ΤΟ ΠΡΩΙ
Το πρωί, σα σβήνουν οι φωνές των νύχτιων θεαμάτων
κι ο αντίλαλός τους πριν καλά ακόμα να σβηστεί
έρχεται η ώρα των πολλών μικρών πικρών θανάτων
την πόρτα της νιας μέρας μας να κρούσει την κλειστή.
Σαν βόμβος σβουν από έντομα. Σα θρος παν ρυακιού.
Χάνονται σκιές αφήνοντας και στους ανέμους πάνε
ρίγος ενώ ένα μας περνά σαν παίξιμο ματιού
μες στις αισθήσεις απαλά καθώς φτεροκοπάνε.
Κι ως βγαίνουν από μέσα μας, κάτι μας έχουν πάρει.
Κι άχρωμη πια η μέρα μας κι ασήμαντη αρχινά.
Και μοιάζουμε με μάλλινη κλωστή που απ’ το κουβάρι
κομμένη τώρα και καιρό, τρίβεται και ξεφτά.