Είχα γνωρίσει μια κυρία πριν από τριάντα πέντε χρόνια.
Την ξανασυνάντησα-τηλεφωνικά- πριν δυο μήνες.
Τώρα είναι που έμαθα ότι είναι ποιήτρια.
Είχε ακουστά για μένα και θέλησε να επικοινωνούμε ποιητικά, μιας αλλιώς δε γίνεται (μας χωρίζουν τετρακόσια τουλάχιστον χιλιόμετρα).
Με δασκάλεψε και έφτιαξα επιτέλους ένα ιμέιλ και… αλληλοϊμειλζόμαστε.
Σκέφτηκα να φέρνω εδώ ό,τι στέλνω σε κείνην, αφήνοντας έτσι κατά μέρος την τυραννία της επιλογής τι να βάζω εδώ κάθε φορά.
Και με τα δικά της ποιήματα που μου στέλνει, σχολιάζει και κάθε ποίημα που της στέλνω. Και μερικές φορές βλέπει τα ποιήματά μου με μια διαφορετική από τη δική μου ματιά.
Χτες της έστειλα τη «ΝΙΚΗ»:
Η ΝΊΚΗ
Ο βασιλιάς καθόταν στον χρυσό του θρόνο.
Λίγο θλιμμένος.
Λίγο σκεφτικός.
Δίπλα του
πάνω στον άδειο θρόνο της βασίλισσας
ήρεμα ακουμπισμένο
το γράμμα του αρχιστράτηγου
και το μαχαίρι με το φρέσκο του αίμα-
μόλις φτασμένα και τα δυο:
"Μεγαλειότατε
αλλάξαν όλα.
Ο εχθρός εμπήκε.
Ατίμασα τα όπλα μου και την πατρίδα.
Αυτοκτονώ"
Κι απέξω από την πόρτα περιμένοντας
για να τον συγχαρούν
για μία νίκη που σε ήττα είχε αλλάξει,
οι ευγενείς, οι άρχοντες, ο κλήρος.
Έντεκα χρόνια βασιλιάς-έντεκα χρόνια πόλεμος.
Πόλεμος αδυσώπητος.
Σκληρός.
Έχασε στρατηγούς και στρατηγούς
κι αμέτρητους στρατιώτες.
Τέλος κουράστηκε
(πόσες φορές δεν είπε να τα παρατήσει...)
Αλλά κι ο εχθρός...
πανίσχυρος.
Tι εχθρός-απλά τονε ζηλεύαν
και βάλθηκαν να τονε καταστρέψουν.
Ως για προφάσεις άλλο τίποτα…
Και χτες όλα τελειώσανε με νίκη.
Επιτέλους δικαιώθηκε.
Πληρωμένη ακριβά δικαίωση,
όμως δικαίωση.
Ξεχύθηκε ο λαός στους δρόμους και αλάλαζε.
Φωτιές χαράς στις γειτονιές.
Τραγούδια επινίκια σε σπίτια και πλατείες.
Βέβαια
έντεκα χρόνια-μια ζωή-αγώνας
λίγο δεν ήταν δα.
Αυτό πολύ καλά κανείς το νιώθει.
Χτες όλα αυτά.
Και τη νύχτα...
Πότε προλάβανε κι ανασυντάχτηκαν;
Ποιες ενισχύσεις-κι από πού-τους ήρθαν;
Κι ορμή καινούργια τόση πού τη βρήκανε;
Χυμήξαν ξαφνικά
κι ότι είχε κερδηθεί το ξαναπήρανε
κι ότι κρατιόταν από πριν και από πάντα το αρπάξανε.
Γκρεμίζουνε, σκοτώνουνε, καίνε ακόμα...
Τις λεπτομέρειες του τις έφερε αυτός
που ’φερε και το γράμμα.
Ο ίδιος που έμπηξε και το μαχαίρι στην καρδιά του αρχιστράτηγου.
Ε! Πάει πια!
Τελείωσε κι ο πόλεμος.
Τέλειωσε κι η ζωή-ε!
Κάτι έπρεπε κι αυτή κανείς να τήνε κάνει...
Πάει κι αυτό λοιπόν.
Εμπήκανε.
Μέχρι το βράδυ θα ’ναι εδώ.
…Μα όλοι εδώ γιορτάζουνε τη νίκη.
Κι οι έμπιστοί του περιμένουν να τον συγχαρούν.
Ας έρθουνε λοιπόν!
Δε θα τους έλεγε τα τελευταία νέα.
Ας έρθουνε.
Και να το μάθαιναν αμέσως τώρα
καλλίτερα τα πράγματα να γίνουν δεν μπορούνε.
Ύστερα την αξίζουνε αυτήνε τη χαρά οι υπήκοοί του.
Χρόνια την επερίμεναν.
Άνθρωποι αγαθοί.
Και αγαπούν το βασιλιά τους.
Μετά-πού ξέρεις,
μπορεί η ήττα αυτή να είναι νίκη
(που 'ναι κι εκείνος ο ψευτοφιλόσοφός του-τέτοια
πόσα δε θα 'χε να του πει μια τέτοιαν ώρα...)
Λοιπόν εμπρός.
Ας μπούνε.
Να κρύψει το μαχαίρι μόνο και το γράμμα
(κι αυτός ο αρχιστράτηγος πολύ ευαίσθητος…)
κι ένα χαμόγελο ευφροσύνης να φορέσει
συγκαταβατικό και κουρασμένο
σαν ανεξέταστης παραδοχής.
"Θαλαμηπόλε! Άνοιξε τις πόρτες!" …
Πού χάθηκε κι αυτός...
Καλά. Θ’ ανοίξει μόνος του τις πόρτες.
Συμβαίνει κάποτε ένας βασιλιάς
πράξεις να κάνει άλλοτε ασυνήθιστες.
Σηκώθηκε.
Τραβώντας προς την πόρτα
σκεφτόνταν πως οι ευχές των επισήμων
σαν μύρο ζωής θα έπεφταν στο σώμα πάνω τού θανάτου
(αρέσκονταν ο βασιλιάς σε τέτοιες σκέψεις).
Ετράβηξε τον σύρτη.»
Θα μοιράζομαι εδώ μαζί σας τη ματιά της όταν αυτή έχει γενικότερο ενδιαφέρον.
Μου λέει λοιπόν για τη «ΝΙΚΗ»:
« Η Νίκη" σου. Πρωτότυπο. Νομίζω πως ένα τέτοιο θέμα θα μπορούσε να το σκεφτεί και να το χειριστεί μόνο ένας άνδρας. Μου θυμίζει αμυδρά τους Καβαφικούς βάρβαρους. Επίσης, ένα από τα πιο αγαπημένα δικά του ποιήματα είναι το "Απολείπειν ο θεός Αντώνιον", που το θεωρώ την πεμπτουσία της αξιοπρέπειας. Το θέμα σου κατευθύνει ο μυαλό μου προς κάτι παραπλήσιο. Δεν θέλει να παραδεχτεί την ήττα του? Προσπαθεί να απολαύσει έστω και για λίγο τη δόξα που θεωρεί ότι του ταίριαζε?
Μένω προβληματισμένη...»
Μια άλλη άποψη λοιπόν.
Καλοδεχούμενη όπως κάθε άποψη.
Και ίσως σε κάποιον άλλο να γεννιούνταν άλλες ιδέες και άλλες πιθανές ερμηνείες.
Η απάντησή μου θα είναι ότι δεν έγραψα με αυτές τις σκέψεις τη «ΝΙΚΗ».
Θα της πω (με κομψό τρόπο βέβαια γιατί δεν ξέρω τον χαρακτήρα της) ότι ούτε το ένα ούτε το άλλο στα οποία πήγε το μυαλό της δεν ισχύει. Για τους βαρβάρους, μα εδώ δεν έφυγαν , αντίθετα ήρθαν, μπήκαν οι βάρβαροι-αν τους υποθέσουμε βαρβάρους.
Μετά, δεν θεωρώ ότι η ενέργεια και οι σκέψεις του βασιλιά δείχνουν αξιοπρέπεια-ότι ούτε καν έχει σχέση με αξιοπρέπεια ή μη η στάση του βασιλιά.
Τα «Δεν θέλει να παραδεχτεί την ήττα του? Προσπαθεί να απολαύσει έστω και για λίγο τη δόξα που θεωρεί ότι του ταίριαζε?», θα μπορούσε να είναι κάτι από αυτά ή και τα δύο, όμως δεν υποστηρίζονται καθόλου από τις σκέψεις και πράξεις του βασιλιά.
Λοιπόν με έβαλε και μένα σε σκέψεις για το ποιο είναι το νόημα τέλος πάντων της «ΝΙΚΗΣ»
Να σας πω ότι την ώρα που έγραφα αυτό το ποίημα, δεν είχα λόγο να ψάξω να βρω γιατί λέει και κάνει έτσι ο βασιλιάς, γιατί την ώρα εκείνη ήμουν ο βασιλιάς!
Και πολλές φορές όταν κάνει κάποιος κάτι, και μάλιστα σε δύσκολες ώρες, δεν έχει αναλύσει από πριν το λόγο για τον οποίο το κάνει.
Με αφορμή λοιπόν την κυρία, ξαναβρέθηκα στις στιγμές εκείνες που δίπλα μου βρίσκεται το ματωμένο μαχαίρι και έξω από την πόρτα ο χαρούμενος λαός.
Και λέω ότι ο βασιλιάς έχει τόσο οριστικά αποδεχτεί την ήττα του, που ούτε σκέψη για άμυνα καν δεν κάνει. Με τόσα χρόνια αγώνα για τη νίκη, έχει κουραστεί πια και παραδίνεται.
Μία παράδοση είναι ολόκληρος.
Χωρίς ούτε βασίλισσα-μια γυναίκα που θα του άλλαζε ίσως γνώμη.
Δεν υπολογίζει τίποτα πια. Και τη βασιλική του εξουσία ακόμα την απορρίπτει. Δεν τον ενδιαφέρει να έχει δίπλα του ούτε τους υπηρέτες του. Νικήθηκε στον πόλεμο, νικήθηκε στη ζωή.
Ύστερα, ο βασιλιάς είναι ο μόνος που ξέρει την αλήθεια-οι άλλοι πλέουν σε πελάγη ευτυχίας.
Και όποιος ξέρει την αλήθεια μπορεί να την αντέξει; ‘
Όχι.
Θα προσποιηθεί ότι είναι χαρούμενος κι αυτός, αφού έτσι κάνουν όσοι αγνοούν.
«Μετά-πού ξέρεις,
μπορεί η ήττα αυτή να είναι νίκη.»
Περνάει κι αυτή η πιθανότητα από το μυαλό του-να είσαι ο μόνος εχέφρων ανάμεσα σε τόσους αμαθείς, ίσως πράγματι να είναι μία νίκη αν όχι και H νίκη.