ΟΙ ΧΟΟΥΜΛΕΣ
Φορτωμένα τα πράγματα στο καροτσάκι τους
που με τα χέρια σπρώχνουν,
αμίλητοι, ήρεμοι, ανέμελα βαδίζουν,
πίσω τους όλο τον κόσμο περίφροντιν αφήνοντας.
Σε μαύρες σακούλες μέσα,
για προστασία από μάτια αδιάκριτα
την περιουσία τους όλη κλείνουν.
Ρούχα με όλη τους τη γύμνια ντυμένα,
σαν να 'χει ο καιρός δέσει επάνω τους
φορούν.
Παρακαλεστικό το μάτι ποτέ δεν βλέπει,
Και μάταια η ζωή
σκυλιασμένη τους ακολουθεί,
ευκαιρία γυρεύοντας
θύματα κι αυτούς υποτακτικά της να τους κάνει.