Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2022

Η ΧΑΛΑΣΜΕΝΗ ΤΣΑΝΤΑ

Η αγαπούλα του η μικρή του μήνυσε
να πάει στο σπίτι της
να πάρει την τσαντούλα της
που μάστορα χρειαζόνταν.

Το αυτοκίνητο πήρε και πήγε.

Έπεφτε βράδυ.
Την κάλεσε και βγήκε
 φέρνοντας την τσαντούλα της μαζί.

Φυσούσε ένα τρελονοτιάς που,
ενώ η γλυκιά του αγάπη τού εξηγούσε
να διορθωθεί τι έπρεπε στην τσάντα,
ο αέρας
μία της σήκωνε και μια άφηνε να πέσει
την μπλε με κίτρινα πουα φουστίτσα της,
ολάσπρα αφήνοντας να φέγγουνε στο μισοσκόταδο
τα ποδαράκια κι οι μηροί ως πάνω.

«Κράτα μωρό μου σηκωμένη τη φουστίτσα σου», της είπε.
Με νάζι και μ’ επίπληξη γεμάτη μια φωνούλα του ψιθύρισε
με το καυτό της ενώ βλέμμα
του ’δείχνε μια κυρία που πλησίαζε:
 «Μπροστά στον κόσμο! Τι σου ήρθε;»

Πέρασε η κυρία,
της βλάβης η περιγραφή τελείωσε
του ’δωσε την τσαντούλα της σ’ ένα χαρτί ωραία τυλιγμένη,
κι αφού είχανε χαιρετιστεί,
και πριν χωρίσουν…
«Να! Τώρα ναι!» του είπε αθώα αθώα,
σηκώνοντας ως πάνω τη φουστίτσα της,  
κι εκεί κρατώντας την
σαν σηκωμένη αυλαία στου Παράδεισου το Θέατρο
που εξάλλου άρχισε αμέσως ύστερα.