MIKPA
Δίχως τον ήλιο το ρολόγι μας θα ήτανε
μια παράξενη συσκευή
άγνωστο σε τι χρησιμεύουσα
πέραν της απόδειξης της ικανότητας του κατασκευαστή
να τοξεύει.
*
Χρωματιστά γονίδια αναπτερώνουν το ηθικό.
Προσβλέπουμε σ' αυτά
και ευελπιστούμε
για χρωματιστές θύελλες το ολιγότερο.
*
Είμαι στο αυτοκίνητο στη θέση του οδηγού
με μια κυρία συνοδηγό.
Φορώ το μουστάκι μου, γίνομαι κουνέλι
και χειρονομώ.
Ύστερα βγάζω το μουστάκι.
*
Κρούμιο κρανίο το κύπελλο πάνω στο τραπέζι.
To χαρτί κιτρίνισε άγραφο.
*
Η γάτα μου δεν υπάρχει.
To μαρτυρεί η ράχις της όταν κυρτούται-
ίδιο ανάστροφο ύψιλον.
*
Ένα λεπταίσθητο είμαστε και φρούδο εργαλείο
που η ανυπόμονη άγνοια επάνω του ξεσπά
παιδιού, που παίζοντας, κολλά τα μέρη μας τα δύο
για λίγο έτσι μας κρατεί-κι απέ μας ξανασπά.
*
Τα όνειρά μας ψάχνουμε που χάθηκαν να βρούμε.
Βαδίζοντας ακούγονται κάτω απ' τα πέλματά μας
Ήχοι που κάνουν σπάζοντας εκεί τα όνειρά μας.
Κι εμείς συνέχεια ψάχνουμε.-.συνέχεια προχωρούμε…
*
Μετά την αγάπη
πρέπει να διαφυλάξουμε τις μάσκες
για την επόμενη φορά.
*
Και τώρα ας γυρίσω το χαρτί
στην άγραφη πλευρά του.
Και τώρα ας γυρίσω τη ζωή
στην όψη του θανάτου.
*
Κι αν ακόμα Προμηθέας Δεσμώτης ήμουν
τα σπλάχνα μου δε θα επαρκούσαν
για τόσες μεταπτώσεις.
*
To σούρουπο έρπον καταφθάνει.
Ανύποπτα
αμετάτρεπτα
κυκλώνει τα δάχτυλα του απομεσήμερου.
*
Βάλτε με μέσα σ' ένα βαθύ
πουκάμισο κίτρινο
και δώστε μου μια ζώνη χορταρένια:
αμέσως γίνομαι Πρόδρομος Ιωάννης
και γυρίζω τον κόσμο δυο χιλιάδες χρόνια πίσω.
*
Κάθε Κυριακή πρωί οι άντρες ανεβάζουν τα παντελόνια τους,
οι γυναίκες αφήνουνε τη φούστα τους να πέσει στη θέση της
και παν στην εκκλησιά όπου μ' ευλάβεια
ευχαριστούνε και δοξάζουνε τον Κύριο.
*
Μετά από τόσα ηδύποτα
τους έδειξε ξετσίπωτα
τα κάλλη της τ' ανείπωτα.
Εγώ δεν είδα τίποτα.
*
Καμιά φορά δεν ειν' νερό οι χοντρές σταγόνες
που μανιασμένα μαστιγώνουνε τη γη
αλλά τα δάκρυα των φτωχών που από αιώνες
συνάζονται και πέφτουνε απάνου μας με οργή.
*
Οι σκέψεις που στριμώχνονται εντός μου
σαν ρόγες σταφυλιών ωριμάζουν.
Και σκούρκοι απάνου τους διψασμένοι βόσκουν.
*
Όσο κι αν είναι η νύχτα σκοτεινή κι είναι θολό τo βράδυ
κι όσο κι αν μαύρες καταιγίδες τη χτυπούν και μαύρες μπόρες
κάποιες απρόσμενες στιγμές μιαν αστραπή θα σχίσει το σκοτάδι:
όσο κι αν είμαστε μικροί υπάρχουν και για μας μεγάλες ώρες.
*
Το καθαρό νερό του δοχείου
Που μέσα του το νούφαρο πλέει
Τόσο διάφανο
Τόσο εφιαλτικά διάφανο
Πόσο μου μοιάζει…
*
Σα δεις να λιγοστεύει το σκοτάδι
Που ζώνει το άπελπό σου το κοπάδι
Πως δεν κατάλαβες Άδη καμώσου: ,
Μπήκε ένας δάσκαλος στο βασίλειό σου.
*
Η γάτα μου πρωί πρωί ψόφησαν τα γατιά της
Και, νύχτα, τη μαστόρευε γάτος αλαφροπάτης.
*
Ο χάρτης είναι συνοπτικός.
Στην πόλη δε δείχνει τη συνοικία μου.
Στη συνοικία δε δείχνει το σπίτι μου.
Στο σπίτι δε δείχνει εμένα.
Σε μένα δε δείχνει τα χέρια μου.
Στα χέρια μου δε δείχνει αυτόν το χάρτη.
*
Αμφιβολία δε στέκει μια-τέκνα είμαστε δικά σου.
Κοίτα! Δεν βλέπεις μέσα μας Αδάμ τη μοναξιά σου;
*
Δηλαδή αν δεν υπήρχε η βαρύτης
ο ελέφας θα πετούσε σαν σπουργίτης!
Και φτερά δε θα φυτρώναν-για φαντάσου-
στους αλόγινους τους ώμους του Πηγάσου…
*
Με ψέγεις ότι μοναξιά και πόνο
Απ’ της ζωής τον χώρο κλέβω τον μεγάλο
Και πως με κείνα ποιήματα σκαρώνω-
Μα σκέψου λίγο, υπάρχει τίποτ’ άλλο;
*
Πέστε μου πως η νύχτα δεν είναι αιώνια.
Πέστε μου πως τα φτερά του πουλιού δεν πληγώνουν.
Πέστε μου πως υπάρχει αγάπη.
Πέστε μου τα γλυκά ψέματα που δίχως τους να ζήσω δεν μπορώ.
*
Α!. Μύρα που της ζήσης μας το ρόδο θα σκορπούσε
Αν κάτι μες στον κόσμο αυτό λίγο μας αγαπούσε!..
*
Θέλετε να δείτε έναν πεθαμένο να περπατεί;
Ελάτε στις οχτώ το βράδυ στο Lanark Park.
Εκεί καθημερινά κάνω τον περίπατό μου.
*
Νεκρολούλουδο είσαι;
Πώς τη φαντασία μου κοσμείς;
*
«Λυπούμαι κύριε, δεν γίνεται να σας δεχθώ.
Τοιαύτην ώραν καθεύδω».
*
«Free memberships-free houses-free rentals
free tickets for a visit to Las Vegas…»
Μα, αν είναι, λες, αλήθεια όλα αυτά
πού διάολο πηγαίνουν τα λεφτά...
*
Βρέφος βυζαίνει ο άνθρωπος τον τροφαντό μαστό.
Άντρας βυζαίνει του έρωτα τη γλύκα ούθε προκάμει.
Και γέροντας, το τσάι του-ντροπή πως σε βαστώ-
το πίνει αργοβυζαίνοντας ένα κυρτό καλάμι.
*
Εν’ άδειο μπουκάλι κρασί. Δυο ποτήρια.
Ακίνητα τέσσερα πόδια γυμνά.
Η ήρεμη άμπωτη που οκνά τριγυρνά
στο χώμα τα’ ογρό μετά την παλίρροια.
*
Α! Και να πέταγε το ελάφι!
Α! Και φτερά να είχε το ελάφι!
Α! Κι η ζωή λίγη χαρά να είχε!
*
Δεν ξέρω αν ωραίες οι μέρες μού φαίνονται
Σα γράψω ένα ποίημα καλό
Ή αν τις ωραίες ημέρες τα ποιήματα δένονται.
Μα κάτι συμβαίνει απ’ τα δυο.
*
Οι ποιητές
Κερνούν το δάκρυ στο ποτήρι
Δένουν με μίσχους αγριολούλουδου την αδικία
Και ασθμαίνοντας
Στο πρώτο αλεξανδρινό σκαλί σκαρφαλώνουν.
*
Don’t give up!
Τι εννοείς;
Don’t give up!
Μα πώς;..