπιταλιστικού κάνοντας χρήση κνούτου
σωρούς υψώσανε χρυσού, και χτίσαν εξουσία
τέτοια που τους απαίτησε η φαιά τους η ουσία;
Μα όντας τόσο η φαιά ουσία τους βλαμμένη
δε σκέφτηκαν πως κάποτε κάπου στην οικουμένη
κάποιοι θα έπρατταν αλλιώς: όχι όπως το μυαλό τους
μα ως η ψυχή τούς οδηγεί, και για καλό δικό τους,
αλλά και για να δικιωθούν όσοι αδικημένοι
από μια τόσο υπόφεραν δημοκρατία φτιαγμένη…

Μα να κι ο ανασχηματισμός. Ήρθε κι αυτός φουριόζος
καθώς ενάντια των τουρκών επήγαινε ο Ματρόζος.
Κι ήρθε απ’ τη Βέρμαχτ προσταγή: «Αλό! Αλό!: ο Στουρνάρας
στη διοίκηση της Τράπεζας να πάει της Ελλάδας.
Κι ο Γκίκας ο Χαρδούβελης Οικονομίας να γίνει
κι όσο θ’ αφήσω εσένα εγώ, τόσο κι αυτός να μείνει.
Βαγγέλης κι Αβραμόπουλος το πράγμα μένει ως έχει.
Κι απέ για τα υπόλοιπα, για Μέρκελ πέρα βρέχει.»
Κι αφού το τέλεξ διάβασε ο Σαμαράς με δέος
κι εσώρουχο αφού άλλαξε, πήγε μετά δρομέως
σ’ ένα τραπέζι έκατσε
και «Τράπουλα!» διέταξε.
Κι η χαρτορίχτρα ως τα χαρτιά πριν κόψει ανακατεύει
κι ο Σαμαράς την τράπουλα των υπουργών μπερδεύει
και μπερδεμένα τα χαρτιά τα ίδια μοιράζει πάλι.
Ίδια χαρτιά, ίδιοι υπουργοί, και όλα ίδιο χάλι.
Κι ιδού ο ανασχηματισμός: Vires acquirit eundo…
Βραχνά τα κακαρίσματα κι άθλιο το κοντραπούντο..:
Προσπάθεια τα συφέροντα να μη διαταραχτούν,   
περιοχές γεωγραφικές να εκπροσωπηθούν,
να μη θυμώσει το ΠΑΣΟΚ και το «καπάκι» σπάσει
να μην η τρόικα θιχτεί κι η συμφωνία χαλάσει…
Τέτοια, και όχι του λαού το αληθινό συφέρο,
κι όχι του τόπου η προκοπή και το καλό το βέρο.

Φασίστες νέοι υπουργοί και δημοσιογράφοι
καθείς μαυρίλα κουβαλεί και την Ελλάδα βάφει.

Πρωθυπουργός ο Σαμαράς. Τι δημοκρατικό:
το εικοστρία τοις εκατό διοικεί το εκατό!
Και με οχτώ τοις εκατό, αν λείψει ο Σαμαράς,
θα κουμαντάρει τότε πια ο Μπένι ο κοιλαράς.

Ο Αργύρης ο Ντινόπουλος των Εσωτερικών,
καθημερνά στα Μι Μι Ε ως τώρα φωνασκών,
από τα τώρα κι ύστερα με το υπουργείο μεγάφωνο
πως ειν’ φασίστας θα βοά με τρόπο πια ξεκάθαρο.

Ο Δένδιας στην παράδοση δάκρυσε. Η ώρα εκείνη
θα μείνει σαν απόδειξη πως κλαίνε και τα κτήνη.

Ο Γιακουμάτος: της Νου Δου οικτρό απολειφάδι,
χωριαταράς του κερατά, πολιτικό ρημάδι,
των ΜιΜιΕ αληταριό, μικρόνους γαργαντούας,
ο πρώτος απ’ τους μόθακες κι ο ύστατος της βούας.

Μα και του Μητσοτάκη ο γιος
Να τον που έγινε υπουργός.
Πώς κάποιον όπου λησμονεί τις δόσεις να πληρώσει
της Ζήμενς, τώρα υπουργείο τον έχουνε φορτώσει;
Πώς θα θυμάται ως υπουργός πράγματα τόσα τώρα;
Πώς κλέφτες να σε κυβερνούν αντέχεις έρμη χώρα…

Ο Χρυσοχοϊδης έπρεπε να πάρει την Παιδεία-
να μάθαινε να διάβαζε θα είχε έτσι ευκαιρία.

Πού κατάντησες Λοβέρδο! Στο θρανίο με Σαμαρά,
Μητσοτάκη και Βορίδη! Και ολ’ αυτά για τον παρά…

Ο Βορίδης αδιστάκτως του παιδιού που δεν προκόβει
με φασιστικό τσεκούρι το κεφάλι θα του κόβει.

Νέο παιδί πώς και στο Τάξης σ’ έβαλαν μωρέ Κικίλια,
που αν βλέπεις τρομοκράτη  θα σε πιάνει ευθύς ευκοίλια;..

Και συ φασίστα Σαμαρά,
δεν έχεις πράξει καθαρά:
τον Πορτοσάλτε ξέχασες να κάνεις υπουργό
ή μάλλον να τον έχριζες ευθύς πρωθυπουργό
μιας κι από σένα είναι αυτός τρανότερος φασίστας
και άραγε στων φασιστών συ δεύτερος της λίστας.

Άλλη μία ευκαιρία χάθηκε για το λαό
να λειτουργηθεί στον άγιο της δημοκρατίας ναό.

Άλλη μία ευκαιρία χάθηκε ώστε παινεψιά
απ’ την ξύλινη τη γλώσσα να μη βρίσκει η κλεψιά.

Άλλη μία ευκαιρία χάθηκε η ανθρωπιά
να λυθεί απ’ τις αλυσίδες που τη δένουνε βαριά.

Να ιδούμε να γελούνε πρόσωπα σεμνά στο εκράν
κι όχι φάτσες γουρουνίσιες ληστρικές να κυβερνάν…

                               -----------------





ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΙΣΠΑΝΟΙ…
Αγαπητοί ισπανοί
είδα το πανό σας που έλεγε «μην κάνετε θόρυβο για να μην ξυπνήσουμε τους έλληνες» (που κοιμούνται κει δεν ξεσηκώνονται ενάντια σε κείνους που έφεραν και που εκμεταλλεύονται την κρίση για να πλουτίσουν)
Εδώ λοιπόν θα εξηγήσω τη στάση των ελλήνων απέναντι στις περικοπές των εσόδων τους που η ελληνική κυβέρνηση τους επέβαλε. Δεν πρόκειται για δικαιολογία της στάσης των ελλήνων, όσο για βάλσιμο στη θέση τους των σχετικών πραγμάτων.

Και ιδού οι λόγοι του ύπνου των ελλήνων:

1. Οι έλληνες πάντοτε, από την ίδρυση του κράτους τους περνούσαν φτωχικά. Μόνο εδώ και τρεις δεκαετίες ένιωσαν πώς είναι η οικονομικά άνετη ζωή, όταν τα χρήματα από την Ευρώπη έρρεαν προς τις τσέπες των πολιτικών και των φίλων τους. Θα μου πείτε πώς περνούσε καλά ο ελληνικός λαός αφού τα χρήματα πήγαιναν μόνο στους πολιτικούς και στους φίλους τους. Περνούσε γιατί οι πολιτικοί και οι φίλοι τους πετούσαν τα ψίχουλα από τα γεύματά τους στο λαό. Και αυτά αρκούσαν σε κάποιους που ως τότε ζούσαν ζητιανεύοντας, να λένε ότι τώρα ζούνε πλούσια. Καταλαβαίνετε, όλα είναι σχετικά. Ας πούμε στις τρεις αυτές δεκαετίες , οι έως τότε φτωχοί αγόραζαν πάνω από μία φορά την εβδομάδα κρέας, είχαν πιστωτικές κάρτες, ντύνονταν όχι πια σε μοδίστρες και σε ράφτες αλλά με έτοιμα ρούχα, είχαν τηλεόραση, και οι πιο «καπάτσοι» σ’ αυτά έφτιαξαν σπίτια, πήραν βάρκες και ίδρυσαν εταιρίες.
Φίλοι του ενός ή του άλλου κόμματος , οι έλληνες βολεύονταν εναλλάξ.
Όσο ήτανε στην κυβέρνηση οι δεξιοί ας πούμε, βολεύτηκαν οι δεξιοί. Όταν ήρθανε οι ψευτοσοσιαλιστές στα πράγματα, ο αρχηγός τους έδωσε διαταγή «να αλλάξει χέρια ο πλούτος» όπως είπε, όπερ και εγένετο και ματσώθηκαν και αριστεροί.
Έξω από το φαγοπότι έμειναν και στις δύο περιπτώσεις είτε αυτοί που δεν ήσαν ενεργοί υποστηρικτές των κομμάτων, είτε όσοι δεν είχαν καπατσοσύνη στην κλοπή.
Τώρα που ήρθε η κρίση, οι έλληνες ξαναγύρισαν απλά στα συνηθισμένα τους. Πάλι δηλαδή στη φτώχεια. Για τους νέους είναι λίγο ασυνήθιστο, όμως οι γονείς τους τούς προσγείωσαν στα πάτρια νήστια έθιμα. Δεν είναι δύσκολο αυτό μιας και οι νέοι ζούνε μαζί με τους γονείς τους μέχρι τα τριάντα τους και βάλε και έτσι κάνουν ό,τι εκείνοι τους πουν.

2. Οι έλληνες είναι γενικώς υποταγμένα όντα. Πάντοτε είχαν έναν αφέντη-Ενετούς, Άγγλους, Αμερικάνους, Βαυαρούς, Ιταλούς, Γερμανούς, Τούρκους, ενάντια στους οποίους ποτέ δεν διανοήθηκαν να εξεγερθούν. Ε, τώρα είναι υποταγμένοι στο Δου Νου Του. Το όνομα αλλάζει μόνο. Εξάλλου ο συνδετικός κρίκος μεταξύ λαού και δυναστών του είναι πάντοτε ο ίδιος-οι πουλημένοι στον κάθε φορά δυνάστη έλληνες, που τώρα λέγονται πολιτικοί. Καταλαβαίνετε, τα ονόματα και οι τίτλοι μόνον αλλάζουν.
Μαθημένοι οι έλληνες να κυβερνιούνται από άλλους, δεν διανοούνται καν ότι θα μπορούσε κάποτε να αυτοκυβερνηθούν.

3. Οι έλληνες μιλάνε. Σημαντικότατο στοιχεί για το φαινόμενο που εξετάζουμε.
Και φωνάζουνε. Μιλάνε και φωνάζουνε. Λένε, διαπιστώνουν, συμφωνούν ή διαφωνούν αναμεταξύ τους, τσακώνονται… και αυτό ήταν: εκτονώνεται έτσι κάθε τους τάση για ουσιαστική διαμαρτυρία ή για έμπρακτη αντίσταση, αν υποθέσουμε ότι κάποτε τους γεννιέται κάποια τέτοια.
Αυτή τους η συνήθεια έχει βοηθηθεί να υπερισχύσει και από τη στάση των πολιτικών απέναντί τους. Αυτοί, έχουν θεσπίσει νόμους που επιτρέπουν την ελεύθερη ομιλία και γραφή, απαγορεύουν όμως τη διεκδίκηση των υλικών, πολιτιστικών και κοινωνικών αγαθών, τα οποία βρίσκονται στην κατοχή των θεσπιστών. Με άλλα λόγια λένε αυτοί στους έλληνες: «Φωνάζετε όσο θέλετε, μόνο το χέρι να μην απλώστε να πάρετε πίσω ό,τι σας έχουμε κλέψει.»
Και οι έλληνες, σαν αποτέλεσμα της υπ’ αριθμό τρία αυτής κατάστασης, απλά υπακούνε.

4. Δεν ξέρω τι κάνετε εσείς με την Παιδεία, όμως οι έλληνες είναι αμόρφωτοι. Η αμορφωσιά τους, η οποία τους έχει οριστεί από τους κυβερνώντες (ακόμα και όταν πηγαίνουν στα Σχολεία ή βγάζουν Πανεπιστήμια), τους κάνει ανίκανους να αντιληφθούν την κατάσταση στην οποία βρίσκονται , ή αν όχι, να την αντιπαρέρχονται με την αδιαφορία της ανευθυνότητας μουρμουρίζοντας «κάτι θα γίνει… υγεία να έχουμε… έχουμε καιρό…» και άλλα τέτοια. Ποτέ ο ορθός λόγος δεν ήταν ο οδηγός στις πράξεις τους. Και αν Παιδεία είναι ο κύκλος που διατρέχει το άτομο για να φτάσει στην αυτογνωσία, όμως αν όποιος, όπως οι έλληνες, αρνείται να τον ακολουθήσει, ισχνότατο κέρδος αντλεί από το ότι έχει γεννηθεί στην πλέον φωτισμένη περίοδο της Ιστορίας.


5. Ο ελληνικός λαός δεν είναι λαός αλλά συρφετός.
Ψηφίζουν όποιον παλιότερα τους έδινε ένα ζευγάρι παπούτσια ή όποιον τώρα τους υπόσχεται διορισμό, δάνειο, επισκευή του δρόμου που περνάει απέξω από το σπίτι τους, κυρίως όμως όποιον ρίξει ένα ωραίο σύνθημα από το μπαλκόνι ή όποιον καταφέρει, λέγοντάς τους αυτά που θέλουν να ακούν, να τους τραβάει από τη μύτη.
Τώρα που κανείς δεν τους υπόσχεται τίποτα αφού τίποτα δεν υπάρχει για να υποσχεθεί, οι έλληνες δεν ενδιαφέρονται και αυτοί για κανέναν.
Ύστερα οι πολιτικοί τους, έχουν πάψει από πολλά χρόνια να λένε τη λέξη «λαός» στους λόγους ή στις κουβέντες τους, γιατί η λέξη παραπέμπει, κατ’ αυτούς, σε επαναστατικές διεκδικήσεις. Έτσι η λέξη, μη ακουόμενη, έχει χάσει το νόημα και τη σημασία της. Έτσι οι έλληνες δεν είναι πια λαός. Επειδή όμως κάτι έπρεπε να είναι μέσα στον κόσμο αυτόν της ομαδοποίησης, διάλεξαν να γίνουνε όχι πολίτες, επαναστάτες, τιμωροί ή εκδικητές, παρά «η κοινωνία», «οι ψηφοφόροι», «οι τηλεθεατές» ή «οι ακροατές». Ως για τα ονόματα που αντί για «λαός» τους δίνει ο κάθε πολιτικός , αυτά είναι: «ο κόσμος», «οι άνθρωποι», «το κοινό» και ό,τι άλλο η στιγμή ή η περίσταση απαιτήσει.
Και αφού οι έλληνες δεν είναι λαός, αποκλείεται να συμπεριφερθούν σαν τέτοιος.

6. Η Ελλάδα είναι χώρα γεωργική. Λίγοι είναι οι έλληνες που έχουν αποκοπεί ολοσχερώς από την αγροτική ζωή, έστω και αν ζουν μόνιμα σε μια πόλη. Γιατί οι πόλεις μας είναι μικρές, γιατί καθεμιά τους θυμίζει πολύ χωριό και γιατί η απόσταση καθενός από το χωριό του είναι μικρή και άραγε το χωριό εύκολα προσβάσιμο μέσα σε λίγες ώρες.
Έτσι στην πραγματικότητα ο έλληνας δεν έχει αποκοπεί από το χωριό, αφού και εκείνοι που μένουν σε μια πόλη μόνιμα είναι νεοαστοί, μένουν δηλαδή στην πόλη όχι για τόσο χρονικό διάστημα ώστε να έχουν δεθεί με αυτήν, αλλά μπορούν, όταν οι συνθήκες το επιβάλουν, να ξαναπάνε στο χωριό και εκεί να αρχίσουν μια νέα-παλιά ζωή (οι έλληνες δεν είναι βορειοευρωπαίοι ή αμερικανοί, να μην ξέρουν ότι οι πατάτες βγαίνουν από το χώμα και δεν κρέμονται από πατατιές ή ότι το γάλα βγαίνει με άρμεγμα από πρόβατα.)
Ποτέ λοιπόν οι έλληνες δεν ξέχασαν το χωριό. Το επισκέπτονταν πάντα όσο ζούνε στην πόλη, είτε για να περάσουν τα σαββατοκύριακά τους, είτε για να φορτώσουν τρόφιμα το αυτοκίνητό τους (λαχανικά, κοτόπουλα, τυριά, λάδι, φρούτα, αλεύρια και ό,τι άλλο το χωριό τους παράγει.)
Και είναι αυτός ένας άλλος λόγος που οι έλληνες δεν εξεγείρονται. Ό,τι τους στερεί η κρίση, το παίρνουν από το χωριό. Αυτή τους η τακτική, μαζί με το γεγονός ότι οι περισσότεροι έχουν ένα μικρό ή μεγαλύτερο σπιτάκι για να ζουν, επιτείνει την αδιαφορία τους για την κατάστασή τους.

7. Ο Πάγκαλος, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησής μας, είπε πρόσφατα μιλώντας για τα αίτια της κρίσης και αντικρούοντας τον ισχυρισμό ότι «οι πολιτικοί τα φάγανε» (τα λεφτά), το περίφημο: «μαζί τα φάγαμε».
Αυτό θεωρήθηκε στην αρχή σαν πρόκληση. Με τον καιρό όμως, οι έλληνες άρχισαν να σκέφτονται πως ίσως ο αντιπρόεδρος έχει δίκιο. Βλέποντας καθένας όσα έχει (σπίτι, αυτοκίνητο, εξοχικό σπίτι και άλλος άλλα), αναλογίζεται τον τρόπο με τον οποίο τα απόκτησε, και συμφωνεί με τον Πάγκαλο. Γιατί κάθε περιουσία έχει αποκτηθεί ή ύποπτα,ή παράνομα, ή εις βάρος άλλων ελλήνων που υποφέρουν. Αναλογίζεται λοιπόν ο έλληνας ότι δεν άξιζε να έχει αυτά που έχει, ότι δεν τα απόκτησε με την αξία του. Αυτό τον κάνει να συμφωνεί με τον Πάγκαλο σε γενικές γραμμές. Και από τις γενικές γραμμές είναι εύκολο στον καθένα να εξατομικεύσει τη συμμετοχή του στη ρεμούλα, η οποία, δεδομένου του πλήθους των μικρών ή μεγαλύτερων παρανομιών, γίνεται γρήγορα (και δικαίως) στο μυαλό τους ένας από τους σημαντικούς παράγοντες της επέλευσης της παρούσας κρίσης. Το αίσθημα αυτό του φταιξίματος επιτείνεται από τη θρησκεία των ελλήνων που μέσο των παπάδων, των ιεροκηρύκων, των μοναχών, των κατηχητών, τους έχει ποτίσει ανεξίτηλα με το αίσθημα της ενοχής.
Και ο έλληνας συνειδητοποιεί ότι πράγματι φταίει κι αυτός για την κατάντια της χώρας, με αποτέλεσμα πάλι να μην μιλάει-τι να πει;
Αν ρωτήσετε: και γιατί οι έλληνες κλέβονται μεταξύ τους, νομίζω πως έχω την απάντηση.
Οι έλληνες παλιά είχανε ριζώσει σε άλλες χώρες και τρώγανε από αυτές τη μερίδα του λέοντος, αφήνοντας για τους γηγενείς της κάθε χώρας ψίχουλα. Αυτό συνέβαινε από τα παλιά χρόνια (για όσους θέλουν οι έλληνες οι σημερινοί να έχουν κάποια σχέση με τους αρχαίους). Αλλά και στα πολύ πολύ νεότερα χρόνια το ίδιο συνέβαινε στη Ρουμανία, στην Αίγυπτο, στην Τουρκία, για να θυμηθώ τρανταχτά παραδείγματα. Εκεί οι έλληνες έκλεβαν τους λαούς που τους φιλοξενούσαν. Και όταν οι λαοί εκείνοι έδιωξαν τους κλέφτες από τα χώματά τους, εκείνοι ήρθαν στην Ελλάδα. Εδώ, συνηθισμένοι στην κλεψιά και μη έχοντας άλλους να κλέψουν, άρχισαν να κλέβονται μεταξύ τους και με τους γηγενείς, πλουτίζοντας σε μέλη τις ήδη υπάρχουσες ομάδες κλεφτών.

8. Τέλος κοιτάξτε τα παιδιά ή και τους μεγάλους έλληνες. Δεν βλέπετε τις φάτσες τους πόσο ηλίθιες είναι; Πόσο παραδομένες στην εξουσία των εχόντων; Πόσο ανοιχτό στόμα έχουν όταν ακούνε κάποιον πολιτικό να μιλάει λες και αυτός φροντίζει για το καλό τους; Δεν βλέπετε πώς ζωηρεύουν μόνο όταν μιλάνε για ποδόσφαιρο ή ασχολούνται με την «σωτηρία» του περιβάλλοντος, ασχολίες στις οποίες τους σπρώχνουν οι πολιτικοί ώστε εκείνοι ανενόχλητοι να κλέβουν;
Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί που ακούγονται στην επαρχία, είναι εκείνοι που μιλάνε για ποδόσφαιρο, και οι της Εκκλησίας. Από τους άλλους ακούγονται μόνον οι της κρατικής ραδιοφωνίας, δηλαδή οι της επίσημης αποβλάκωσης των ελλήνων-λοιπόν τι θα περιμένατε σαν αποτέλεσμα έξω από εκείνο που σας ανάφερα πιο πάνω;
Ο κομπιούτερ είναι κάτι άγνωστο για την πλειοψηφία των ελλήνων. Και όσοι έχουν κομπιούτερ τον έχουν σαν γραφομηχανή και δεν ξέρουν τίποτε άλλο από αυτόν. Υπάρχουν φυσικά και οι φανατικοί του κομπιούτερ, κάτι όμως που δεν βοηθάει καθόλου την κατάσταση, μιας κι αυτοί χρησιμοποιούν τους κομπιούτερς τους για λόγια… λόγια… λόγια…
Να μην συνεχίσω.
Η ευγένεια σάς δίνει δίκιο να κάνετε ησυχία να μην ξυπνήσετε τους έλληνες, όμως μη φοβόσαστε, οι έλληνες δεν ξυπνάνε με τίποτα.
Κι αν ακούστε περί «αγανακτισμένων» στην πλατεία Συντάγματος, δεν αλλάζει τίποτα. Μερικοί έλληνες ονειρεύονται πως ξύπνησαν ή απλά αλλάζουν πλευρό.








ΕΛΛΑΔΑ, Ο ΚΑΤΑ ΦΑΝΤΑΣΙΑΝ ΥΓΙΗΣ


7-2-2012, Ελλάδα
Αγαπημένη μου Ελίζαμπεθ
ο Θεός ξέρει πόσο θα ήθελα να βρίσκομαι κοντά σου.
Εύχομαι με τη βοήθεια του θεού της Αμερικής οι υπέροχοι γιατροί μας να σε θεραπεύσουν και να δεις μαζί μου όσες χώρες σου περιγράφω κάθε φορά στα γράμματά μου και για όσες σου διηγούμαι όταν έχω την ευτυχία να βρίσκομαι κοντά σου.
Ο Ντέηβ μου είπε ότι σε βρήκε καλλίτερα από ποτέ. Τον πιστεύω και ελπίζω από του χρόνου να είσαι σε θέση να με ακολουθείς στα ταξίδια μου.
Πριν μπω στο κύριο μέρος της επιστολής μου σε πληροφορώ ότι ο Τάκης απόκτησε εγγονάκι, ένα χαριτωμένο κοριτσάκι. Μου ορκίστηκε χωρίς να του το ζητήσω ότι θα το ονομάσει Ελίζαμπεθ. Βλέπεις πόσο σε αγαπάει.
Σήμερα λοιπόν θα σου μιλήσω για την Ελλάδα, τη χώρα όπου ζω τους τελευταίους μήνες, μια χώρα που μπορεί και να μην έχεις ακούσει γι αυτήν τίποτε και ποτέ. Ή και αν έχεις ακούσει δεν θα ξέρεις ούτε πού βρίσκεται ούτε άλλο τίποτε γι αυτήν παρά μόνον το όνομά της.
Πότε όμως και πώς δημιουργήθηκε αυτή η χώρα;
Να με λίγα λόγια.

Η Ελλάδα είναι μια χώρα στα νότια της οποίας κατοικούσαν παλιά οι γνωστοί σε όλο τον κόσμο έλληνες.
Το τωρινό ελληνικό κράτος δημιουργήθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις του δέκατου ένατου αιώνα: Ρωσία, Αγγλία, Γαλλία.
Στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα, η δύναμη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε ήδη μικρύνει.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις που ήθελαν την ελληνική χερσόνησο δική τους, είδαν πως είχε μεγάλες πιθανότητες να πετύχει το διώξιμο της Τουρκίας από κει.
Επιστρατέψανε λοιπόν τους ανθρώπους τους και βάλθηκαν να βάνουν μεταξύ άλλων και στο κεφάλι των πελοποννήσιων την ιδέα μιας Πελοπόννησου ελεύθερης από τούρκους.
Οι προύχοντες αντιστάθηκαν στην πρόταση για διώξιμο των τούρκων. Όμως οι αντιρρήσεις τους για ξεσηκωμό εξασθένησαν όταν οι Δυνάμεις τους βεβαίωσαν πως όπως και τώρα, έτσι και μετά από το διώξιμο των τούρκων εκείνοι είναι που θα λήστευαν πάλι και μάλιστα τώρα μόνοι το λαό.
Άρχισαν λοιπόν μερικοί Γραικοί (έτσι λέγονταν οι κάτοικοι της Πελοπόννησου τότε) να παίρνουν στα σοβαρά την υπόθεση της αποτουρκοποίησής τους, αφού είχαν τη διαβεβαίωση πως θα τρώγανε καλά.
Έτσι μπήκαν στον αγώνα και οι «ήρωες» της σημερινής Ελλάδας (Κολοκοτρώνηδες, Καραϊσκάκηδες, Παπαφλέσσηδες, Κανάρηδες και όλοι οι υπόλοιποι), καθώς και το Φαναριώτικο σκυλολόι με αρχηγό τον Μαυροκορδάτο, γιατί, όλοι αυτοί αρέσκονταν στην ιδέα μιας ελεύθερης από τούρκους Πελοπόννησου, αφού τότε αυτοί θα λήστευαν το λαό και όχι οι τούρκοι.
Ο λαός επιστρατεύτηκε γρήγορα κάτω από το φόβο του θανάτου αν δεν δεχόταν να ζευτεί στο μαγγανοπήγαδο που θα κουβαλούσε νερό στη διψασμένη αγγλογαλλορωσία με σωλήνες που θα περνούσαν από τους μεγαλοκαρχαρίες γραικούς.
Και, των γραικών ποιούντων την ανάγκην φιλοτιμίαν ο αγώνας άρχισε, όπως στις μέρες μας άρχισαν οι «θυσίες» του λαού για τη μη πτώχευση της Ελλάδας.
Και για χρόνια οι κακόμοιροι και αμόρφωτοι και ανίδεοι γραικοί έχυναν το αίμα τους για να πλουταίνουν οι στρατολογητές τους.
Μα ενώ ακόμα διαρκούσε ο αγώνας ενάντια στους τούρκους, κοτζαμπάσηδες και στρατηγοί και ναύαρχοι , αλλά και οι «πολιτικοί» που έτρεξαν από τη Μικρά Ασία όταν μυρίστηκαν ψητό, επιδόθηκαν σε διαβολές, επιβουλές, πολέμους τέλος αναμεταξύ τους, για το πλιάτσικο, για την επιρροή και την επικράτηση, για τη φιλία των ισχυρών. Και έτσι, στους ισχυρούς ξένους προστέθηκαν και οι ντόπιοι ισχυροί, που προσκολλώμενοι στους ξένους σχημάτιζαν κιόλας τις πρώτες ντόπιες πολιτικές κλίκες.
Συνέπεια όλων αυτών αλλά και της ασχετοσύνης των γραικών περί τα στρατιωτικά, ήτανε η νίκη των τούρκων, το σβήσιμο της επανάστασης και η επικράτησή τους πάλι, ύστερα από χρόνια αγώνα.
Και όταν νικημένοι οι γραικοί ξανακάθισαν στ’ αυγά τους υποταγμένοι στην ιδιοπαθή μοίρα τους, οι Μεγάλες Δυνάμεις επεμβήκανε και διώξανε τους τούρκους οριστικά από την Πελοπόννησο και από τη Στερεά. Ύστερα μάζεψαν τους επικεφαλής των γραικών, δηλαδή τους κοτζαμπάσηδες τους στρατηγούς κλπ και τους είπανε: «Ακούστε εδώ, δειχτήκατε ανίκανοι να πολεμήσετε. Αναλάβαμε εμείς επειδή δε θέλαμε τον τούρκο στα μέρη ετούτα. Και τον διώξαμε. Γιατί έχουμε τη δύναμη να το κάνουμε. Τα μέρη αυτά λοιπόν είναι δικά μας. Μπορούμε να βάλουμε δικούς μας ανθρώπους εδώ και να σας κυβερνάνε. Μπορούμε και να σας αφήσουμε όμως να κυβερνηθείτε μόνοι σας. Τι από τα δύο θέλετε;»
Μια βουή «εμείς να κυβερνάμε!» ακούστηκε από κάτω.
.«Όμως, με έναν όρο…», συνέχισαν οι Μεγάλες Δυνάμεις: «Δεκτός» είπαν οι γραικοί.
«Μα δεν τον ακούσατε ακόμα», είπαν οι ξένοι.
«Θα τρώμε;», ρώτησαν οι γραικοί.
«Ναι»
«Ε, δεκτός!»
«Να ο όρος: Αν αφήσουμε εσάς να κυβερνάτε, θα κρατάτε όσα σας χρειάζονται για να ζείτε πλούσια από κείνα που θα παράγει ο τόπος, αλλά το υπόλοιπο θα το παίρνουμε εμείς. Και θα κάνετε μόνον ό,τι εμείς σας λέμε. Και όποτε θελήσουμε να κυβερνήσουμε εμείς οι ίδιοι τη χώρα αυτή, εσείς δε θα φέρετε αντίρρηση, Σύμφωνοι;»
«Μάλιστα αφέντες μας» είπαν οι «ήρωες», οι κοτζαμπάσηδες και οι παρατρεχάμενοί τους.
Και εσηκώθηκε κάποιος αρχικλέφταρος Μακρυγιάννης και ρώτησε: «Αρχόντοι μου, με συμπαθάτε κιόλας, όμως ένας τόπος θέλει και ένα όνομα. Πώς θα μας λέτε;»
«Το έχουμε σκεφτεί κι αυτό», είπαν οι Μεγάλες Δυνάμεις. «Παλιότερα, πριν δυο χιλιάδες χρόνια, στα ίδια μέρη που σήμερα μένετε εσείς, κατοικούσαν κάποιοι άλλοι που τους έλεγαν έλληνες. Έλληνες θα σας λέμε κι εσάς, και την πατρίδα που σας νοικιάζουμε, Ελλάδα.»
Και οι Μεγάλες Δυνάμεις τους έφεραν κάποιον ρώσο, τον Καποδίστρια για να τους κυβερνήσει.
Ο Καποδίστριας ξεπαστρεύτηκε γρήγορα σαν αποτέλεσμα προσωπικών ελληνοελληνικών αντιπαλοτήτων και μετά οι Μεγάλες Δυνάμεις τούς έστειλαν τον Όθωνα για βασιλιά.
Επί της βασιλείας του πλάστηκαν τα στραβά καλούπια μέσα στα οποία χύθηκε η Παιδεία των ελληνόπαιδων και η μοίρα της Ελλάδας. Κλασικισμός και αρχαιολατρεία ήτανε τα μόνα διδασκόμενα στα σχολεία αντικείμενα, λες και του Όθωνα του άρεσε η ανθρωπότητα όπως ήτανε φκιαγμένη. Γιατί τότε, όπως και τώρα, επικρατούσε η άποψη πως ο κόσμος ήτανε δομημένος στα πρότυπα της αρχαίας Αθήνας, της ισχυρότερης πόλης της αρχαίας Ελλάδας.
Από την άλλη ο Όθωνας και οι βαυαροί του, ήξεραν ότι τίποτα κοινό δεν είχαν οι έλληνες που να τους ενώνει μεταξύ τους όπως αρμόζει σε κατοίκους του ίδιου γεωγραφικού χώρου. Και σκέφτηκαν να τους μπάσουν στο μυαλό την ιδέα ότι ήταν απόγονοι των αρχαίων ελλήνων. Οι νέοι έλληνες, από τη φύση τους τεμπέληδες και κλέφτες και πονηροί και απατεώνες, δέχτηκαν να είναι κάτι που δεν ήσαν, προκειμένου να ψάξουν για κάτι άλλο, που εξάλλου δεν υπήρχε. Υπόθεσαν μάλιστα, ότι αφού το οθωνικό, το βασιλικό σχολείο, το απασχολεί μόνο το παρελθόν, τίποτε άλλο δεν είχε αξία στη ζωή από αυτό.
Και από τότε οι νέοι έλληνες χρησιμοποιούν τους αρχαίους έλληνες σαν αντιστάθμισμα της απαιδευσίας και της κακομοιριάς τους. Αλήθεια, όταν γεμίζει κανείς το μυαλό και την ψυχή άμυαλων και άψυχων ανθρώπων, ότι οι μόνοι άξιοι φιλόσοφοι και γεωγράφοι και γιατροί και δασκάλοι και…και…και… ήσαν αρχαίοι έλληνες, και ότι αυτοί είναι απόγονοί τους, εύκολα συμπεραίνουν αυτοί ότι είναι ο εκλεκτός λαός της οικουμένης και γεμίζουν με τέτοια οίηση που δεν αξίζει πια να ασχοληθούν με οτιδήποτε άλλο. Και επαναπαύονται στις δάφνες τους και ας βλέπουν ότι οι άλλοι λαοί μεγαλουργούν ή έστω ότι ζουν σαν άνθρωποι, αυτοί προτιμούν να ζουν σαν ζώα, αφού αρκεί που άνθρωποι ήσαν οι πρόγονοί τους.
Αλλά μη νομιστεί ότι δεν πρωτεύουν και αυτοί στα πάντα. Ναι, πρωτεύουν στα πάντα. Μόνο που πρωτεύουν μόνο με τη φαντασία τους και για εγχώρια μόνο κατανάλωση.
Και έτσι συμπεριφέρονται οι νέοι έλληνες μέχρι και σήμερα και αυτό διδάσκουν και στα κακόμοιρα τα παιδιά τους: πρώτοι σε όλα. Σε άλλο σημείο θα σου πω περισσότερα γι αυτό.
Και συνεχίζω. Οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν ενδιαφέρονταν παρά πώς θα κρατήσουν καθεμιά στη δική τους εξουσία τους έλληνες. Γι αυτό, με υπολογισμούς άλλους καθεμιά, έβαλαν όλες μαζί τον Μακρυγιάννη να ζητήσει Σύνταγμα από τον Όθωνα. Και φυσικά το πέτυχαν.
Και οι βαυαροί δώσανε όπλα στους έλληνες και λέγανε αυτοί «οι ένοπλες δυνάμεις μας» και τους δώσανε λεφτά και λέγανε οι έλληνες «η οικονομία μας». Όπως γίνεται και σήμερα και πάντοτε από τότε και όπως πάντοτε θα γίνεται στον τόπο αυτόν.

Στη συνέχεια θα σου πω πώς είναι σήμερα η Ελλάδα.
Και επειδή μια χώρα είναι οι κάτοικοί της, θα σου μιλήσω για τους έλληνες. Και πώς θα μπορούσα καλλίτερα να μιλήσω γι αυτούς σε σένα, παρά συγκρίνοντάς τους αυτούς με τους αμερικανούς και την πατρίδα τους με την Αμερική;
Κι ας είναι η χώρα αυτή ανεκδιήγητη, θα προσπαθήσω να σου περιγράψω τα βασικά στοιχεία της, μιας και είναι κάτι πρωτόφαντο κάτω από τον ήλιο.
Εμείς δεν ξεκινάμε να πάμε στ’ άστρα αφήνοντας ξοπίσω μας ανεξερεύνητη γη. Όλη η γη είναι δική μας. Αποικία μας το διάστημα. Εμείς, οι αμερικανοί, βάζουμε τάξη στο χάος. Εμείς παίρνουμε αποφάσεις. Δεν λιμνάζουμε στο παρόν. Τραβάμε για το μέλλον προκαλώντας το. Αυτοί είναι ένα παρελθόν στριμωγμένο μέσα σε ένα αποπνικτικό παρόν χωρίς καν υποψία μέλλοντος. Ο φόβος του καινούργιου τους έχει οδηγήσει στην αρρωστημένη λατρεία του παλιού.
Η Ασία είναι η γιαγιά μας. Η Ευρώπη είναι η μητέρα μας εμάς των αμερικανών. Κι εμείς όπως ήτανε καθήκον μας, την έχουμε ξεπεράσει. Αυτοί, που έπρεπε να είναι οι άντρες της παρομοίωσης όπως είναι οι βορειοευρωπαίοι, κρέμονται ακόμα από τα φουστάνια της γιαγιάς.
Εμείς έχουμε πνευματικό πολιτισμό. Από την αρχιτεκτονική μέχρι την ποίηση μεγαλουργούμε. Εκείνοι δεν ξέρουνε ούτε τι είναι πνευματικός πολιτισμός. Θεωρούν μάλιστα ότι κληρονόμησαν από τους «προγόνους» τους τον πνευματικό πολιτισμό εκείνων και ότι άραγε είναι και αυτοί πνευματικοί άνθρωποι! Μα και αν ακόμα ήσαν απόγονοι εκείνων, δεν ξέρουν-και πώς να το ήξεραν;-ότι ο πνευματικός πολιτισμός δεν κληρονομείται, ότι πνευματικό πολιτισμό έχεις μόνον όταν εσύ τον δημιουργείς…
Καθημερινότητά τους είναι ό,τι δικό μας μάταια προσπαθούν να μιμηθούν. Και η μίμησή τους δεν είναι παρά μια χυδαία χοντροκοπιά.
Το χιούμορ τους λείπει-μια στραβομουτσουνιασμένη εχθρότητα είναι όλοι. Με χυδαίες διηγήσεις γελάνε. Στις «Επιθεωρήσεις» τους, με άσεμνες χειρονομίες και με πρόστυχα λόγια προσπαθούν να διασκεδάσουν. Έχουν σκοτώσει το θέατρο «ανεβάζοντας» αρχαίες τραγωδίες με παιδιά του γυμνασίου(!) και Σέξπηρ στα πανηγύρια τους(!) Οι «μεγάλοι» σκηνοθέτες τους βάζουν επάνω στη σκηνή μερικές μαυροφόρες να κουνιούνται πέρα δώθε και αυτό το λένε «χορό». Φτιάχνουν χλαμύδες και δόρατα και φορώντας τα στους άξεστους ηθοποιούς τους νομίζουν ότι παίζουν αρχαίο θέατρο. Χωρίς ευγένεια, χωρίς ζωντάνια, χωρίς την ήρεμη δύναμη που χαρακτηρίζει τέτοιες μνημειώδεις δημιουργίες. Στις γιορτές τους κάθε πόλη και κάθε χωριό φτιάχνει τα «δρώμενά» του. «Δρώμενα»: καραγκιόζικες εκδηλώσεις που αν τις στύψεις όλες μαζί δε βγάζεις ούτε πέντε γραμμάρια τέχνη, ούτε δυο στιγμές καθαρής ευχαρίστησης.
Ως για την ποίηση, οι μισοί έλληνες γράφουν «ποίηση», όμως ποίηση στην Ελλάδα δεν υπάρχει.
Αρχιτεκτονική τους είναι οι καλύβες μας, τέχνη τους είναι τα σκουπίδια μας-κι αυτά κακοδοσμένα. Και ό,τι καινούργιο σόου ή σίριαλ δούνε στις τηλεοράσεις μας, το αντιγράφουν και το παρουσιάζουν στο πρόγραμμα και της δικής τους τηλεόρασης. Όμως η λάμψη του δικού μας κοσμήματος έχει γίνει σκοτεινιά, η δροσιά του βράζει, η λεπτότητά του χοντραίνει, η ζωντάνια του νεκρώνεται, η κίνηση ακινητεί, το χιούμορ του σκοτωμένο. Ο άπλετος χώρος έχει γίνει ένα μικρό δωμάτιο, οι μηχανές λήψης έχουν συμπυκνωθεί σε μία, πλάνα ακίνητα δείχνουν το ίδιο μαρμαρωμένο πρόσωπο για ώρα. Μπορείς να το φανταστείς; Και πια πάει όλη η σπιρτάδα και το καινούργιο. Ως για τους ηθοποιούς, ανόητες μαϊμούδες χωρίς νεύρο, πρόσωπα ξένα προς την ελευθερία, άψυχα παίζοντας καθένα τον εαυτό του, με την ανατολίτικη ραστώνη και ψυχολογία φορτωμένα, κινούνται πάνω στο πλατό αργόσυρτα. Και χωρίς να τα νοιώθουν, μορφάζουν το γέλιο, την προσποίηση, τον έρωτα, την αλαφράδα, το ξάφνιασμα.
Κάποιο χωριό βλέπει ότι τα γύρω χωριά έχουν «Σύλλογο» κι αυτό όχι; Αμέσως παίρνει καμιά δεκαριά νέους και νέες, τους ντύνει με φουστανέλες και έχει τον Σύλλογό του. Ως για το όνομα του Συλλόγου, αμέσως: Πολιτιστικός ! Έτσι, ο «πολιτισμός» δεν λείπει από καμιά συνοικία ή χωριό!
Αν ρωτήσεις τι κάνει αυτός ο Σύλλογος, κάνει χορούς, μαγειρεύει, συμμετέχει στα πανηγύρια, φέρνει παραστάσεις καραγκιόζη. Να μη σου πω τίποτε για τον Σαίξπηρ που «ανεβάζουν» (μάλλον ενταφιάζουν) τα δημοτικά σχολεία με ανήλικους Ληρ, Ιάγους και Οφηλίες και με σκηνοθέτη ένα δάσκαλο ή μια δασκάλα, που έχει σπουδάσει να διδάσκει τα παιδιά αριθμητική και γραφή. Θα πήγαινα να διασκεδάσω αν δεν πίστευα ότι δεν είναι σωστό να γελοιοποιείται επίσημα η Τέχνη.

Οι χοροί τους είναι εκείνοι που χορεύουν όλοι οι έλληνες σε όλη την Ελλάδα. Σ’ αυτούς κινούνται δέκα ή περισσότεροι άνθρωποι βαλμένοι στη σειρά, ο πρώτος μόνον όμως χορεύει. Μπορείς να καταλάβεις από αυτό γιατί οι έλληνες είναι υποχείρια των εκάστοτε ισχυρών, γιατί θεωρούν τις δικτατορίες μια μορφή έννομης διακυβέρνησης και το κυριότερο πώς έφτασαν στην κρίση που βρίσκονται τώρα. Τον χορό αυτό τον χόρευαν οι κλέφτες τον καιρό της επανάστασης. Τότε εκείνος που χόρευε πρώτος το χορό της δύναμης, ήτανε ο καπετάνιος, ισχυρός λόγω έγκρισης από τους ξένους και λόγω πλούτου από τη λεηλασία των λαφύρων και των δανείων που δίνονταν από τότε στη χώρα. Τώρα ο πρώτος του χορού και άραγε ο μόνος χορεύων είναι ο υπουργός, ο βουλευτής, ο μεγαλολεφτάς γενικά. Οι άλλοι αγόγγυστα ακολουθούν.
Τα πανηγύρια, άλλα «δρώμενα» (πολύ τους αρέσει αυτή η λέξη επειδή ντύνει με αρχαιοπρέπεια-άραγε με κύρος-όποιο σκουπίδι) είναι εμπορικές συνάξεις , που γίνονται με την ευκαιρία της γιορτής κάποιου αγίου το βράδυ το προηγούμενο της γιορτής. Τέτοια πανηγύρια γίνονται χιλιάδες το χρόνο σε όλη την Ελλάδα.
Σου μιλάω για έναν Καραγκιόζη που για πρ’ωτη φορά θα τον ακούς. «Καραγκιόζης» λοιπόν λέγεται ένα θεατράκι σκιών. Είναι τούρκικης γέννας και πατρότητας, όμως οι έλληνες δεν παρέλειψαν να το οικειοποιηθούν. Έτσι ο Καραγκιόζης, γέννημα της τούρκικης ανατολής, έχει γίνει ελληνικός και σε βλέπουν ύποπτα αν πεις την αλήθεια. Ελληνικός λέγεται και ο καφές που πίνουν στην Ελλάδα, που κι αυτός ήρθε από την Τουρκία, πηγαιμένος και εκεί από τις αραβικές χώρες βέβαια. Λεγόταν τουρκικός ως δυο τρεις δεκαετίες, όμως άλλαξε κι αυτός όνομα στο βωμό της ελληνικότητας όλων των μικρών ή μεγάλων κατακτήσεων του ανθρώπου.

Οι δημόσιοι υπάλληλοι, σε μας είναι βοηθοί και φίλοι του πολίτη. Εδώ οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι δυνάστες του λαού.
Από «ήρωες» η Ελλάδα έχει πολλούς -εκείνους της επανάστασης του 1821, επανάστασης που κατά τη διάρκειά της οι Μεγάλες Δυνάμεις έδιωξαν τους τούρκους από Πελοπόννησο και Στερεά. Τα εισαγωγικά μπαίνουν γιατί οι «ήρωες» δεν ήσαν, όπως σου ανέφερα και παραπάνω, παρά τυχοδιώκτες και κλέφτες που όλη τους η προσπάθεια ήτανε πώς να αποκτήσουν περισσότερα χρήματα κλέβοντας τα λάφυρα των νικημένων τούρκων και αργότερα, όταν η Ελλάδα άρχισε να δανείζεται, κλέβοντας τα δάνεια που έπαιρνε η Ελλάδα. Μα άλλων ηρώων μη υπαρχόντων, υπαρχούσης όμως μεγάλης ανάγκης για ήρωες, οι έλληνες έκαναν τους κλέφτες ήρωες. Και ξέρεις: αλίμονο στις πατρίδες που χρειάζονται ήρωες.
Πες μου Ελίζαμπεθ, δεν θα ασφυκτιούσες ζώντας μέσα σε μια χώρα όπου όλα αυτά θα συνέβαιναν; Είμαι σίγουρος ότι και μόνον ακούγοντας ότι υπάρχει μια τέτοια χώρα, νοιώθεις άσχημα…
Αλλά η Ελλάδα έχει και δόξα! Αυτό ακούγεται από όλους όσους συμφέρον έχουν να ανυψώσουν το ηθικό των ελλήνων. Κουτοί άνθρωποι. Στους πολέμους δόξα έχουν όλοι οι λαοί μόνο και μόνο επειδή έχουν επιζήσει κάτω από τον ήλιο ύστερα από τόσους πολέμους, που όλες οι χώρες έχουν κάνει ή υποστεί. Η δόξα που πραγματικά μετράει στους λαούς, είναι εκείνη που έχει αποκτηθεί στις περιόδους της ειρήνης. Και απ’ αυτήν δεν υπάρχει ούτε για δείγμα στην Ελλάδα. Καταισχύνη μόνο θα είχε γι αυτούς όποιος έπρεπε να τους καταλογίσει κάτι. Και αν νομίζουν ότι έγιναν ευρωπαίοι είναι γιατί είδανε στον ύπνο τους τον πύργο του Άιφελ…

Ένα αστείο αλλά και τραγικό μαζί κεφάλαιο είναι οι πολιτικοί αυτής της χώρας και οι σχέσεις τους με το λαό.
Αρχίζω από τους πολιτικούς γιατί αυτοί νομοθετούν και καθώς οι νόμοι μιας χώρας αφενός εκφράζουν την έμμεση βούληση των πολιτών και αφετέρου έχουν άμεση επίδραση στη ζωή τους, οι πολιτικοί έχουν πολλά να μας πουν για όλα όσα συμβαίνουν μέσα σε κάθε χώρα.
Λίγα για το λαό αυτής της χώρας.
Τώρα που γράφω «λαός», είμαι υποχρεωμένος να σου πω κάτι που εξηγεί πολλά από εκείνα που θα σου περιγράψω πιο κάτω. Και είναι αυτό ότι η λέξη «λαός» έχει πάψει να ακούγεται στην Ελλάδα εδώ και δεκαετίες. Έχει γίνει αυτό ύστερα από συνεννόηση των πολιτικών κομμάτων με τους δημοσιογράφους του Ραδιοφώνου, του Τύπου, της Τηλεόρασης. Αυτό γιατί η λέξη «λαός» και τα παράγωγά του παραπέμπουν σε δικαιώματα που με τίποτα το ελληνικό κατεστημένο δεν θέλει να γίνουν αντικείμενο απαίτησής τους από το λαό. Αντί της λέξης «λαός» ακούς «ο κόσμος», «οι πολίτες», «το κοινό», «οι άνθρωποι» και ανάλογα με τις ιδιαίτερες περιστάσεις «οι ακροατές», «οι θεατές», «οι δημότες» κλπ. Τον κανόνα αυτόν δεν τον ακολουθεί το κουμουνιστικό κόμμα.
Κλείνω την περί λαού παρένθεση.


Περί πολιτικών

Εκλογή βουλευτών
 
Το πολίτευμα της χώρας κατ’ όνομα είναι κοινοβουλευτική δημοκρατία. Εξαρχής σου λέω ότι θα ταίριαζε πιο πολύ να λέγεται κοινοβουλευτική μαφία.
Όσα στραβά γράφω πιο κάτω για τους βουλευτές, δεν ισχύουν για τους βουλευτές του κουμουνιστικού κόμματος. Άλλες αγκυλώσεις και άλλες δουλείες το κρατάνε αυτό.
Οι βουλευτές εκλέγονται για τέσσερα χρόνια.
Για να είναι κάποιος υποψήφιος απαραίτητα πρέπει να είναι πολύ πλούσιος, γιατί ο προεκλογικός αγώνας είναι πολυδάπανος. Θεωρητικά βέβαια οποιοσδήποτε μπορεί να είναι υποψήφιος. Στην προεκλογική τους πορεία προς το λαό, αλλά και τους λόγους τους κατά τη διάρκεια της βουλευτικής τους θητείας, οι πολιτικοί, από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους, υπόσχονται. Τι υπόσχονται αν ρωτήσεις, υπόσχονται τα πάντα, αν και οι ίδιοι αλλά και ο λαός ξέρουν ότι αυτά που υπόσχονται δεν πρόκειται να γίνουν. Και εδώ είναι το κλειδί για την κατανόηση της ελληνικής πραγματικότητας. Οι πολιτικοί διαλέγονται από τον αρχηγό του κόμματος με μόνο κριτήριο να μπορούν να λένε παχιά λόγια και να υπόσχονται. Ο λαός από την άλλη τους ψηφίζει υπολογίζοντας όχι στην πραγματοποίηση των υποσχέσεών τους, αλλά σε άνομα οφέλη προσωπικά από κάθε βουλευτή, σε μια προσωπική σχέση που αναπτύσσεται πάνω σε γνωριμία ή εντοπιότητα με αυτόν. Γι αυτό και ύστερα από τις εκλογές αρχίζουν τα προσωπικά «ρουσφέτια»: διορισμοί συγγενών ψηφοφόρων, πέρασμα σε εξετάσεις μαθητών, δάνεια από Τράπεζες, ανάθεση δημοπρασιών κλπ.

Οι βουλευτές κλέβουν

Οι πολιτικοί κλέβουν το δημόσιο χρήμα.
Είτε απευθείας, είτε μέσω τρίτων. Ο λαός το βλέπει. Αρχίζει να φωνάζει. Τότε οι πολιτικοί δίνουν μερικά από τα κλοπιμαία στο λαό. Και ο λαός ησυχάζει. Για να καταλάβεις στο λέω κι αλλιώς: Κλέβει ο βουλευτής αλλά λέει στο λαό: «Κλέβω, καλά το είδες. Φάε κι εσύ λίγα από τα κλεψιμέικα και μη μιλάς.» Αν καταλάβεις αυτό, κατάλαβες την Ελλάδα.
Γιατί άραγε συμβαίνει αυτό στην Ελλάδα και μόνο στην Ελλάδα; Να το κυριότερο από τα γιατί: Ο κύριος πυλώνας που λείπει για να μην συνέβαινε αυτό είναι ο πυλώνας της Παιδείας. Οι πολιτικοί δεν δίνουν Παιδεία στο λαό ώστε αυτός να μην καταλαβαίνει ότι δεχόμενος να λειτουργεί όπως είπα πιο πάνω, βλάφτει το κράτος και επόμενα τον εαυτό του. Και μην έχοντας Παιδεία, οι έλληνες αφήνονται να κυριαρχούνται από μεταποιημένες μεν, πρωτογονικές όμως δοξασίες και πεποιθήσεις, οι οποίες έτσι κυριαρχούν στον καθημερινό τους βίο. Μπορεί άνθρωπος να το φανταστεί; Όχι. Και όμως, έτσι συμβαίνει! Και, καλή μου, πρέπει να συνηθίσεις σε τέτοιες ιδιαιτερότητες γιατί θα ακούσεις κι άλλες.
(Αγαπημένη μου, γράφω σκόρπια τα όσα έχω να σου πω για την Ελλάδα. Και αυτά που σου γράφω είναι λίγα, όμως όταν τελειώσω ελπίζω να σου έχω δώσει μια πλήρη περιληπτική εικόνα του τι συμβαίνει σ’ αυτή την παράλογη χώρα, που τόσο διαφέρει από την μεγάλη μας πατρίδα. Το ξύπνιο πνεύμα σου και η γνωριμία από σένα της γραφής μου, θα σε βοηθήσουν να πληρώσεις τα όσα για άλλους θα παρέμεναν κενά αν διάβαζαν αυτό το γράμμα.
Μ’ αυτό κατά νου συνεχίζω.)

«Θα» και «Πρέπει»
 
Το «θα» των υποσχέσεων των πολιτικών προς το λαό, έχει μπει για τα καλά στο μυαλό των ελλήνων ώστε να είναι αυτό το ίδιο μια αιτία της δυσλειτουργίας του ίδιου τους του μυαλού.
Παρόλον τούτο οι έλληνες, έχει τώρα λίγα χρόνια, αφού αυτό τους πάτησε πρώτα χάμου, αντέδρασαν ενάντια στο «θα», λέγοντας στους πολιτικούς τους ότι δεν δέχονται να τους κοροϊδεύουν με αυτό. Αυτή η αντίδραση έκανε τους πολιτικούς να ψάξουν για μια νέα λέξη που θα αντικαθιστούσε τη λέξη «θα». Και έξυπνοι καθώς είναι σ΄ αυτά, βρήκαν γρήγορα τη νέα λέξη.
Είναι αυτή το: «πρέπει».
Πρώτα υπόσχονταν. Τώρα διαπιστώνουν.
Όταν δεν έκαναν όσα είχαν υποσχεθεί, ο λαός τους κατηγορούσε. Μα τώρα δεν υπόσχονται. Λένε τι πρέπει κάθε φορά να γίνει. Και ποιος έχει αντίρρηση ότι πρέπει να γίνουν πολλά πράγματα στην Ελλάδα; Και λέγοντας ότι κάτι «πρέπει» να γίνει, προϋποθέτουν, καθώς το βλέπουν οι έλληνες, ότι αυτοί που το λένε, συμφωνούν να γίνει αυτό που «πρέπει» και ότι μάλιστα θα φροντίσουν να γίνει αυτό αν εκλεγούν.
Ώσπου όμως οι έλληνες να καταλάβουν, έτσι ανόητοι καθλως είναι, ότι και με το «πρέπει» λοιδωρούνται, θα περάσουν δεκαετίες πάλι. Και το κυριότερο, με το «πρέπει» οι πολιτικοί θα περάσουν αβρόχοις ποσί απέναντι, βγαίνοντας αλώβητοι από την κρίση που μαστίζει εδώ και δυο χρόνια τη χώρα. Όπως ακριβώς άρχισαν κιόλας να κάνουν.
Και είμαι σίγουρος ότι και όταν το «πρέπει» παλιώσει, κάποιαν άλλη λέξη θα βρούνε οι πολιτικοί της Ελλάδας.
Και κανείς δεν σκέπτεται ότι τους πολιτικούς τους ψήφισε όχι για να λένε τι πρέπει να γίνει, αλλά για να κάνουν αυτό που εξάλλου και το μικρό παιδί καταλαβαίνει ότι πρέπει να γίνει!..

Τσακωμός βουλευτών στις τηλεοράσεις

Ένας άλλος τρόπος που βρήκαν οι πολιτικοί να μην κάνουν τίποτα, φερόμενοι όμως σαν να κάνουν κάτι, είναι να βγαίνουν στις τηλεοράσεις και να διαπληκτίζονται με πολιτικούς άλλης παράταξης από τη δική τους. Γι αυτό και οι δημοσιογράφοι τηλεπαρουσιαστές τούς φέρνουν δύο δύο στα στούντιο και τους αφήνουν να μαλώνουνε μεταξύ τους, διακόπτοντάς τους μόνο όταν η ώρα της εκπομπής τελειώνει. Με την μάχη αυτή των λέξεων, που πολλές φορές φτάνει στα όρια κραυγών και χειρονομιών και ύβρεων, αφήνει κάθε υβρίζων και υβριζόμενος να φανεί ότι τάχα τον πνίγει το δίκιο, ότι οι άλλοι είναι εκείνοι που δεν τον αφήνουν να κάνει ό,τι πρέπει (να ’τοι!-πριν καν αρχίσουν να το κάνουν τους εναντιώνονται…) και φέρνουν νοερά βοηθούς τους πολίτες που δεν μπορεί, βλέπουν το σωστό και με κάποιον τρόπο θα τους βοηθήσουν να το αποδείξουν…
Εκεί λοιπόν, στα τηλεοπτικά «παράθυρα», οι πολιτικοί φωνάζουν, χειρονομούν, κοκκινίζουν από τους καυγάδες, βρίζονται μεταξύ τους, «βγάζουν στη φόρα» δήθεν άπλυτα της παράταξης του αντιπάλου, ανταγωνίζονται για το ποιος έβλαψε λιγότερο τη χώρα, αλληλοαπειλούνται με μηνύσεις, εκθέτουν τα δήθεν επιτεύγματα της παράταξής τους ο καθένας. Οι τηλεθεατές, μέσα στη βλακεία που τους δέρνει, γελάνε άλλοι ή άλλοι πάλι παίρνουν στα σοβαρά τους στημένους καυγάδες. Και όλοι τους, όταν έρθουν οι εκλογές ξαναψηφίζουν καθένας τον δικό του διαπληκτιζόμενο. Οι έλληνες δεν έχουν τη στοιχειώδη λογική να καταλάβουν ότι οι πολιτικοί τους είναι κενά όντα, που ο μόνος τους σκοπός είναι πώς να κλέψουν όλο και περισσότερα. Ίσως πάλι να καταλαβαίνουν τι συμβαίνει, αλλά να το αποδέχονται, μιας και οι ίδιοι αυτό κάνουν στην κλίμακα που τους αναλογεί.


Διαπλοκή

Ένα άλλο γνώρισμα των πολιτικών είναι η περίφημη διαπλοκή τους με τους ανθρώπους του Τύπου, της Τηλεόρασης, του Ραδιοφώνου, με τα συνδικάτα. Παράνομες διευκολύνσεις, απευθείας χορήγηση κρυφά χρημάτων του κράτους από τους πολιτικούς σε όλους τους παραπάνω, έχουν γίνει καθημερινή κατάσταση στην Ελλάδα. Σαν συνέπεια αυτού, οι άνθρωποι του Τύπου έχουν αναλάβει την υποχρέωση να στηρίζουν με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο μέσο τους πολιτικούς. Πηχυαία άρθρα στις εφημερίδες και εκπομπές, στηρίζουν τους πολιτικούς και το σύστημα που αυτοί υπηρετούν, τον καπιταλισμό. Ακόμα οι μεγαλοεπιχειρηματίες του Τύπου έχουν αναλάβει την υποχρέωση να προωθούν σε θέσεις που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη ανθρώπους δικούς τους, που αμειβόμενοι πλουσιοπάροχα γίνονται φύλακες των πολιτικών και υμνητές της όλης παράνομης, αντεθνικής και καταστρεπτικής για τη χώρα δράσης τους.
Στο ελληνικό καπιταλιστικό σύστημα οι δημοσιογράφοι συμπράττουν με τους πολιτικούς για να κρατάνε στην άγνοια και για να εκμεταλλεύονται τους χαζούς έλληνες.
Πολιτικοί κρατάνε στις θέσεις τους εκείνους από τούς δημοσιογράφους που κάνουν ό,τι τους λένε. Kαι αυτοί είναι οι χρυσοπληρωμένοι δημοσιογράφοι. Υμνούν τους πολιτικούς και το καπιταλιστικό σύστημα, προβάλλουν τις βρώμικες ενέργειές των πολιτικών αφού πρώτα τις ξεβρωμίσουν λεκτικά, παίρνουν στημένες συνεντεύξεις από αυτούς. Γεμίζουν τις τηλεοράσεις, τα ραδιόφωνα, τα περιοδικά και τις εφημερίδες με φωτογραφίες, δημόσιες ή ιδιωτικές στιγμές, αποφάσεις και «ανδραγαθήματα» υπουργών και κολλητών τους, κρύβουν τα σκάνδαλα που αυτοί κάνουν και συμπράττουν με τους υπουργούς για να αλαφρώνουν το λαό από το χρήμα που θα τον βάραινε.
Το κύριο προσόν όμως ενός δημοσιογράφου, που τον προβιβάζει σε χρυσοπληρωμένον είναι ότι στις ερωτήσεις που κάνει στους πολιτικούς, δέχεται οποιαδήποτε απάντηση, άσχετη τις περισσότερες φορές με την ερώτηση, και προχωρούν παραπέρα. Το να μην φέρνεις σε δύσκολη θέση τους πολιτικούς είναι ένα ακριβοπληρωμένο προσόν για τους δημοσιογράφους. Από αυτό κάτι ξέρουμε κι εμείς όμως. Είναι όταν ο δημοσιογράφος ρωτούσε τον Πρόεδρο Κλίντον για τη σχέση του με την Μόνικα Λουίνσκι, και κείνος του έλεγε για τον Σαντάμ Χουσείν-θυμάσαι πόσο γελάσαμε με αυτό…
Οι πολιτικοί είναι ο εγκέφαλος και οι δημοσιογράφοι τα χέρια και τα πόδια του τέρατος που λέγεται «ελληνική δημόσια διοίκηση».
Μαζί οι δυο τους έχουν δημιουργήσει μια ψευδαίσθηση δημοκρατίας, μια ήρεμη και παγερή, μια νεκρωμένη κοινωνία, που όπου γυρίσει κανείς μέσα της ακούει και βλέπει πρόσωπα ρομπότ και ομιλίες σαν μουρμούρες στο ρυθμό του «θα» και στο μέτρο του «πρέπει». Είναι αυτή η σκηνή του θεάτρου όπου έχουν βάλει όλους να κάθονται και να παρακολουθούν για δεκαετίες τώρα το ίδιο δράμα. Και εκείνο που επιτρέπει η συγκυρία είναι μόνο το χειροκρότημα μιας και η φυγή ή ο θάνατος απαγορεύονται πριν τελειώσει το έργο. Στα διαλείμματα μόνο μερικοί βγαίνουν στο φουαγιέ και αγοράζουν κάποιο ποτό για να δροσιστούν πριν ξαναμπούν μέσα όπου βρίσκονται όμηροι συγγενείς ή αγαπητά τους πρόσωπα.

Όλα αυτά έχουν σαν συνέπεια να γίνονται οι πλούσιοι πλουσιότεροι συνεχώς, την ίδια στιγμή που οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι. Επειδή τα χρήματα δεν είναι ατελείωτα σε μια χώρα και η μοιρασιά των χρημάτων είναι που καθορίζει την ευτυχία ή όχι των πολιτών και την ύπαρξη ή όχι δημοκρατίας στη χώρα.
Μια άλλη τάξη που καρπώνεται τα χρήματα της ληστείας του λαού από τους πολιτικούς, είναι οι συγγενείς τους και οι πολιτικοί φίλοι τους. Οι συγγενείς τους, επειδή το συμφέρον στην περίπτωση αυτή είναι άμεσο, και οι πολιτικοί φίλοι επειδή αυτοί οι άνθρωποι είναι τα καλώδια που μεταφέρουν και διαδίδουν στις μάζες την εκμεταλλευτική τάση των πολιτικών κατάλληλα ωραιοποιημένη.

Νόμοι που δεν τηρούνται

Νόμοι που δεν τηρούνται; Μα τότε γιατί γίνονται; Ε λοιπόν, όχι μόνο γίνονται, αλλά επιτρέπουν την ατιμώρητη κλοπή.
Θα μου πεις καλή μου Ελίζαμπεθ, πώς οι νόμοι μπορεί να επιτρέπουν την κλοπή;
Και όμως, ιδού ένα άλλο φαινόμενο πρωτοφανές για κράτος: οι νόμοι επιτρέπουν την κλοπή χρημάτων του κράτους από πολιτικά πρόσωπα ατιμωρητί. Επειδή τους νόμους τους φτιάχνουν οι ίδιοι οι πολιτικοί και έχουν θεσπίσει την ατιμωρησία τους για όποια παράβαση κάνουν, που, βέβαια, στην ουσία δεν είναι καθόλου παράβαση σύμφωνα με τον δικό τους νόμο… Μπορεί να δυσκολεύεσαι να το πιστέψεις, όμως πίστεψέ το σε παρακαλώ. Η Ελλάδα είναι η χώρα του απίστευτου.
Αλλά μιας και μιλάμε για νόμους να σου πω ότι οι νόμοι στην Ελλάδα υπάρχουν για… να υπάρχουν μόνο. Κανένας δεν εφαρμόζει το νόμο στην Ελλάδα. Η κοινωνική ζωή εδώ ρυθμίζεται από ένα συνοθύλευμα συνηθειών από τη μια και αδιαφορίας για τα πάντα από την άλλη. Οι έλληνες δεν λογαριάζουν τους νόμους. Γι αυτούς οι νόμοι υπάρχουν για τους άλλους. Και άλλοι είναι όλοι εκτός από τον εαυτό του καθενός. Οι έλληνες κάνουν ό,τι θέλουν. Αν βλάψουν το συμφέρον κάποιου, τότε η λύση θα δοθεί με φωνές και πολλές φορές με φυσική βία. Όποιος φωνάξει περισσότερο ή ο δυνατότερος, νικάει. Σε σοβαρές περιπτώσεις και μόνον όπου κρίνονται οικονομικά συμφέροντα, τότε μόνον έχουν λόγο οι δικηγόροι και τα δικαστήρια. Και τότε όμως κερδίζει ο πλουσιότερος ή ο δυνατότερος. Αλλιώς ατιμώρητα κάνει ο έλληνας ό,τι θέλει. Ανεβάζει τις τιμές στα εμπορεύματα που πουλάει, παρκάρει στα πεζοδρόμια, καταστρέφει τη δημόσια περιουσία κατά βούληση, ξεγελάει όποιον μπορεί, τρέχει με το αυτοκίνητό του με όποια ταχύτητα μπορεί, βρίζει όποιον θέλει, πηγαίνει όποτε θέλει στη δουλειά του, θεωρεί εξυπνάδα να κοροϊδέψει την πολιτεία στις σχέσεις του μαζί της.

Αντιπολίτευση-κυβέρνηση σημειώσατε χι
Δύο είναι τα κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία. Η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ. Το πρώτο θεωρείται συντηρητικό, το δεύτερο προοδευτικό. Και λέω θεωρείται, γιατί και των δύο τα κύρια χαρακτηριστικά δεν είναι αυτά που τα ξεχωρίζουν σε συντηρητικό και προοδευτικό κόμματα, αλλά εκείνα που χαρακτηρίζουν τις επιδιώξεις τους. Και επιδίωξη του καθενός είναι η αυταρχική διακυβέρνηση πίσω από την οποία κρύβονται συμφέροντα ιδιοτελή των βουλευτών και των δικών τους ανθρώπων. Το με ποιους λεκτικούς μανδύες (φιλελεύθερους - συντηρητικούς ή σοσιαλιστικούς-προοδευτικούς) θα ντύσουν τις ενέργειές τους, δεν προβληματίζει τις τελευταίες δεκαετίες τα κόμματα, μιας και οι μανδύες αυτοί έχουν υφανθεί από κλωστές κοινές και αποδεκτές και από τις δύο παρατάξεις και είναι έτσι φτιαγμένοι ώστε να ταιριάζουν γάντι και στα δυο κορμιά. Κάτω από τους μανδύες εδράζεται και εργάζεται το συμφέρον.
Και τα κορμιά σού τα έχω περιγράψει κάπως μέχρι τώρα, εκτός αυτού όμως και η υπόλοιπη επιστολή μου γύρω από τα συμφέροντα αυτά περιστρέφεται, αφού το κορμί-συμφέρον ταυτίζεται με την αιτία της κατάντιας της Ελλάδας.
Θα σου μιλήσω εδώ για τους μανδύες και μάλιστα για τους μανδύες χωρίς τα εξαρτήματά τους, που άλλωστε λίγο λίγο ξεδιπλώνονται στο γράμμα μου αυτό, το οποίο προσπαθώ να γράψω με τέτοιον τρόπο που η ανάγνωσή του να μη σου γίνει βαρετή. Η αγάπη μου για σένα καθώς και η μισητή απόσταση που μας χωρίζει και που βαθαίνει τον πόνο του προσωρινού έστω χωρισμού μας, εύχομαι να με βοηθήσει σ’ αυτό έτσι που και την αγάπη μου να σου δείξω αλλά και για λίγο την απόσταση αυτή να μην την νοιώθουμε γράφοντας εγώ, διαβάζοντας εσύ.
Ο μανδύες λοιπόν είναι οι αλληλοκατηγορίες. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση αλλάζουν μανδύα ανάλογα με το αν είναι κυβέρνηση ή αντιπολίτευση. Η παράταξη που κυβερνάει έχει τον μανδύα της κυβερνήσεως. Η αντιπολίτευση τον μανδύα της αντιπολιτεύσεως. Και η αντιπολίτευση κατηγορεί τις πράξεις και τις παραλείψεις της κυβερνήσεως και η κυβέρνηση κατηγορεί την αντιπολίτευση για ό,τι παρέλειψε να κάνει ή για ό,τι έκανε όταν ήτανε κυβέρνηση. Όταν η αντιπολίτευση γίνει κυβέρνηση και η κυβέρνηση μπει στην αντιπολίτευση, οι μανδύες αλλάζουν ώστε να ντύνουν τις ίδιες κατηγορίες, επιπλήξεις, απειλές, ειρωνείες, συκοφαντίες.
Και μη νομίσεις ότι οι κατηγόριες φείδονται των σωστών ενεργειών που μπορεί να έχει κάνει η κυβέρνηση όταν ήταν κυβέρνηση. Όχι! Βάλλονται και αυτές!
Κύριος και προσφιλής τόπος τελέσεως των λεκτικών διαπληκτισμών είναι πρώτα η τηλεόραση και αμέσως μετά η Βουλή. Όλες οι συζητήσεις είτε αρχίζουν σαν ή καταλήγουν σε ομηρικούς καυγάδες.
Αλλά το σπουδαίο είναι ότι οι καυγάδες αυτοί δεν γίνονται για να προέλθει από αυτούς κάτι σωστό, αλλά από μια ανάγκη που όλοι οι βουλευτές υπηρετούν, την ανάγκη να υποβιβάσουν τον αντίπαλο στα μάτια του λαού. Αυτοί οι καυγάδες θυμίζουν τους παιδικούς αναίτιους καυγάδες που όμως εκεί δικαιολογούνται από την ανάγκη του παιδιού να διοχετεύσει κάπου την ενέργειά του. Ίσως όμως και οι πολιτικοί να καυγαδίζουν γιατί επειδή δεν κάνουν τίποτε, αποβάλουν ασκόπως διαπληκτιζόμενοι την ανία που τους προκαλεί η βουλευτική απραξία τους. Ποιος αλήθεια ξέρει…

Παιδεία

Η Παιδεία πληρώνει κι αυτή την ανευθυνότητα των πολιτικών.
Ο κάθε υπουργός της Παιδείας, όταν αναλαμβάνει τα καθήκοντά του, απαραίτητα σχεδιάζει μια νέου τύπου Παιδεία, όχι σύμφωνη με τις ανάγκες της εποχής αλλά σύμφωνα με τις δικές του γνώμες και φαντασίες.
Οι σύμβουλοί του πάντοτε συμφωνούν με τη γνώμη του υπουργού, επειδή αυτοί είναι πάντοτε πλούσιοι και δεν έχουν πρόβλημα με τις σπουδές των παιδιών τους αφού όλοι αυτοί θα στείλουν τα παιδιά τους στο εξωτερικό για σπουδές, ή στα δυο ή τρία καλλίτερα εκπαιδευτήρια της Αθήνας. Ξέρω πως ακούγεται φρικτή μία τέτοια αιτία της αρνητικής συμπεριφοράς του υπουργού και των συμβούλων του. Έχω ρωτήσει έλληνες με κάποια μόρφωση και γνώμη πάνω στα της Παιδείας και η γνώμη τους ταιριάζει με τη δική μου-αυτή που πιο πάνω σου είπα. Με δυο λέξεις πλήρης αδιαφορία. Και ο πρωθυπουργός χαίρεται που ο υπουργός του βγάζει πέρα τις δουλειές του υπουργείου του χωρίς ξεσήκωμα του φοιτητόκοσμου, και οι βουλευτές με το ίδιο κριτήριο ψηφίζουν ό,τι τους φέρνει στη Βουλή ο υπουργός και όλοι είναι μια χαρά. Ας μένουν αμόρφωτα τα παιδιά της Ελλάδας, ας μην είναι ικανά βγαίνοντας από το λύκειο να αρθρώσουν μια πρόταση ή να χειριστούν στοιχειωδώς έναν υπολογιστή. Μα ο κύριος υπουργός έχει τις ευλογίες του κυρίου πρωθυπουργού. Ας βγαίνουν από τα Πανεπιστήμια οι επιστήμονες χωρίς να μπορούν να σταθούν δίπλα από τελειόφοιτους θεράποντες της ίδιας επιστήμης χωρών όπως όχι η Αμερική και η Ευρώπη, αλλά όπως και η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Μα ο κύριος υπουργός έχει τις ευλογίες του κυρίου πρωθυπουργού. Ας αποφοιτούν από τα σχολεία τα ελληνόπουλα χωρίς να ξέρουν να μιλάνε ή να διαβάζουν. Αυτό θέλει η Παιδεία τους. Γιατί γλώσσα ίσον σκέψη και η σκέψη, το να σκέφτεται ο λαός, δε θα βόλευε τους κρατούντες.

Υγεία

Ίδια και χειρότερη η κατάσταση στην Υγεία. Ουρές στα ιατρεία, λεφτά από τον άρρωστο στο γιατρό για να κάνει τη δουλειά για την οποία πληρώνεται από το Δημόσιο, νοσοκομεία άθλια και βρωμερά, πλουτισμός γιατρών από χορήγηση φαρμάκων εταιριών που χρυσοπληρώνουν τους γιατρούς ακριβώς για να γράψουν τα δικά τους φάρμακα, μισθοί γιατρών γλίσχροι.
Οι υπουργοί στην Ελλάδα υπάρχουν για να διαχειρίζονται τα χάλια που βρήκαν στα υπουργεία τους ώσπου να τα παραδώσουν στους επόμενους στα ίδια ή χειρότερα χάλια. Οι υπουργοί και οι σύμβουλοι και οι λεφτάδες, θα πάνε για νοσηλεία στο εξωτερικό-γιατί να γνοιαστούν για την Υγεία του λαού;
Να μην εξακολουθήσω να σου αναφέρω για κάθε υπουργείο ξεχωριστά τι συμβαίνει. Ίδιο χάος, ίδια κλοπή, ίδια αδιαφορία, ίδια κατάντια σε όλα τα υπουργεία και στο αντικείμενό τους.
Και ο λαός, αμόρφωτος και συνεπώς βλαξ, ψηφίζει κάθε τέσσερα χρόνια τους ίδιους του τους καταστροφείς, εκλιπαρώντας τους μετά από κάθε φορά που τους ψηφίζει για μια θέση στο Δημόσιο, αποβλακωνόμενος όλο και περισσότερο από την Τηλεόραση, βλέποντας με ανοιχτό το στόμα τους πολιτικούς του να κολυμπάνε στο δικό του χρήμα και στο δικό του αίμα.
Στριμωγμένοι ανάμεσα Αφρικής και Ευρώπης, χωρίς να θέλουν να τους λένε Αφρικανούς, χωρίς να μπορούν να γίνουν Ευρωπαίοι. Στριμωγμένοι ανάμεσα Ανατολής και Δύσης χωρίς να είναι ούτε δυτικοί ούτε ανατολίτες, οι έλληνες, ανάδελφοι επίσης-κανένας λαός συγγενικός. Με γείτονες που διάλεξαν να τους έχουνε εχθρούς. Κάνουν προς τα κάτω-θάλασσα ΄ κάνουν προς τα δεξιά-θάλασσα ΄ κάνουν προς τ’ αριστερά-θάλασσα. Απομονωμένοι έτσι μες στην ερημιά τους, αγρίμια καταντήσανε. Και μένουνε εδώ μέσα σκοντάφτοντας ο ένας πάνω στον άλλο και περνάνε τη ζωούλα τους μικροί, φοβισμένοι και ασήμαντοι, με τα μικρά τους σπιτάκια, με τους δρομάκους τους, με τις πολιτειούλες τους, με τα θεατράκια τους, με την κυβερνησούλα τους, με τους δημοσιογραφίσκους τους, με τους ποιητάκους τους, με τους φιλοσοφάκους τους, με τα πανεπιστημιάκια τους, με τους ερωτάκους τους, με τα μικρά κοντόθωρα μυαλουδάκια τους, με την σεμνοτυφιούλα τους, με τους μύθους τους για πρωτιά τους σε όλα, με το μίσος τους για ό,τι καλό, με τα δανεισμένα λεφτουδάκια τους, με τις ένοπλες αδυναμίες τους, με τη βιομηχανιούλα τους, με την ιατρικούλα τους, με την διασκεδαστική μεγαλομανιούλα τους, μισώντας εαυτούς και αλλήλους, καταρώμενοι την τύχη που φταίει για όλα, φανταζόμενοι τι «θα έκαναν αν», κραυγάζοντες γοριλλοειδώς, φοβούμενοι το φως και σκάβοντας όπως οι τυφλοπόντικες το έδαφος κάτω από το οποίο ζουν. Και κάπου κάπου φουσκώνουν την φούσκα που, όπως τα τουκάν-τουκάν, έχουν κάτω από το λαιμό τους, και αλληλοθαυμάζουν τη δύναμη και την ομορφιά τους ώσπου ο αέρας με θόρυβο να τους βγει από τα φουσκωτά τους υπολαίμια μπαλόνια και να τους αφήσει κι αυτός.
Ένας λαός προερχόμενος από ανάμιξη πολλών άλλων, που όμως δεν ευτύχησε να βγει λαός πολιτισμένος όπως εμείς. Και αυτό είναι φυσικό αφού οι συνιστώσες του είναι οι νοτιοευρωπαίοι, οι βαλκάνιοι και οι τούρκοι. Ενώ εμείς…τι να στα λέω, τα ξέρεις.
Ελίζαμπεθ! Τι τρομερό να ζεις σε μια τέτοια χώρα! Μη φύγεις ποτέ από την Αμερική! Και όταν ακόμα θα γίνεις καλά, μη φύγεις ποτέ από την ευλογημένη χώρα μας. Κι εγώ θα παραιτηθώ από τη δουλειά μου για να είμαστε μαζί.
Οι ουρανοξύστες μας διαλαλούν το μεγαλείο της τρυπώντας τα σύννεφα και δείχνοντας τη δύναμή μας-δύναμη που την πετύχαμε δουλεύοντας όλοι μαζί με αγάπη για τον άνθρωπο, με σκοπό και με σύστημα. Οι δρόμοι μας, πεντακάθαροι και πλατιοί, είναι το αντικαθρέφτισμα της σταθερής και με ασφάλεια πορείας μας προς τα εμπρός, προς το λαμπρό μας μέλλον. Εμείς παίρνουμε δόξα στα πεδία όχι μόνο των μαχών, αλλά και στους δυσκολότερους αγώνες-τους αγώνες της ειρήνης. Εμείς δεν αρκούμαστε στο αξεπέραστα όμορφο της φύσης της πατρίδας μας, αλλά και ό,τι δημιουργούμε φροντίζουμε να είναι κι αυτό όμορφο: τα σπίτια, οι κήποι μας, τα πάρκα, οι χώροι διασκέδασης και εργασίας , ώστε να ζούμε όλη τη ζωή μας μέσα στην ομορφιά. Τα παιδιά μας τα μαθαίνουμε από μικρά στην τήρηση των νόμων και τα εφοδιάζουμε από όταν είναι μικρά ακόμα με όλα όσα χρειάζονται για να περάσουν μια ζωή αξιοπρεπή, με σεβασμό στον άνθρωπο και στο περιβάλλον.
Η ελευθερία μας για πρώτη φορά στον κόσμο είναι πραγματική ελευθερία: θρησκευτική, λατρείας, πνεύματος, ιδεών, λόγου, αυτοπροσδιορισμού του ατόμου. Και το Σύνταγμά μας εγγυάται τις προσωπικές ελευθερίες.
Η δημοκρατία μας είναι υποδειγματική. Μακριά είναι ακόμα η Ευρώπη, όσο και αν το προσπάθησε να την πλησιάσει, από του να χτίσει μια πολιτική ένωση που να πλησιάζει καν τη δική μας. Δικαιοσύνη, Παιδεία, ζηλευτές. Ως για τους φτωχούς, που δεν γίνεται να μην υπάρχουν σε κάθε χώρα, ζουν κι αυτοί απολαμβάνοντας όλα τα απαραίτητα για μια ζωή αξιόπρεπη αγαθά, που απλόχερα η πολιτεία μας φροντίζει να τους παρέχει.
Πού στην Ευρώπη -και όχι μόνο στην Ελλάδα- μπορείς να βρεις όσα η πατρίδα μας παρέχει στους πολίτες της;
Ο Θεός να ευλογεί την Αμερική.
Και όταν ο αμερικάνος δώσει το χέρι για μια συμφωνία, τίποτα δεν μπορεί να τον κάνει να αλλάξει απόφαση. Κοροϊδίες και αθετήσεις και εξυπνάδες δεν υπάρχουν.
Αλλά αξίζει να σου εξηγήσω τι θεωρούνται εξυπνάδες στην Ελλάδα. Έξυπνος λοιπόν εδώ θεωρείται εκείνος που μπορεί να κοροϊδεύει τον άλλο, αθετώντας με διάφορες προφάσεις κάτι συμφωνημένο, πουλώντας κάτι ακριβότερα από την τιμή του, επικρατώντας με αθέμιτα μέσα σε διενέξεις, προηγούμενος με ύπουλο τρόπο σε κάτι μικρό ή μεγαλύτερο στις κοινωνικές του ή άλλου είδους σχέσεις με τον συνάνθρωπό του. Και κουτός είναι εκείνος που δεν μεταχειρίζεται τέτοιες μεθόδους. Για να καταλάβεις τι εννοώ, σκέψου ότι οι γάλλοι, οι γερμανοί και γενικά οι βορειοευρωπαίοι, χαρακτηρίζονται από τον «έξυπνο» έλληνα σαν «κουτόφραγκοι», εμείς δε, οι αμερικάνοι, σαν (κουτο)«αμερικανάκια»…
Αλλά ας ξαναγυρίσω, αν και δεν τελειώνουν αυτά, στην αναφορά όσων ευχάριστων απολαμβάνει ο αμερικανός πολίτης ζώντας στην μεγάλη μας χώρα. Πράγματα που και τα ξέρω και τα ξέρεις, όμως μέσα στη βρωμιά που ζω θα τα γράψω και πάλι, γιατί ενόσω τα γράφω, τα απολαμβάνω σαν να ήμουν εκεί…
Ο χρόνος στην Αμερική είναι φίλος και σύμμαχος του ανθρώπου και όχι δυνάστης και εχθρός του. Δεν μπορούμε να τον καταλάβουμε όπως κανένας άνθρωπος δεν μπορεί, όμως δεν αφήνουμε να καταστρέφεται η ζωή μας με βιασύνες να προλάβουμε κάτι ή με θρήνους για το τέλος της. Ζούμε απολαμβάνοντας τη ζωή και ό,τι καλό έχουμε μέσα της δημιουργήσει, βιασύνη για τίποτα δεν μας κατέχει, ο ένας δεν υποβλέπει τον άλλον για τα αγαθά που έχει. Και αυτό, πάντοτε πράττοντας όπως η ευγένεια και οι νόμοι της πατρίδας μας ορίζουν. Και η μεγάλη μας πατρίδα αμείβει εκείνον που προσπαθεί. Και αν πάλι αυτός δεν τα καταφέρει, αυτό δεν σημαίνει ότι θα είναι ένας παρακατιανός πολίτης. Οι έχοντες, μέσω των δίκαιων νόμων μας, φροντίζουν να καλοπερνούν και οι μη επιτυχόντες, ώστε να μην υπάρχει μισαλλοδοξία για εκείνους που κέρδισαν αυτό για το οποίο προσπάθησαν.
Η Δικαιοσύνη στέκει πάντοτε στο ύψος της. Οι νόμοι τηρούνται απαρέγκλιτα, οι δικαστές φέρονται πάντοτε ανθρώπινα και πριν ανέβουν στην έδρα, θα έχουν κάνει ό,τι είναι δυνατό για να επιλυθεί φιλικά η όποια διαφορά ανάμεσα στους αντίδικους.
Τα όνειρα στην Αμερική πραγματοποιούνται. Δουλειά, εξυπνάδα, να! τι μόνο χρειάζονται γι αυτό.
Το κράτος μας, μας προφυλάσσει από κάθε εξωτερικό εχθρό με το υπουργείο Άμυνας και το υπουργείο Εξωτερικών. Από κει και πέρα εμείς δεν έχουμε παρά να υπακούμε τους νόμους μας και να δουλεύουμε προφυλαγμένοι από κάθε κίνδυνο. Με ασφάλεια, επιδινόμαστε στη δουλειά μας, πλουταίνοντας και την πατρίδα και εμείς ζώντας μια ζωή ευχάριστη και απολαυστική.
Οι αστυνομικοί μας ποτέ δεν θα ενοχλήσουν όποιον έχει δίκιο, θα τσακίσουν όμως τον παραβάτη των νόμων, όπως επιτάσσει το καλό των νομοταγών πολιτών. Έτσι δουλεύει η κοινωνία μας.
Στις συναλλαγές μας είμαστε ευγενικοί ο ένας με τον άλλο.
«Φακελάκι» και «μέσον» δεν χρησιμοποιούμε ποτέ στις δοσοληψίες μεταξύ μας.
«Φακελάκι»- κάτι αδιανόητο για τη χώρα μας-είναι η πληρωμή χρημάτων σε κάποιον υπάλληλο δημόσιο ή ιδιωτικό, επιπλέον εκείνων που του δίνει η υπηρεσία του, προκειμένου να κάνει τη δουλειά του εξυπηρετώντας το λαό(!)
Μα πρέπει να μάθεις και τι είναι το «μέσον». «Μέσον» λοιπόν είναι η χρησιμοποίηση κάποιου γνωστού με μεγάλη κοινωνική, πολιτική ή παρόμοια με αυτές δύναμη, προκειμένου αυτός να μεσολαβήσει για να επιτευχθεί κάτι εντελώς νόμιμο από έναν υπάλληλο του κράτους. Τώρα ξέρεις ότι αδιανόητο είναι να υπάρξει και κάτι τέτοιο στη χώρα μας.
Φακελάκι λοιπόν και μέσον, είναι δυο απαραίτητες πρακτικές, αν θέλεις να τελειώσεις εδώ κάποια δουλειά σου.

Οι δρόμοι μας στην πατρίδα αντηχούν από γέλια και χαιρετισμούς του ενός προς τον άλλο σε κάθε συνάντηση.
Οι κοπέλες μας δεν είναι σεμνότυφες παρά είναι ελεύθερες να ζήσουν τη ζωή τους. Και είναι αυτές που όταν συναντιούνται με κάποιον άγνωστο στο δρόμο, πρώτες αυτές θα χαιρετίσουν. Αντίθετα από ό,τι εδώ, που οι κοπέλες όταν δουν να έρχεται από απέναντι κάποιος άντρας, πιάνουν την αντίθετη από κείνον μεριά του δρόμου, κατεβάζουν το κεφάλι και το στρέφουν προς την άλλη μεριά ώστε να μη τον βλέπουν. Και αυτές τις κοπέλες τις λένε «καλές»-τι θέλουνε να πούνε άραγε;
Όταν μπεις σε μαγαζί στην πατρίδα, οι υπάλληλοι σκοτώνονται ποιος να σε εξυπηρετήσει και όταν ακόμα αποφασίσεις, αφού δεις όλα, ότι τίποτε δεν σου κάνει και φεύγεις χωρίς να αγοράσεις τίποτε, ο καταστηματάρχης θα έρθει μαζί σου ως την εξώπορτα του καταστήματος και ανοίγοντας την πόρτα θα σου πει χαμογελώντας: Σας ευχαριστούμε, να μας ξαναέρθετε. Εδώ οι καταστηματάρχες σε διώχνουν από το μαγαζί τους.
Έχω γίνει μάρτυρας της ευτυχίας που ακτινοβολούν όσοι ξένοι πετυχαίνουν να γίνουν πολίτες της ευτυχισμένης πατρίδας μας. Και πώς να μην είναι έτσι αφού καμία πατρίδα, όταν ξεπεράσει κανείς το νόστο της συνήθειας για τη χώρα από την οποία προέρχεται, δεν συγκρίνεται με τη δική μας και καμιά ευτυχία με εκείνην που βρίσκει καθένας μέσα στην ζωή της Αμερικής!
Όλα εκεί είναι καμωμένα έτσι που να εξυπηρετούν τον άνθρωπο και τις ανάγκες του. Ανάγκες επιβίωσης, κοινωνικές, ψυχολογικές, αισθητικές, πολιτικές, θρησκευτικές, πολιτισμικές, πνευματικές.
Μια έξοδος από το σπίτι σου για μια βόλτα στη γειτονιά, σε φέρνει σε επαφή με την τάξη, την καθαριότητα, την σοφή εκμετάλλευση του χώρου ώστε το μάτι και η ψυχή ούτε να ανιά ούτε να οικτίρει την καλαισθησία σε ό,τι δημόσιο.
Αν βγεις για ένα Σαββατοκύριακο έξω από την πόλη, παντού φιλόξενες γωνιές με μεταξύ τους διαστήματα διαδρομής ευεργετικά του ψυχισμού του οδηγού ή του επιβάτη των τόσων ειδών μεταφορικών μέσων της ευλογημένης πατρίδας μας. Και ο εκάστοτε προορισμός, έτοιμος να ανανεώσει τη διάθεση για συνέχιση της ζωής μέσα στην πόλη, με αγάπη προς μια τέτοια χώρα που φροντίζει τον κάτοικό της όπως κι αυτός νοιάζεται για κείνη.
Όσο όμως ευτυχείς γίνονται ακόμα και οι έλληνες στην πατρίδα μας, όσοι από αυτούς δεν έχουν βγει από τη χώρα τους είναι όσο γίνεται αντιαμερικανοί. Για ό,τι άσχημο συμβαίνει στην Ελλάδα φταίνε οι αμερικάνοι. Η Παιδεία τους πάει από το κακό στο χειρότερο; Φταίνε οι αμερικάνοι. Αυξήσεις στους μισθούς δεν δίνονται; Φταίνε οι αμερικάνοι. Καίγονται τα δάση τους; Φταίνε οι αμερικάνοι. Ο καιρός χάλασε; Οι αμερικάνοι άλλαξαν το κλίμα. Η ΔΕΗ ακρίβηνε; Φταίνε κι αμερικάνοι. Γριππιάζεται η Ελλάδα; Κάποιον ιό άφησαν ελεύθερο στην Ελλάδα οι αμερικάνοι. Τα τρόφιμά τους είναι βλαβερά για την υγεία τους; Τα ραντίζουν με μυστικές ουσίες οι αμερικάνοι.
Ξέρω πως το βρίσκεις παράλογο, όμως σου είπα, η Ελλάδα είναι η χώρα του παραλογισμού.
Και κάθε που γίνεται μία πορεία ή ένα συλλαλητήριο από τα πολλά που γίνονται εδώ, η κατάληξή του είναι η αμερικάνικη πρεσβεία. Κατά τα άλλα προσπαθούν να μας μιμηθούν, αν και όσο πιο άσχημα μπορούν…
Τι να γίνει; Αφού η μοίρα ήθελε την ύπαρξη και ενός λαού πάνω στη γη τόσο διαφορετικού από όλους τους άλλους, θα ζήσουμε μ’ αυτούς.
Όμως Αγαπημένη, αν ο Θεός με αγαπάει, αν κάποτε έκανα κάτι για το οποίο να αξίζω να εισακουστεί μια ευχή μου, ένα ζητάω από το Υπέρτατο Όν: να μη μου δώσει το θάνατο μακριά από την πατρίδα.
Αλλά ξαναγυρίζω στην Ελλάδα.
Ο λαός, πάντοτε ήξερε ότι η αιτία της κακοδαιμονίας του είναι το πολιτικό σύστημα και όσοι το υπηρετούν. Ως την Κρίση όμως μόνον εψιθύριζε στις παρέες του ότι οι πολιτικοί κλέβουν. Τώρα τους το φωνάζει κατάμουτρα όποτε τους συναντάει, συνοδεύοντας τις κραυγές «Κλέφτες! Κλέφτες! Όλοι είσαστε κλέφτες!» με την εκσφενδόνιση εναντίον τους γιαουρτιών, λαχανικών, καρεκλών και με ό,τι άλλο βρίσκει κάθε φορά πρόχειρο και βολικό. Και δεν κάνει εξαίρεση για κανέναν πολιτικό.
Οι πολιτικοί αντιδρούν σ’ αυτό με την επωδό: «Δεν είμαστε όλοι κλέφτες», που την επαναλαμβάνουν όπου βρεθούν.
Αλλά το «δεν είμαστε όλοι κλέφτες» τελικά καταλήγει να σημαίνει «δεν είναι κανένας από εμάς κλέφτης». Διότι ούτε η Δικαιοσύνη έχει τιμωρήσει κάποιον από αυτούς για κλοπή, ούτε κανείς όπως είναι φυσικό έχει δει κάποιον πολιτικό την ώρα που αρπάζει τα χρήματα από το ταμείο του κράτους.
Πώς λοιπόν οι πολίτες είναι τόσο σίγουροι ότι οι πολιτικοί και οι «δικοί» τους άνθρωποι κλέβουν;
Επειδή κι εγώ είχα την ίδια απορία, ρώτησα φίλους έλληνες που μου εξήγησαν το πώς.
Είναι λοιπόν που οι πολιτικοί μπαίνουν στην πολιτική φτωχοί και σε λίγο καιρό είναι πάμπλουτοι. Είναι που δεν συμφωνούν με την απαίτηση του λαού να ισχύσει το «πόθεν έσχες» και γι αυτούς. Είναι που και «δικοί» (των πολιυικών) άνθρωποι ξαφνικά εμφανίζονται πλούσιοι. Είναι που έχουν ψηφίσει νόμους που τους επιτρέπει να μείνουν ατιμώρητοι για όποια κλεψιά κι αν κάνουν. Είναι τέλος που σε όποιο σκάνδαλο βγει στη φόρα, από πίσω κρύβεται ένας πολιτικός.
Μη μου πεις ότι έχει άδικο ύστερα απ’ αυτά ο λαός.
Και λέω κι εγώ, αν υπάρχουν κάποιοι που δεν κλέβουν, πώς δεν φανερώνουν εκείνους που κλέβουν; Ή πώς δεν παραιτούνται; Ή πώς ψηφίζουν τους νόμους που αφήνουν ατιμώρητους τους κλέφτες; Και αν λοιπόν αυτοί οι κάποιοι δεν κλέβουν, δεν είναι συνεργοί στο έγκλημα;
Όλοι λοιπόν δεν είναι ένοχοι ενώπιον του λαού;
Σου έγραψα και πιο πάνω ότι για να γίνει κανείς δεκτός σαν υποψήφιος βουλευτής, πρέπει να είναι πάμπλουτος. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχει κατακλέψει το λαό που τώρα θέλει να «υπηρετήσει»; Γιατί πώς έγινε πλούσιος παρά εκμεταλλευόμενος τους άλλους; Τα λεφτά δεν τα έχει κλέψει από το λαό; Τα χρήματα που έχει δεν έλειψαν από τους φτωχούς που δούλεψαν χωρίς να πληρωθούν; Κλέφτες λοιπόν είναι όλοι και πριν γίνουν βουλευτές, αλλά και συνεχίζουν το θεάρεστο χόμπι τους και σαν βουλευτές.
Στην ιστορία της Ελλάδας, μόνον οι πρώτοι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ μπήκαν φτωχοί στην πολιτική. Και με την κλοπή έγιναν κροίσοι σε ένα έως δέκα χρόνια. Οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας ήταν πλούσιοι και πριν μπουν στην πολιτική. Και αυτή είναι η διαφορά των μεν από τους δε. Οι πασοκικοί βουλευτές έκλεψαν μόνο όντας βουλευτές, οι νεοδημοκράτες από πριν μπουν στην πολιτική. Τα κόμματα που δεν έχουν γίνει κυβέρνηση ακόμα, περιμένουν πώς και πώς να γίνουν, ώστε να κλέψουν κι αυτοί και ως βουλευτές. Γιατί και εκεί, βουλευτές γίνονται οι πλούσιοι μόνον.

Αλλά το κυριότερο και πιο διαδομένο ανάμεσά τους, είναι ο «ξύλινος λόγος» που μεταχειρίζονται οι πολιτικοί στις ομιλίες τους προς το λαό. Ο «ξύλινος λόγος» είναι ένας λόγος χωρίς συναίσθημα, χωρίς χρώμα, που δεν συνοδεύεται παρά από πολύ περιορισμένες ή καθόλου κινήσεις των χεριών ή του σώματος, ένας λόγος ρομποτικός όπως τον λέω εγώ, ή ένας λόγος που βγαίνει από στόμα ζόμπι. Ένας λόγος με ανέκφραστο πρόσωπο, με λέξεις άγνωστες για το λαό, λόγος που ο λαός άραγε δεν καταλαβαίνει.
Με τον τέτοιον λόγο οι πολιτικοί κερδίζουν στα μάτια του λαού ανωτερότητα, μιας και ο λαός δεν μπορεί να εξηγήσει όσα ακούει και νομίζοντας τον εαυτό του παρακατιανό σκύβει πιο πολύ το κεφάλι του μπροστά στα «ανώτερα» αφεντικά του.
Είναι όπως γίνεται με την Ελκκλησία. Αν ο λόγος του Θεού και τα λοιπά κείμενα της Εκκλησίας μεταφραστούν στα νέα ελληνικά, η Εκκλησία έσβησε και μαζί της και η θρησκεία.
Αυτός ο λόγος αποκόβει τους πολιτικούς από το λαό. Εκείνοι όμως έχουν τους δικούς τους ανθρώπους στους οποίους μιλούν ανθρώπινα. Είναι οι «δικοί» τους άνθρωποι, οι βοηθοί τους στην παρανομία την «νομιμοποιημένη» από τους ίδιους, αφού εκείνοι νομοθετούν. Είναι οι άνθρωποι που από την τέτοια σχέση αποκτούν περιουσίες, ενώ σε αντάλλαγμα εφοδιάζουν τους πολιτικούς με ψήφους την ώρα της κάλπης.
Έτσι ο λαός, αποξενωμένος από την πολιτική, ενδιαφέρεται για άλλα και κυρίως για τον αθλητισμό. Εκεί τον έχουν στρέψει φανατίζοντάς τον οι ίδιοι οι πολιτικοί. Ή προσβλέπει για βοήθεια στην Εκκλησία.
Το αθλητικό γεγονός το οποίο λατρεύει ο έλληνας είναι το ποδόσφαιρο. Πάθη, μίση, ενθουσιασμοί, αγώνες, είναι το περικάλυμμα αλλά και η ουσία της λατρείας αυτής. Αν την ίδια αφοσίωση που δείχνουν για το άθλημα αυτό, την κρατούσαν για τα Δημόσια πράγματα, η Ελλάδα θα μεγαλουργούσε.
Και ενώ οι έλληνες φοβούνται να ασχοληθούν με τα πολιτικά και δεν φανερώνουν ούτε τι ψήφισαν, δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να δηλώνουν περήφανα οπαδοί μιας ή άλλης ποδοσφαιρικής ομάδας.
Ως για την Εκκλησία, αυτή εκμεταλλεύεται τη φτώχεια και την αμορφωσιά του λαού, στην οποία αυτή με τη σύμπραξη των πολιτικών έχει καταδικάσει το λαό για να μεγαλώνει και να πλουταίνει. Ο Γκαίτε είχε πει ότι ο Χριστιανισμός θα πάει την ανθρωπότητα δέκα χιλιάδες χρόνια πίσω. Για τους έλληνες να υπολογίζουμε είκοσι χιλιάδες τα χρόνια.
Τα δύο εκκωφαντικά ακουόμενα ραδιοφωνικά δίκτυα σε όλη την Ελλάδα, είναι τα δίκτυα της Εκκλησίας και τα δίκτυα του ποδοσφαίρου. Δίκτυα που έχουν «πιάσει» στα βρόχια τους τούς δειλούς έλληνες και τους άγουν και τους φέρουν.
Ένα άλλο ιδεολόγημα των ελλήνων είναι ότι οι έλληνες είναι πρώτοι και καλλίτεροι σε όλα. Αυτό είναι κάτι που πιστεύουν όλοι οι έλληνες. Οι εκάστοτε ιθύνοντες τους έχουν εμφυσήσει αυτή την ιδέα. Και έχοντας την ιδέα αυτή βαθιά τους ριζωμένη, πιστεύουν ότι είναι οι πρώτοι ακόμα και εκεί που, όπως συνήθως συμβαίνει, είναι τελευταίοι σ’ αυτό.
Στην τάση τους αυτή οι ιθύνοντες έχουν βοηθούς τους τούς αρχαίους έλληνες, οι οποίοι κατά γενική ομολογία των σημερινών ελλήνων ήσαν σίγουρα πρώτοι σε όλα: επιστήμες, μυθολογία, φιλοσοφία, γλυπτική, ιστορία, γεωγραφία, κλπ κλπ. Μα ήτανε πρώτοι και στις ανακαλύψεις και στις εφευρέσεις. Αυτοί ανακάλυψαν την Αμερική, αλλά οι σύγχρονοι το κρύβουν λόγω ζήλειας από τους ανθρώπους. Αυτοί εφεύραν το πόλο, το ποδόσφαιρο και ένα σωρό άλλα παιχνίδια και αθλήματα σύγχρονα και όχι. Αν πει κανείς στους σημερινούς έλληνες ότι δεν έχουν καμία σχέση με τους αρχαίους έλληνες παρά μόνον το ότι κατοικούν στον ίδιο τόπο με εκείνους, εκείνοι βαφτίζουν αυτόν που το λέει ανθέλληνα και ησυχάζουν. Και αν κάποιοι ξένοι τους πούνε το ίδιο, ω! αυτοί ζηλεύουν, ή, το χειρότερο, θέλουν να τους αφανίσουν από το πρόσωπο της γης, αφαιρώντας τους όλες τους τις επιτεύξεις που είναι όλες ελληνικές.
Και εν πάσει περιπτώσει, ό,τι έχει ξεφύγει από το δαιμόνιο των αρχαίων ελλήνων, το ανακάλυψαν αυτοί-οι νέοι!
Οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι καλλιεργούν αυτές τις αυταπάτες στο λαό, ώστε αυτός να βρίσκεται στη μακαριότητα της πρωτιάς σε όλα, και να μη δίνει τη σοβαρότητα που πρέπει στις κλεψιές τους μιας και, διάβολε, δεν μπορεί άνθρωποι πρώτοι σε όλα να κλέβουν, κάτι λάθος γίνεται ή κάτι μικρό συμβαίνει και το παραφουσκώνουν κάποιοι. Γι αυτό και πείθονται ότι οι κλεψιές δεν είναι κλεψιές, αλλά είναι, όπως οι γνώστες όλων έλληνες πολιτικοί λένε, αβλεψίες, κακή διαχείριση, σπατάλη, λάθη.
Ακόμα οι τηλεοράσεις πείθουν τους έλληνες ότι είναι οι πιο φιλόξενοι άνθρωποι στον κόσμο και καθόλου ρατσιστές. Αυτό το λένε για ανθρώπους που χαρακτηρίζουν βούλγαρους τους βορειοελλαδίτες οι νοτιοελλαδίτες και χαμουτζήδες τους νότιους οι βόρειοι. Το λένε για τους ανθρώπους που έχουν τη γνώμη ότι Ελλάδα είναι μόνο κάτω από το αυλάκι και η υπόλοιπη είναι Τουρκία (αυλάκι είναι ο Ισθμός της Κορίνθου), για τους ανθρώπους που μισούν οι του ενός νομού τους του διπλανού, για τους ανθρώπους που είναι στα μαχαίρια κάθε χωριό με το διπλανό του.
Ως για τα κατορθώματα του έλληνα στα ξένα μέρη, φέρνουν για παράδειγμα πως οι έλληνες γίνονται καθηγητές πανεπιστημίων στη χώρα μας. Μα όλοι οι ξένοι αναδεικνύονται στα γράμματα στην Αμερική, επειδή εμείς αφήνουμε τους ξένους να ασχοληθούνε μ’ αυτά, κρατώντας εμείς τις μπίζνες μας, δηλαδή το χρήμα… Αλλά οι έλληνες «προοδεύουν» στο εξωτερικό και γιατί είναι καλοί υπηρέτες. Και εκεί οι εργοδότες είναι τα αφεντικά και οι έλληνες είναι οι δούλοι, οι υπηρέτες, μόνο που τώρα αυτοί οι έλληνες, βάζουν στην υπηρεσία των ξένων και το μυαλό τους, μιας και εκεί τους ζητάνε να τους υπηρετήσουν και μ’ αυτό, που, στην πατρίδα τους οι «ιθύνοντες» το θέλουν νεκρό ή άχρηστο και το έκαναν τέτοιο.
Στις παραπάνω ιδεοληψίες τους οι έλληνες βοηθιούνται και από πολλούς ξένους, μεταξύ των οποίων και μερικοί συμπατριώτες μας, οι οποίοι θαυμάζουν τον πολιτισμό και την δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας και μάλιστα λένε ότι ο σημερινός πολιτισμός μας έχει τις ρίζες του και είναι συνέχεια του αρχαίου εκείνου πολιτισμού.
Καθώς βλέπεις, οι έλληνες, φορώντας τις παρωπίδες της απαιδευσίας και της κακομοιριάς, δεν μπορούν οι καημένοι να δουν μακριά, με αποτέλεσμα να βλέπουν μόνο τα άσχημα που είναι κοντινά τους, τα οποία όμως είναι εύκολο να χειρίζονται κατάλληλα οι πολιτικοί, κάνοντάς τα να δείχνουν ουδέτερα, ή σαν η αιτία για την κακότητά τους να είναι οι ίδιοι οι έλληνες.
Οι έλληνες Ελίζαμπεθ είναι τα πιο κοφτερά μυαλά του Μεσαίωνα. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που μπορείς να πεις ότι, σαν πειραματόζωο, κάποιοι την είχαν καταψύξει τον Μεσαίωνα, την αποψύξανε στις μέρες μας και την έβαλαν να ζει ανάμεσα στα κράτη του εικοστού και του εικοστού πρώτου αιώνα. Με αυτοκίνητα, με κομπιούτερς, αλλά χωρίς ηθική, πολιτισμική και πνευματική ωριμότητα.
Αλλά ας πω λίγα, μαζεμένα εδώ, για τους δημοσιογράφους, τους συνεταίρους των πολιτικών στην καταστροφή της Ελλάδας, γιατί όσα και να πεις γι αυτούς οι ευθύνες τους δεν τελειώνουν.
Για τους δημοσιογράφους του ραδιοφώνου, της τηλεόρασης, του Τύπου:
-οι έλληνες είναι εργατικοί.
-οι έλληνες είναι φιλόξενοι και όλοι μαζί αλλά και κάθε πόλη, χωριό ή νομός χωριστά, μάλιστα συναγωνίζονται όλα αυτά μεταξύ τους για το ποιος είναι περισσότερο φιλόξενος. Η φιλοξενία τυχαίνει να είναι μεγαλύτερη όπου αναμένονται τουρίστες.
-οι έλληνες δεν είναι ρατσιστές.
-οι έλληνες μεγαλουργούν «έξω».
-οι έλληνες είναι ευγενικοί.
-οι έλληνες δεν είναι εγωιστές.
-οι έλληνες ενωμένοι καταφέρνουν τα πάντα.
-οι έλληνες δε φταίνε για ό,τι κακό συμβαίνει στη χώρα τους.
-οι έλληνες είναι υπερήφανοι. Γι αυτό και δεν ανέχονται να τους λένε άλλοι ότι είναι κλέφτες, ότι οι πολιτικοί τους δεν μπορούν να κυβερνήσουν και ότι οι ίδιοι δεν θέλουν να κυβερνηθούν, ότι ζούσαν για δεκαετίες με δανεικά, ότι είναι τεμπέληδες, ότι δεν κάνουν ό,τι συμφωνούν, ότι είναι ένας λαός κοιμισμένος, ότι είναι αμόρφωτοι, ότι δεν έχουν μπέσα, ότι είναι πρώτοι σε ό,τι άσχημο, ότι ψηφίζουν νόμους που δεν μένουν στα χαρτιά, ότι η χώρα τους είναι τεταρτοκοσμική, ότι οι υφασματέμποροι καταληστεύουν και άλλα.
-οι έλληνες έχουν δάφνες δόξας που κανένας άλλος λαός δεν έχει.
-οι έλληνες έχουν αλάνθαστο πολιτικό κριτήριο και κάθε φορά φέρνουν στην εξουσία όποιους ακριβώς χρειάζεται η χώρα!
Λαός λοιπόν που ψηφίζει εκείνον που θα του διορίσει το γιο, λαός που ψηφίζει εκείνον τον πολιτικό που του έδωσε ένα κατοστάρικο κομμένο ση μέση με την υπόσχεση πως αν εκλεγεί θα τους δώσει και το άλλο μισό, λαός που ψηφίζει κάποιο κόμμα ή κάποιο άτομο «γιατί αυτό κάνει για χρόνια η οικογένειά μου», λαός που ψηφίζει πολιτικό γιατί είναι κουμπάρος του, αυτός ο λαός έχει αλάνθαστο πολιτικό κριτήριο… Τι να πεις... Όμως μην τολμήσει κανείς δημοσιογράφος ή πολιτικός να πει το αντίθετο, γιατί τότε οι καρέκλες και των δύο τρίζουν.

Κατά τους δημοσιογράφους:
-υπάρχουν πολιτικοί που ενδιαφέρονται για την Ελλάδα.
-οι πολιτικοί δεν είναι όλοι ίδιοι.
-το να λέμε ότι οι πολιτικοί είναι όλοι ίδιοι είναι ρατσισμός!!!
-το να έχουν αποκλειστεί από προσώπου Ελλάδας οι χουντικοί από τότε που έπεσε η χούντα, δεν είναι ρατσισμός.
-ρατσισμός δεν είναι να επιτρέπεται η κλοπή στους υπουργούς και στους βουλευτές δια νόμου, να αφήνονται στη μοίρα τους οι φτωχοί, να θεωρούνται όλοι οι ξένοι κλέφτες και δολοφόνοι, να ληστεύονται από την κυβέρνηση μόνον οι φτωχοί, να μην παρουσιάζονται στα ΜΜΕ εκπρόσωποι άλλων τάξεων πλην της πλουτοκρατίας, να μην φορολογούνται οι φίλοι των πολιτικών, οι υφασματέμποροι και οι ρουχέμποροι να προστατεύονται όταν υπερτιμολογούν μέχρι ληστείας τα εμπορεύματά τους, να αποκλείονται από τη δημοσιότητα εκπρόσωποι τάξεων ή κομμάτων αντίθετων προς τα δύο μεγάλα κόμματα, οι χουντικοί να έχουν εξαφανιστεί από προσώπου Ελλάδας από τότε που έπεσε η χούντα, να δημιουργούνται όλο και περισσότερα γκέτο.
-υπάρχουν πολιτικοί που δεν κλέβουν.
-η Ελλάδα είναι η ομορφότερη χώρα του κόσμου.
-η Ελλάδα έχει ιστορία δυόμισι χιλιάδων ετών.
-η Ελλάδα μπορεί να συντηρήσει και να προστατέψει τα μάρμαρα που της έχουν πάρει για να τα διαφυλάξουν και να τα συντηρήσουν αλλού.
-η Ελλάδα έχει τια καλλίτερες ακτές από όλα τα κράτη του κόσμου.
-η Ελλάδα έδωσε τα φώτα στην ανθρωπότητα.


Οι δημοσιογράφοι:
-ποτέ δε μιλάνε για πολιτικά στις εκπομπές τους ή στα γραφτά τους. Γι αυτό, πλην των εκπομπών όπου έχουν πολιτικούς καλεσμένους, απαγορεύεται να ειπωθεί κάθε τι που έχει σχέση με πολιτικά. Και ο λόγος είναι αυτός που ανθούν στην εδώ τηλεόραση οι κουτσομπολίστικες εκπομπές, που λέγεται σ’ αυτές οποιαδήποτε χαζομάρα, ακούγονται συνέχεια χαζοτράγουδα, όπου ασήμαντες «κυρίες» παίρνουν διαστάσεις αστέρων ανάμεσα στους ασήμαντους και ηλίθιους έλληνες. Και είναι αυτός ο λόγος που ανθούν οι αθλητικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί και τα αθλητικά τηλεοπτικά κανάλια, και αυτός είναι ο λόγος που βρίθουν οι θρησκευτικοί σταθμοί και κανάλια. Να μη «θιγούν» οι πολιτικοί και όλα είναι καλά…
-έχουν το ελεύθερο να κατηγορούν (εμμέσως και με τρόπο που να μην μπορεί κανείς να τους κατηγορήσει ότι μιλάνε εναντίον κάποιου κόμματος ή πολιτικού) όποιο κόμμα είναι στην αντιπολίτευση και να υμνούν το ίδιο όταν γίνει κυβέρνηση. Πολιτικά λόγια ακούγονται από το ραδιόφωνο μόνο όταν μιλάνε οι πολιτικοί γι αυτά, φωνάζοντας και βρίζοντας πάντοτε τους αντίπαλους (που πάντοτε υπάρχουν στο ίδιο «πάνελ» ακριβώς για να τσακωθούν μεταξύ τους).
-φέρνουν τους πολιτικούς στις εκπομπές τους δύο δύο για να τσακωθούν μεταξύ τους και οι εκπομπές τους να έχουν τηλεθέαση. Για να γίνει αυτό τους προκαλούν με ειδικές ερωτήσεις που γεννούν ή προάγουν την αντιπαλότητα. Όταν αρχίζει ο καυγάς, προσπαθούν, ψευδώς, για τα μάτια του κόσμου, να τους ηρεμήσουν. Οι πολιτικοί, ξέρουν, γιατί είναι συμφωνημένα όλα ανάμεσα στους δημοσιογράφους και σε κείνους, ότι οι προσπάθειες αυτές γίνονται για να εξάψουν περισσότερο τα πνεύματα (που δεν κατευνάζονται δα ούτε με τις παραινέσεις του οικοδεσπότη…) και συνεχίζουν δριμύτεροι. Όταν φτάσει στο απροχώρητο ο καυγάς, ο δημοσιογράφος, ενώ αυτοί αλληλομαστιγώνονται, τους κόβει. Έτσι η δουλειά έγινε και σήμερα με ευχαριστημένους και τους δύο αντιπάλους, αλλά και τον παρουσιαστή. Ο παρουσιαστής χαίρεται γιατί η εκπομπή του είχε τηλεθέαση ή ακροαματικότητα και ακόμη γιατί αυτός να! το είδαν όλοι εξάλλου, αυτός προσπάθησε να κάνει μια εκπομπή με ήρεμα πνεύματα, όμως εκείνοι δεν το θέλησαν, με αποτέλεσμα και ο παρουσιαστής, μην …αντέχοντας να παρουσιάζει καυγάδες από την εκπομπή του, αναγκάστηκε –ο καημένος- να κόψει τους διαφωνούντες… Και οι πολιτικοί είναι ευχαριστημένοι γιατί έδειξαν στον αρχηγό του κόμματος αλλά και στους ψηφοφόρους τους καθένας, ότι ξέρει να παλεύει, ότι υπερασπίζεται τα δίκαια της παράταξης ή της τάξης του μια δεν διστάζει να το κάνει ως και στην τηλεόραση που… τι ντροπή!... τον έβλεπε όλη η Ελλάδα να μαλώνει…
Και ο λύκος χορτάτος, και η προβατίνα ακέρια!
Η τηλεόραση είναι η αρένα των νεοελλήνων. Στα χρόνια της Ρώμης υπήρχε το Κολοσσαίο με τις μονομαχίες και τις θυσίες των χριστιανών και άλλων κακοποιών. Οι Ίνκας και άλλοι λαοί είχαν τις ανθρωποθυσίες που ζητούσαν οι θεοί τους.
Ο χριστιανισμός προσπάθησε να καταργήσει τις ανθρωποθυσίες υποδείχνοντας τα αρνιά σαν θύματα αντί για τους ανθρώπους.
Οι Ισπανοί έχουν την αρένα όπου σφαγιάζονται ταύροι και καμιά φορά και τορεαντόρς.
Ε, οι έλληνες έχουν την τηλεόραση! Και εδώ δεν σφαγιάζονται ταύροι, αλλά βόδια-οι έλληνες.



ΚΡΊΣΗ

Η Κρίση χτίζεται στην Ελλάδα από το 1981. Ο Παπανδρέου δεν έδωσε χρήματα στους φτωχούς παίρνοντάς τα από τους πλούσιους, αλλά έκανε τους πλούσιους φτωχούς και τους φτωχούς πλούσιους. Αυτό ο ίδιος το έλεγε υπερηφανευόμενος: «ο πλούτος άλλαξε χέρια». Δεν έδωσε Παιδεία στους απαίδευτους, αλλά άφησε κούτσουρα και όσους ήθελαν να μορφωθούν. Δεν έδωσε φτερά στο λαό αλλά έκοψε και τα φτερά όσων είχαν. Έβαλε τους άξεστους στα σαλόνια όχι μαθαίνοντάς τους να φέρονται, αλλά αναγκάζοντας και όσους είχαν τρόπους να συγχρωτίζονται μαζί τους. Σε γενικές γραμμές εξίσωσε τα πάντα προς τα κάτω. Κάτι πολύ εύκολο, γιατί σαν έλληνας κι αυτός, προτίμησε την εύκολη και τεμπέλικη λύση, αγνοώντας τα αποτελέσματα της τέτοιας ενέργειάς του.
Πίστη του ήτανε ότι οι υπουργοί μπορούν να λαδώνονται, αλλά όχι με πολύ μεγάλα ποσά. Για κάποιον υπουργό που είχε πάρει «δώρο» πεντακόσια εκατομμύρια δραχμές, είπε: «Όχι και πεντακόσια εκατομμύρια, τριακόσια τουλάχιστον».
Την ίδια στιγμή για να κρατήσει τους ψηφοφόρους του και για να κερδίσει κι άλλους μοίραζε τα χρήματα που έρχονταν από την ΕΟΚ στους ημέτερους, από υπουργούς έως τον τελευταίο πασοκτζή του τελευταίου χωριού της Ελλάδας. Έκανε δηλαδή ό,τι μπορούσε για να φέρει την κρίση στην Ελλάδα.
Τον ίδιο δρόμο ακολούθησε και ο Σημίτης, που σε κατηγορίες για τα σκάνδαλα απαντούσε μέσα στη Βουλή: «Γιατί φωνάζετε; Αυτή είναι η Ελλάδα!»
Μέχρι το ογδόντα ένα καταλήστευαν το Δημόσιο οι δεξιοί, που σημαίνει οι ταγματασφαλίτες, οι δοσίλογοι, οι χίτες. Όλοι αυτοί ήσαν που συνεταιρίστηκαν με τους γερμανούς κατακτητές πρώτα και με τους εγγλέζους κατόπιν. Μετά το ογδόντα ένα το Δημόσιο καταληστεύονταν από τους «σοσιαλιστές». Και «σοσιαλιστές» είναι εκείνοι που είχαν χωθεί στο Πολυτεχνείο ύστερα από την διαβεβαίωση ότι η χούντα πέφτει, για να καταλάβουν το κενό που θα άφηνε η πτώση της.
Και όπως οι πρώτοι, οικειοποιήθηκαν και εκμεταλλεύτηκαν το μίσος του λαού για τη δικτατορία του Μεταξά και καθιέρωσαν τη γιορτή της 28 Οχτώβρη εξοστρακίζοντας από το Δημόσιο και κοινωνικό βίο τους αριστερούς, έτσι και οι δεύτεροι οικειοποιούμενοι και εκμεταλλευόμενοι το μίσος του λαού για τη χούντα του Παπαδόπουλου, καθιέρωσαν τη γιορτή του Πολυτεχνείου εξοστρακίζοντας από τον πολιτικό, Δημόσιο και κοινωνικό βίο τους χουντικούς και τους δεξιούς. Ωραίες δημοκρατίες και οι δύο…
Η δημοκρατία των δεύτερων, των "ηρώων" όπως αυτοαποκαλούνται του Πολύτεχνείου, είναι αυτή που έφερε στο χάλι αυτό τη χώρα. Το όνομα του κόμματός τους που ρήμαξε τη χώρα είναι: "Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα". Τα αρχικά ο λαός τα έχει αναπτύξει, και σωστά: "Πανελλήνια Σοσιαλιστική Κονόμα". ("Κονόμα" σημαίνει στη γλώσσα του λαού παράνομο κέρδος.)
Η Νέα Δημοκρατία που ήρθε μετά το εικοσιπεντάχρονο φαγοπότι των «σοσιαλιστών», έχοντας μείνει μακριά από το τραπέζι για δεκαετίες, θεώρησε καλό να φάει με όλες της τις μασέλες για να ισοφαρίσει όσα είχε χάσει μέχρι τότε.
Και όταν είδε τα σκούρα, αποχώρησε.
Άφησε τη χώρα στα χέρια ενός ηλίθιου, του Γιώργου Παπανδρέου. Αυτός αποτελείωσε όσα είχαν μείνει στη μέση. Έβαλε τους έλληνες στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και τους έκανε φτωχότερους κατά τριανταπέντε τοις εκατό μέσα σ’ ένα χρόνο.
Χαρακτηριστικό της φασιστικής νοοτροπίας των πασοκτζήδων είναι η δήλωση του Λοβέρδου, ιταλόφερτου υπουργού, ότι «θα γίνει «μακελειό» αν κάποιος τολμήσει να σύρει τον Γιώργο Παπανδρέου στη Δικαιοσύνη για την κατάντια στην οποία έφερε τη χώρα. Καταλαβαίνεις σε ποια χώρα βρίσκομαι…
Και τώρα που η χώρα απαλλάχτηκε από τη φυσική παρουσία των ληστών της στο πολιτικό σύστημα, και τώρα που θα απολάμβανε τη ζωή χωρίς τους εκμεταλλευτές της, τώρα που οι τρεις οικογένειες έχουν ξεκουμπιστεί από το πολιτικό προσκήνιο, τώρα ήρθε η κρίση. Κρίση που οι τρεις εκείνες οικογένειες έφεραν στον τόπο, για να συνεχίσουν και απόντες να δυναστεύουν το λαό.
Οι έλληνες πώς αντιδρούν; Θα ρωτήσεις. Δεν αντιδρούν. Δέχονται όσα τους κάνουν χωρίς καμιά αντίδραση. Κάνουν μόνο καμιά πορεία και αυτό είναι όλο. Η ψυχή δεν κατοικεί εδώ.
Από την άλλη, οι πολιτικοί που είναι αίτιοι της καταστροφής πολιτών και χώρας, συμπεριφέρονται σαν να μην είναι αυτοί υπεύθυνοι για ό,τι έγινε. Και ακόμα χειρότερο σαν να μην έχει γίνει κάτι. Και τους βλέπεις να τσακώνονται για ψήφους, να διορίζουν δικούς τους, να ρίχνουν ο ένας την ευθύνη στον άλλο για ό,τι κατηγορούνται, να μπλέκουν ακόμα και τώρα σε σκάνδαλα, να κάνουν ό,τι το συμφέρον τους επιβάλλει σε κάθε περίσταση που θα πρέπει να διαλέξουν μεταξύ συμφέροντος και καθήκοντος.
Συμπεριφέρονται δηλαδή όπως πάντοτε. Σαν να μην έχει αλλάξει τίποτε στην Ελλάδα. Σαν αυτή να μην έχει φτάσει στο χείλος της αβύσσου εξαιτίας τους. Γιατί άραγε φέρονται έτσι; Μήπως κρύβουν τα αίτια της τέτοιας διαγωγής τους ακόμα και από την ίδια τους τη συνείδηση, όπως στις περιπτώσεις που ντρέπεται κανείς να ομολογήσει το αίτιο που τον σπρώχνει να κάνει την άλφα ή τη βήτα πράξη; Εξάλλου όταν ένας άνθρωπος κατακρίνει τον εαυτό του για μια πράξη που διέπραξε στο παρελθόν, φαντάζεται πως μπορούσε να πράξει διαφορετικά αν είχε βρεθεί κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Όμως αυτό είναι μια καθαρή αυταπάτη. Σε ακούω να με συμβουλεύεις να αφήσω κατά μέρος τις φιλοσοφίες. Αυτό και κάνω, ύστερα εδώ μας ενδιαφέρουν τα αποτελέσματα.
Οι ευρωπαίοι πάντοτε ήξεραν τι είναι οι έλληνες. Δεν τους πολυένοιαζε, όμως και δεν μιλούσαν. Τώρα που τα τερτίπια των ελλήνων επηρεάζουν και αυτούς, τώρα λένε τη γνώμη τους για την Ελλάδα και τους έλληνες χωρίς περιστροφές. Τους λένε ότι οι πολιτικοί τους είναι ανίκανοι να κυβερνήσουν και οι έλληνες δεν θέλουν να κυβερνηθούν. Τους λένε ότι δεν κάνουν ό,τι έχουν συμφωνήσει να κάνουν μαζί τους. Και οι έλληνες όταν τα ακούνε αυτά δυσανασχετούν και λένε: «Είμαστε υπερήφανος λαός, δεν δεχόμαστε να μας λένε τέτοια» Και αυτό το επαναλαμβάνουν οι πληρωμένες τηλεοράσεις και το διατυμπανίζουν οι πληρωμένοι (δηλαδή όλοι οι) δημοσιογράφοι και στη Βουλή υψώνονται φωνές που καταδικάζουν τα λεχθέντα από τους ξένους! Και συνεχίζουν τα ίδια και τα ίδια, έχοντας καθαρίσει με τις κατηγορίες που ακούστηκαν μόνο που τις «καταδίκασαν»! Έλληνες! Σου τους περίγραψα πιο πάνω. Σε όσα σου είπα βάλε δέκα φορές άλλα τόσα και θα έχεις πλήρη την ταυτότητα της Ελλάδας. Και αρχίζει πάλι να ξανάρχεται στη ζωή των ελλήνων ό,τι μπορεί να τους τονώσει το ηθικό (τη βλακεία τους δηλαδή) και ό,τι θα τους κάνει να ξεχάσουν την κατάσταση στην οποία βρίσκονται: οι μεγάλες ιδέες ξαναγυρίζουν, οι εφημερίδες συναγωνίζονται στην παρουσίαση από τις σελίδες τους άρθρων υπέρ της ελληνικότητας της Ελλάδας και της υπεροχής των ελλήνων έναντι των άλλων λαών, το «δαιμόνιο του έλληνα» υπερυψούται, η θρησκεία τρίβει τα χέρια της, συγγραφείς παλιοί γαλουχούν και πάλι με τα πατριδολατρικά τους κείμενα την ανικανότητα των ελλήνων, οι χίτες και οι ταγματασφαλίτες ξεσκονίζουν τα όπλα τους, οι τηλεοράσεις ξανάρχισαν τα πατριωτικά τους, η ρίμα στα ποιήματα ξαναγυρίζει, η «ανωτερότητα» της Ελλάδας τονίζεται και ξανατονίζεται, πάλι χτίζονται ιδέες με τα ράκη της αξιοπρέπειας, της ανθρωπιάς, με τη βλακεία.
Από τη μια μεριά το παπαδαριό, οι πολιτικοί, οι καναλάρχες, οι εργοστασιάρχες, οι βιομήχανοι, οι εφοπλιστές, οι κάθε φύσεως και επαγγέλματος «μεγαλο…» και όλοι οι πλούσιοι, για να κρατήσουν τα κεκτημένα τους (το χρήμα), ομνύουν στον πατριωτισμό, λυσσάνε υπέρ της ομοψυχίας των ελλήνων σαν απαραίτητης προϋπόθεσης για την έξοδο από την κρίση, επικαλούνται το Θεό, ξαναγυρίζουν στο αρχαιοελληνικό «κλέος», προπαγανδίζουν την ισότητα όλων μπροστά στον κίνδυνο.
Στην άλλη μεριά οι έλληνες με το καθαρό βλέμμα που ξέρουν ότι όλα αυτά είναι κουραφέξαλα και ότι τα σπουδαία πράγματα είναι η δίκαια κατανομή του πλούτου και η Παιδεία. Τα δύο αυτά ξέρουν πως είναι υπεραρκετά για να βγούμε από την κρίση μέσα σε μια νύχτα.
Στη μέση οι κακομοίρηδες φοβισμένοι από τις απειλές της πρώτης μεριάς.
Μόνον αν ξεδοντιαστεί η πρώτη μεριά, και η κρίση θα περάσει και ο ελληνικός λαός θα μεγαλουργήσει όπως ποτέ μέχρι σήμερα.
Μα ποιος θα την ξεδοντιάσει; Μια επανάσταση.
Ποιος θα κάνει την επανάσταση; Κανείς
Γιατί;
Γιατί με όλα τα παραπάνω όντας μολυσμένες οι μήτρες και τα αίματα των ελληνίδων, καμία τους δεν μπορεί να γεννήσει τον Ηγέτη.
Γι αυτό και η Ελλάδα είναι χαμένη υπόθεση.
Και η κρίση μεγαλώνει και ο έλληνας μικραίνει (που λέει ο λόγος, γιατί στο σημείο μικρότητας που έχει φτάσει το απόμενο βήμα είναι η εξαφάνιση).
Εμείς κάνουμε βήματα στέρεα και σιγουρεμένα προς το πεπρωμένο μας. Αυτοί στο πρώτο σαθρό τους βήμα στη ζωή, γυρνάνε πίσω τρομαγμένοι. Και τώρα γυρίζουν στο μαγκάλι, στη λάμπα πετρελαίου, στην ανύπαρκτη Παιδεία, στο θάνατο από έλλειψη γιατρών και φαρμάκων, στην καλλιέργεια των χόρτων και ζαρζαβατικών του σπιτιού, στα λιωμένα και δυσεύρετα ρούχα και παπούτσια, στο μάζεμα στις αυλές τα βράδια ώσπου να έρθει η ώρα του ύπνου, στη μπουγάδα στη σκάφη, στα χαμόσπιτα και στη βρωμιά τους, στα ποντίκια και στις κατσαρίδες τους, στο πρωινό ψωμοτύρι, στα θεατρικά μπουλούκια, στις δικτατορίες και στα «κινήματα», στο βούρκο της βαρβαρότητας, στον πρωτογονισμό του πνεύματος, στη λήθη, στην κακομοιριά και στη μιζέρια τους-μ’ ένα λόγο γυρνάνε στη σειρά τους.
Και ο φασισμός, η ενδημική νόσος της Ελλάδας, που μέχρι τώρα κρύβονταν κάτω από τα φουστάνια της Βουλής ή ανάμεσα στα χαρτονομίσματα των πλουσίων, φουντώνει τώρα που η χώρα βρίσκεται σε κρίση και δεν έχει υγιείς δυνάμεις να αντιπαρατάξει εναντίον της.
Ξανάρχονται λοιπόν οι φανατισμοί και το κλείσιμο στον εαυτό.
Όταν οι Μακεδόνες είχαν καταλάβει την αρχαία Ελλάδα, τα ελληνικά κράτη-πόλεις ξανάβαλαν μπροστά τους τραγικούς ποιητές τους και έχτιζαν θέατρα χιλιάδων θέσεων για να τους ανεβάσουν, ελπίζοντας να ξυπνήσουν το κοιμισμένο πια φρόνημα των τότε ελλήνων.
Σήμερα στον ίδιο τόπο ξανάρχονται οι δογματισμοί, τα πάθη, η μισαλλοδοξία, η εμπάθεια, οι ακρότητες, οι φονταμενταλισμοί.
Στις τηλεοράσεις επανέρχονται παλιές πατριωτικές εκπομπές, ξεθάβονται ντοκιμαντέρ πατριδολατρικά, μπαίνει στην καθημερινότητά τους το Εικοσιένα, πρόσωπα-απόγονοι χιτών και χουντικών προβάλλονται. Στα ραδιόφωνα το ίδιο. Στα περιοδικά το ίδιο. Οι λόγοι των πολιτικών τους ξαναπροσφέρουν στο λαό την εσωστρέφεια, πατρίδα θρησκεία οικογένεια αντικαθιστά ολοένα και περισσότερο την τριάδα ελευθερία ισότητα δικαιοσύνη. Κόμματα φασιστικά όπως κάποιου Καμένου γεννιούνται, το σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ χάνει όση σοσιαλιστικότητα στα χαρτιά μόνον είχε, η Νέα Δημοκρατία με αρχηγό δεξιότερον του Καρατζαφέρη προσπαθεί να κρύψει το φασιστικό της πρόσωπο μέχρι τις εκλογές.
Και όσοι έφεραν τη χώρα στο χάλι που βρίσκεται, ζητάνε πάλι την ψήφο του λαού. Ο τρώσας και ιάσεται; Ναι μα χωρίς ίαμα πώς;
Πού θα οδηγήσει άραγε η κακή μοίρα τους τούς έλληνες αυτή τη φορά;

Από την Ελλάδα λείπει ο Ηγέτης. Ένας ηγέτης που πρώτα θα καταλάβει τι γίνεται γύρω του και ύστερα θα πει την αλήθεια γι αυτό στο λαό. Αυτό χρειάζεται. Ύστερα όλα τα καλά θα ακολουθήσουν. Το υλικό που θα δουλέψει αυτός υπάρχει: ένας λαός απελπισμένος και αγανακτισμένος, έτοιμος να δεχτεί Εκείνον που θα τον οδηγήσει στην ελπίδα για ένα καλλίτερο αύριο, στην πεποίθηση ότι η ελπίδα αυτή θα καρπίσει και τέλος στο στήσιμο πάλι της χώρας στα πόδια της. Τώρα όμως σε γερά πόδια, που να μπορούν να την πάνε μπροστά. Ίσως θα πρέπει να καταπέσει ακόμα η Ελλάδα και τότε να έρθει ο Ανορθωτής. Είναι η μόνη ελπίδα. Αν δεν έρθει, αν οι καιροί δεν τον χτίσουν, τότε η Ελλάδα, η χώρα όπου η δουλοπρέπεια βαφτίζεται τουρισμός, η χώρα όπου η κλοπή λέγεται εμπόριο, η χώρα όπου άνθρωποι των σπηλαίων γίνονται ξενοδόχοι, η χώρα όπου οι σάυλώκ τους έχουν γίνει υφασματέμποροι, χάνεται δια παντός.
Αγαπημένη μου, σε φιλώ ευχόμενος οι ελπίδες του γιατρού για γρήγορη ανάρρωση να γίνουν πραγματικότητα.
Σύντομα θα σε δω
Με αγάπη
Ο σύζυγός σου που σε αγαπάει.