Ο Πάπας ζήτησε συγνώμη για τις Σταυροφορίες.
Ο Κλίντον ζήτησε συγνώμη για την Κύπρο.
Ο Χίτλερ αυτοκτόνησε (σαν σήμερα). Πολύ ευαίσθητος. Θα μπορούσε να είχε ζητήσει ένα συγνώμη και να καθάριζε.
Τετάρτη 30 Απριλίου 2025
Τρίτη 29 Απριλίου 2025
ΝΤΑΡΑΒΕΡΙ
Θεούλη μου οι όπου πλανή-
τη γης ξενιτεμένοι
Καθένας από Σένανε
Βοήθεια περιμένει.
Δε Σου ζητάνε και πολλά.
Να τους βοηθήσεις μόνο
Έτσι που να νικήσουνε
Στην πάλη με τον πόνο.
Για Σε δεν είναι δύσκολο.
Μια σκέψη Σου μονάχα
Κι αμέσως όλα γίνονται.
Δύσκολο είναι τάχα;
…Στο κάτω κάτω της γραφής
σκέψου πως άμα γίνει
Κάνεις το θαύμα Σου και Συ,
Βολεύονται κι εκείνοι.
Ο ΑΥΤΟΧΕΙΡΑΣ
Πρόσωπα: ΕΡΙΝΑΣΤΌΣ
ΦΕΛΛΙΝΗ
ΖΩΗ
ΣΤΗΒ (φωνή του στο τηλέφωνο)
ΝΤΟΡΑ (φωνή της στο τηλέφωνο)
Τόπος: Κάπου στον κόσμο.
Δωμάτιο του Εριναστού. Τραπέζι, κρεβάτι, μια βιβλιοθήκη, δυο καρέκλες, κόλλες χαρτιού και βιβλία παντού. Ένα πιστόλι πάνω στο τραπέζι.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(μόνος, ταχτοποιώντας χαρτιά)
Αυτό στα άχρηστα… κι αυτό… κι αυτό… αυτό μένει… άχρηστο… άχρηστο… άχρηστο… αυτό μένει… Μένει; Μα… πού μένει; Τι μένει; Πού μένουν όλα αυτά; Σε ποιον-σε τι μένουν;… Ακόμα λοιπόν μπορεί και μιλάει για μένα η αυταπάτη;
(αποφασιστικά)
Για τελευταία της φορά όμως!
(με μια κίνηση του χεριού του)
Όλα στα άχρηστα!
(στρέφει γύρω)
Τα έπιπλα… κάποιος θα βολευτεί μ’ αυτά... Και τι κρατάω; «Τι κρατάω»… αλλά μήπως και κάποτε κρατούσα κάτι… ω! πόσες μορφές μπορείς να πάρεις αλήθεια Μεγάλο Τίποτα!... Μα ναι, κάτι κρατάω-το πιστόλι. Αλλά και κείνο θα φύγει από το χέρι μου αμέσως μετά-όπως θα φύγω κι εγώ.
Και όλα αυτά τα βιβλία… τα σοφά βιβλία… που τα διάβασα προσπαθώντας να καταλάβω, να μάθω το Μεγάλο Μυστικό; Μάταια. Όλα, καθένα τους διηγείται τη γνώμη εκείνου που το ’γραψε, την θεωρία του. Χαίρω πολύ. Πρέπει να διαβάζει ο άνθρωπος, περνάει την ώρα του έτσι, περνάει τη ζωή του… Αν τους αρέσει έτσι, ας συνεχίσουν να κοροϊδεύουν τον εαυτό τους. Εγώ δε θα το κάνω άλλο. Αρκετά.
Φεύγω.
… Αν όλα αυτά που τραβώ οδηγούσαν σ’ ένα σκοπό, κάπου… τότε θα εξέταζα την αξία του σκοπού και αν έκρινα πως αξίζει να υποφέρω γι αυτόν... Μα δεν υπάρχει σκοπός ούτε νόημα. Λοιπόν… απόρριψις!..
(Πιάνει με τα δυο χέρια το κεφάλι του)
Κεφάλι μου, σύμβουλε και τύραννέ μου εσύ, να γίνονταν να ζω χωρίς σου, καλή που θα ήταν η ζωή!..
(Βγάζει από την τσέπη του το τηλέφωνό του)
Ας επικοινωνήσω για τελευταία φορά με κάποια από τα δυστυχισμένα όντα που δεν έχουν μυαλό να καταλάβουν την δυστυχία τους-ας παίξω για μιαν ακόμα φορά το παιχνίδι τους.
(σχηματίζει έναν αριθμό στο τηλέφωνο)
ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΣΤΗΒ ΣΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ
Εμπρός!
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Γεια σου Στηβ. Τι κάνεις;
ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΣΤΗΒ ΣΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ
Καλά. Μόλις γυρίσαμε από την εξοχή. Περάσαμε θαυμάσια!..Έπρεπε να έρθεις κι εσύ καημένε… Ήτανε και η Στέϊσυ… Έχασες.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Δος της χαιρετίσματα. Χάρηκα που διασκεδάσατε. Τα παιδιά καλά;
ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΣΤΗΒ ΣΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ
Καλά, μόνο δεν έχουνε διαβάσει για αύριο. Θα τα ξυπνήσω όμως αύριο πρωί πρωί να διαβάσουνε. Εσύ πώς περνάς;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Τα ίδια όπως τα ξέρεις. Μα να σ’ αφήσω να ξεκουραστείς και τα λέμε. Χαιρετίσματα στη Βεράνκα και φιλιά στα παιδιά. Γεια.
ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΣΤΗΒ ΣΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ
Γεια. Τα λέμε.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(κλείνει το τηλέφωνο)
Γεια σου ηλίθιε και γι αυτό ευτυχισμένε φίλε μου.
(παίρνει τηλέφωνο)
Γεια σου Ντόρα.
ΦΩΝΗ ΝΤΟΡΑΣ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ
Γεια σου αγάπη μου-θα έρθεις σήμερα;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Όχι σήμερα. Τι κάνεις;
ΦΩΝΗ ΝΤΟΡΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ
(Με νάζι)
Τι να κάνω; Θέλω να βγω έξω και δεν έχω μια τσάντα να κρατώ που να ταιριάζει με το φουστανάκι μου. Αν δεν έρθεις στείλε μου τουλάχιστο με το Νικ δυο χιλιαδούλες… ναι αγαπούλα;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Καλά, θα δω τι μπορώ να κάνω. Γεια σου για τώρα.
ΦΩΝΗ ΝΤΟΡΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ
Γεια σου αγαπούλα
(ήχος φιλιού)
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(κλείνει το τηλέφωνο)
Γεια σου πόρνη και συ και οι χιλιάδες σου.
(παίρνει χαρτί και μολύβι)
Κι ένα γράμμα για τον Νικ. (γράφει μιλώντας ) Νικ φεύγω. Ίσως να το έχεις καταλάβει από τη χτεσινή κουβέντα μας. Δεν ήθελα να σου το πω φανερά γιατί θα έκανες το παν για να με αποτρέψεις. Όλα όσα βρεις εδώ μέσα-κάνε ό,τι θέλεις μ’ αυτά. Στο μέρος που ξέρεις θα βρεις κάμποσα λεφτά. Δώσε δυο χιλιάρικα στη Ντόρα και τα υπόλοιπα στη διάθεσή σου. (Όλα αυτά βέβαια αν υπάρχει οτιδήποτε μετά την αυτοκτονία μου…ξέρεις…)
Γεια χαρά. Εριναστός.
(Διπλώνει και αφήνει το γράμμα πάνω στο τραπέζι. Πηγαίνει αργά προς το παράθυρο)
Γεια σου ήλιε. Που τόσο οι θνητοί σε αγαπάνε. Γεια σου ήλιε που απέξω κι ανακατωτά σε ξέρω.
Να! σε λίγο θα ροδίσεις τα σύννεφα και σ' όλα γύρω σου ένα πορτοκαλί θα δώσεις χρώμα. Ύστερα κόκκινο, πιο κόκκινο, που λίγο λίγο αναιμικά θ' αδυνατίζει, κι όταν τελείως πια θα 'χεις βυθιστεί, ένα μολυβί βαρύ. Και ξέρω, τ' άλλο πρωί τα ίδια τώρα ανάποδα θα κάνεις καθώς θα 'ρχεσαι: μολυβί, κόκκινο, πορτοκαλί, και πια άσπρο-αυτό το ανήλεο, εξονυχιστικά ερευνητικό, παμφάγο άσπρο. Και κάθε μέρα πάλι τα ίδια...και τα ίδια...και τα ίδια... Ίδιες ιδέες, ίδιες εικασίες, ίδια φανερώματα.
Σε βαρέθηκα ήλιε!
Α! να λυτρωθεί κανείς απ’ όλα!..
Γεια σου ουρανέ και γη και όλα τα γεννήματά σας: κραυγές, πεδιάδες, πόνοι, έρωτες, ιδέες, μυαλά, ποιητές και φαντασία… Γεια σας βροντές και αστραπές και βλέμματα του μίσους… γεια σας μεγαλοφυίες και ασπόνδυλα και χοίροι… τη ρίζα μας να συναντήσω πηγαίνω.
Γεια σου κόσμε που νόημα σου δίνει η ανοησία των ανθρώπων.
Γεια σου και σένα ζωή, όνειρο χωρίς ονειρευτή, που με ανίδεα τρέφεσαι νιάτα.
Γεια σας άνθρωποι που είστε τόσο σίγουροι λέγοντας «βρέχει» ή «αυτό είναι εδώ».
Γεια σου Γυναίκα, των ανέραστων παράδεισε.
Γεια σου θεέ, δυνάστη των ανθρώπων-κατασκευαστών σου.
Πράγματα, σοφοί χωρίς λαλιά, έρχομαι κοντά σας.
Γεια σου και συ πιστόλι μου, πρώτη και τελευταία χάντρα εσύ στο κομπολόι της σκέψης.
(Παίρνει στα χέρια του το πιστόλι. Χτύποι στην πόρτα. Απορημένος)
Άνθρωποι! Τι θέλουν πάλι από μένα;
(Δυνατά, αλλάζοντας τη φωνή του)
Ο κύριος Μόρισον λείπει από το σπίτι και μου έδωσε εντολή να μην ανοίξω σε κανέναν.
(Σιγά, χαμογελώντας)
Πάντα ήθελα να το κάνω αυτό…
(Οι χτύποι συνεχίζονται πιο δυνατοί)
ΦΩΝΗ ΦΕΛΛΙΝΗΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ
Ανοίξτε παρακαλώ.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Δεν είναι κανένας στο σπίτι. Ούτε εγώ.
(Χαμόγελο. Σιγά)
Καμιά ζητιάνα θα είναι. Ή καμιά παραδουλεύτρα που ζητάει δουλειά.
ΦΩΝΗ ΦΕΛΛΙΝΗΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ
Κύριε Εριναστέ ανοίξτε σας παρακαλώ.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Ποια είσαι που ξέρεις τ’ όνομά μου;
ΦΩΝΗ ΦΕΛΛΙΝΗΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ
Κύριε Μόρισον, είμαι κοινωνική λειτουργός από το Τμήμα Προλήψεως Αυτοκτονιών. Ο κύριος Νικ Πρέστον μας έδωσε τη διεύθυνσή σας. Τηλεφώνησα επανειλημμένα, όμως είχατε κλειστό το τηλέφωνο.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(Για μια στιγμή ξαφνιάζεται. Μετά αμέσως χαμογελά. Στον εαυτό του)
Ώστε κατάλαβε… και έδρασε… Α! τον καλό, τον κουτό μου τον Νικ… καλά, ας είναι, ας το δω κι αυτό…
(Πηγαίνει προς την πόρτα, κοντοστέκεται, γυρίζει και αφήνει το πιστόλι πάνω στο τραπέζι. Ανοίγει την πόρτα. Η Φελλίνη στέκει εκεί, λίγο ανήσυχη, λίγο χλωμή)
ΦΕΛΛΙΝΗ
Χαίρετε.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Χαίρετε. Περάστε…
(Η Φελλίνη μπαίνει βλέποντας γύρω το δωμάτιο)
Καθίστε παρακαλώ.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Ευχαριστώ
(Η Φελλίνη κάθεται στην καρέκλα κοντά στο παράθυρο και περνάει την τσάντα της στη ράχη της καρέκλας)
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Λοιπόν;..Τι λέει ο καλός μου φίλος Νικ;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Κύριε Εριναστέ ξέρετε γιατί είμαι εδώ, άλλωστε σας είπα ποια είμαι. Θέλετε να αυτοκτονήσετε και εγώ είμαι εδώ για να σας αποτρέψω από μια τέτοια ενέργεια. Η υπηρεσία μας έλαβε σοβαρά υπόψιν της αυτά που μας κατέθεσε ο κύριος Πρέστον-
(δείχνει με τα μάτια της το πιστόλι)
και βλέπω ότι καλά έκανε-και η Υπηρεσία έστειλε εμένα που είμαι εκπαιδευμένη στην αντιμετώπιση παρόμοιων καταστάσεων.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Ξέρετε βέβαια ότι θα μπορούσα να μην δεχτώ αυτή σας την προσφορά και ούτε να σας άνοιγα καν την πόρτα.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Όμως μου ανοίξατε κύριε Μόρισον. Και σας παρακαλώ να μην αρνηθείτε την βοήθειά σε μια γυναίκα που σας παρακαλεί γι αυτό. Ξέρετε… είμαι καινούργια στην Υπηρεσία και αν με διώχνατε…
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Μα φυσικά… Δεν έχω σκοπό να σας στερήσω τη δουλειά σας. Σας εύχομαι μάλιστα και να ριζώσετε σ’ αυτήν. Όμως πέστε μου, πώς ξέρετε ότι ο φίλος μου ο Νικ σας είπε την αλήθεια για μένα-ότι πράγματι θέλω να αυτοκτονήσω;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Η πείρα μου είναι μικρή, όμως η αντίδρασή σας στα λόγια μου με πείθει πως έτσι έχουν τα πράγματα. Όταν σας είπα το σκοπό της επίσκεψής μου δεν εκπλαγήκατε, δεν παραξενευτήκατε καν, και συζητάτε το θέμα μαζί μου τόσο ήρεμα, σαν αποφασισμένος γι αυτό.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Έχετε δίκιο. Πράγματι θ’ αυτοκτονήσω. Θα μπορούσα βέβαια να αρνηθώ πως έχω τέτοια πρόθεση, να σας εφοδιάσω με κάποιο σημείωμα που θα βεβαίωνε για το αντίθετο και να σας συνοδεύσω μέχρι την πόρτα. Μα δε θα το κάνω. Όχι πως περιμένω να με μεταπείσετε, μα για να μάθω πώς εργάζεστε, κάτι που μέχρι τώρα δεν μου είχε τύχει να δω. Όχι, καθόλου για τίποτε άλλο. Γιατί όλα είναι κενά. Όλα τελείωσαν για μένα πάνω στη γη. Μα και πάλι, θα σας ακούσω, για να έχω την ευκαιρία να αντικρούσω τα επιχειρήματά σας-γιατί φυσικά δεν θα παλέψετε μαζί μου για να μου πάρετε το πιστόλι, ούτε θα με δέσετε ώστε να μην μπορώ να πιάσω το όπλο- αυτά θα ήσαν αλυσιτελή μέσα, αφού, και αν ακόμα τα καταφέρνατε, με την πρώτη νέα ευκαιρία θα πραγματοποιούσα την απόφασή μου. Ούτε σκοπεύετε να με κρατήσετε φυλακισμένον και υπό φρούρηση ώσπου να πεθάνω από φυσικά αίτια, παρά θα προσπαθήσετε να με αποτρέψετε από την αυτοκτονία χρησιμοποιώντας την πειθώ-ή έχω λάθος;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Όχι, δεν κάνετε λάθος. Όμως πάλι, μια ιδέα μου περνάει από το νου. Μήπως όλο αυτό είναι ένα αστείο, ένα τέχνασμα, για να διασκεδάσετε. Επειδή μπορεί, λέω, όλη αυτή η ηρεμία και η ψύχραιμη συμπεριφορά σας να μην είναι παρά η πραγματική σας καθημερινή συμπεριφορά, που όμως θελήσατε σήμερα να την στρέψετε προς άλλη κατεύθυνση, εκείνη που οι αδικαιολόγητες υποψίες του φίλου σας μόλις σάς ενέπνευσαν να κάνετε.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Α! Όσο γι αυτό όχι. Κυρία μου, πράγματι έχετε μπροστά σας έναν υποψήφιο αυτόχειρα. Αναπτύξτε λοιπόν το ταλέντο και αξιοποιείστε τις γνώσεις σας, προσπαθώντας να με πείσετε να μην πεθάνω. Είμαι εδώ και περιμένω. Ποιος ξέρει, μπορεί κάτι να μου έχει ξεφύγει και όταν μου το γνωρίσετε να αλλάξω γνώμη, που ως τώρα, παρά την επί τόσην ώρα παρουσία σας εδώ, δεν κάνατε καμία προσπάθεια να μου την αλλάξετε.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Κύριε Μόρισον μπορείτε να μου πείτε το λόγο για τον οποίο θέλετε να βάλετε τέλος στη ζωή σας; Δώστε μου μιαν αιτία, γιατί απ’ ό,τι εγώ βλέπω, αδυνατώ να σκεφτώ κάτι που να σας έφερε στην κατάσταση αυτή.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Με ρωτάτε για τον λόγο που με κάνει να βάλω τέλος στη ζωή μου. Επιτρέψτε μου πριν απαντήσω να σας κάνω εγώ μιαν ερώτηση: τι είναι η ζωή, που ενδιαφέρεστε τόσο γι αυτήν-να μη τη χάσω;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Μα… ζωή… το να υπάρχουμε… να ζούμε… όλοι ξέρουν τι λέμε ζωή… αυτό το ωραίο δώρο του θεού στους ανθρώπους.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Δεν θα σας ρωτήσω κάτι για τον θεό. Όμως πώς ξέρετε ότι υπάρχουμε-ότι ζούμε;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Μα σας βλέπω με τα ίδια μου τα μάτια!
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Κι όταν κλείσετε τα μάτια σας-τότε υπάρχω;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Μα και βέβαια υπάρχετε.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Πώς τότε το ξέρετε αυτό αφού δεν με βλέπετε;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Μα μπορώ να σας ακούσω…
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Κι αν κάποιος σας κλείσει και τ’ αυτιά ή αν εγώ δεν μιλήσω και δεν μπορείτε να με ακούτε;..
ΦΕΛΛΙΝΗ
Κύριε Εριναστέ… τι να πω… θα σας αγγίζω, θα…
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Κι αν και οι πέντε αισθήσεις σας καταργηθούν εξακολουθώ να υπάρχω-να ζω, αφού τότε δεν θα μπορείτε να το επιβεβαιώσετε κάπως;
Με λίγα λόγια κυρία μου, ποιο είναι εκείνο το σταθερό κάτι, πάνω στο οποίο γερά πατώντας θα μπορούσατε να είστε βέβαιη για οτιδήποτε;
ΦΕΛΛΙΝΗ
……
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Πολύ καλά. Με ρωτάτε να σας πω γιατί θέλω να φύγω από τη ζωή, όμως δεν ξέρετε τι είναι ζωή…
ΦΕΛΛΙΝΗ
Μα… δεν είμαι εδώ τώρα μαζί σας και σας ρωτώ ορισμένα πράγματα;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Να υποθέσω λοιπόν ότι ζωή είναι να είσαι μαζί με κάποιον και να του κάνεις ερωτήσεις;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Είναι φανερό πως από αυτό αποδεικνύεται ότι είμαστε ζωντανοί…
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(σιγά, στον εαυτό του)
Ξαναγυρίζουμε στα ίδια! Αδιέξοδο!
(στην Φελλίνι)
Λοιπόν κυρία μου δεν θα συνεχίσω πάνω σ’ αυτό και θα αφεθώ στην διάθεσή σας, ακολουθώντας σας στον τρόπο που έχετε κατά νου να χειριστείτε την υπόθεσή μου.
(Χαμογελαστά και κινώντας τον δείκτη του δεξιού του χεριού δήθεν επιτιμητικά προς το μέρος της κυρίας Φελίνι)
Όμως κρατώ ότι δεν μου απαντήσατε στην ερώτησή μου αν υπάρχει και τι είναι η ζωή…
ΦΕΛΛΙΝΗ
(ενοχλημένη)
Τι να πω… ίσως έχετε δίκιο. Μα ας περιοριστούμε στα λίγα που ξέρει ο καθένας για τη ζωή και πάνω σ’ αυτά ας συνεχίσουμε την κουβέντα μας.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Δεν έχω αντίρρηση. Και απαντώ στην ερώτησή σας τι με έφερε σ’ αυτή την κατάσταση. Για να μην σας κουράζω, μια κι έξω, όλα με έφεραν εδώ-να θέλω δηλαδή ν’ απαλλαγώ από τη ζωή. Όλα μαζί και καθένα χωριστά.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Ομολογώ ότι εκπλήσσομαι. Όλα είναι για σας άσχημα;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Αν κάτι δεν είναι, βοηθήστε με να το δω-γι αυτό εξάλλου είστε εδώ.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Πρώτα κύριε Μόρισον θέλω να σας πω αυτό με το οποίο πάντοτε ξεκινάμε όλοι οι συνάδελφοι τη δουλειά τους σε παρόμοιες περιστάσεις, πως τίποτε δεν αξίζει να πεθάνει κανείς γι αυτό. Συμφωνείτε;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Θα συμφωνήσω αντιστρέφοντας την διαπίστωσή σας: τίποτα δεν αξίζει να ζει κανείς γι αυτό.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Ωστόσο η ζωή είναι γεμάτη με ομορφιές. Το λάλημα του σπίνου το πρωί, η ανατολή και το ηλιοβασίλεμα, η ζεστασιά στη σόμπα τις νύχτες του χειμώνα, ένας ωραίος πίνακας, το χαμόγελο των κοριτσιών για τους άντρες, τα τραγούδια, οι εκδρομές, το βλέμμα των μικρών παιδιών, η θέα ενός όμορφου τοπίου, ένα ρυάκι που κυλάει τραγουδώντας… θα μπορούσα να μιλώ για ώρες χωρίς να φτάσω στο τέλος του μακριού κατάλογου… όλα αυτά για σας είναι απορριπτέα;-και μόνο για να απολαμβάνετε αυτά δεν θα άξιζε να ζήσετε;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Μέσα σε όλα αυτά εσείς βλέπετε να θάλλει η ζωή;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Η ζωή στις καλύτερές της ώρες-πραγματικά κύριε Μόρισον έτσι το βλέπω.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Μα πέστε μου κυρία, πού είναι όλα αυτά τα ωραία που περιγράψατε τόσο ζωντανά; Πού είναι τα χαμόγελα των κοριτσιών που άνθισαν ως τώρα; Πού είναι τα τόσα βλέμματα των μικρών παιδιών; Που πήγαν; Τι έγιναν;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Τι εννοείτε;...
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Εννοώ αυτό ακριβώς που λέω: πού είναι όλα αυτά; Ξέρετε να μου πείτε;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Μα τι να πω… έγιναν… τελείωσαν… πάνε…
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Πάνε!.. Αυτό έχετε να πείτε μόνο… Υπήρξαν όμως;.. Υπήρξαν;.. Πώς μπορείτε να μου το αποδείξετε;
(κοιτάζοντας τη Φελλίνη στα μάτια, έντονα)
…Πέστε μου-υπήρξαν;..
ΦΕΛΛΙΝΗ
Μα… πώς… όλοι θυμόμαστε πως έγιναν…
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(δυνατά)
Κι αν σας αφαιρέσω τη μνήμη… αν σας καταστρέψω τη μνήμη… αν όλοι οι άνθρωποι ξαφνικά έχαναν τη μνήμη τους, θα είχαν τότε κάποτε αυτά υπάρξει;..
(αντιλαμβάνεται ότι δεν θα πάρει απάντηση. Παραιτημένος και χαμηλώνοντας τη φωνή του)
Ω! Να μη σας κουράζω με τέτοια. Ας ξαναγυρίσουμε στην ερώτησή σας. Και ήταν αυτή, γιατί κι εγώ δεν βλέπω μέσα σε όσα αραδιάσατε να θάλλει η ζωή. Επειδή τα μάτια μας διαφέρουν κυρία μου, γι αυτό. Εγώ παρατηρώντας με τα δικά μου μάτια τις εκδηλώσεις της ζωής, γνώρισα μόνο τον θάνατο μέσα σ’ αυτές. Ένα ψέμα είναι η ζωή. Ένα μεγάλο φάντασμα με μέσα του άλλα μικρότερα που το ίδιο γεννάει. Όλα είναι θάνατος κυρία. Έχετε δει ποτέ την αμαρτία μεταμφιεσμένη σε αρετή; Το ίδιο είναι και με τη Ζωή: είναι ο θάνατος μεταμφιεσμένος. Ζωή δεν υπάρχει-είναι ένα όνειρο χωρίς καν ονειρευτή. Και σεις προσπαθείτε να με αποτρέψετε από κάτι που ποτέ δεν θα κάνω.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Κύριε Μόρισον, δεν ήμουν προετοιμασμένη να αντιμετωπίσω τέτοιες απόψεις. Ίσως δεν θα γίνω ποτέ ικανή γι αυτό. Όμως με τρομάζετε όσο δεν πάει άλλο όταν μου λέτε ότι γνωρίσατε τον θάνατο βλέποντας τον ήλιο ν’ ανατέλλει, ή ένα δροσερό ρυάκι μέσα στη ζέστα του καλοκαιριού. Ή δεν κατάλαβα καλά;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Όπως το λέτε. Καλά καταλάβατε. Ναι, μέσα σε όλα τα αξιοθαύμαστα, για σας, της ζωής, εκεί εγώ εγνώρισα τον θάνατο. Και αφού σας τρόμαξα όσο δεν πάει άλλο, δεν θα σας τρομάξω περισσότερο αν, σηκώνοντας για χατίρι σας και κάποιες άλλες πέτρες γύρω μας, σας αφήσω να δείτε το θάνατο που βρίσκεται κάτω απ’ όποια πέτρα κι αν σηκώσει κανείς. Δεν είναι λοιπόν που εγνώρισα το θάνατο μόνον μέσα σε όσα μου αραδιάσατε. Παντού κοιτάζοντας τον βρήκα, γιατί αυτός παντού είναι για όποιον μπορεί να τον δει: Είδα τον θάνατο μέσα στο ποδοβολητό των σπίνων του Ιουνίου. Είδα τον θάνατο στις κρύες νύχτες του χειμώνα, στις ζεστές μέσα νύχτες του καλοκαιριού. Είδα τον θάνατο μέσα στα πράσινα φύτρα των πρώτων σκίνων. Μέσα στα μάτια πληγωμένου ελαφιού, μέσα σε καλοκαίρια ολόκληρα βουτηγμένα σε άσκοπον ιδρώτα, μέσα σε νερά γαλήνια, νύχτα ανάστερη, το σοβαρό και αμέτοχο πρόσωπό του μου γελούσε. Εγνώρισα τον θάνατο στα επιφωνήματα των άστρων όταν πέφτουν. Στο κρυφομίλημα παρθένων. Στο γέλιο των πορνών. Κάτω από λέξεις χωματένιες, βαριές ακόμα από σίδερο και ιλύν είδα το θάνατο. Είδα τον θάνατο μέσα στου πέπλου της σιωπής τις παχιές δίπλες. Μέσα στην άτολμη οργή και την αμηχανία, μέσα στην πλήρη επάρσεως άρνηση, στην τυφλή μέσα κατάφαση και την υπακοή. Είδα τον θάνατο μέσα στων αηδονιών το γλυκολάλημα, μες στην καρδιά και μέσα μέσα στις έλικες τις ευφυείς του εγκεφάλου. Μέσα κι ανάμεσα σε δυο κορμιά αγκαλιασμένα είδα το θάνατο. Είδα το θάνατο μέσα στο μέγα άδειο της ώρας που ο ύπνος του μεσημεριού χωρίζει από το σώμα. Μες στων παιδιών το βύζαγμα-στο δέσιμο χειλιών και ρόγας είδα τον θάνατο… λυπάμαι αν σας εκπλήσσω δυσάρεστα…
ΦΕΛΛΙΝΗ
(έκπληκτη για ό,τι άκουσε)
Θεέ μου, εσείς καταργείτε την ανθρώπινη φύση!
(κάνοντας προσπάθεια να συνέλθει, σαν να μιλάει στον εαυτό της)
Μα απόψεις είναι αυτές, απόψεις σεβαστές, που μάλιστα επιβεβαιώνουν τη διαφορετικότητα των ανθρώπων… Δεν πρέπει να ξεχάσω γιατί είμαι εδώ…
(σκέπτεται για λίγο)
Μάλιστα!.. Κύριε Μόρισον αντιμετωπίσατε πρόσφατα κάποια ερωτική απογοήτευση;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Ω! Δεν υπάρχει για μένα ερωτική απογοήτευση. Όταν ερωτευτώ μια πόρνη, και αυτό συμβαίνει πολύ συχνά, δεν χολοσκάζω, ούτε αρχίζω τις πολιορκίες και τα κομπλιμέντα. Της λέω: «κυρά μου θέλω να παίξω μια παρτίδα έρωτα μαζί σου και σου δίνω γι αυτό τόσα χρήματα. Συμφωνείς;» Αν πει ναι καλώς, αλλιώτικα σειρά έχει η επόμενη. Είναι τόσο πολλές οι πόρνες που μου αρέσουν, ώστε δεν έχει νόημα να αργοπορώ κολλημένος σε μίαν από αυτές.
Η ερώτησή σας όμως έχει λόγο ύπαρξης-μερικοί πράγματι αυτοκτονούν για τον έρωτα. Αλλά όχι για τον έρωτα μιας γυναίκας, αλλά γιατί ένας έρωτας, οποιοσδήποτε έρωτας, τους αποκαλύπτει τη γύμνια, τη δυστυχία, την αδυναμία τους.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Όμως κύριε Μόρισον μιλήσατε για πόρνες. Μόνο με πόρνες κάνετε έρωτα εσείς;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Ακολουθώ την γνώμη εκείνων που πρώτοι το είπαν αυτό. Όμως θα σας φανεί λιγότερο άσχημο αν σας πω ότι και οι άντρες είναι πόρνοι. Και δεν υπάρχει άλλο είδος γυναικών ή αντρών.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Δεν υπάρχουν και αξιοπρεπείς κυρίες και κύριοι;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Όχι κυρία. Γιατί και τα δυο φύλα πουλιούνται.
ΦΕΛ
Νομίζετε;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Ό,τι και να νομίζω και ό,τι και να νομίζετε κυρία, στη γη, στον πλανήτη της συναλλαγής, δεν σας φαίνεται απίθανο να υπήρχε μία εξαίρεση του κανόνα και αυτή μάλιστα η εξαίρεση να ήταν εκείνη ακριβώς μέσα στις αμέτρητες συνιστώσες του, που θα ικανοποιούσε την ιδέα που έχετε για τις «αξιοπρεπείς» κυρίες ή κυρίους;.. Για χάρη σας όμως, στη συζήτησή μας θα πάψω να αναφέρομαι στους ανθρώπους σαν πόρνες και πόρνους και θα τους μνημονεύω με τη διαφορετικότητα του φύλου τους: άντρες και γυναίκες.
ΦΕΛΛΙΝΗ
(εμφανώς ενοχλημένη)
Έχω ξανακούσει αυτήν τη γνώμη… Πέστε μου κύριε Μόρισον, τα οικονομικά σας βρίσκονται σε καλή κατάσταση;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Καλλίτερα δεν θα μπορούσε να είναι. Και κυριολεκτώ. Πάντοτε είχα όσα χρήματα μου αρκούσαν για να εξοφλώ το νοίκι μου, να αγοράζω τα τρόφιμά μου και να πληρώνω τις ερωτικές μου συντρόφους. Να ικανοποιώ δηλαδή τις ανάγκες της ζωής. Μα φαίνομαι σαν κάποιος που θα αυτοκτονούσε από
έλλειψη χρημάτων;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Πράγματι όχι. Δείχνετε οικονομικά αυτάρκης.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Και είμαι.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Έχετε συγγενείς κύριε Μόρισον-αδέρφια, παιδιά…οι γονείς σας ζούνε;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Εννοείτε με «συγγενείς» εκείνους τους άγνωστους ενοχλητικούς ανθρώπους που τούς ανέχεσαι και σε ανέχονται; Είχα κυρία, αδέρφια και, βέβαια, γονείς. Έχουν πεθάνει όμως όλοι. Και ήμουν αρκετά γνώστης του θέματος ώστε να μην δημιουργήσω και άλλες τέτοιες σχέσεις.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Δεν με βοηθάτε να διαγνώσω την αιτία της πράξης που μελετάτε να κάνετε. Όμως μου είπατε ότι είχατε αδέρφια. Πρέπει να πέθαναν νέοι-ή ήταν πολύ μεγαλύτεροι από εσάς;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Πράγματι, πέθαναν νεότατοι.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Σας ρωτώ για συγγενείς, μα είναι μέσα στα ερωτήματα που γίνονται από εμάς…
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
…για ν’ αρχίστε τη νουθεσία σας. Το καταλαβαίνω απολύτως, μη σας στενοχωρεί το πράγμα. Γι αυτό και προθύμως σας απαντώ.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Από τι λοιπόν πέθαναν κύριε Μόρισον; Κάποια αρρώστια;..
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Καλά καλά κι εγώ δεν ξέρω. Ο αδερφός μου πέθανε στα δεκαπέντε χρόνια του όταν εγώ ήμουν έντεκα. Κάθε τόσο του έκαναν μετάγγιση αίματος και μόνον έτσι ζούσε μέχρι τότε. Εγώ έδινα το αίμα κάθε φορά. Θυμάμαι μόνον τα γεγονότα της ημέρας που πέθανε.
Δεν ξέρω αν σας ενδιαφέρουν οι λεπτομέρειες τέτοιου είδους…
ΦΕΛΛΙΝΗ
Και βέβαια ενδιαφέρουν κυριε Μόρισον.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Να λοιπόν. Θα σας πω για τον αδερφό μου πρώτα.
Ήταν μια καλοκαιρινή μέρα. Είχα τελειώσει το σχολείο και γύριζα το μεσημέρι στο σπίτι. Έπρεπε να περάσω από έναν δρόμο όπου οι ένοικοι των χαμηλών σπιτιών του την ώρα εκείνη είχαν τελειώσει το μεσημεριανό τους φαγητό και κάθονταν σε καρέκλες έξω από τις πόρτες τους κουβεντιάζοντας και κουτσομπολεύοντας τους σπάνιους περαστικούς. Κάθε που περνούσα μόνος από κει, ένιωθα τις ματιές τους να φτάνουνε ως την ψυχή μου και άκουγα τις χαμηλόφωνες κουβέντες τους να τρυπάνε τ’ αυτιά μου-μιλώντας για μένα και μόνον-όπως τότε υπέθετα.
Αυτή η κατάσταση ήταν ένα μαρτύριο για μένα κάθε μέρα.
Τη μέρα εκείνη μια ελπίδα έφεξε, όταν είδα να περπατάει κάμποσο μπροστά μου μόνος του ο αδερφός μου, γυρνώντας από το δικό του σχολείο. Του φώναξα μια, δυο, με άκουσε και γύρισε να με δει. «Περίμενε!» του φώναξα, βλέποντάς τονε σαν το στήριγμά μου για να διαβώ από τις συμπληγάδες της γειτονιάς εκείνης, που κάθε τόσο κλείνοντας κόβανε κομμάτια από την ψυχή μου. Τον έφτασα τρέχοντας. «Γιατί με φώναξες;» ρώτησε. «Για να πάμε μαζί στο σπίτι», του είπα λαχανιασμένος. «Γι αυτό με ήθελες;» είπε ενοχλημένος και συνέχισε μόνος τον δρόμο του.
Το βράδυ της μέρας εκείνης έφυγε από αυτόν τον κόσμο.
Η αδερφή μου πάλι πέθανε λίγα χρόνια μετά. Όλο αυτό το διάστημα έβηχε τρομερά. «Έχει αδύνατο οργανισμό», έλεγαν όλοι. Για να δυναμώσει της έδινα κάθε μέρα το μισό φαγητό μου.
Η μέρα εκείνη ήταν η μέρα που της είχα δώσει να μου φυλάξει ένα τετράδιο με ποιήματά μου, γιατί έπρεπε να λείψω λίγο. Όταν γύρισα και της ζήτησα το τετράδιο, «τις πέταξα τις βλακείες σου», μου είπε. Ήτανε το βράδυ εκείνης της ίδιας εκείνης ημέρας που πέθανε.
Η καημένη…
Και ξέρετε, καμιά φορά λέω ότι πέθαναν εκείνοι για να ζήσω εγώ. Γιατί με τόσες αφαιμάξεις και με τόση νηστεία δεν θ’ άντεχα για πολύ ακόμα.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Θα ήτανε μεγάλο σοκ για σας αφού από τις μέρες αυτές έχουν καταγραφεί στη μνήμη σας περιστατικά.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Δεν θα το έλεγα , γιατί έβλεπα τα σημάδια, το περίμενα.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Δεν αγαπήσατε κάποια γυναίκα κύριε Μόρισον;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Θα μπορούσα να σας ρωτήσω τι είναι αγάπη, αλλά υποψιάζομαι πως δεν θα έπαιρνα απάντηση όπως δεν πήρα απάντηση και στην ερώτησή μου τι είναι ζωή. Αντιλαμβάνομαι πως δεν είναι μέσα στα καθήκοντά σας να ξέρετε κάτι περισσότερο από τους άλλους ανθρώπους για τη ζωή ή για την αγάπη προκειμένου να κάνετε καλά ή όχι τη δουλειά σας.
Να σας πω λοιπόν εγώ τι είναι η ανθρώπινη αγάπη ανθρώπου προς άνθρωπο, ώστε να μπορούμε να συνεννοούμαστε . Η αγάπη λοιπόν κυρία Σμιθ είναι το συμφέρον μας καθρεφτισμένο στο πρόσωπο κάποιου άλλου. Και βέβαια αγάπησα. Αγάπησα πολλές γυναίκες, όλες όσες έκανα έρωτα μαζί τους και για όσην ώρα διάρκεσε αυτός. Ναι, ακούω πολλές φορές τη λέξη αγάπη. Μα την μεταφράζω αμέσως: συμφέρον.
Οι άνθρωποι ν’ αγαπήσουν; Τι αστείο! Οι άνθρωποι ερωτεύονται μόνο. Και ερωτεύονται σημαίνει κάτι που αυτοί δεν συνειδητοποιούν. Έρωτας σημαίνει ευκαιρία θανάτου κυρία. Ο πόθος του άντρα για τη γυναίκα είναι ο πόθος του θανάτου κυρία. Θέλουν μπαίνοντας στην γυναίκα να ξαναγίνουν ό,τι ήσαν πριν βγουν από εκεί μέσα, προτού υπάρξουν-να χαθούν δηλαδή μέσα στη μήτρα της-να μην υπάρχουν.
Τι ειρωνεία όμως! Όχι μόνον αυτοί δεν πεθαίνουν, μα η επιθυμία τους για θάνατο γεννάει κι άλλα δυστυχισμένα ανθρωπάκια. Και αυτή η συνέπεια του έρωτα και η ανομολόγητη ντροπή που κουβαλάει, είναι ο λόγος που για να ερωτευτούν, κρύβονται οι άνθρωποι. Σκεφτείτε! Τόσοι ύμνοι για τον έρωτα, τόσες προσπάθειες ολοζωής ώσπου να κερδηθεί το θηλυκό και όταν αυτό γίνει, τότε, ο έρωτας, το πολυϋμνητο όνειρο κάθε ανθρώπου, να πρέπει να γίνει κρυφά… Γιατί αν γινόταν φανερά θα επέσυρε την μήνιν για την επακόλουθη αποτρόπαια πράξη-την γέννηση κι άλλων ανθρώπων! Η ντροπή που επιφέρει η θέαση της πράξης του έρωτα, είναι η μεταμφίεση του τρόμου για την συνέχιση της ζωής, που με την πράξη αυτή επιτελείται.
Οι άνθρωποι έχουν δώσει το όνομα της ευτυχίας, σε ό,τι φέρνει δυστυχία!
Και όμως, είναι αυτού του είδους η «ευτυχία», η ευτυχία που περιμένουν οι γυναίκες από τους άντρες. Πέρασαν πολλά χρόνια ώσπου να καταλάβω τι εννοούν και οι άντρες, λέγοντας στη γυναίκα που «αγαπούν» θέλουν να παντρευτούν : «θα σε κάνω ευτυχισμένη»…
Τόση κακεντρέχεια, τόση μοχθηρία κρυμμένη πίσω από λίγες λεξούλες…
Και το ίδιο εννοούν και οι πατεράδες-μαστροποί λέγοντας στον υποψήφιο γαμπρό : «Να κάνεις την κόρη μου ευτυχισμένη»… Τόσος φόβος και να ψελλίσει ακόμα κανείς την σωστή λέξη…
Και όμως να! ύστερα από όλα αυτά, οι γυναίκες βγαίνουν έξω με φουσκωμένη την κοιλιά και επιδεικνύονται περήφανες που κατάφεραν να διαιωνίσουν τη δυστυχία της ανθρωπότητας.
Και πόση προσπάθεια για να διαιωνιστεί η δυστυχία!
Δυστυχισμένοι, κακόμοιροι άνθρωποι…
Κι ύστερα έρχονται τα παιδιά… Εκείνα τα πλάσματα που τα γεννάει ο άνθρωπος «γιατί έτσι κάνουν όλοι» και που ποτέ ούτε θα τον καταλάβουνε αυτά ούτε αυτός θα καταλάβει εκείνα-ένα ακόμα πρόσωπο στην τραγωδία της ζωής… ένα ακόμα από τα σωσίβια που μηχανεύεται το φάσμα της ζωής για να υπάρξει. Και τότε πια… ω! τότε πια έχουμε άλλες αγάπες… Όλοι αγαπάνε τα παιδιά… Μα η μητέρα περισσότερο.!.. Τόμοι και τόμοι έχουν γραφτεί για την αγάπη της μητέρας για το παιδί. Μα αγάπη-τι κρίμα!-δεν υπάρχει… Πρόκειται για ένστικτο κυρία μου! Ένστικτο! Όλη αυτή η υπέροχη αγάπη είναι το αποτέλεσμα της έκκρισης ενός αδένα μέσα στο σώμα της γυναίκας. Του ίδιου αδένα που δημιουργεί την ίδια αγάπη για τα παιδιά τους και στη λιονταρίνα και στην ύαινα και στην μαϊμού. Η ζωή, ότι και αν είναι αυτό, το ξέρει, και γι αυτό έδωσε το ένστικτο.
Ναι κυρία μου, αγάπησα πολλές γυναίκες με την ανθρώπινη, δηλαδή με την ζωώδικη αγάπη-την αληθινή. Την άλλη σας αγάπη, το φάντασμα της αγάπης, τη χαρίζω στους κενούς, για να γεμίσουν μ’ αυτή την ανύπαρκτη ζωή τους.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Και απ’ ό,τι έχω καταλάβει από όσα άκουσα, δεν αγαπήσατε κανέναν άλλον. Τίποτα δεν αξίζει στους ανθρώπους ώστε να νιώσετε ευνοϊκά γι αυτούς;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Νιώθω λύπη γι αυτούς. Αν αυτό αποτελεί εύνοια…
ΦΕΛΛΙΝΗ
Μήπως έξω από τους ανθρώπους τουλάχιστον, υπάρχει κάτι άξιο ν’ αγαπηθεί στον κόσμο μας-στην γη μας-κύριε Μόρισον;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Υπάρχει κυρία. Όχι απλά κάτι αξιαγάπητο, μα που αυτό το κάτι είναι η ίδια η αγάπη. Κάτι αξιοπρόσεχτο θα έλεγα, το μόνο αξιοπρόσεχτο. Αυτό είναι τα Πράγματα. Και στην κοινωνία ακριβώς των Πραγμάτων είναι που θα φτάσω φεύγοντας σε λίγο από εδώ.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Τόσο κοντά αισθάνεστε με τα Πράγματα, ώστε επιζητείτε την κοινωνία τους αντί αυτής των ανθρώπων;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Τόσο κοντά, που κιόλας νιώθω πως είμαι κι εγώ ένα Πράγμα, όσο τουλάχιστον το επιτρέπει η ανθρώπινη φύση μου. Ένα Πράγμα που όπως κι εκείνα, αφήνεται σε όλα. Αφήνεται να το πηγαίνουν όπου θέλουν, αφήνεται στην κάθε καταιγίδα ανυπεράσπιστο, σε καμιάς αντιξοότητας την επιδρομή δεν αντιμάχεται, καμιά δόξα δεν επιζητεί. Πλέει μέσα στα νερά της ύπαρξης τελείως άβουλο και τελείως αθώο.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Ομολογώ ότι μου μοιάζει παράξενο να σας ακούω να υπερηφανεύεστε πως είστε-ή πως θέλετε να γίνετε ένα πράγμα.
Θα μπορούσατε να μου αναφέρετε μερικά στοιχεία της υπεροχής των Πραγμάτων έναντι των ανθρώπων;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Θα μπορούσα να μιλώ για μια ώρα απαριθμώντας σας όχι την υπεροχή των Πραγμάτων έναντι των ανθρώπων, αλλά εξυμνώντας την υπαρξιακή μοναδικότητα των πραγμάτων, έναντι της ανυπαρξίας των ανθρώπων.
Θα σας πω μόνον την διαφορά εκείνη που και μόνη της θα έκανε την υπεροχή των Πραγμάτων έναντι των ανθρώπων ουσιαστική. Είναι ότι οι άνθρωποι σκέπτονται κυρία Φελλίνη.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Είναι μια ενδιαφέρουσα θεωρία, αν και όχι αισιόδοξη.
Μα θα αισθανόμουν πιο άνετα μαζί σας αν δεν ήσασταν τόσο κατηγορηματικός.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Αυτός που έχει κάνει τον γύρο όλου του κύκλου -αυτός μπορεί να είναι κατηγορηματικός
ΦΕΛΛΙΝΗ
Κάνοντας κανείς τον γύρο του κύκλου θα ξαναβρεθεί στο σημείο από όπου άρχισε την πορεία του-και αν ναι, τότε γιατί όλη η προσπάθεια;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Έχετε δίκιο. Θα βρεθεί πράγματι στο σημείο από όπου άρχισε. Τώρα όμως γνωρίζοντας. Και αυτό κάνει όλη τη διαφορά.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Κύριε Μόρισον, όλα αυτά θα ήσαν ωραία και ίσως θα δικαιολογούσαν-αν μπορεί να δικαιολογηθεί μια τέτοια πρόθεση-την απόφασή σας να φύγετε από τη ζωή, όμως.... όμως να! Πώς μπορείτε εσείς να κατέχετε την σωστή ερμηνεία της ζωής και να γνωρίζετε όλες τις συνιστώσες της, ώστε να αποφαίνεστε πώς θα έπρεπε να είναι οι άνθρωποι, πώς θα έπρεπε να είναι οι σχέσεις τους και να υποβαθμίζετε την αξία πανανθρώπινων συναισθημάτων; Δεν είναι λίγο εγωιστικό αυτό;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Κυρία-αλήθεια πώς σας λένε;..
ΦΕΛΛΙΝΗ
Φελλίνη. Φελλίνη Σμιθ.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Κυρία Σμιθ, οι άνθρωποι ή θα ζήσουν τη ζωή ή θα την γνωρίσουν. Εμένα μου δόθηκε να τη γνωρίσω. Και δεν ξύπνησα μια μέρα με γεμάτο το κεφάλι μου με όλα όσα σας είπα. Όλα αυτά και όσα θα ακούσετε αν επιμείνετε στην συνέχεια της συζήτησής μας, είναι γέννημα χρόνων πόνου και θλίψης. Και όχι πως υπερηφανεύομαι γι αυτό, μάλιστα έρχονταν ώρες που καταριόμουν όποιον έβαλε μέσα μου την άφευγη τάση να δίνομαι σε ό,τι πιο άχαρο υπάρχει στον κόσμο- στη συνεχή προσπάθεια κατανόησης των γύρω μου, στην έρευνα, στην εξέταση κάθε πιθανής αιτιότητας, προοπτικής και έκβασης των κάθε φορά δεδομένων. Κα θα ήθελα να ήμουν ένας από τους πολλούς που δέχονται τα πράγματα όπως είναι, χωρίς ν’ αναρωτιούνται και χωρίς να ψάχνουν ασταμάτητα απαντήσεις στα πλήθος «γιατί» τους. Θα ήθελα να ζήσω και να πεθάνω ανυποψίαστος για όσα φοβερά η κάθε μέρα φέρνει μαζί της, τυφλός στη θεατρική παράσταση της φρικτής καθημερινότητας, ευχαριστημένος από την καλή τύχη που με έφερε σ’ αυτό τον κόσμο.
Μα όχι! Πάντοτε υπερίσχυε η γνώμη πως η χαρά είναι βάρβαρη, η θλίψη ευγενική και πως η συμφέρουσα πράξη είναι ανήθικη. Το να υποφέρω, για μένα ήταν τρόπος ζωής. Και αν δεν έχω την απαίτηση να ενστερνιστείτε τις απόψεις μου, όμως δεν θα έστεργα να μου αφαιρέσετε το δικαίωμα να δρω σύμφωνα με αυτές.
Έτσι λοιπόν έφτασα εδώ που έφτασα.
Πρέπει κανείς σε όλη τη ζωή του να μην έχει στο μυαλό του άλλην ιδέα από αυτή-πώς να γίνει ό,τι πραγματικά είναι. Πρέπει σ’ όλη τη ζωή του να τον τυραννούνε τα μεγάλα ρωτήματα και να διερευνά κάθε πιθανή απάντηση ώσπου να έβρει τη σωστή. Πρέπει να έχει απαρνηθεί τα γήινα και να είναι όλος μια σμίλη, που μ’ αυτήν πετώντας κάθε περιττό ψέμα από πάνω του, θα αφήσει να λάμψει μόνο η Αλήθεια, αστραφτερή και αθάνατη κι ωραία.
Πρέπει να μην έχει χαρεί ούτε μια μέρα του βίου του -αλήθεια ποιος είπε πως η αναζήτηση της χαράς και όχι του πόνου, είναι ο σκοπός του ανθρώπου αφότου βρέθηκε πάνω στη γη;.. Πρέπει όταν ταξιδεύει να μην απολαμβάνει το ταξίδι, αλλά να σκέφτεται το αίμα που έχυσαν οι εργάτες φτιάχνοντας τον δρόμο. Πρέπει σε έναν αγώνα τένις, αυτός να βλέπει μπροστά του να ξεκοιλιάζεται η γάτα που θα δώσει τα έντερά της για να φτιαχτεί η ρακέτα. Πρέπει όταν είναι πέντε χρονών, μια βραδιά που η μητέρα του θα τηγανίζει πατάτες μέσα στην κουζίνα της τρώγλης όπου ζει, αυτός να βάλει τα κλάματα γιατί είδε τον θάνατο μπροστά του και, μικρό παιδί, τρόμαξε από αυτόν. Πρέπει όταν βλέπει ένα γερό κορμί, το μυαλό του να χτίζει νεκροταφεία. Πρέπει όλα αυτά και άλλα ατελείωτα για να μπορέσει μια μέρα να πει στον εαυτό του: «Αρκετά, αυτό ήταν όλο. Ο προορισμός σου πάνω σ’ αυτή τη γη εκτελέστηκε. Κάνε τώρα εκείνο που ξέρεις. Άφησε αυτό τον κόσμο για να ξαναγυρίσεις στο Μηδέν, στην Ανυπαρξία, στο Μεγάλο Τίποτα, στην Μήτρα αυτή του παντός. Αρκετά ξεπόρτισες. Γύρνα σπίτι.»
Ούτε συν ούτε πλην. Επιτέλους, η ισορροπία, η πλήρης αρμονία.
Και, παραδεχτείτε το, αφού ο έρωτας-η αναζήτηση δηλαδή του θανάτου- δίνει τόσην ηδονή στον άνθρωπο, ο ίδιος ο θάνατος δεν θα κάνει όλβιον εκείνον που θα βυθιστεί μέσα του; Και όμως, εσείς είστε εδώ επιζητώντας να με πείσετε να αναβάλω την πράξη που θα μου χαρίσει την μέγιστη των ηδονών-τον θάνατο...
ΦΕΛΛΙΝΗ
Ψάχνοντας, παρατηρώντας και υπολογίζοντας, δεν έτυχε να βρείτε μπροστά σας έναν αδιαπέραστο τοίχο, που κι εσείς αποτελείτε ένα μικρό του κομματάκι-την κοινωνία κύριε Μόρισον, που έχει άλλες ιδέες από τις δικές σας; Πώς μπορέσατε να αγνοήσετε ό,τι ένα πλήθος εκατομμυρίων-τι λέω εκατομμυρίων, δισεκατομμυρίων-ανθρώπων έχει αντίθετη άποψη για τη ζωή από ό,τι εσείς;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Κυρία Σμιθ, μου αρέσει να μιλώ και είστε καλός ακροατής, αν και αμφιβάλλω αν συμφωνείτε με κάτι από όσα μέχρι τώρα είπα. Αν όμως ξεπεράσω τα όριά σας, ο τρόπος για να σταματήσω, για να ξέρετε, είναι να μην μου κάνετε άλλες ερωτήσεις. Αλλιώς φοβάμαι ότι θα σας κουράσω με την πολυλογία μου.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Κοιτάξτε κύριε Μόρισον… για να είμαι ειλικρινής μαζί σας… αν εννοείτε ξεπέρασμα των ορίων μου την ικανότητά μου να αντικρούω απόψεις, ομολογώ ότι αυτό ξεπεράστηκε από ώρα. Γιατί δεν έχω ίσως τις γνώσεις να παρακολουθήσω όσα λέτε ή γιατί άκουσα τόσα πολλά σε τόσο μικρό διάστημα που δεν έχω καιρό να τα βάλω σε μια σειρά και να προσπαθήσω να τα αντικρούσω ένα ένα. Μην σκέπτεστε όμως καθόλου ότι μπορεί να με κουράσετε μιλώντας. Μπορεί να μην συμφωνώ με όλα όσα ακούω, μα μου είναι ευχάριστο να σας ακούω. Ύστερα εμείς το επιδιώκουμε αυτό. Άνθρωπος που μιλάει είναι ακόμα ζωντανός… Και ακόμα, η ομιλία για κάτι που είτε ο ακροατής συμφωνεί είτε διαφωνεί, και η εξωτερίκευση συναισθημάτων μ’ αυτήν, θα ξέρετε και σεις πως επηρεάζει θετικά την ψυχική κατάσταση εκείνου που μιλάει. Μη σας περάσει λοιπόν από το μυαλό ότι με κουράζετε μιλώντας μου.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Θα απαντήσω στην ερώτησή σας, αν και η ψυχική μου κατάσταση έχει ξεπεράσει την πιθανότητα να επηρεαστεί πλέον από οτιδήποτε και προς οποιανδήποτε πιθανή κατεύθυνση.
Ωραία λοιπόν! Με ρωτήσατε κάτι για την κοινωνία…
ΦΕΛΛΙΝΗ
Ναι, ρώτησα πώς μπορέσατε και αναπτύξατε απόψεις που έρχονται σε αντίθεση με τα κρατούντα-με εκείνα που λαοί και κοινωνίες ολόκληρες έχουν θεσπίσει για χιλιετίες πάνω στη γη αυτή. Και όχι μόνον θεωρητικολογώντας, αλλά επεκτείνοντας την αντίθεσή σας αυτή ως το σημείο να θέλετε να πεθάνετε για τις ιδέες σας αυτές.
ΈΡΙ
Η κοινωνία!.. Μα, κυρία Σμιθ, υπάρχει άλλο ανοητότερο σύνολο από αυτόν τον αηδιαστικό συμφυρμό κοινά παραδεγμένων κανόνων συμπεριφοράς και διαβίωσης; Αυτή δεν είναι που γεννάει όλες τις προκαταλήψεις και ενστερνίζεται κάθε στραβή ιδέα που κάποιος λαοπλάνος εκμεταλλευτής ξεστομίζει;
Η κοινωνία!.. οι δουλείες της… τα ήθη και τα έθιμά της… οι συνθήκες της… Η κοινωνία! η μηχανή που είναι φτιαγμένη από ανθρώπους, που καθένας τους είναι ένας ζωντανός οργανισμός! Τι άλλο θα περίμενε κανένας από αυτήν παρά την εξύμνηση της ζωής-της τερατώδους, της εξωφρενικής αυτής ψευδαίσθησης τόσων δισεκατομμυρίων πλασμάτων της; Αν κυρία Σμιθ είχα την δυνατότητα, θα έδινα τέλος στην κοινωνία. Αλλά μη μπορώντας αυτό, κάνω εκείνο που στο μοιράδι μου αναλογεί. Δίνω τέλος στον εαυτό μου. Αδυνατώ πλέον να συμμετέχω σε κάτι γελοίο και ανόητο. Προ παντός ανόητο.
Η Κοινωνία! Ένα σύστημα που γεννάει ανθρώπους που έχουν συμφέρον να το συντηρούν-μεγαλοαπατεώνες που βρίσκοντας κατάλληλο το έδαφος κάνουν αρεστή στους αδαείς την ζωή.
«Συμφέρον» είπα; Ποιος μπορεί να έχει συμφέρον από
κάτι τέτοιο; Μα οι πιο ανόητοι των ανθρώπων. Αυτοί φυτεύουν στους ανθρώπους τον φόβο για τον θάνατο και την λατρεία για την ζωή.
Όχι κυρία Σμιθ, κρατήστε την κοινωνία σας.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Είμαι νέα ακόμα και δεν έχω ακούσει άλλη φορά τέτοιες απόψεις, τέτοιες φοβερές σκέψεις. Και αισθάνομαι τον εαυτό μου υποχρεωμένο να αντιδράσει σε αυτή την καταιγίδα μειωτικών για τους ανθρώπους χαρακτηρισμών, προβάλλοντας, με όσην ένταση μπορώ να το κάνω, την άλλη άποψη, την άποψη της αισιοδοξίας, κάτι που κι εσάς πιστεύω πως θα ωφελήσει. Αν και αυτό θα είναι κάτι δύσκολο για μένα… όμως πρέπει, δεν έχω το δικαίωμα να αφήσω ανυπαράσπιστες τις χαρές της ζωής… την ίδια τη ζωή… γι αυτό επιτρέψτε μου να πω κι εγώ λίγα λόγια σαν σχολιασμό ή αντίθεση σε όσα εσείς είπατε…
(Θόρυβος από την πόρτα όπως κλειδιού που γυρίζει στην κλειδαρότρυπά της. Εριναστός και Φελλίνη κοιτάζουν προς τα εκεί. Η Φελλίνη κοιτάζει ερωτηματικά τον Εριναστό)
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Ιδέα δεν έχω ποιος μπορεί να έχει το κλειδί του διαμερίσματός μου.
(Η πόρτα ανοίγει και στο άνοιγμά της εμφανίζεται η Ζωή. Είναι μια νέα και όμορφη γυναίκα, ζωηρόχρωμα έως παρδαλά ντυμένη. Έχει πλούσια ξανθά μαλλιά, φοράει σανδάλια, είναι ζωηρά βαμμένη, στο λαιμό έχει γιρλάντες από αγριολούλουδα, βραχιόλια στα χέρια και μια κομψή πράσινη ζώνη στη μέση της. Είναι χαρούμενη και ποτέ το χαμόγελο δεν φεύγει από τα χείλη της.)
ΖΩΗ
(γελώντας με την έκπληξή τους, και ενώ ο Εριναστός, όσο αυτή μιλάει, την κοιτάζει προσεκτικά, ενώ η Φελλίνη με περιέργεια και θυμό)
Από μακριά άκουσα την κουβέντα σας –διαθέτω μια καταπληκτική ακοή- και μέσα της άκουσα πολλές φορές τ’ όνομά μου. Και μιας και τίποτα καλλίτερο δεν είχα, είπα ας πάω να γνωρίσω αυτούς τους συνομιλητές. Και να ’μαι!
(Πηγαίνει προς το τραπέζι)
Ου! Βιβλία! Εσείς πρέπει να είσαστε σοφοί!
Εγώ δεν έμαθα να διαβάζω. Μα τι μου χρειάζεται; Όπου και να σταθώ με ταϊζουν. Και ποτέ δεν μένω χωρίς στέγη, χωρίς διασκέδαση, χωρίς εραστές. Όλοι, άντρες και γυναίκες με καλοέχουν. Ποτέ έγνοια δεν βάζω για τίποτε. Όλος ο χρόνος μου είναι ελεύθερος και δεν ξέρω τι να τον κάνω. Και τριγυρνάω εδώ κι εκεί κάνοντας όποια τρέλα μου έρθει. Και παρέα στις τρέλες μου αυτές δεν μου λείπει-ουρά κάνουν οι άνθρωποι για να με συντροφεύουν. Τους δικαιολογώ. Ποιος άντρας δε θα ’θελε τη συντροφιά μιας νέας και όμορφης κοπέλας και ποια γυναίκα δε θα με ήθελε για φιλενάδα της-κράχτη αρσενικών; Πόρτα, όπως είδατε με τα ίδια σας τα μάτια, καμία δεν μου αντιστέκεται. Μπαίνω όπου θέλω με το μοναδικό μου κλειδί, που όμως ανοίγει όλες τις πόρτες. Χα!.. Μα εσείς τι κάνετε εδώ; Πρέπει να έχετε κάποια σοβαρή συζήτηση.
(χαμογελώντας)
Αν είναι έτσι να σηκωθώ να φύγω γιατί τα σοβαρά μου φέρνουν ανία.
(στην Φελλίνη, με ενδιαφέρον)
Μικρή μου να συμμαζέψεις και να σηκώσεις επάνω τα μαλλάκια σου. Είσαι στρογγυλοπρόσωπη και δεν σου πάνε έτσι κάτω ριγμένα.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Είπες πως άκουσες τ’ όνομά σου. Ποιο είναι αυτό; Ποια είσαι;
ΖΩΗ
Ζωή. Είμαι η Ζωή.
ΦΕΛΛΙΝΗ
(Στον Εριναστό, με επιτιμητική απορία)
Κύριε Μόρισον, δεν σας νοιάζει που μια ξένη μπαίνει απρόσκλητη μέσα στο σπίτι σας και φέρεται τόσο αναιδώς, παρά σας ενδιαφέρει μόνον το όνομά της;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(γελώντας και εξετάζοντας τη Ζωή ενώ μιλάει)
Ελάτε κυρία Σμιθ, τι θα είχα να φοβηθώ; Μήπως με κλέψει ή μήπως με σκοτώσει; Ύστερα δεν ξέρω… μπορεί να μοιάζει για ξένη, όμως μάλλον μου είναι πολύ γνωστή.
ΖΩΗ
(συνεχίζει όπως πριν μη δίνοντας σημασία στις κουβέντες τους)
Η αλήθεια είναι πως λίγοι με ξέρουν. Οι περισσότεροι με φαντάζονται μόνον. Ή με γνωρίζουν από τα επιτραπέζια παιχνίδια μου που όλους τους ενδιαφέρουν. Α! Παίζω πολλά παιχνιδάκια. Το «Πόλεμος-Ειρήνη» είναι το αγαπημένο μου. «Για γερά νεύρα», «Ο γιατρός και οι αρρώστιες», «Απρόσμενες εξελίξεις», είναι επίσης πολύ καλά. «Οι φυσικές καταστροφές» δεν μου αρέσουν και πολύ, όμως είμαι υποχρεωμένη να το παίζω κι αυτό. Να μη σας παίρνω τον χρόνο σας λέγοντάς σας περισσότερα, όταν μάλιστα ο χρόνος είναι τόσο περιορισμένος για κάποιον από τους δυο σας. Αλήθεια, ποιος πρόκειται να μας αφήσει χρόνους-έτσι δεν το λέτε;
(Η Φελλίνη περιμένει μιαν αντίδραση του Εριναστού και όταν βλέπει ότι αυτός δεν αντιδρά αποφασίζει να μιλήσει εκείνη)
ΦΕΛΛΙΝΗ
Απορώ με σένα δεσποινίς Ζωή. Μπαίνεις απρόσκλητη σ’ ένα σπίτι και φέρεσαι σαν να ήτανε το δικό σου, ενώ ο οικοδεσπότης είναι παρών και μάλιστα έχει μια παρέα που συζητάει μαζί της. Τι συμπεριφορά είναι αυτή; Έτσι κάνεις πάντοτε εσύ; Και τι άπρεπες ερωτήσεις!..
ΖΩΗ
Κοπέλα μου πουθενά δεν μπαίνω απρόσκλητη. Έχω πρόσκληση διαρκείας από όλους. Και όχι μπαίνω μα έχω την αίσθηση πως πάντοτε βρίσκομαι σα στο σπίτι μου σε κάθε σπίτι που πηγαίνω. Μόνο που οι περισσότεροι με έχουν συνηθίσει πια και είναι σαν να μην υπάρχω γι αυτούς. Μπορώ να πω πως δεν με βλέπουν καν. Και στο δικό σου το σπίτι έχω έρθει -δεν μένεις στην Owensmouth 8741;
ΦΕΛΛΙΝΗ
(κοιτάζει απορημένη μια τη Ζωή μια τον Εριναστό. Στη Ζωή)
Πράγματι… εκεί μένω… Μα ποια είσαι;..
ΖΩΗ
Η Ζωή-μια ζωηρή κοπέλα που όλο γυρνάει.
(Η Φελλίνη σηκώνεται. Κάνει να μιλήσει στη Ζωή, αλλάζει γνώμη και στρέφει στον Εριναστό)
ΦΕΛΛΙΝΗ
Κύριε Μόρισον νομίζετε πως θα πρέπει να δώσουμε σημασία στη δεσποινίδα ή θα ήταν καλλίτερα να συνεχίσουμε τη δουλειά μας-τη δουλειά μου αν θέλετε; Εκτός αν η παρουσία της σας άλλαξε διάθεση και σκεφτόσαστε διαφορετικά για ό,τι είχατε αποφασίσει.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(Κοιτάζοντας τη Ζωή)
Κυρία Σμιθ ας ασχοληθούμε λίγο με τη δεσποινίδα Ζωή.
Ίσως μάθουμε πολλά απόψε και γι αυτήν και για τους εαυτούς μας.
(στρεφόμενος προς την Φελλίνη)
Καθίστε παρακαλώ.
(Η Φελλίνη κάθεται. Στη Ζωή)
Εγώ είμαι που πρόκειται να σας αφήσω δεσποινίς Ζωή.
ΖΩΗ
Με τι; Δηλητήριο, κρεμάλα, γκρέμισμα, πιστόλι;..
ΦΕΛΛΙΝΗ
Αυτό μόνον έχεις να πεις- «Με τι;» Δε θα τον αποτρέψεις; Εγώ αυτό προσπαθώ να κάνω-γι αυτό βρίσκομαι εδώ.
ΖΩΗ
Γιατί να τον αποτρέψω;
ΦΕΛΛΙΝΗ
Καλή είναι αυτή! Μα να τον αφήσουμε να πεθάνει;
ΖΩΗ
Κοπέλα μου, τριακόσια πενήντα δισεκατομμύρια άνθρωποι έχουν πεθάνει μέχρι σήμερα. Ένας ακόμα σε τι-ποιον θα πείραζε; ως για αυτοκτονίες, κάθε μέρα δεκαριές χιλιάδες αυτοκτονούν. Και οι αρρώστιες και τα δυστυχήματα σκοτώνουν περισσότερους. Λοιπόν τι;
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(στη Ζωή, που όσο αυτή μιλούσε με την Φελλίνη αυτός παρατηρούσε προσεκτικά την Ζωή)
Νομίζω ότι μια τούφα από τα μαλλιά σου έχει ξεστρατίσει κοπέλα μου.
(σηκώνεται και απλώνει το χέρι του στα μαλλιά της Ζωής)
Μου επιτρέπεις…
(Η Ζωή κάνει ένα νεύμα αδιαφορίας για την παρατήρηση του Εριναστού. Καθώς ο Ερειναστός προσπαθεί να στρώσει τα μαλλιά της Ζωής μένει στο χέρι του ολόκληρη η περούκα που αποδείχνεται ότι η Ζωή φοράει, αποκαλύπτοντας μια κατάμαυρη, λεία επιφάνεια στο μέρος όπου πριν καλύπτονταν από την περούκα)
ΦΕΛΛΙΝΗ
(με αηδία)
Θεέ μου! Κι ήταν τόσο όμορφη κοπέλα…
ΖΩΗ
(ανέμελα και αδιάφορα)
Ήτανε δώρο ενός φίλου. Θα βρω κάτι άλλο πάλι.
(στην Φελλίνη, συνεχίζοντας την προηγούμενη κουβέντα)
Και ξέρεις πόσοι χάνονται με τα καράβια; Ο βυθός της θάλασσας δεν φαίνεται από τα κουφάρια τους.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(στη Ζωή)
Καθώς βλέπω από εδώ που βρίσκομαι, το δεξί σου στήθος σαν να μπαινοβγαίνει σε κάθε σου κίνηση. (Πλησιάζει την Ζωή, που δέχεται αδιάφορα τις επεμβάσεις του Εριναστού, και της ανοίγει την μπλούζα. Στο άνοιγμά της φαίνεται όχι δέρμα, μα η ίδια συμπαγής και κατάμαυρη επιφάνεια όπως του κρανίου της, με πάνω της, στη θέση όπου έπρεπε να είναι τα στήθη της Ζωής, δυο ψεύτικα μαύρα στήθη. Ο Εριναστός βγάζει τα ψεύτικα στήθη και αμέσως μετά την μπλούζα. Δυο τρύπες μένουν στο συμπαγές μαύρο του στήθους. Η Φελλίνη σηκώνεται και οπισθοχωρεί τρομαγμένη)
ΖΩΗ
(στον εαυτό της)
Ω! χάλασαν όλα. Μα και τι να περίμενα μετά τόσον καιρό. Πρέπει να πάω για ανασύσταση όπως και να το κάνεις…
(στον Εριναστό, τελείως φυσικά, συνεχίζοντας την προηγουμενη κουβέντα τους)
Και γιατί θέλεις ν’ αυτοκτονήσεις;
(Ο Εριναστός δεν της απαντάει. Της λύνει την ζώνη και της κατεβάζει την πολύχρωμη φούστα. Φαίνονται μέση, γλουτοί, μηροί, κνήμες, όπως και πιο πάνω-μια κατάμαυρη επιφάνεια Η Φελλίνη κραυγάζοντας φωνές φρίκης και τρόμου κρύβεται όπως μπορεί πίσω από τον Εριναστό. Ο Εριναστός κοιτάζει προς το πρόσωπο της Ζωής, το μόνο ανθρώπινο που έχει μείνει από ό,τι πριν ήταν η Ζωή. Την πλησιάζει βλέποντας προς αυτό.)
ΖΩΗ
(βλέποντάς τον, χωρίς προσπάθεια αντίδρασης, σιγά)
Θα φτάσεις λοιπόν ως εκεί;
(Ο Εριναστός σηκώνει το χέρι του ως το μέτωπο της Ζωής, πιάνει το υποτιθέμενο δέρμα από τη γραμμή που το χωρίζει από το μαύρο του κρανίου και το τραβάει. Το πρόσωπο της Ζωής αποδείχνεται πως ήταν μια μάσκα που μένει στα χέρια του Εριναστού, ενώ κάτω από αυτήν μένει η μαύρη επιφάνεια όπως και πιο πάνω, με τρύπες στη θέση των ματιών της μύτης και του στόματος, που μόλις η Φελλίνη και ο Εριναστός προλαβαίνουν να δουν, γιατί αμέσως μετά, μια δυνατή απόκοσμη κραυγή βγαίνει από το μαύρο που αντιστοιχούσε στο στόμα της Ζωής και την ίδια στιγμή βαθύ σκοτάδι καλύπτει το δωμάτιο. Η Φελλίνη κραυγάζει όλο και πιο δυνατά)
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
(δυνατά)
Ησυχάστε!.. Ησυχάστε κυρία Σμιθ!
(Η Φελλίνη εξακολουθεί να στριγγλίζει. Δυνατά)
Σταματήστε!
(Οι φωνές της Φελλίνης χαμηλώνουν)
Κάπου έχω ένα κερί… νάτο, το βρήκα…
(ακούγεται ο ήχος ανάμματος ενός σπίρτου και το κερί ανάβει. Ότι είχε απομείνει από την Ζωή έχει εξαφανιστεί και μόνον τα ρούχα και η μάσκα της μένουν πεσμένα στο πάτωμα. Η Φελλίνη ρίχνεται στην αγκαλιά του Εριναστού κοιτάζοντας φοβισμένη γύρω. Ο Εριναστός απωθώντας ήρεμα την Φελλίνη απελευθερώνεται από το αγκάλιασμά της. Καθησυχαστικά)
Ησυχάστε κυρία Σμιθ. Όλα πέρασαν πια. Ξέρω, ήτανε φοβερό το θέαμα, για μια γυναίκα τουλάχιστον… Ηρεμήστε…
(Η Φελλίνη κοιτάζει γύρω στο δωμάτιο, ώσπου να βεβαιωθεί ότι όλα είναι όπως πριν εισβάλει η Ζωή σ’ αυτό)
Είστε καλλίτερα τώρα;
ΦΕΛΛΙΝΗ
(Ακόμα επηρεασμένη από τα προηγούμενα, σιγά)
Κύριε Μόρισον… τι φοβερό!..
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Αλήθεια φοβερό. Και νομίζω πως ύστερα απ’ αυτό δεν θα έχετε διάθεση για συνέχιση της προσπάθειάς σας, γι αυτό καλλίτερα θα ήταν να πηγαίνατε στο σπίτι σας. Εξάλλου πρέπει να ηρεμήσετε.
ΦΕΛΛΙΝΗ
(πάντοτε ταραγμένη)
Έχετε δίκιο. Μου είναι αδύνατο να σταθώ άλλο εδώ μέσα-με συγχωρείτε… Αν και θα ήθελα να σας πω κι εγώ κάποιες γνώμες μου… μα τώρα… Σας παρακαλώ κύριε Μόρισον, δώστε μου την ευκαιρία να σας μιλήσω κάποιαν άλλη μέρα…(παίρνει την τσάντα της από την καρέκλα και κάνει μερικά βήματα προς την πόρτα, προσέχοντας να πατάει μακριά από τα ρούχα της Ζωής)
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Σας καταλαβαίνω απόλυτα. Να πάτε στο καλό. Μόνο όταν καλείστε από δω και πέρα σε παρόμοιες περιπτώσεις, επικαλεστείτε οποιαδήποτε επιχειρήματα, μόνο μην υποστηρίξετε με πάθος ότι η ζωή υπάρχει, ή πώς, αν υπάρχει, ότι είναι ωραία.
ΦΕΛΛΙΝΗ
Ούτε λόγος… Μόνο σκέπτομαι ότι θα κουβαλώ μέσα μου ολοζωής αυτή τη φρικτή γνώση, χωρίς να μπορώ να μιλήσω γι αυτήν σε κανέναν-ποιος θα με πίστευε…
(Δίνει το χέρι της, που ακόμα τρέμει, στον Εριναστό)
Δεν ξέρω τι να πω κύριε Μόρισον…Σας εύχομαι το καλλίτερο... Γεια σας.
ΕΡΙΝΑΣΤΟΣ
Στο καλό κυρία Σμιθ.
(Η Φελλίνη βγαίνει γρήγορα αφήνοντας ανοιχτή την πόρτα πίσω της. Ο Εριναστός κλείνει την πόρτα και κατευθύνεται προς το τραπέζι. Σταματάει για λίγο και με το παπούτσι του αγγίζει τα ρούχα της Ζωής.)
Τουλάχιστον να φορούσε μαύρα…
(Παίρνει το πιστόλι στο χέρι του και με αργές και σίγουρες κινήσεις το κατευθύνει προς τον κρόταφό του ενώ ταυτόχρονα πέφτει η)
ΑΥΛΑΙΑ
Δευτέρα 28 Απριλίου 2025
Κυριακή 27 Απριλίου 2025
ΑΦΟΥ ΔΕ Μ’ ΑΓΑΠΗΣΕ…
Αφού δε μ’ αγάπησε δεν κρύβουν τα σύθαμπα
σκιές ούτε μίσους.
Αφού δε μ’ αγάπησε δεν είχαν τα Σύμπαντα
ποτέ παραδείσους.
Αφού δεν ’ αγάπησε τα πάντα είναι ψέματα-
και πώς να ‘ν’ αλήθεια
αφού τα δικά μου ταιριάζαν χαϊδέματα
στα δυο της τα στήθια.
Αφού δε σφιχτόκλεισαν οι πάλλευκοι κύκλοι της
τους μαύρους μου κύκλους,
αφού αποστερήθηκαν τα δύο τα χείλη της
του μόνου μου χείλους,
αφού δεν αγκάλιασαν οι δυο τεθλασμένες της
τις δυο μου ευθείες,
αφού με το στήθος μου οι λαιμοκαδένες της
δεν κάναν φιλίες…
Αφού δε μ’ αγάπησε ειν’ όνειρο η δύση μου
σβησμένου ονείρου.
Ποτέ δεν ανάτειλα και είναι η ζήση μου
ογκάνισμα χοίρου.
Δεν ζω. Δεν αισθάνομαι. Στης πλάσης της άπλαστης
τα πλάτη δεν κείμαι.
Στης ζωής τον παλμό-στο φως-στη λαχτάρα της,
δεν έχω μερίδιο. Δεν είμαι.
-----
ΓΙΩΡΓΙΑ ΕΖΗΣΑΜΕ ΚΙ ΕΜΕΙΣ
(Στη Γιωργία. Παιδιά μαζί.
Ειδωθήκαμε πάλι μετά πενήντα χρόνια)
Γιωργία εζήσαμε κι εμείς.
Ο θάνατος πριν έρθει
της ζήσης εγνωρίσαμε
την άσκοπη τη μέθη.
Γιωργία εζήσαμε κι εμείς.
Στον κόσμο αφού μας φέρανε
ανθίσαμε, ώσπου ο βοριάς
της χειμωνιάς μας ξέρανε.
Εζήσαμε. Στον κόσμο μας.
Τότε. Προτού η βιάση
κι η πρόοδος η ανάποδη
όλη τη γη ρημάξει.
Τον προορισμό μας φίλη μου
τον φέραμε σε τέλος:
όπου και να ’ναι μπήχνεται
στο στόχο του το βέλος.
Προτού των πάντων η φθορά
κι εμάς αφήσει ράκη
επικραθήκαμε πολύ…
χαρήκαμε λιγάκι…
Μα όμως μέσα πέφτοντας
στον τάφο του καθείς μας
θα πάρουμε αχάλαστη
τη θύμηση μαζί μας
κάποιας μικρούλας γειτονιάς
με τα μικρά σπιτάκια,
με το ψωμί και την ελιά,
με τα στενά δρομάκια.
Τότε που χώμα βλέπαμε
κι όχι τσιμέντο γύρω.
Τότε που τ’ άνθη ανάδιναν
δροσιά ομορφιά και μύρο.
Που ήταν οι γειτόνοι μας
όχι ρομπότ κρεατένια
αλλ’ άνθρωποι που είχε καθείς
και του αλλουνού την έγνοια.
Που ένα ας φώτιζε κερί
μικρούλι τις βραδιές μας
όμως χτυπούσαν χαρωπά
οι παιδικές καρδιές μας.
Που κύπελλο ήταν η ζωή,
κρασί ήτανε η Φύση
και όλα γύρω έλαμναν
σ’ ένα γλυκό μεθύσι.
Τότε… που ήμασταν παιδιά…
Παιδιά! Όταν ακόμα
το «αχ» ούτε σαν έμβρυο
δε φώλιαζε στο στόμα…
Γιωργία υπηρετήσαμε
και με ανθρώπου σχήμα
τους ρόλους που ορίζει μας
το Σύμπαν βήμα βήμα.
Κι ας μας ειπούν κάποιοι καλούς
κακούς κάποιοι ίσως άλλοι-
μα ίδια ειν’ Καλό ή Κακό
στης Πλάσης μας τη ζάλη.
Ίδια καθώς Ζερβά Δεξά,
καθώς Επάνω Κάτω,
καθώς ίδια και Σύμφωνο
της Βαρσοβίας, και ΝΑΤΟ.
Και λέω ακόμα κι η Ζωή
ένα είναι με το Θάνατο
κι ότι ένα είναι το Θνητό
το ον με το Αθάνατο.
Και λέω πως όταν ζούσαμε
ήμασταν πεθαμένοι
και λέω όταν πεθάνουμε
ζωή μας περιμένει.
Γιωργία εζήσαμε κι εμείς.
Ο θάνατος πριν έρθει
της ζήσης εγνωρίσαμε
την μάταια τη μέθη.
Παρασκευή 25 Απριλίου 2025
Το σύμπαν μας (που μέχρι τώρα αυτό μόνον ξέρουμε ότι υπάρχει) έχει 33.000.000.000 Γαλαξίες (τόσους ξέρουμε μέχρι τώρα ότι έχει).
Οι Γαλαξίες του αυτοί έχουν 396.000.000.000.000.000.000 αστέρια (ήλιους).
Οι Γαλαξίες αυτοί έχουν επίσης γύρω από τους ήλιους τους 3.960.000.000.000.000.000.000 δορυφόρους.
Σε κάποιον από αυτούς τους δορυφόρους που ονομάζεται Γη, η οποία έχει εμβαδόν 510.100.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, υπάρχει ένας άνθρωπος που λέει: «Αυτό το οικόπεδο των διακοσίων τετραγωνικών μέτρων είναι δικό μου!»
Πέμπτη 24 Απριλίου 2025
ΧΩΡΟΣ
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Χρόνος: οποιοσδήποτε.
Πρόσωπα: ΑΝΤΡΑΣ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΧΩΡΙΚΟΙ
Τόπος: καλύβα σε πλαγιά βουνού, χωρισμένη σε δύο μικρότερους χώρους με μέσα τους τα απολύτως απαραίτητα. Στο βάθος κάθε δωματίου πόρτα που δίνει προς τα έξω. Ψηλά, στον κοινό τοίχο, ένας φεγγίτης. Σε κάθε δωμάτιο τζάκι αναμμένο. Στο δωμάτιο του ΑΝΤΡΑ, τραπεζάκι με παλιά σύνεργα μαγειρικής και καρέκλες. Στο δωμάτιο της ΓΥΝΑΙΚΑΣ ένα μικρότερο τραπεζάκι με φέτες ψωμιού επάνω. Σε μια γωνιά σύνεργα για σκι. Σε κάθε δωμάτιο αναμμένη λάμπα πετρελαίου.
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Ο ΑΝΤΡΑΣ στο δωμάτιό του βράζει νερό σε ένα καμινέτο με αργές και αθόρυβες κινήσεις, δείχνοντας σαν κάτι να έχει στο νου του.
Στο δικό της δωμάτιο η ΓΥΝΑΙΚΑ ξαπλωμένη και μισοκοιμισμένη. Ησυχία.
ΓΥΝΑΙΚΑ
(Ξυπνάει. Σηκώνεται απορημένη και τρομαγμένη. Δείχνει ταλαιπωρημένη. Είναι ντυμένη με ρούχα σκιέρ. Στέκει για λίγο. Προσπάθεια κάτι να θυμηθεί. Βλέπει γύρω της. Ξάφνου πηγαίνει προς την πόρτα, την ανοίγει. Ριπές χιονιού και παγωμένου αέρα ορμούν στο δωμάτιο. Κλείνει γρήγορα την πόρτα, τρίβει τα χέρια της το ’να στ’ άλλο. Μορφασμός πόνου. Πιάνει την αριστερή της ωμοπλάτη με το χέρι της. Ψάχνει για άλλη διέξοδο από το δωμάτιο. Βλέπει τον φεγγίτη. Προσπαθεί πηδώντας προς τα πάνω να δει πίσω απ’ αυτόν. Δεν τον φτάνει. Αφουγκράζεται. Δεν ακούει τίποτα έξω από το φύσημα του αέρα. (Φωναχτά)
Μ’ ακούτε; Μ’ ακούει κανείς; Έεεεεεε!
(ο άντρας δεν απαντάει. Η γυναίκα πηγαίνει πάλι στην πόρτα. Την ανοίγει και φωνάζει προς τα έξω με όση δύναμη έχει)
Έεεεεεεεε!
(ξανακλείνει γρήγορα την πόρτα και στέκει από πίσω της περιμένοντας. Δεν ακούγεται τίποτα.)
(Κάθεται κάτω απογοητευμένη)
Θεέ μου… Πού είμαι;..Τι έγινε;..
(Πιάνει το κεφάλι της με τα δυο της χέρια. Προσπαθώντας να θυμηθεί, στον εαυτό της)
Χιόνι, κρύο, νύχτα… κι εγώ πονεμένη και κρυώνοντας να μην ξέρω ούτε πώς βρέθηκα εδώ… Φοβάμαι!.. Μα έκανα σκι…ναι, έκανα σκι… και ήταν εκείνο το έλατο… και μετά; Πώς βρέθηκα εδώ; Ποιος με έφερε εδώ; Και θα με βρει κάποιος ή εδώ θα πεθάνω; Αυτή η νύχτα θα έχει τελειωμό;.. Ποιος… τι με έφερε εδώ… και τι είναι εδώ; Φοβάμαι… κι όμως, νερό… ψωμί… η λάμπα… κάποιος ζει εδώ… Θεέ μου… ποιος-τι είναι που με έφερε εδώ;
(σηκώνεται απότομα και με μανία αρχίζει να χτυπάει με τα χέρια της τους τοίχους του δωματίου φωνάζοντας ταυτόχρονα πανικόβλητη)
Είναι κανείς εδώ; Ποιος με έφερε εδώ; Εμπρός! Ας ακούσω κάποιον… Είναι κανείς εδώ; Εμπρός…
ΑΝΤΡΑΣ
(σιγά, στον εαυτό του)
Άργησε αλλά να την η γυναίκα.
(δυνατά, περιπαιχτικά)
Καλώς τηνε.
(η γυναίκα στριμώχνεται φοβισμένη σε μια γωνία. Σιωπή.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ποιος είναι;.. Ποιος μιλάει;..
ΑΝΤΡΑΣ
Μήπως θέλεις να σου συστηθώ κιόλας;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ποιος είσαι;.. Πού είμαι;..Τι έγινε;..
ΑΝΤΡΑΣ
Τι πολλές ερωτήσεις!
ΓΥΝΑΙΚΑ
Σας παρακαλώ… πέστε μου…
ΑΝΤΡΑΣ
Ω! Έχουμε και παρακάλια! Λοιπόν είμαι αυτός που δεν σε θέλει, είσαι εκεί που δεν πρέπει να είσαι και έγινε ότι σε βρήκα ετοιμοθάνατη μέσα στο χιόνι. Και τώρα φύγε. Η πόρτα είναι ανοιχτή όπως είδες. Και φύγε γρήγορα.
ΓΥΝΑΙΚΑ
…Να φύγω;..
ΑΝΤΡΑΣ
Ναι-δεν το άκουσες; Να φύγεις όπως ήρθες!
ΓΥΝΑΙΚΑ
Μα δεν βλέπετε τι γίνεται έξω;.. πώς να φύγω;..
ΑΝΤΡΑΣ
Όπως ήρθες! Όπως ήρθες να φύγεις! Έτσι ξαφνικά και γρήγορα. Πάρε πάλι αυτά τα βρωμοσύνεργά σου και φύγε.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Δεν γίνεται να φύγω τώρα. Μ’ αυτή τη χιονοθύελλα ούτε πενήντα μέτρα δε θα προλάβω να κάνω. Θα πέσω πάλι. Θα χαθώ. Ύστερα νιώθω πολύ αδύναμη. Και πονάει η πλάτη μου.
(σιωπή)
Σας ευχαριστώ που με σώσατε… Μα… πού είστε;.. Ποιος είστε;..
(σιωπή)
Με ακούτε;..
ΑΝΤΡΑΣ
(στον εαυτό του)
Καταραμένη χιονοθύελλα! Κι εσύ εναντίον μου δουλεύεις…
(Δυνατά)
Να έχεις το νου σου-όταν καλυτερέψει ο καιρός να φύγεις. Ετοιμάσου από τώρα.
(Η γυναίκα ξεσπάει σε κλάματα. Ο άντρας μουγκρίζει ενοχλημένα. Σε λίγο, δυνατά)
Σταμάτα!
(τα κλάματα σταματούν. Σιωπή)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(Μέσα σε αναφυλλητά)
Πώς να φύγω;.. Και κοντεύει να νυχτώσει… Εσείς με φέρατε εδώ;.. Εσείς με σώσατε;.. Και τότε γιατί με διώχνετε αφού πάλι έτσι θα με σκοτώσετε;.. Και με ποιον μιλάω;.. Γιατί κρύβεστε;.. Τι είναι εδώ;.. Γιατί μου φέρεστε έτσι;..
(σιωπή. Ήρεμα και αποφασιστικά)
Πρωί πρωί θα φύγω… Ότι καιρό και να κάνει… Μα μη με διώχνετε τώρα… Φοβάμαι εδώ που με φέρατε… εσείς ή όποιος άλλος… μα αν φύγω τώρα, το κρύο και η νύχτα θα είναι σίγουρος θάνατος για μένα…
(σιγά)
Όποιος κι αν είστε… σας παρακαλώ…
ΑΝΤΡΑΣ
(ήρεμα, καθησυχαστικά)
Καλά.
(δυνατά, απειλητικά)
Μα κλείσε το στόμα σου. Και μην κάνεις θόρυβο. Ώσπου να φύγεις να είναι σαν να μην υπάρχεις. Κατάλαβες;..
(σιωπή)
Κατάλαβες;
ΓΥΝΑΙΚΑ
(φοβισμένη)
Κατάλαβα.
(αθόρυβα σηκώνεται, πηγαίνει κοντά στο τζάκι, απλώνει τα χέρια της να ζεσταθεί. Ψάχνει με τα μάτια τριγύρω. Περπατάει πάνω κάτω στο δωμάτιο. Τέλος ακουμπάει τις παλάμες της στον τοίχο που χωρίζει το δωμάτιό της από το δωμάτιο του άντρα και πλησιάζοντας τα χείλη της στον τοίχο)
Μ’ ακούτε;
ΑΝΤΡΑΣ
(δυνατά)
Τι πάλι καταραμένο πλάσμα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Το τζάκι σβήνει… και διψάω…
ΑΝΤΡΑΣ
Βγαίνοντας αμέσως δεξιά είναι ένα υπόστεγο. Θα βρεις στοιβαγμένα κούτσουρα.
(η γυναίκα βγαίνει. Στο μεταξύ άντρας γεμίζει με νερό ένα κύπελλο, βγαίνει από το δωμάτιό του και μπαίνει στο άλλο. Αφήνει το νερό στο πάτωμα. Βλέπει γύρω με δέος και με λαχτάρα. Μυρίζει στον αέρα. Για μια στιγμή κλείνει τα μάτια απολαμβάνοντας. Συνεπαρμένος)
Γυναίκα!
(Συνέρχεται, βλέπει προς την πόρτα, βγαίνει γρήγορα κλείνοντάς τηνε πίσω του. Μπαίνει στο δωμάτιό του)
Καταραμένη!...
(μπαίνει η ΓΥΝΑΙΚΑ στο δωμάτιό της φέρνοντας ξύλα. Κλείνει την πόρτα. Στέκεται για λίγο βλέποντας το νερό. Βάζει τα ξύλα στη φωτιά, πίνει μια γουλιά νερό.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(Προς τον φεγγίτη με ευγνωμοσύνη)
Όποιος κι αν είσαι, σ’ ευχαριστώ.
(ακούγεται ένα μούγκρισμα από το δίπλα δωμάτιο. Σιωπή. Η γυναίκα βολεύεται όπως όπως σε μια γωνιά κοντά στο τζάκι. Σιωπή. Τα φώτα σβήνουν.)
ΤΈΛΟΣ ΤΗΣ ΠΡΏΤΗΣ ΣΚΗΝΉΣ
ΣΚΗΝΉ ΔΕΎΤΕΡΗ
(Ίδιος τόπος δυο ώρες αργότερα. Η ΓΥΝΑΙΚΑ βηματίζει. Ένας θόρυβος απέξω από την πόρτα την τρομάζει. Στρέφει προς τον φεγγίτη.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Με ακούτε;
(δυνατότερα)
Με ακούτε;
ΑΝΤΡΑΣ
Είναι η τρίτη φορά που με ξυπνάς… Τι πάλι;
ΓΥΝΑΙΚΑ
(δυνατά)
Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Φοβάμαι. Επιτέλους κάνετε κάτι.
ΑΝΤΡΑΣ
Τι φταίω εγώ καταραμένη αν εσύ φοβάσαι; Και δεν είμαι εγώ που χάθηκα μέσα στα χιόνια παίζοντας…
ΓΥΝΑΙΚΑ
Εσείς όμως με σώσατε. Θα είχα πεθάνει εκεί έξω.
ΑΝΤΡΑΣ
Και πάψε να μου μιλάς με το σεις-δε σε φτάνουν τόσες άλλες ψευτιές στη ζωή σου;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Πώς το λέτε αυτό; Πώς το ξέρετε; Με ξέρετε;
ΑΝΤΡΑΣ
Όλες οι καταραμένες οι γυναίκες ίδιες είσαστε.
ΓΥΝΑΙΚΑ
(στον εαυτό της)
Μισογύνης!..
(δυνατά)
Τι είσαι;.. Αν είσαι κάτι… Μόνο μια φωνή ακούω!..
(σιωπή)
ΑΝΤΡΑΣ.
Δε θα με αφήσεις να ησυχάσω απόψε λοιπόν;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Η λάμπα σβήνει, είναι νύχτα και εγώ έχω να μείνω ολομόναχη φυλακισμένη μέσα σε τούτη τη φυλακή. Δε θέλω να σας ενοχλώ μα δεν μπορώ να κάνω αλλιώς… Φοβάμαι…
ΑΝΤΡΑΣ
Μα είμαι εδώ, δίπλα σου καταραμένη. Και σ’ έσωσα. Τι φοβάσαι; Και σταμάτα αυτό το «σας».
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ότι είμαι μ’ έναν άγνωστό μου άντρα δίπλα μου στην μαύρη ερημιά δεν με ησυχάζει καθόλου.
ΑΝΤΡΑΣ
Και τι θέλεις να γίνει; Να φύγω εγώ βγαίνοντας στο κρύο και στο χιόνι για να ησυχάσεις εσύ; Ησύχασε επιτέλους. Αν φοβάσαι εμένα κλείσε την πόρτα σου. Κλειδώνει από μέσα.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Δεν καταλαβαίνεις. Η κατάσταση, αυτή η ίδια στην οποία βρισκόμαστε, αυτή είναι που περισσότερο απ’ όλα με φοβίζει. Γιατί δεν εμφανίζεσαι; Γιατί μένεις μακριά μου; Με έσωσες από το θάνατο όπως λες. Που θα πει με έφερες στη ζωή από την ανυπαρξία που με περίμενε…
ΑΝΤΡΑΣ
Ανυπαρξία… φιλοσοφημένα πράγματα βλέπω… Λοιπόν τι; Μήπως να σε προικίσω κιόλας; Μα τι διάβολο; Δε σε φτάνει που γλίτωσες το θάνατο εξαιτίας μου, που σου έδωσα ένα μέρος προστατευμένο από τη χιονοθύελλα για να κοιμηθείς… φαί… νερό;.. Πρέπει να με βασανίζεις κι από πάνω γυναίκα με τις αηδίες σου; Θεέ μου, δεν γλιτώνει λοιπόν ποτέ κανείς από σας; Τι θέλεις από μένα τέλος πάντων;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Θέλω να σε δω μόνο για λίγο. Ίσα για να δω ότι είσαι άνθρωπος. Και μάλιστα χωρίς να έρθεις εδώ-να υπήρχε τρόπος μόνο να ανέβω κάπου και να σε δω για μια στιγμή από τον φεγγίτη. Να δω για μια στιγμή το πρόσωπό σου. Και μετά ας είμαστε πάλι όπως τώρα. Όμως αυτό που τώρα συμβαίνει είναι ακατανόητο. Και κάθε τι που δεν καταλαβαίνω με φοβίζει.
ΑΝΤΡΑΣ
Κουταμάρες. Αν δεν ήμουν άνθρωπος πώς θα σε κουβαλούσα ως εδώ; Πώς θα σου έφερνα νερό; Μήπως με νομίζεις πνεύμα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Και που το ανάφερες μόνο τρέμω. Γι αυτό σε παρακαλώ άσε με να σε δω.
ΑΝΤΡΑΣ
Άκουσε γυναίκα, στρώσου κοντά στο τζάκι και κλείσε τα μάτια σου ώσπου να σε πάρει ο ύπνος. Αν εσύ θέλεις να με δεις εγώ δε θέλω να δω ούτε εσένα ούτε καμία άλλη. Κατάλαβες;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Αυτό το έχω καταλάβει, όμως θέλω να σε δω. Μόνο τότε θα ησυχάσω.
ΑΝΤΡΑΣ
( Ο άντρας αποφασιστικά σηκώνεται, φοράει γρήγορα ένα παντελόνι και ρίχνει μια κάπα στους ώμους του. Σιγά.)
Που να σε πάρουνε δώδεκα διαβόλοι νυχτιάτικα!..
(Δυνατά)
Έρχομαι.
(Βγαίνει από το δωμάτιό του και μπαίνει στο δωμάτιο της γυναίκας. Κλείνει την πόρτα και στέκεται στο μέρος που αφήνει σκιερό η λάμπα )
ΑΝΤΡΑΣ
Με βλέπεις τώρα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Βλέπω το σχήμα του κορμιού σου. Δε βλέπω πρόσωπο και μάτια.
(ο άντρας μετακινείται)
ΑΝΤΡΑΣ
Ησύχασες τώρα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Και ναι και όχι.
ΑΝΤΡΑΣ (δυνατά)
Που να σε πάρει και να σε σηκώσει, αύριο έχω δρόμο να κάνω. Δε θα με κρατήσεις ξάγρυπνο όλη νύχτα…
ΓΥΝΑΙΚΑ
Αν δεν ησυχάσω, πάλι θα φοβάμαι. Και θα ησυχάσω αν δω το πρόσωπό σου. Μπορεί να είσαι…
ΑΝΤΡΑΣ
(διακόπτοντας)
Τι να είμαι;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Μπορεί να είσαι ένας παλιάνθρωπος.
ΑΝΤΡΑΣ
Μα σε έσωσα καταραμένη…
ΓΥΝΑΙΚΑ
Αυτό δε θα πει πως είσαι καλός άνθρωπος. Ύστερα ούτε ένας καλός λόγος δε βγήκε από το στόμα σου από τότε που μου μίλησες. Κάθε ένας θα έσωζε κάποιον που κινδυνεύει. Εγώ θέλω να ξέρω πώς φέρεσαι όταν δεν είμαι σε κίνδυνο.
ΑΝΤΡΑΣ
Θα με τρελάνει ετούτη. Αφού σου λέω να κοιμηθείς-τι άλλο θέλεις; Δεν το βλέπεις; Αν ήθελα να σε σκοτώσω δε θα το είχα κάνει;
(Θόρυβος απέξω)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(τρομαγμένη)
Αυτό! Τι είναι;
ΑΝΤΡΑΣ
Ο σκύλος έριξε έναν τέντζερη δίπλα στην καλύβα-αυτό είναι. Βούλωσε τ’ αυτιά σου να μην ακούς. Ξάπλωσε. Κοιμήσου κι άσε κι εμένα να κοιμηθώ.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Έχω χτυπήσει τον ώμο μου…
ΑΝΤΡΑΣ
Και λοιπόν;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Πονάει.
ΑΝΤΡΑΣ
Δεν έχω παυσίπονα. Τρίψ’ το να περάσει.
(πηγαίνει προς την πόρτα)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Μη φεύγεις… Φοβάμαι…
ΑΝΤΡΑΣ
(απαυδισμένος)
Αν συμβεί κάτι δίπλα είμαι-φώναξέ με. Μα μόνο όταν συμβεί κάτι.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Εσένα φοβάμαι!
ΑΝΤΡΑΣ
Τι; Και τώρα που με είδες ακόμα φοβάσαι;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ναι. Δεν είδα το πρόσωπό σου.
ΑΝΤΡΑΣ
Τι φοβάσαι που να σε πάρει και να σε σηκώσει;
ΓYΝ
Δεν ξέρω, όμως φοβάμαι.
ΑΝΤΡΑΣ
Άντε να χαθείς παλιόπραμα… Μένω εδώ για να είμαι μακριά σας. Μακριά από σας, τις καταραμένες τις γυναίκες-και συ μου ζητάς να μείνω κοντά σου; Δεν θέλω να τους κάνω ούτε καλό ούτε κακό-μόνο να μην τις βλέπω μπροστά μου… και συ θέλεις να με δεις…
ΓΥΝΑΙΚΑ
Μισογύνης! Καλά το είπα!
ΑΝΤΡΑΣ
Καλά το είπες. Κοιμήσου τώρα.
(Βγαίνει κλείνοντας την πόρτα. Η γυναίκα προσπαθώντας να μην κάνει θόρυβο, την ξανανοίγει αμέσως και βγαίνει πίσω του. Η πόρτα του δωματίου του άντρα ανοίγει, ο άντρας μπαίνει και αμέσως πίσω του, πριν αυτός να προλάβει να την εμποδίσει, μπαίνει και η γυναίκα)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(αποφασιστικά)
Θέλω να δω το πρόσωπό σου!
(Ο άντρας για λίγο στέκει ακίνητος, ύστερα γυρίζει έτσι ώστε να φαίνεται το πρόσωπό του στο λιγοστό φως της καλύβας)
ΑΝΤΡΑΣ
Με είδες;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ναι. Είσαι καλός άνθρωπος, δεν κινδυνεύω από σένα.
ΑΝΤΡΑΣ
Επιτέλους. Είδες το πρόσωπό μου και ησύχασες; Είχες δεν είχες τα κατάφερες. Τράβα τώρα.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ναι. Τώρα ξέρω πως δεν κινδυνεύω από σένα. Και ακόμα είδα ένα δυναμικό και όμορφο πρόσωπο κι ένα καλοκαμωμένο αντρικό κορμί.
ΑΝΤΡΑΣ
(ειρωνικά)
Μπράβο σου! Τράβα κοιμήσου λοιπόν!
ΓΥΝΑΙΚΑ
Δεν θέλεις να μάθεις πώς μπορώ να διαβάζω τις σκέψεις ενός ανθρώπου βλέποντας το πρόσωπό του;.
ΑΝΤΡΑΣ
Δεν μου είναι απαραίτητο.
(δυνατά)
Φύγε!
ΓΥΝΑΙΚΑ
Γιατί όλο με διώχνεις; Μου έσωσες τη ζωή, ας σου μάθω κάτι σαν αντάλλαγμα.
ΑΝΤΡΑΣ
Ωραία, μάθε το μου, αλλά μιλώντας μου από το διπλανό δωμάτιο. Πήγαινε.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Θα έφευγα αν ήσουν ένας παλιάνθρωπος που θα ήθελες το κακό μου. Τώρα νομίζω ότι μπορούμε να κουβεντιάσουμε σαν άνθρωποι.
ΑΝΤΡΑΣ.
Μπήκες φοβισμένη και ακάλεστη εδώ μέσα, είδες ότι ήθελες να δεις, και τώρα μου λες ότι δεν θα φύγεις;.. Εσύ που έτρεμες πριν λίγο τώρα γυρεύεις κουβεντούλα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Τώρα δεν τρέμω. Σου είπα το γιατί. Γιατί δεν είσαι κακός. Είσαι φωνακλάς, αλλά καλός άνθρωπος.
ΑΝΤΡΑΣ
Φύγε παλιόπραμα. Εγώ ξέρω τι είμαι. Οπυτε περίμενα εσένα να μου το πεις. Τίποτα δεν ξέρεις για μένα όσο καλά και να με δεις.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Έμαθα εκείνο που ήθελα. Για τα υπόλοιπα δεν χρειάζεται να ξέρω τίποτα.
ΑΝΤΡΑΣ
(δυνατά)
Τότε φύγε διαολόπραμα!
ΓΥΝΑΙΚΑ
Μου λες ότι έχεις έρθει εδώ για να μην βλέπεις τις γυναίκες. Δεν ξέρω τι σου έχουν κάνει οι γυναίκες, μα όλες δεν είμαστε ίδιες. Και εγώ δεν θέλω να σου κάνω κάτι κακό. Μου έσωσες την ζωή-το ξέρεις.
ΑΝΤΡΑΣ
Λοιπόν; Πρέπει να με πιλατεύεις κι από πάνω;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Λέω μιας και γνωριστήκαμε… και δεν σε φοβάμαι πια… λέω πως θα μπορούσαμε να περάσουμε μαζί όση νύχτα απομένει… να γνωριστούμε καλλίτερα, να κουβεντιάσουμε…
ΑΝΤΡΑΣ
Δεν έχω όρεξη για κουβέντες. Φύγε!
ΓΥΝΑΙΚΑ
(αποφασιστικά)
Θα φύγω όταν θέλω εγώ…
ΑΝΤΡΑΣ
(Την βλέπει. Της δείχνει ένα σκαμνί)
Κάτσε λοιπόν!
(η γυναίκα κάθεται.)
ΑΝΤΡΑΣ
Κάτσε να σου πω αυτά που δεν είδες.
(Ο άντρας μιλώντας περπατάει αργά τα λίγα μέτρα από τη μια άκρη της καλύβας ως την άλλη περνώντας μπροστά από τη γυναίκα κάθε φορά.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ακούω.
ΑΝΤΡΑΣ
Μισογύνης λοιπόν… μα όταν κάτι το θέλεις πολύ και δεν το έχεις τι μένει άλλο από το να το μισείς;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Γιατί να μην το έχεις; Τόσες γυναίκες τριγύρω!
ΑΝΤΡΑΣ
Ναι. Τόσες γυναίκες. Γυναίκες με φούστες μόλις λίγο πιο κάτω από το γοφό. Γυναίκες με παντελόνια που τονίζουν αντί να κρύβουν τις καμπύλες τους. Γυναίκες με τα στήθη έξω μέχρι τη θηλή. Γυναίκες που περπατώντας κουνιόσαστε πέρα δώθε σα χέλια αρπαγμένα στα δίχτυα. Γυναίκες που διαλαλείτε το εμπόρευμά σας με όλα τα μέσα που μπορείτε να εφεύρετε-αρώματα, βαψίματα, μυρωδικά, στολίδια, ρούχα μικροσκοπικά… Ναι! Γυναίκες! Σας ξέρω καλά. Για χρόνια σας έβλεπα…
Μα όταν κανείς απλώσει το χέρι του στους θησαυρούς που παρελαύνουν μπροστά του, παίρνει ένα «όχι» που είναι όλο δικό του. Και όταν μόνο σας απευθύνει τον λόγο κάποιος, η περιφρόνηση είναι η πληρωμή για το «θράσος» του να σας απευθύνει τον λόγο. Γιατί θράσος θεωρείτε να ζητήσει κανείς να μιλήσει έστω για λίγο μαζί σας. Και για να σας κοιτάξει ακόμα κανείς πρέπει να μηχανευτεί χίλια δυο τεχνάσματα.
Και όταν κάποτε, αποφασίστε να κάνετε έρωτα με κάποιον, αρχίζουν οι τσιριμόνιες σας, σαν να πρόκειται να δώστε σε έναν επαίτη λίγο ψωμί για να ζήσει, ή σαν να πρόκειται να μοιράσετε τον κόσμο ολόκληρο -τόσες προϋποθέσεις και τόσους όρους βάζετε.
Και ενώ κρύβεστε πίσω από τέσσερις τοίχους για να κάνετε εκείνο για το οποίο τόσο έχετε ετοιμαστεί και το οποίο τόσο επιθυμείτε, όταν μένετε έγκυες τριγυρνάτε δείχνοντας περήφανα την φουσκωμένη σας κοιλιά. Τότε όσοι σας βλέπουν δεν ξέρουνε τι κάνατε για να μείνετε έγκυες; Ή υποθέτουν ότι γκαστρωθήκατε με ένα λουλούδι;
Μα και τότε πάλι-όταν κάποια από σας πέσει με κάποιον στο κρεβάτι, τότε είναι που αρχίζει η δυστυχία για τον ταλαίπωρο τον άντρα: η γυναίκα τον θέλει δικόν της για πάντα-σκλάβο της. Γιατί; Ποιος ξέρει… Παραβίασε κανένα ιερό και πρέπει ο άντρας να πληρώσει; Έκανε κάτι χωρίς τη θέληση της γυναίκας και πρέπει να δικαστεί; Επειδή έκανε ότι κάνουν όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί πάνω στη γη πρέπει να υποφέρει σε όλη του τη ζωή; Και όμως, έτσι είναι! Τιμωρία! Μα πού είναι το έγκλημα παλιοβρώμα;
(Η γυναίκα κάνει να μιλήσει μα δεν μιλά)
Μίλα… πες, τι θέλεις να πεις;
ΓΥΝΑΙΚΑ
(θαρρεμένη)
Να! Λες ότι γυμνωνόμαστε και φκιασιδωνόμαστε και ύστερα δε θέλουμε να μας αγγίξετε. Είναι γιατί θέλουμε να τραβήξουμε τον άντρα-γι αυτό το κάνουμε. Γιατί θέλουμε τον ικανότερο και αυτόν περιμένουμε. Και η κοινωνία μας έχει αντικαταστήσει τη σωματική δύναμη με την οικονομική. Θέλουμε ο άντρας να μας εξασφαλίζει καλοπέραση και να ικανοποιεί τα πιο παράξενα γούστα μας. Και πώς αλλιώς θα κάναμε για να τραβήξουμε τον πλούσιο άντρα εκτός από το να προσπαθούμε να του γίνουμε επιθυμητές με όλα αυτά που κάνουμε;
ΑΝΤΡΑΣ
Και δε σκεφτόσαστε ότι έτσι που γδυνόσαστε θα τραβήξετε και την όρεξη αντρών που δεν είναι πλούσιοι όπως είπες-δηλαδή που δεν μπορούν να σας αγοράσουν; Δε σκεφτόσαστε πως αυτοί θα υποφέρουν όταν σας θέλουν και δεν μπορούν να σας έχουν;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Εμείς τα δικά μας προβλήματα κοιτάμε να λύσουμε.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ή μήπως νομίζεις πως αγαπάμε τους άντρες τους οποίους διαλέγουμε; Η ανάγκη μας σπρώχνει κοντά τους. Από ανάγκη είναι που παλεύουμε να σας κερδίσουμε. Είναι που δεν έχουμε ούτε την σωματική ούτε την ψυχική δύναμη να ζήσουμε μόνες μας.
Εσείς θέλετε να σας εκτιμούν, να σας δέχονται και να σας εμπιστεύονται.
Εμείς πάλι, οι γυναίκες, έχουμε ανάγκη να μας αγαπούν, να μας φροντίζουν, να μας σέβονται και να μας καταλαβαίνουν.
Θέλουμε να μας αγαπάτε.
Και αν για τη δική μας αγάπη για σας, το κριτήριό είναι τα συναισθήματά μας, για τη δική σας αγάπη βεβαιωνόμαστε από τον τρόπο που μας φέρεστε, εφόσον δεν μπορούμε να ξέρουμε τι κάθε στιγμή τι νιώθετε για μας.
Και νιώθουμε ότι αξίζουμε κάτι μόνον όταν εσείς μας αγαπάτε.
Και τότε είμαστε ικανές να θυσιαστούμε για σας.
Απαιτούμε όμως τον σεβασμό σας. Προσφέρουμε τον εαυτό μας σε σας, όσο εσείς σέβεστε τις ανάγκες, τα συναισθήματα, τα δικαιώματά μας. Τότε γινόμαστε παιχνίδι στα χέρια σας. Αν δεν μας σέβεστε, τότε παύουμε να σας αγαπάμε για να ξαναβρούμε τον εαυτό μας.
Μα αυτό δεν σας πειράζει. Λέτε: τι θα κάνει; Όταν θέλει σιγουριά και δύναμη θα ξανάρθει κοντά μας πάλι παρακαλεστικά.
ΑΝΤΡΑΣ
(ειρωνικά)
Έχεις να πεις κι άλλα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Απαντώ στις κατηγορίες σου.
Και σου λέω τι ζητάμε από σας για να έρθουμε κοντά σας. Ζητάμε τουλάχιστον κατανόηση, δηλαδή να μοιραζόσαστε την άποψή μας, να έχετε την διάθεση να δείτε την πραγματικότητα με τον τρόπο που εμείς την βλέπουμε χωρίς να μας επιβάλετε τον δικό σας.
Μα τίποτα τέτοιο από σας. Μας επιβάλλετε τις δικές σας απόψεις για το κάθε τι. Και όταν εμείς συμπεριφερόμαστε σαν όντα αυτόβουλα, τότε είμαστε για σας ανυπάκουες και χαζές.
Έχουμε διαίσθηση, έχετε λογική. Αλλά εσείς καθόλου δεν υπολογίζετε την διαίσθησή μας σαν ισάξια της λογικής σας ικανότητας. Και μας ειρωνεύεστε γι αυτήν.
Και ακόμα μάθε, για τη γυναίκα, τα μικρά πράγματα που ο άντρας μπορεί να της δώσει, μετράνε περισσότερο. Όπως να περνά χρόνο μαζί της, να θυμάται τις επετείους της, να ντύνεται ωραία μόνο γι αυτήν, να τη φιλάει καμιά φορά έτσι, χωρίς λόγο, να χορέψει μαζί της…
Έτσι κερδίζονται οι γυναίκες. Μα εσείς θυμόσαστε μόνο πότε βγάλατε το πρώτο σας δοντάκι και ποιο ήτανε το ομορφότερο παιχνίδι που σας χάρισαν όταν ήσασταν μικροί.
ΑΝΤΡΑΣ
Γυναίκες…
Ώστε λοιπόν πρέπει να έχουμε πάει στο Πανεπιστήμιο, να μάθουμε πρώτα εκεί πώς να σας φερόμαστε, και ύστερα να σας πλησιάζουμε…
Ξέρετε όλα αυτά, μα ξεχνάτε να ταγίσετε το κορμί. Βλέπετε κείνα που φτιάχνει ο άνθρωπος και τυφλωνόσαστε σαν είναι να δείτε τι διατάζει η φύση του ανθρώπου.
(Σκύβει κάτω από το κρεβάτι του και βγάζει ένα ζευγάρι παπούτσια, άσπρα από τη σκόνη που έχει κάτσει επάνω τους, και τα τείνει προς την Γυναίκα έτσι που αυτή να βλέπει τις σόλες τους.)
Τι γράφει εδώ; Διάβασε!
ΓΥΝΑΙΚΑ
(Κοιτάζοντάς τον με απορία και φόβο)
Τι κάνεις εκεί άνθρωπέ μου; Και τι μου λες;..
ΑΝΤΡΑΣ
Σου ζητάω να διαβάσεις τι είναι γραμμένο εδώ!
ΓΥΝΑΙΚΑ
(απορώντας)
Τι αστείο είναι πάλι αυτό;
ΑΝΤΡΑΣ
(Πετάει τα παπούτσια κάτω από το κρεβάτι.)
Δεν μπορείς βέβαια να διαβάσεις. Ως εκεί δεν φτάνει η μόρφωσή σου. Δεν σας τα έμαθαν καλά τα σχολεία σας.
Εκεί πάνω κυρά μου είναι γραμμένα όσα τόσην ώρα μου τσαμπουνάς για λεπτότητες, για χορούς και για επετείους….
Εγώ όμως ξέρω μόνον ότι μας βασανίζετε εσείς, οι γυναίκες: έρχεστε μπροστά μας δείχνοντάς μας ένα ωραίο φαγητό, και το παίρνετε πίσω όταν, πεινασμένοι, απλώσουμε το χέρι μας. Κατάλαβες τώρα; Κι αυτά που είπες κράτα τα για τα γυναικεία περιοδικά σας.
Πήγαινε γυναίκα δίπλα τώρα και μην κουράζεσαι να λες άσκοπα λόγια. Θέλεις να με κάνεις να σας καταλάβω, αλλά ευκολότερα καταλαβαίνω μια πέτρα παρά μια γυναίκα!
Και ναι, αν μπορούσα να σκοτώσω όλες τις γυναίκες της γης με μια μου κίνηση, θα το έκανα. Φοβήθηκες μη σε βιάσω. Η βία δεν είναι μέσα στο σακούλι με τα ερωτικά μου φαντάσματα. Ό,τι ανάμεσα σ’ έναν άντρα και σε μια γυναίκα γίνεται με τη βία, με απωθεί όπως ο θάνατος .
Να μη σ’ έβλεπα θα ’τανε το καλλίτερο για μένα. Γι αυτό και είμαι εδώ, μακριά από όλα εσάς τα καταραμένα, βρωμερά πλάσματα. Για να μην βλέπω καμία από εσάς.
Μα τώρα που επέμεινες να με δεις και που σε είδα, το καλλίτερο είναι να φύγεις από μπροστά μου το γρηγορότερο.
Κι άλλη φορά όταν κάνεις σκι, να παίρνεις πρώτα όλα τα μέτρα για την περίπτωση που θα πάθεις κάποιο ατύχημα, ή τουλάχιστον να φροντίσεις να είσαι πάντοτε με κάποιον μαζί σου να σε βοηθήσει. Γιατί πολλά μπορούν να συμβούν. Πώς θα το θέλατε εσείς οι σκιέρ το χιόνι; Να πέφτει παντού εξόν από επάνω σας; Και τον αέρα να φυσάει μόνο για να σας δροσίζει;
ΓΥΝΑΙΚΑ
(επιθετικά)
Έχεις κοντά σου μια γυναίκα ύστερα από καιρό που βρίσκεσαι εδώ πάνω μόνος σου και τη διώχνεις μάλιστα;
Ξέρεις τι θα πει να διώχνεις μια γυναίκα;
(Αλλάζοντας τόνο)
Όμως εγώ όχι μόνο δεν θα φύγω μα θα σου δείξω πως οι γυναίκες δεν είμαστε τα εγωιστικά και όλο απαιτήσεις όντα που εσύ νομίζεις.
Όχι όλες τουλάχιστον.
Γιατί να! Εγώ, θεληματικά και χωρίς να περιμένω άλλο κάτι από σένα-εγώ, θα κάνω έρωτα μαζί σου.
ΑΝΤΡΑΣ
Έρωτα; Μαζί μου; Μπα! Τι τρόπος αλήθεια! Δεν πρέπει να θέλω κι εγώ; Ή μήπως σκέπτεσαι να βιάσεις εσύ εμένα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Δεν θα μπορούσα. Είσαι ο πιο δυνατός.
ΑΝΤΡΑΣ
(ήρεμα)
Αν ήμουν ο δυνατός, θα καθόμουνα εκεί, κοντά σας. Και θα είχα όσες ήθελα από εσάς. Μα είμαι ο αδύναμος απέναντί σας. Και ό,τι ο δυνατός δίνει στον αδύναμο είναι ελεημοσύνη.
Ευχαριστώ, θα μείνω άνθρωπος.
Φύγε κυρά μου.
ΓΥΝΑΙΚΑ
(τον κοιτάζει παραξενεμένη από τα λόγια του. Μετά, σαν αυτό που είπε να ήτανε αστείο)
Έλα, άσε τα λόγια και γείρε μαζί μου στο κρεβάτι.
(τον πιάνει από το χέρι)
Εμπρός! Έλα…
(ξαπλώνει στο κρεβάτι)
ΑΝΤΡΑΣ
(σιγά και ήρεμα)
Αν κυρά μου δεν κάνω έρωτα με σας, με τις γυναίκες, είναι που πια σας έχω σιχαθεί. Γιατί σας θέλω, όμως όχι όπως με θέλεις εσύ-σας θέλω σαν άντρας και σαν άνθρωπος. Σήκω λοιπόν από κει και φύγε. Είσαστε ίδια απωθητικές και για τα κόλπα που κάνετε για να μας τραβήξετε, και για το πώς συνεχίζετε όταν μας κερδίσετε. Όπως απωθητική είσαι τώρα εσύ για μένα. Απωθητική και αηδιαστική. Σε σιχαίνομαι. Χάσου από μπροστά μου.
(της ανοίγει την πόρτα περιμένοντάς την να βγει. Η γυναίκα σηκώνεται γρήγορα και την κλείνει. Αρπάζει τη μασιά από το τζάκι και στέκεται ξαφνικά άγρια και απειλητικά απέναντί του)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Εσύ σιχαίνεσαι εμένα-και τολμάς να μου το λες; Και αρνείσαι τον έρωτά μου και μου το λες; Εμένα που οι άντρες με κοιτάζουν μόνον και λιποθυμάνε; Μόνο να κατηγορείς τις γυναίκες ξέρεις; Άνθρωποι σαν και σένα ευχής έργο θα ήτανε να λείψουν από τη γη. Αν σε μάχη είναι πάντοτε ο άντρας και η γυναίκα-στη δουλειά, στο σπίτι, στο κρεβάτι, σε κάθε τους αντάμωμα-, μα εκείνες είναι μάχες με λόγια, με αναστεναγμούς, με κανόνες που η κοινωνία έχει βάλει στο παιχνίδι. Εδώ όμως θα παλέψουμε με όπλα. Θηλυκό ενάντια σε αρσενικό-να πόλεμος μια φορά! Με λύσσα θα σε πολεμήσω όπως λέαινα λιοντάρι που θέλει να της φάει τα λιονταρόπουλα. Εδώ θα παιχτεί το πραγματικό δράμα, το χωρίς θεατές. Συγγραφέας και ηθοποιοί και σκηνοθέτες δεν χρειάζονται. Όλα είμαστε εμείς. Ο άντρας και η γυναίκα. Άντρας να περιφρονεί τον έρωτά μου! Για σκέψου! Κι αν σε σκοτώσω, μετά δε θα με νοιάξει να πεθάνω από το κρύο είτε πέφτοντας σε καμιά χαράδρα ή χτυπημένη από κάποια χιονοθύελλα. Κι αν με σκοτώσεις, μα θα έχω υπερασπίσει το φύλο μου όπως θα έκανε κάθε πραγματική γυναίκα. Εμπρός λοιπόν! Έλα, πάρε κανένα χοντρόξυλο, βγάλε κανένα μαχαίρι- υπερασπίσου τον εαυτό σου, άντρα! Περιμένω!
ΑΝΤΡΑΣ
(μη παίρνοντας στα σοβαρά την απειλή)
Αν εσείς οι γυναίκες δεν μου είχατε πάρει και το γέλιο, θα έσκαζα στα γέλια με όσα μου λες.
Γιατί βλέπω ότι δεν ξέρεις πως η γυναίκα υπάρχει στο μυαλό του άντρα κάθε στιγμή, έτσι που αυτή θα πεθάνει μόνον όταν και ο τελευταίος άντρας στη γη επάνω πάψει να υπάρχει.
(την βλέπει στα μάτια)
Τα μάτια σου λάμπουν από τις φωτιές της Κόλασης που μέσα σου κουβαλάς.
Όμως εμένα αυτό μόνο εμετό μου φέρνει. Βάλε τη μασιά στη θέση της και τράβα να κοιμηθείς διαολόπραμα. Φύγε. Πήγαινε να συνεχίσεις τη ζωή σου. Φύγε.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ώστε με διώχνεις; Και μου το λες έτσι κατάμουτρα;..
(Σηκώνει την μασιά και τον χτυπάει με όλη της τη δύναμη. Η μασιά βρίσκει τον άντρα στη ράχη του. Ένα δεύτερο χτύπημα τον βρίσκει στο κεφάλι. Ο άντρας πέφτει κάτω με το πρόσωπό του γεμάτο αίματα και μένει ακίνητος)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(Η Γυναίκα στέκει από πάνω του, νομίζοντας πως είναι νεκρός. Τον φτύνει)
Αντρικό γουρούνι!...
ΑΝΤΡΑΣ
( ανοίγει αργά τα μάτια του και κάνει μια προσπάθεια σαν να θέλει να σηκωθεί. Τέλος, αδύναμα και όσο μπορεί με αηδία)
Πόρνη…
(Μένει ακίνητος, Η γυναίκα στέκοντας από πάνω του, σηκώνει τη μασιά, σημαδεύει και με δύναμη τον χτυπάει πάλι στο κεφάλι. Βεβαιώνεται πως είναι νεκρός. Πετάει τη μασιά δίπλα του.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Έτσι. Δικαιοσύνη. Και η γυναίκα πάντοτε ο δικαστής.
Σου άξιζαν και χειρότερα. Η περιφρόνηση της γυναίκας πληρώνεται ακριβά!
(με ικανοποίηση)
Τώρα μάλιστα, να φύγω!
(Απ’ έξω ακούγεται θόρυβος. Η γυναίκα μισανοίγει την πόρτα και βλέπει μακριά πυρσούς να πλησιάζουν μέσα στο σκοτάδι)
ΦΩΝΗ ΧΩΡΙΚΟΥ
(από μακριά)
Κυρία Έρηηηηη…. Κυρία Έρηηηηηη…
(Η Γυναίκα στέκει για λίγο ακίνητη. Κατόπιν ρίχνει μια γρήγορη ματιά στο δωμάτιο. Ξεσχίζει την μπλούζα της και με ένα τράβηγμα στο παντελόνι της σπάζει όλα του τα κουμπιά. Ανοίγει την πόρτα και ξαπλώνει στο άνοιγμά της πάνω στα χιόνια, σαν σε λιποθυμία. Οι δαυλοί πλησιάζουν. Κάποιος χωρικός τρέχει κοντά της και σκύβει επάνω της)
ΧΩΡΙΚΟΣ
Κυρία Έρη… είσαστε καλά;.. Κυρία Έρη!..
(Εκείνη δεν απαντάει. Ο χωρικός στρέφοντας το κεφάλι πίσω, δυνατά και γρήγορα)
Ελάτε! Την βρήκα! … Ελάτε!...
(χτυπάει την Γυναίκα στις παρειές. Η Γυναίκα ανοίγει αργά τα μάτια της)
Κυρία Έρη, είστε καλά;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ναι. Τώρα, είμαι καλά.
(πλησιάζουν άλλοι δυο χωρικοί, σηκώνουν στα χέρια τη γυναίκα και την αποθέτουν στο κρεβάτι. Βλέπουν τον άντρα. Βεβαιώνονται πως είναι νεκρός. Στρέφουν ερωτηματικά προς την γυναίκα)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(μισανοίγει τα μάτια της προσπαθώντας να δείξει ταραγμένη. Αδύναμα)
Μου επιτέθηκε για να με βιάσει!
ΑΥΛΑΙΑ
Τετάρτη 23 Απριλίου 2025
ΤΑ ΚΙΝΕΖΑΚΙΑ
Eίναι κάτι κινεζά-κάτι κινεζάκια
σαν τα πορσελάνινα τεχνικά βαζάκια
που προσμένουνε θαρρείς τ' άνοιγμα της βρύσης-
που προσμένουνε θαρρείς-αχ-να τα γεμίσεις.
Μην τ’ αφήσεις να χαθούν, Μούσα, μην τ' αφήσεις.
Μες σε τούτες τις γραμμές πρόφτασε να κλείσεις
λίγο από το λάγγεμα που ’χουν στα ματάκια
κάτι ζέκια… κάτι να... κάτι κινεζάκια…
Η ΜΙΚΡΗ ΤΣΙΓΓΑΝΑ
-Τσιγγάνα μου τα στήθη σου αυτά ποιος τα
ορίζει;
-Ο αγέρας που απ' ολούθεν έρχεται κι
ολούθε πάει.
-Τσιγγάνα μου τα γόνα σου τα σφαλιχτά
ποιος σου τ’ ανοίγει;
-To νερό του ποταμιού που απ' το βουνό
στον κάμπο πάει.
-Και ποιος είν’ ο καλός σου εσύ τσιγγάνα μου
μικρή;
-Τo ρόδο με μιαν άνοιξη σε κάθε πέταλό του.
ΕΙΣ ΚΥΡΙΑΝ ΔΥΣΠΕΠΤΙΚΗΝ
Δεν ξέρετε τι να κάνετε τα ποιήματά μου;
Ω! Κυρία μου!
Να σας βοηθήσω.
Γίνονται εξαίσια τσιγαριστά
με λίγο σκόρδο και λεμονάκι.
Μπορείτε επίσης να τα κάνετε ψητά στον φούρνο-
κι έτσι καλά ειν’ επίσης-
μόνο να τα κοιτάζετε συχνά
γιατί αρπάζουν εύκολα.
Για γαρνίρα, πατάτες ή αρακάς.
Λεπτομέρειες να μη σας πω-
τις ξέρετε-διάβολε!
κάτι θα ξέρετε και σείς.
Λοιπόν καλή σας όρεξη κυρία μου.
Αν και πολύ γι αυτήν δεν αμφιβάλλω.
Εκείνο που οπωσδήποτε
θα πρέπει όμως να σας ευχηθώ
είναι: καλή σας χώνεψη κυρία μου.
-----
ΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Παράλογος δεν είμαι Θε μου
(θυμάσαι; εικόνα Σου κι ομοίωσή Σου!)
Γι αυτό κι η προσευχή μου λογική θα είναι.
Δεν Σου ζητώ καλούς να κάνεις τους ανθρώπους.
Να μη φοράνε μόνο μάσκες καλοσύνης.
Δεν Σου ζητώ να μη πατούν τα πόδια τ’ άνθη.
Τ’ άνθη όμως Θε μου να μη νιώθουν πόνο.
Κι ούτε οι πόλεμοι να σταματήσουν.
Μόνο τα όπλα ας έχουν πάνω τους ζωγραφισμένο
εν' άστρο.
μια λαμπρίτσα, ή, Θεέ μου-
που ’ναι ίδιο-
τη μορφή Σου.
-----
ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΜΕΤΡΟ
-Πόσο οι φράουλές σου παν μικρή μου φραουλίτσα;
-Δεν τις πουλώ-τις έχω να τις βλέπεις να πονείς.
-Ένα λευκό σου πεταλάκι
σαν το φτερό φωτόλουστο της πεταλούδας
άσε να κλείσω μες στο χέρι μου.
-Όχι η ψυχή και η καρδιά μου λένε.
-Θεό εσύ δεν έχεις φραουλίτσα μου μικρή;
-Η Απονιά Θεός μου κι η Σκληρότη.
-Άδοτη αν απομείνεις φραουλίτσα μου
τότε γιατί γεννήθηκες στον κόσμο μέσα;
-Τον Πόνο να σου δίνω, που σκοπός
και μέτρο είναι της γήινης ζωής σου.
-----
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΙΚΡΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ
Όταν ήσουνα Χριστούλη
σαν και με παιδί μικρό
ζήταγες απ’ τον μπαμπά σου
να σου πάρει παγωτό;
Ζήταγες απ’ τη μαμά σου
να σου πάρει καραμέλες;
Σ' άρεσε και Σε να παίζεις;
Σαν και μένα έκανες τρέλες;
Από κει ψηλά που είσαι
"ναι" Σ' ακούω να μου λες,
γιατί αφού Θεούλης ήσουν
δε γινότανε να κλαις.
Μα εμένα-δες Χριστέ μου,
τα ματάκια μου όλο κλαίνε
γιατί σ' ό,τι τους ζητήσω
"ναι" ποτέ τους δεν μου λένε.
Αχ! Χριστούλη! Μίλησέ τους!
"Τα παιδάκια", να τους πεις,
"άλλες έχουν προτιμήσεις
απ' αυτές που 'χετε σεις.
Μη λοιπόν τα τυραννάτε,
κι όταν κάτι σας ζητούν
κάνετέ το-έτσι αθώα
δεν λυπάστε να πονούν;"
Κι από τότε οι γονείς μας
σαν και Σε να σκέφτονται ίδια
κι η ζωή μας να κυλάει
με γλυκά και με παιχνίδια.
-----
Ο ΓΑΜΟΣ
Παντρεύεται ο λόφος
και παίρνει την κυρα-Άνοιξη.
Οι μυγδαλιές κοιτάζουν
το θέαμα με κατάνυξη.
Μαργαριτούλες πλέκουν
στεφάνι νυφικό
των μυρμηγκιών με χάρη
καλπάζει το ιππικό.
Κρατούν οι πεταλούδες
την άκρη του φορέματος
πλαντούν οι παπαρούνες
στο χρώμα του αίματος.
Κι ως φεύγει ο κυρ-Χειμώνας
γυρνά την κεφαλή
και στέλνει στο ζευγάρι
χαρούμενο φιλί.
-----
Τρίτη 22 Απριλίου 2025
Σάββατο 19 Απριλίου 2025
ΓΙΑ ΨΑΞΤΕ
Για ψάξτε στα τεφτέρια σας
και για ξαναδιαβάστε
κι ανοίξτε πάλι τις Γραφές
να τις ξαναταιριάστε.
Κοιτάξετε προσεκτικά
και εμβριθώς ιδείτε
και την αλήθεια ύστερα
σ’ όλο τον κόσμο πείτε:
Αλήθεια εκυλίστηκε
του τάφου Του ο λίθος
ή είναι η Ανάσταση
ένας μεγάλος μύθος;
Μήπως Αυτός που ανάστησε
άλλους δεν αναστήθη;
Μη δε δοξάζουνε θεό
αλλ’ άνθρωπο τα πλήθη;
Αν πράγματι αναστήθηκε
κι ανάμεσά μας μένει
γιατί στα τόσα τα στραβά
ποτέ δεν επεμβαίνει;
Γιατί πολέμους φονικούς
στον κόσμο επιτρέπει;
Γιατί αφήνει πράγματα
να γίνουν που δεν πρέπει;
Γιατί αν υπάρχει κάθεται
και τ’ Άδικο κοιτάζει
μ’ αδιαφορία τραγική-
γιατί δεν το κολάζει;
Κι ας λένε ίσως οι πιστοί
ότι δι’ αυτού του τρόπου
μόνο, μπορεί να δοξαστεί
ο Υιός του Ανθρώπου-
δοξολογίες θα ’κουγε
πιο ζωηρές ακόμα
κι όχι από λίγους μοναχά
αλλ’ από κάθε στόμα,
αν κάθε αρχικατέργαρο
στον πάγκο τον εκάθιζε
κι αν άλλαζε όλους τους κακούς
ή όλους τους εξόριζε.
Γι αυτό σας λέω-μη τυχόν
δεν ξέρετε καλά;
Στο κάτω κάτω είδατε
την πέτρα να κυλά;
Μην οι πιστοί οι Μαθητές
χωρίς να ερευνήσουν
έτρεξαν την Ανάσταση
παντού να διαλαλήσουν;
Και μήπως κάτι ήξερε
ο άπιστος Θωμάς
που όμως, ίσως σκόπιμα,
δεν έφτασε ως εμάς;
Δεν ξέρω. Κι ούτε έχω σκοπό
αυτά να τ’ αναδέψω
όμως κι εγώ δεν ξέρω τι
αλήθεια να πιστέψω:
Μπουρλότο η Ανατολή
φωτιά η Παλαιστίνη
«Ειρήνη υμίν» αλλά, θεέ,
πού είναι η ειρήνη;
Γι αυτό λοιπόν κοιτάξετε
και πέστε την αλήθεια-
έγινε η Ανάσταση
ή είναι παραμύθια;
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ...
Χριστός ανέστη. Όλα καλά.
Όλα στον κόσμο φως και χαρά.
Χριστός ανέστη. Ο Άδης ’νικήθη
και των αγγέλων χαίρουν τα πλήθη.
Όλα ωραία. Όμως λεφτά
μονάχα βλέπουμε στα κλεφτά
κι η αδικία πηγαίνει γόνα
στου μεροκάματου τον αγώνα.
Λίγοι κατέχουνε τον παρά
κι εμείς βαράμε τον ταμπουρά
και μες στη ζήση καλοπερνάνε
σε πτώματα όσοι πάνω πατάνε.
Πρωί ως βράδυ δουλειά σκληρή.
Βουνό ο κόπος-κέρδος σπυρί.
Αλλού οι όρνιθες κακαρίζουν
κι αλλού τ’ αυγά τους παν και χαρίζουν.
Χριστός ανέστη. Μα η κοιλιά
ειν' άδεια πάλι όπως παλιά.
Κι αν αναστήθηκε ο Σωτήρας
εμείς στα δίχτυα της ίδιας μοίρας.
Και περιμένουμε γιατρειά
για την που δέρνει μας δυστυχία
όταν θα πάψουμε πια να ζούμε-
όταν στο μνήμα μέσα θα μπούμε.
Χριστός ανέστη. Μέρα χρυσή.
Σε θλίψεων πόντους χαράς νησί.
Χριστός ανέστη. Μα ο πλησίον
«όχι» και «μείον» για τον πλησίον.
…Χριστέ αναστήθης αληθινά.
Κάθε τι γύρω μάς το μηνά:
πανηγυρίζοντας τα λουλούδια
δοξολογώντας Σε τ' αγγελούδια.
Κι επειδή όταν πα’ στο Σταυρό
Σε δούμε, χάνουμε το μυαλό,
γι αυτό τη χάρη που προσδοκούμε
από τα τώρα Σ’ τήνε ζητούμε-
και μη Χριστέ μου μας αρνηθείς:
του χρόνου, όταν θ’ αναστηθείς-
το θάνατο όταν γερά χτυπώντας
βγεις απ’ τον τάφο ’στραφτοκοπώντας-
σήκωσ’ το χέρι και δυνατά
δώσε και μία κατραπακιά
στη χαροκλέφτρα Χριστέ μου φτώχεια
και ξέσχισέ της τ’ άτιμα βρόχια.
-----
Παρασκευή 18 Απριλίου 2025
ΜΕΓΆΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ
ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ
ΣΤΆΣΙΣ ΠΡΏΤΗ
ΉΧΟΣ ΠΛΆΓΙΟΣ ΠΡΏΤΟΣ-ΚΑΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ…
(απόσπασμα)
Η ζωή εν τάφω κατετέθης Ελλάς
κι ευρωπαίων στρατιές κατετρόμαξας
να σε βλέπουν προς τα κάτω να τραβάς.
Πώς ζωή γεμάτη σαν σκυλί έχεις πάει;
Το σαθρό εσύ το κράτος σου καταλείς
και νεκρή ’σαι πιο πολύ κι απ’ τους νεκρούς.
Η χλιδάτη ζωούλα που εζούσες πάει πια.
Και τιμάμε την ταφή και τα πάθη σου
κι ας χαντάκωσες με ολ’ αυτά κι εμάς.
Συ που λεν τα φώτα είχες δώσει στη γη,
Δε σε φέγγει ούτε καντήλι τώρα μικρό:
σ’ έχει φάει ως κι ο Διογένης στη στροφή!
Αχ βασίλισσά μας-αχ Ελλάδα μου εσύ
τι ’θελες στον μαύρο Κάτω Κόσμο να πας
αφού σκότος και στον Πάνω είχες βαθύ;
Η ζωή εν τάφω κατετέθης Ελλάς
και που σ’ είδε ως κι η Κόλαση εσκιάχτηκε
μην αντίπραξη της κάνεις και χαθεί.
Μετά των κακούργων ως κακούργος Ελλάς
δίκιο έδωσες σε όσους ελέγανε
το Μνημόνιο πως στον τάφο θα σε πάει.
Ω! Ελλάς γλυκιά μας και σωτήριο μας φως,
πώς σε τάφο σκοτεινό σε μαντρώσανε;
Και πώς άντεξες ξεφτίλα τέτοια μια;
Θαύμα έχει γίνει! Νέο είναι αυτό!
Ότι μου ’δινε ζωή πάει: τα τέζαρε
και την σβήσαν Βενιζέλος και ΠΑΣΟΚ!
Και, Ελλάδα, εθάφτης! Κι από κει όμως συ
το παλιό σου το ζακόνι δεν ξέχασες
Πίκρα πάλι και φαρμάκι μας κερνάς.
Συ του Χίτλερ που είχες μοναχή αντισταθεί
απ’ της Μέρκελ μια μπλόφα εχάθηκες-
συ! η άξια του πόκερ λειτουργός!
Παπανδρέου Γιωργάκης και Αντουάν Σαμαράς
το κουφάρι σου με κλάμα το θάψανε
και θρηνεί χωρίς πατρίδα η Διαφθορά.
Και Υγεία, Παιδεία, και ΕΟΤ και ΟΤΕ
πώς θα μείνουνε χωρίς να ’σαι δίπλα τους
για να κλέβουνε αντάμα το λαό;
Η Βουλή σε κλαίει. Δάκρια χύνει καυτά:
Θα ληστεύει τώρα πώς τους πολίτες σου
που κανείς δεν έχει πια στην τσέπη ευρώ;
Ω! Ελλάς και Λόγε! Η χαρά η εμή!
Πώς θ’ αντέξω που σε θάψαν για πάντοτε
συ που τρεις χιλιάδες χρόνια είχες ζωή;
Ούτε για κεράκι δεν κρατάω ευρώ
για να άναβα κανένα στον τάφο σου
που σε βάλανε Λαγκράντ και Μερ-κοζί.
Γεια σου Ελλαδίτσα που στον Άδη είσαι πια.
και να μην αναστηθείς γιατί σούμπιτη
ο λαός σου θα σε στείλει πάλι εκεί.
ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΘΡΗΝΟΣ – ΑΙ ΓΕΝΕΑΙ ΠΑΣΑΙ – ΕΓΚΩΜΙΑ ΣΤΑΣΗ Γ´
(αλλοιόστροφος)
Οι γενεές όλες της γης
ύμνο Χριστέ μου ψάλλουν
για Σε, πάνω στον τάφο Σου.
Ο Αριμαθαίας απ' το Σταυρό
Αφού Σε κατεβάζει
Σε τάφο μέσα Σ' έβαλε.
Νικόδημος και Ιωσήφ
νεκρός σα να 'ταν, ’Κείνον
κηδεύουν που όλα έχτισε.
Η Πλάση μας ολόκληρη
ας πούμε μοιρολόγια-
Στου μέγα Κτίστη την ταφή.
Γιε του Θεού, όλων βασιλιά,
Θε’ μου Εσύ και Πλάστη
τα πάθη πώς τα έστερξες;
Αυτοί που με το μάννα Εσύ
τους έθρεψες, χτυπήσαν
Εσέ, τον ευεργέτη τους.
Αυτοί που με το μάννα Εσύ
τους έθρεψες, Σωτήρα,
χολή και ξύδι Σου 'δωσαν.
Πικρή Σου δώσανε χολή
Ελεήμονα, και ξύδι.
Και Συ την πίκρα εγλύκανες.
Σε ’βάλαν πάνω στο Σταυρό
’Σένα πoυ το λαό Σου
στο τίποτα τον στήριξες.
Ναι Θε’ μου, οι άμυαλοι αυτοί!
Αυτοί οι Χριστοφονιάδες
που τους προφήτες σκότωσαν!
Σαν υπηρέτης να ήτανε,
έδωσε ο παντογνώστης
την τόση τη σοφία Του.
Μα αιχμάλωτος επιάστηκε
ο πονηρός Ιούδας
τον Λυτρωτή που πούλησε.
Και οι Δυνάμεις τ' Ουρανού
από τον φόβο ετρέμαν
όταν νεκρό Σε είδανε.
Κι όταν σ' αντίκρισε νεκρόν
Πάνσοφε, η που Σ' εγέννα,
θρήνο κι Αυτή αρχίνησε,
και, η Παρθένος, που σπαθιά
τα σπλάχνα Της τρυπούσαν
δάκρυα μαύρα έχυνε.
«Ώ! Συ! Γλυκιά μου ΆνοιξηΙ
Μωρό Εσύ γλυκό μου!
Πού είναι η ομορφάδα Σου;
Ω! Των ματιών μου φως Εσύ!
Γλυκό μου αγοράκι!
Σε τάφο Συ πώς βρέθηκες;»
«Μην κλαις Μητέρα. Τον Αδάμ
να σώσω και την Εύα:
γι αυτό ετούτα τα τραβώ.»
«Την τόση καλοσύνη σου
Παιδάκι μου, θαυμάζω
που υποφέρεις από αυτήν!»
Με δάκρυα να της τρέχουνε
ν' αναστηθείς η μάννα
ζητάει που Σε γέννησε.
Ν' αναστηθείς, ναι! μην αργείς.
Πάψε τη θλίψη Θε’ μου
Αυτής που, αγνή, Σε γέννησε.
Κι εμάς από τα βάραθρα-
με την ανάστασή Σου-
του Άδη, βγάλε μας στο φως.
Και λύτρωσε όλους 'κείνους που
μ' ελπίδα και με φόβο
τ' άγια τα πάθη Σου τιμούν.
Οι Μυροφόρες ήρθανε
στον τάφο Σου Σωτήρα
και μύρα Σου προσφέρανε.
Kαι μύρωσαν τον τάφο Σου
με μύρα οι Μυροφόρες
πρωί πρωί έχοντας ερθεί. (τρεις φορές)
Και μύρα και αρώματα
γυναίκες άξιες σ' αυτά
στον τάφο Σου προσφέρανε.
Κι ήταν γι αυτές το "Χαίρετε"
που άκουσαν αμέσως,
η αμοιβή των δώρων τους.
Σωτήρα κάνε με άξιον
σαν μύρα στην ταφή Σου
να Σου προσφέρω δάκρυα.
Στην Εκκλησία και στον λαό
με την Ανάστασή Σου
ειρήνη φέρε και σωσμό.
Κι ας θυμηθείς Σωτήρα μου
εμάς πoυ ανυμνούμε
τα Τίμια τα Πάθη Σου.
Kαι κείνους που πεθάνανε
Σωτήρα μην ξεχάσεις
όταν στη δόξα Σου θα ’ρθείς.
Καλόγνωμο το μάτι Σου
ας τους κοιτάξει όλους
στην Κρίση Σου πoυ έρχεται.
Και το κοπάδι φύλαγε
μαζί και τον βοσκό του
Χριστέ μου Παντελέημονα.
Θε’ μου την πλάση ελέησε
Εσύ που 'σαι Πατέρας
Πνεύμα και Γιος-κι ένας και τρεις.
Να δούμε την Ανάσταση
Παρθένε, του Παιδιού Σου
αξίωσε τoυς δούλους Σου.
Οι άνθρωποι όλοι όπου γης
ύμνο Χριστέ μου ψάλλουν
για Σε, πάνω στον τάφο Σου.
-----