ΣΤΟ ΧΤΗΜΑ ΤΟΥ ΣΙΜΙ ΒΑΛΛΕΥ-ΕΛ ΕΪ-1993
Ειν’ ένα χτήμα μια απλωσιά.
Λουλούδια προς το βάθος
Και δίπλα μας και γύρω μας
Ο,τι χλωρό θελήσεις:
Ντομάτες, φράουλες, αρακάς,
Μπάμιες και φασολάκια,
Βασιλικός και άνηθος,
Πατάτες, κολοκύθια…
Και λάμπουν μες στ' απόγιομα,
Πιότερο από τον ήλιο
Τα γένια τ’ αραποσιτιού
Και οι κιτρινοπράσινες
Κολοκυθοκορφάδες.
Μέσα σ' αυτή την απλωσιά
Μικρές νοικοκυρούλες
Σαν τ' αγριοπερίστερα
Κι αλλέγρα τριγυρνώντας
Μαζεύουνε τα φρέσκα τους
Και τα σαλατικά τους.
Φορές, εκεί, μία φωνή
Έξαφνα κάποια βγάζει
Για να καλέσει το παιδί,
Ή γιά να την ακούσει
Η φιλενάδα που γερτή
Μακριά μαζεύει πέρα.
Μέσα στην ήσυχη εξοχή-
Μέσα στου αίθριου χτήματος
Την απεραντοσύνη,
Έρχοντας σαν μια κίνηση
Στου ακίνητου τη χώρα,
Ακούγεται αυτή η φωνή.
Σαν από κόσμο άλλο
Ή σαν μια υπενθύμιση
Αιωνιότητας, ή σάμπως .
Έξαφνα να ’ρωτεύεται
με τον εαυτό του ο κάμπος.
Έτσι θ' άκουγεται η φωνή
Του θεού μέσα στο Σύμπαν