47.
Να μηρυκάζει
Ετοιμαστήκαμε πολύ γι αυτό το πάρτυ.
Διδάγματα επήραμε απ’ τη Σπάρτη
απ’ τη σοφή επεράσαμεν Αθήνα
(με όλους τους θεούς γνωστούς ακόμα)
με αμεθύστων λάμψεις εμεθύσαμε Αλεξανδρινών
χώρες διασχίσαμε έρημες...
Μ’ ευγένειαν τρόπων οπλιστήκαμε
και με λεπτές διαθέσεις.
Ακόμα εμάθαμε
τη βαρετή τυπολατρεία
την απαραίτητη ωστόσο για ν’ αρχίσεις.
Ετοιμαστήκαμε πολύ γι αυτό το πάρτυ
γιατί εκεί θα ’χανε συναχτεί άξιοι επιβάτες του
αιώνα
άντρες με πνεύμα υψηλό κι ευαισθησία
γιατί εκεί θα 'χανε συναχτεί
οι Μούσες και οι Χάριτες
σεμνοπρεπείς κι ωραίες.
Κι αντίς γι αυτό βρεθήκαμε σ’ ένα χαμαιτυπείο
(κι οι πόρνες ούτε καταδέχονται να πλησιάσουν-
σαν κάτι αλλόκοτο κι αταίριαστο τους μοιάζουμε).
Που ’ναι λοιπόν οι εκλεκτές οι συντροφιές;
Οι υψηλές αναζητήσεις που ’ναι;
Οι ιέρειες με τα κρινολίνα πού
με μέσα τους τ’ ανέγγιχτα κορμιά;
Και την Αμάλθεια τηνε βρήκαμε γριά
με δύο άδεια κέρατα να κάθεται στη σκιά
να μηρυκάζει-άλλη Πυθία-
δυσερμήνευτους χρησμούς.