Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2024

 ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ

 


ΤΟΠΟΣ: Λόφος της Βηθλεέμ με
στάνη, σπηλιά, μονοπάτι.

ΧΡΟΝΟΣ: 1 Ιανουαρίου 0001. Βράδυ.

ΠΡΟΣΩΠΑ:
ΕΛΙΑΚΕΙΜ (ΕΛΜ), βοσκός
ΕΛΙΕΖΕΡ (ΕΛΡ), βοσκός, μικρότερος  αδερφός του.

ΑΜΩΣ, οχτάχρονος γιος του Ελιακείμ.
ΙΩΣΗΦ
ΜΑΡΙΑ
ΤΟ ΜΩΡΟ ΤΟΥΣ
ΒΑΛΤΑΣΑΡ
ΜΕΛΧΙΟΡ  και
ΓΚΑΣΠΑΡ  (τρεις Πέρσες ταξιδιώτες),
ΒΟΔΙΑ,
ΕΝΑ ΓΑΪΔΟΥΡΑΚΙ,
ΕΝΑ ΨΕΥΤΙΚΟ ΣΚΙΟΥΡΑΚΙ.


(ο Ελιέζερ και ο Ελιακείμ συζητάνε ενώ κάνουνε δουλειές στη στάνη)


ΕΛΡ
Μετά τους έλληνες οι Ρωμαίοι... Ποιος το ’λεγε να έρθουν λαοί από τόσο μακριά και να μας εξουσιάζουν...

ΕΛΜ
Θα τους διώξουμε κι αυτούς. Κάνε λίγη υπομονή

ΕΛΡ
Λίγη αν χρειάζεται την έχω. Δυο μήνες ακόμα. Παραπάνω δεν πάει, θα βγω στο βουνό.

ΕΛΜ

(αστειευόμενος)
Καλό σου ταξίδι.

ΕΛΡ
Κορόιδευε σύ! Ξέρεις τι εννοώ. Δε θ’ αρμέγω εγώ τα δικά μου πρόβατα για να ταϊζω τους ρωμαίους. Δε θα τα κουρεύω για να φτιάχνουν αυτοί αντρομίδες. Δε θα σκοτώνομαι να τα μεγαλώσω για να μου τα ψήνουν αυτοί στη σούβλα σα να ’τανε δικά τους...

ΕΛΜ
Είναι σκυλιά. Καλά το είπες. Και δαγκώνουν. Και ξεσκίζουν. Μόνο εμείς είμαστε στην εξουσία τους; Τι θέλεις;  Να σε σταυρώσουνε κι εσένα σαν τον Ιωχάναν; Όσο γάλα κι αν τους έχεις δώσει, αν σε πιάσουν να τους πολεμάς δε σε σώζει τίποτα. Γι αυτό σου λέω-κάτσε στ' αυγά σου. Και ποιος δε θέλει να τους διώξει; Πώς όμως;
 
ΕΛΡ
Είναι που δεν το βάνουμε όλοι σκοπό. Γι αυτό. Γιατί
οι μεγάλοι μας παραδοθήκανε. Γίνανε προδότες!


ΕΛΜ
Τι ήθελες; Να τους σφάξουν; Και να σφάζουν συνέχεια; Τότε ποιος θα 'μενε να εκδικήσει τα βάσανά μας; Ουφ! Με σκότισες! Θες να πας πήγαινε και πάρε τα βουνά. Πρώτα όμως να πας ν’ αδειάσεις τις καρδάρες στο λεβέτι και να στεριώσεις το έμπα του μαντριού. Άντε και να κοιμηθούμε λίγο. Με κούρασαν σήμερα τα παλιοζωντανά...

ΕΛΡ
Είναι που δε μας αφήνουνε να τα βόσκουμε στον τόπο μας, δίπλα μας, και πρέπει να τρέχουμε στα κατσάβραχα.

ΕΑΜ

(κλείνοντας την κουβέντα)
Εντάξει, δίκιο έχεις… Δε μου λες, τι κάνουνε εκείνοι οι δύο στη σπηλιά; Κοιμήθηκαν; Γέννησε εκείνη;

ΕΛΡ
Έτσι μου ’πε ο Αμώς.

ΕΛΜ
Είναι καλά; Θέλουν τίποτα; Έχουν καμιάν ανάγκη;

ΕΛΡ
Δεν ξέρω. Δεν πήγα. Ο Αμώς λέει τους έδωσε λίγο ψωμί.

ΕΛΜ
Ο Αμώς είναι παιδί. Γυναίκα γεννημένη μέσα στη σπηλιά είναι και δεν πήγες να δεις αν θέλουν τίποτα; Τι ξέρει το παιδί;

ΕΛΡ
Έχω να δω κι άλλες δουλειές. Αν ήθελαν τίποτα δεν θα το ζητούσαν;

ΕΛΜ
Μπράβο σου! Εσύ είσαι που βρίζεις τους Ρωμαίους; Τι να το κάνω αυτό; Αφού δεν μπορείς να διώξεις εκείνους, βόηθα τουλάχιστο τους δικούς μας. Πάρε και πήγαινέ τους γάλα, κι εγώ θα σφάξω ένα αρνί να τους ταϊσουμε. Μπρος τράβα! Και πάρε και κάνα δυο κουβέρτες. Άντε λοιπόν, τι κάθεσαι;

ΕΛΡ
Εσύ νύσταζες.

ΕΛΜ
Τώρα ξενύσταξα. Τράβα.


(ΤΕΛΟΣ ΠΡΩΤΗΣ ΣΚΗΝΗΣ)


 

 

 

 

ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ

Τόπος: Σπηλιά κοντά στη στάνη.

Χρόνος: Βραδινή ώρα της ίδιας μέρας

(Ο Ιωσήφ και δίπλα του η Μαρία με το μωρό στην αγκαλιά)

ΙΩΣΗΦ
Φάε λίγο ψωμί. Και ξάπλωσε. Θα προσέχω εγώ το μωρό.

MAP
Είμαι καλά. Κείνες οι ώρες ήταν δύσκολες. Τώρα πέρασε. Κρυώνω μόνο λίγο. Πάρε το παιδί να τραβηχτώ κοντά στα βόδια και μου το δίνεις-να ζεσταθούμε λιγάκι στην ανάσα τους.

ΙΩΣΗΦ
Δος το…
(ο Ιωσήφ παίρνει το παιδί. Η Μαρία βολεύεται κοντά στα βόδια, ο Ιωσήφ της δίνει το παιδί)
Θα πάω να δω αν γύρισαν οι βοσκοί να τους ζητήσω κανένα σκέπασμα για το βράδυ.
(γκρινιάζοντας, στον εαυτό του)
Τώρα τους ήρθε να κάνουν απογραφή...

MAP
Δεν πειράζει. Δεν πάθαμε τίποτα. Και ζήτα τους κι ένα κερί. Αυτό όπου να ’ναι τελειώνει. Μπορεί να μας χρειαστεί τη νύχτα… Όμως σαν κάτι ν’ ακούω... κάποιοι έρχονται... όποιοι κι αν είναι μίλα τους καλά-είμαστε ξένοι εδώ…
(Μπαίνει ο ΕΛΙΑΚΕΙΜ και ο ΕΛΙΕΖΕΡ)

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Να σας ζήσει. Τώρα το 'μαθα. Αγόρι ή κορίτσι είναι;


ΙΩΣΗΦ

Αγόρι.


ΕΛΙΕΖΕΡ

Να σας ζήσει.

 

ΙΩΣΗΦ
Σας ευχαριστώ. Σας ευχαριστώ και τους δυο. Ευχαριστώ και για το ψωμί.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Δεν είναι λόγος να ευχαριστείς. Έπρεπε να 'χουμε κάνει περσότερα μα λείπαμε... Ο ανιψιός μου είναι μικρός, δεν ξέρει... Έκοψα ένα αρνί. Θα το έχω έτοιμο πρωί πρωί. Η γυναίκα πρέπει γα φάει να δυναμώσει. Για τώρα εφέραμε λίγο γάλα και για τους δυο σας. Και κουβέρτες να σκεπαστείτε. Αν είχαμε σπιτικό εδώ δε θα σας αφήναμε στη σπηλιά. Όμως καλλίτερα εδώ από τη στάνη. Βρωμάει λίγο κοπριά βέβαια.. μήπως θέλετε και τίποτ' άλλο; To μωρό είναι μια χαρά βλέπω…

MAP
Τι να θέλουμε, όλα που θέλαμε μας τα δώσατε χωρίς να σας τα ζητήσουμε, Μόνον όταν θα φύγετε να 'ρθει μαζί σας ο άντρας μου να του δώσετε κι ένα κερί. Τίποτ' άλλο δεν μας χρειάζεται. Κι αυτά που μας φέρατε πολλά είναι.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Θα πάει ο Ελιέζερ να σας φέρει. Πήγαινε ρε αδέρφι.(ο Ελιέζερ βγαίνει. Δυνατά προς τον Ελιέζερ)
Και πες και του Αμώς να έρθει. Τον θέλω.
(στον Ιωσήφ)
Από τη Ναζαρέτ άκουσα ήρθατε.

ΙΩΣΗΦ
Ναι από τη Ναζαρέτ.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Πώς πάνε τα πράγματα εκεί;

ΙΩΣΗΦ
Από το κακό στο χειρότερο.

MAP
Δεν είναι κι άσχημα.
(επιτιμητικά στον Ιωσήφ)
Ιωσήφ!..

ΙΩΣΗΦ
Πάνε από το κακό στο χειρότερο! Ναι! Δε θα κρατηθώ να μιλήσω και σε δικούς μου ανθρώπους ανάμεσα.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Καλά λέει κυρά μου. Ασ’ τον. Ιουδαίοι δεν είμαστε κι εμείς; Και μάλιστα από τους σωστούς-τους πατριώτες;
(στον Ιωσήφ)

 Ξέρεις τον Ροβοάμ;

ΙΩΣΗΦ
Τον μπαλωματή;

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Ναι, τον ξέρεις;

ΙΩΣΗΦ
Είναι από τους πιο καλούς μου φίλους.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Και από τους καλλίτερους πατριώτες. Είναι και δικός μου φίλος. Να τον ακούτε. Μια μέρα θα ξεσηκωθούμε κι αυτός θα 'ναι αρχηγός μας. Να τον προσέχετε κει κάτω. Εσύ τι κάνεις;

ΙΩΣΗΦ
Έχω ένα μαραγκούδικο. Κάνουμε συγκεντρώσεις εκεί. Κρύβω κάποιον που κυνηγάνε, φτιάχνω τόξα, βέλη, κάνω ό,τι μπορώ. Ετοιμάζομαι κι εγώ όπως όλοι.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Έχουν αγριέψει τελευταία μαθαίνω.

MAP
(με σκοπό να βάλει τέλος στη συζήτηση αυτή)
Αυτά δεν τελειώνουν ποτέ. Καθένας πρέπει να κοιτάει τη δουλειά του, τη φαμίλια του και ύστερα τ' άλλα.

ΙΩΣΗΦ
Σώπα γυναίκα. Δουλειά χωρίς πατρίδα λεύτερη είναι θάνατος. Θέλεις να πεθαίνεις κάθε μέρα;
(στον Ελιακείμ)
Από τότε που ανάλαβε ο Ηρώδης κάνει όλα τα χατίρια των Ρωμαίων και η αντίδραση έχει μεγαλώσει.

MAP

{στον Ιωσήφ)
Δώσε μου λίγο νερό σε παρακαλώ.

ΙΩΣΗΦ
(δίνοντάς της, στον Ελιακείμ)
Βέβαια δεν ήρθε ακόμα η ιερή ώρα του ξεσηκωμού, αλλά δε θ' αργήσει.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Αν χρειαστείς κάτι από μάς μη διστάσεις να το ζητήσεις. Όπως έχεις φίλο τον Ροβοάμ έτσι να ’χεις και μας. Κοίτα όμως, τώρα που θα ’ρθει ο αδερφός μου να μη συνεχίσουμε την κουβέντα αυτή-είναι από τους θερμόαιμους και όταν ακούει τέτοια πλαντάζει. Τα θέλει όλα γρήγορα. Δεν έχει μπει ακόμα καλά στη ζωή να ξέρει.

ΙΩΣΗΦ
Θα χρειαστεί αυτή η ορμή του γρήγορα. Μη του την κόβεις.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Και να ’θελα δεν μπορώ. Να, έρχεται... Α! φέρνει και τον Αμώς!..
(μπαίνουν ο Ελιέζερ και ο Αμώς)

ΑΜΩΣ
(ζωηρά)

Γεια σας!

ΕΛΙΕΖΕΡ

(δίνει ένα αναμμένο κερί στη Μαρία)
Ορίστε το κερί.

 

ΜΑΡΙΑ

Ευχαριστώ.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Σας έχω μιαν έκπληξη.
(στον Αμώς)
Όταν γεννιέται ένα αρνάκι ποιο τραγούδι λένε τα παιδιά Αμώς; To ξέρεις κι εσύ; To ’χεις μάθει;

ΑΜΩΣ
To ξέρω όλο!

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Μπράβο! Λοιπόν ο Αμώς θα μας τραγουδήσει για να γιορτάσουμε τη γέννα του γιου σας. Συμπαθάτε μας που δεν έχουμε άλλο δώρο να σας κάνουμε έξω απ'
αυτό το τραγουδάκι. Από την άλλη όμως ένα μικρό είτε αρνάκι είτε παιδάκι, πριν απ' όλα είναι μικρό. Λέγε Αμώς! Ανέβα στον κουβά.

ΑΜΩΣ
(αναποδογυρίζει τον κουβά και πηδάει πάνω του. Θαρρετά)
Θεόσταλτο, θεόδοτο
και θεοκαμωμένο
καλώς μας ήρθες πα’ στη γη
αρνί νιογεννημένο.

Μυριάδες να ’ναι οι μέρες σου,
αρρώστια να μην πιάνεις,
να ’σαι γερό σα σίδερο
κι αρνιά πολλά να κάνεις.

Μαλλί και γάλα ολάφριστο
και κόπρια να μας δίνεις
και για τους αφεντάδες σου
πλούτου πηγή να γίνεις.

Kι αν το 'χει η μοίρα σου η πικρή
και τ' άδικό σου αστέρι...

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Φτάνει. Κατέβα.

ΑΜΩΣ
Γιατί; To ξέρω όλο!

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
To υπόλοιπο είναι για τ' αρνάκια μόνο. Δεν ταιριάζει στους ανθρώπους.

ΙΩΣΗΦ
(στον Ελιακείμ)
Γιατί; Όμορφο τραγουδάκι. Μην το κόβεις το παιδί. Ας ακούσουμε και το υπόλοιπο.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
To υπόλοιπο λέγεται για να κάνει τα παιδιά να μη λυπούνται όταν σφάζονται τ’ αρνιά…

ΙΩΣΗΦ
Και τι λέει;

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
«...κι αν το 'χει η μοίρα σου η κακή
και τ' άδικό σου αστέρι
να πέσεις κάτω απ' το πικρό
της πείνας μας μαχαίρι,

αρνάκι μου μας συμπαθάς
μα οι άνθρωποι πεινάνε
και πώς θε’ να χορτάσουνε
αρνάκια σα δε φάνε;»
Αυτό ήτανε.

ΙΩΣΗΦ
Έχεις δίκιο. Βοηθάει τα παιδιά να συνηθίζουν...

MAP
(δυνατά, κoφτά, επιτακτικά)
Σωπάστε!
(Όλοι στρέφουν προς το μέρος της. Αμήχανη σιωπή)

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
(στον Ιωσήφ)
Πότε γυρίζετε στη Ναζαρέτ;

ΙΩΣΗΦ
Δε θα γυρίσω στην πατρίδα. Μέρες τώρα σκέφτομαι τι είναι το καλλίτερο να κάνω. Ο Ηρώδης, εκτός που είναι βάναυσος και εχθρικός για τους Ιουδαίους, είναι και ευκολόπιστος και προληπτικός. Πιστεύει πως κάποιο παιδί που θα γεννηθεί τον καιρό αυτόνε θα του πάρει τη βασιλεία όταν μεγαλώσει και θα γίνει βασιλιάς των Ιουδαίων. Κι έχει καιρό τώρα που όσους πατριώτες έχουνε αγόρι τους βλέπει με μισό μάτι. Τους παρακολουθεί, δυσκολεύει τις συναλλαγές τους με το κράτος και με την αγορά, τους απειλεί πολλές φορές χωρίς λόγο. Εμένα με είχαν έτσι κι έτσι στο μάτι. Τώρα που έκανα και γιο δε θα με αφήσουν σε χλωρό κλαρί αν γυρίσω πίσω. Και όχι μόνο, αλλά το σπουδαιότερο, κινδυνεύει και η ζωή του παιδιού εκεί πέρα.

ΕΛΙΕΖΕΡ
Ο Ηρώδης είναι ένα κάθαρμα που του πρέπει να πεθάνει.

ΙΩΣΗΦ
(Στον ΕΛΙΕΖΕΡ)
Έζχεις δίκιο φίλε μου , μα ας μην αρχίσουμε μια τέτοια συζήτηση. Δε θέλω να κουράσω τη γυναίκα μου μ' αυτά στην κατάσταση που είναι.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Και τι σκέπτεσαι να κάνεις;

ΙΩΣΗΦ
Δε σκέφτομαι, το έχω αποφασίσει. Στην Αίγυπτο έχουμε φίλους που έχουνε βρει εκεί καταφύγιο. Η Αίγυπτος είναι ασφαλής . Θα πάω εκεί.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Θα είναι κουραστικό ταξίδι.

ΙΩΣΗΦ
Θα είναι. Όμως ο ντορής μου και τα πόδια μου να ’ναι καλά και θα τα καταφέρουμε. Ύστερα δεν ξέρω, κάτι θα γίνει. Βλέποντας και κάνοντας. Σ' αυτό συμφωνεί και η Μαρία.
(Ο Ελιεμέχ στρέφεται ερωτηματικά προς τη Μαρία)

ΜΑΡΙΑ
(ήρεμη τώρα)
Δε βλέπω τι άλλο μπορεί να γίνει ώσπου να ησυχάσουνε λίγο τα πράγματα…

ΕΛΙΕΖΕΡ
Ή ώσπου να ψοφήσει ο Ηρώδης.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Αν μπορώ να βοηθήσω σε τίποτα...

ΙΩΣΗΦ
Σ' ευχαριστώ αδερφέ μου, λίγο σανό μόνο για το γαϊδουράκι μας  για το δρόμο και λίγο ψωμοτύρι για μας όταν έρθει το πρωί.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Κι όταν έρθει με το καλό η ώρα θα σου πω από πού να τραβήξεις για να βγεις πιο εύκολα στο δρόμο σου. Πότε λες να ξεκινήσετε;

ΙΩΣΗΦ
Όσο γίνεται πιό γρήγορα. Μπορεί και αύριο πρωί.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Αν είναι έτσι τότε να κοιμηθείτε. Έχετε και οι τρεις ανάγκη από ύπνο είτε αύριο είτε μεθαύριο ξεκινήστε. Να πηγαίνουμε κι εμείς. Ως για τ' αρνί, πριν φύγετε θα φάτε έτσι κι αλλιώς. Και θα πάρετε και μαζί σας για το δρόμο.

ΒΑΛΤΑΣΑΡ
(η φωνή του απ’ έξω, μακριά)
Ε! Άνθρωποι!


ΕΛΙΑΚΕΙΜ
(στον Ελιέζερ σιγά)
Τα τόξα!
(σβήνει το κερί. Ο Ελιέζερ βγάζει κάτω από το σανό δυο τόξα και βέλη.
Σιγά)
Μη μιλάτε!
(Δυνατά, προς τα έξω)
Ποιοι είσαστε;

 

ΒΑΛΤΑΣΑΡ

Είμαστε φίλοι. Ταξιδιώτες. Από την Ανατολή. Γυρίζουμε να γνωρίσουμε τον κόσμο.
Είμαστε ταχυδακτυλουργοί. Νυχτώσαμε, είδαμε φως, ήρθαμε. Λίγο νερό να πιούμε αδέρφια και θα φύγουμε. Αν έχετε την καλοσύνη… Φίλοι είμαστε!

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Τι λες Ελιέζερ;

ΕΛΙΕΖΕΡ
Διώξ' τους!

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Τι λες Ιωσήφ;

ΙΩΣΗΦ
Μου φαίνονται πως λένε την αλήθεια.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Και μένα
(δυνατά, προς τα έξω)
Πλησιάστε. Και να ξέρετε, έχουμε τόξα.

ΒΑΛΤΑΣΑΡ
Δε θα χρειαστούν. Εμείς δεν έχουμε.
(μπαίνουν οι Βαλτάσαρ, Μελχιόρ και Κάσπαρ)
Βλέπετε; Είμαστε άοπλοι και ειρηνικοί. Μα πώς να δείτε καλά με ένα κερί μόνο;

Γεια σας κι από κοντά. Είμαι ο Βαλτάσαρ και αυτοί εδώ είναι οι φίλοι μου Μελχιόρ και Κάσπαρ. Είμαστε Πέρσες.

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Ταχυδακτυλουργοί είπατε;

ΒΑΛΤΑΣΑΡ
Ναι.
(γελώντας)
Και λίγο μάγοι και λίγο σοφοί…

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Γεια σας. Είμαι βοσκός εδώ. Από δω ο αδερφός μου, ο ανεψιός μου, ο Ιωσήφ, η Μαρία και ο γιος τους. Νιόφερτος-σήμερα γεννήθηκε.

ΜΕΛΧΙΟΡ
Και γιατί στη σπηλιά; Χάθηκε ένα σπίτι;

ΙΩΣΗΦ
Είναι μεγάλη ιστορία φίλοι μου και δε θα σας ενδιαφέρει.

ΜΕΛΧΙΟΡ
Καλά λες. Τι να μας ενδιαφέρει; Όμως ένα νεογέννητο είναι μια καινούργια ψυχή στον κόσμο μας. Γι αυτό και θα κάνουμε και οι τρεις μας από ένα δώρο σε τούτο το παιδί.
(στρέφεται στους Μελχιόρ και Κάσπαρ)

Έτσι παιδιά;

ΒΑΛΥΤΑΣΑΡ
Και βέβαια! Και περισσότερο που τ’ άστρα λένε πως τα παιδιά που θα γεννηθούνε απόψε θα κάνουν μεγάλες πράξεις στη ζωή τους.

ΓΚΑΣΠΑΡ
Και επειδή εμείς λεφτά δεν κρατάμε, θα του δώσουμε σα δώρο λίγο από ό,τι καθένας μας κουβαλάει πάντοτε επάνω του αντίς για λεφτά.

ΒΑΛΤΑΣΑΡ
Εγώ έχω χρυσάφι. Να λοιπόν ένα κομματάκι χρυσάφι, δώρο στο νιογέννητο από μένα. Και του εύχομαι ολόψυχα να μη δει βάσανα και στενοχώριες στη ζωή του.

ΜΕΛΧΙΟΡ
Να και λίγο λιβάνι κι από μένα, για να φτάσει ως τα βαθιά γεράματα το παιδί σας.

ΓΚΑΣΠΑΡ
Και ένα κουτάκι σμύρνα. Και εύχομαι να φύγουν γρήγορα οι ρωμαίοι από την πατρίδα σας και το παιδί να μεγαλώσει λεύτερο. Μα αν εκείνοι ακόμα είναι εδώ όταν το παιδί μεγαλώσει, τότε να γίνει ένας καλός αγωνιστής. Ξέρουμε όλοι στην πατρίδα μου πόσο υποφέρετε από τους ρωμαίους.

ΙΩΣΗΦ
Φίλοι μου ο θεός σας στέλνει. Πιο κατάλληλη περίσταση δε θα βρισκόταν για να μας κάνει κάποιος τέτοια πολύτιμα δώρα. Τα δεχόμαστε και σας ευχαριστούμε από μέρους του γιου μας γι αυτά. Άκουσα όμως πως είσαστε διψασμένοι και ίσως και πεινασμένοι. Αν και δεν είμαι εγώ το αφεντικό εδώ, αλλά είμαι σίγουρος πως οι φίλοι μου από δω θα σας προσφέρουν ό,τι έχουνε και μάλιστα χωρίς αντάλλαγμα.

ΒΑΛΤΑΣΑΡ
Εκείνο που θέλουμε για τώρα είναι λίγο νερό γιατί μας τελείωσε και διψάμε…
(ο Ελιέζερ τους δίνει τη στάμνα και πίνουν)

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Με πρόλαβες αδερφέ μου Ιωσήφ. Αμώς τράβα. Φέρε να φάνε στους ανθρώπους.
(ο Αμώς βγαίνει)
Πρώτη φορά όμως έχουμε τόσους επισκέπτες -μέσα σε μια νύχτα κιόλας- και τα έχω λίγο χαμένα. Πέστε μας όμως πώς βρεθήκατε εδώ;

ΒΑΛΤΑΣΑΡ
Είμαστε φίλοι από μικρά παιδιά οι τρεις μας. Σπουδάσαμε αστρολογία για να γίνουμε σοφοί και κάνουμε ταχυδακτυλουργικά κόλπα για να ζήσουμε. Για να γίνουμε όμως σοφοί έπρεπε να γυρίσουμε τον κόσμο. Κι όχι μόνο την Περσία. Και αυτό κάνουμε
(με προσποιητή σοβαρότητα)
Έχετε μπροστά σας τρεις μελλοντικούς σοφούς!

ΜΕΛΧΙΟΡ
Καλά λέει, η σοφία μας είναι όσο μεγάλη και η ηλικία μας. Κι είμαστε νέοι όπως βλέπετε. Έχουμε καιρό ακόμα ώσπου να γίνουμε τέλειοι σοφοί. Ακόμα δε γυρίσαμε την πλάτη μας στον κόσμο.

ΓΚΑΣΠΑΡ
Με άλλα λόγια δεν είμαστε σοφοί ακόμα. Όμως είμαστε ταχυδακτυλουργοί όπως σας είπαμε. Και αν θέλετε, θα σας δείξουμε μερικά κόλπα για να σας διασκεδάσουμε. Κι όσο θα παριστάνει ο ένας, οι άλλοι δύο θα συνοδεύουνε την παράσταση με τον αυλό. Και όλα αυτά θα τα κάνουμε για τη Μαρία. Γιατί τη βλέπουμε λυπημένη.

ΜΑΡΙΑ
Δεν είμαι λυπημένη. Μόνο κουρασμένη λιγάκι.

ΓΚΑΣΠΑΡ
Τότε παράσταση και φεύγουμε αμέσως. Θα βρούμε κάπου να κονέψουμε. Νέα παιδιά είμαστε. Και κανένας μας δε γέννησε απόψε...
(γελούν όλοι)

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Μια στιγμή σας παρακαλώ να έρθει και ο Αμώς. Με χαρά μας θα δούμε τα κόλπα σας μα περισσότερο θ' αρέσουν στο παιδί... Και σαν τι μαγικά κάνετε
αλήθεια;

ΜΕΛΧΙΟΡ
Ό,τι φανταστείτε. Απόψε όμως θα κάνουμε ένα μικρό μέρος ο καθένας για να μη σας πάρουμε πολύν χρόνο. Και αν και νέοι, είμαστε καλοί σε ό,τι κάνουμε-να φανταστείτε πως περνώντας από την Ιερουσαλήμ δώσαμε παράσταση ως και στο παλάτι.

ΕΛΙΕΖΕΡ
(έκπληκτος)
Παίξατε για τον Ηρώδη;

ΜΕΛΧΙΟΡ
Και μάλιστα μας καλοπλήρωσε.

ΕΛΙΕΖΕΡ
Αφού καλοκλέβει πρώτα, μετά καλοπληρώνει...

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Τον Ηρώδη τον ξέρατε από πριν;

ΜΕΛΧΙΟΡ
Όχι βέβαια. Περαστικοί ήμασταν από την πόλη του, έμαθε πως τρεις σπουδαίοι μάγοι ήρθανε… (κορδώνεται επιδεικτικά και αστεία. Η Μαρία γελάει)
...και μας φώναξε. Πήγαμε, φύγαμε. Πρώτη φορά είδαμε βασιλιά και ποιος ξέρει αν θα ξαναδούμε…

ΙΩΣΗΦ
Και τι λέει η σοφία σας-όση έχετε μέχρι τώρα- για τον Ηρώδη;

ΓΚΑΣΠΑΡ
Πως οι καλοί άνθρωποι πρέπει να φυλάγονται απ' αυτόν.

ΙΩΣΗΦ
Σας ευχαριστώ για δεύτερη φορά φίλοι μου απόψε.

ΒΑΛΤΑΣΑΡ
Για ποιο πράγμα;

ΙΩΣΗΦ
Για τη σοφία που μόλις ξεστόμισε ο φίλος σου. Κάνει πιο ισχυρή μιαν απόφασή μου.
(μπαίνει ο Αμώς)

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Αμώς, άσε τα φαγητά στην άκρη-θα τα πάρουνε μαζί τους οι φίλοι μας-κι έλα να δεις τα μάγια που θα κάνουνε:
(απομένουν όλοι σιωπηλοί και με χαρούμενη προσδοκία Κατά τη διάρκεια των επιδείξεων των τριών που ακολουθούν, τα γέλια και τα χαρούμενα επιφωνήματα είναι συνεχή)

ΒΑΛΤΑΣΑΡ
(Βγάζει ένα αυγό από την τσέπη του)
Όλοι ξέρουμε πως το αυγό βγαίνει από τον ποπό της κότας. Εγώ όμως, αφού το βάλω μέσα στο δεξί μου αυτί… θα το βγάλω από το αριστερό.
(το κάνει)
Απαράλλαχτα όπως τα λόγια των μεγάλων μπαίνουν από το ένα και βγαίνουν από το άλλο αυτί των μικρών. Όλοι ξέρουν ακόμα πως το αυγό δεν μπορεί κανείς να το φάει ολόκληρο. Μένουν πάντοτε τα τσόφλια. Εκτός από μένα-εγώ θα το φάω ολόκληρο!
(φέρνει το αυγό στο στόμα του, καταπίνει, ύστερα δείχνει το χέρι του χωρίς το αυγό)
Αλλά επειδή δε θέλω να κλέψω τη δουλειά της κότας και για να μη χαλάσω εγώ την τάξη του κόσμου, τα αυγά θα τα παίρνουμε πάντοτε από τη φωλιά της κότας.
(πηγαίνει προς τα άχυρα και παίρνει το αυγό. Υποκλίνεται)
Ευχαριστώ.

ΜΕΛΧΙΟΡ
(Βγάζει από το σάκο του δυο κρίκους σιδερένιους, μπλεγμένους τον ένα με τον άλλο)
Αυτοί οι δυο κρίκοι είναι όπως βλέπετε μπλεγμένοι!
(τους δείχνει τραβώντας τους δυνατά)
Όπως ο άνθρωπος με η ζωή. Πολλές φορές όμως φεύγουνε από τα χέρια μου.
(τους εξαφανίζει)
Τους βρίσκω στα πιο απίθανα μέρη. Όπως στο άδειο αυτό βαρέλι.
(βγάζει τους κρίκους από το βαρέλι)
Ή πίσω από αυτό το δοκάρι.
(τους παίρνει κι από κει)
To χειρότερο είναι όταν μπαίνουν γύρω από το λαιμό μου καμιά φορά.
(οι κρίκοι βρίσκονται γύρω από το λαιμό του ενώ το άνοιγμά τους είναι μικρότερο από το κεφάλι του)
Τότε με στενοχωρούν. Προσπαθώ να τους βγάλω... τίποτα. Ωχ τι έπαθα ο δόλιος... Πώς να κάνω να γλιτώσω;.. Ξέρει κανένας σας; Εσύ; Εσύ; Εσύ; Εσύ;... ξέρω! Ένα παιδί θα μου τους βγάλει τραβώντας τους.
(πηγαίνει κοντά στον Αμώς)
Τράβα τους Αμώς...
(ο Αμώς τραβάει γελώντας)
Σιγά… θα με πνίξεις... Τι να κάνω... τί να κάνω... Ξέρω! To γαϊδουράκι θα μου πει!
(βάζει το αυτί του στο στόμα του γαϊδουρακιού)
Μου είπε να τους βγάλω από κάτου, από τα πόδια μου! Μα γίνεται αυτό;..
(το κάνει)
Έγινε! Σώθηκα!
(υποκλίνεται)
Σας ευχαριστώ...

ΓΚΑΣΠΑΡ
Εγώ μισώ τα σκιουράκια! Είμαι κακός άνθρωπος γι αυτό; Δεν ξέρω, όμως μισώ τα σκιουράκια. Αλλά θα μου δώσετε λίγο δίκιο-κοιτάξτε τι μου κάνουν...
(βγάζει ένα πάνινο σκιουράκι από το σάκο του και με κατάλληλες κινήσεις το κάνει να κινείται σαν να είναι ζωντανό. Τινάζεται έξαφνα, τον τσιμπάει, τον χτυπάει, πάει να του φύγει από τα χέρια...)
To κακό μ' αυτό είναι που δεν μπορώ να το ξεφορτωθώ. Χτες, εκεί που καθόμουνα ήσυχα ήσυχα, ήρθε και μου τράβαγε τα μαλλιά μου. To πιάνω, το πετάω στο πάτωμα.
(το κάνει. Ότι λέει πως έκανε χτες το κάνει και όσο τα διηγείται)
Ακίνητο το σκιουράκι. Λέω το ξεφορτώθηκα. Σκύβω να δω… μου τσιμπάει τη μύτη...το πετάω έξω από την πόρτα... αυτό να το πάλι… τo ’βαλα κάτω και το πάτησα. Έτσι…έτσι...έτσι....έτσι! Ύστερα πήρα μια μεγάλη πέτρα και την έβαλα πάνω του. Τσουπ! αυτό ξαναβγήκε ολοζώντανο από κάτω από την πέτρα και μου γαργαλούσε το λαιμό. Τότε σκέφτηκα και του 'κοψα το κεφάλι...και τα πόδια...και τα χέρια...να δω τώρα θα ξανάρθει..; Και για να είμαι σίγουρος πως ψόφησε οριστικά, ξέσκισα τα χέρια, τα πόδια και το κεφάλι του έτσι...έτσι...έτσι...έτσι. Ύστερα, για καλό και για κακό το 'κλεισα μέσα σ' αυτό το σιδερένιο κουτί.
(Δείχνει το κουτί σιδερένιο και γερό και το κλείνει αφού βάζει πρώτα μέσα τα κομμάτια από το σκιουράκι)
Τρία δευτερόλεπτα μόνο έμεινα ήσυχος. Μετά να πάλι το βάσανο!
(το σκιουράκι βγαίνει "ολοζώντανο" από το σιδερένιο κουτί, ζωηρότερο από πριν)
Αναστήθηκε! Όπως το κάθε τι που πεθαίνει. (υποκλίνεται μέσα σε γέλια)


ΒΑΛΤΑΣΑΡ
Και τώρα φίλοι μου να σας καληνυχτίσουμε.
(παίρνουν τα πράγματά τους και τα τρόφιμα που έφερε ο Αμώς)
Σας ευχαριστούμε για τα δοσίματα. Ιωσήφ, κυρά μου, να σας ζήσει το παιδί σας και πολύχρονο.


ΜΑΡΙΑ
Σας ευχαριστούμε για τα δώρα σας. Δε θα το ξεχάσουμε ποτέ.

ΙΩΣΗΦ
Στο καλό φίλοι μου.
(βγαίνουν Βαλτάσαρ, Μελχιόρ και Κάσπαρ)

ΕΛΙΑΚΕΙΜ
Μας διασκέδασαν. Ο θεός ας τους φυλάει. Και τώρα αδέρφια μου καληνύχτα κι από μας και καλό σας ύπνο. Αν χρειαστείτε κάτι εδώ είμαστε. Θα τα πούμε αύριο πρωί. Θα σηκωθούμε πριν από σας. Γεια σας

ΜΑΡΙΑ
Καλή σας νύχτα. Ευχαριστούμε.

ΙΩΣΗΦ Καληνύχτα.
(βγαίνουν Ελιέζερ, Αμώς και Ελιακείμ)

ΙΩΣΗΦ
Κοιμήσου Μαρία. Αύριο έχουμε δρόμο. Ήσυχο το μωρό μας... Δε μας ενόχλησε καθόλου. Θες να μου το δώσεις να κοιμηθείς πιo καλά; Εγώ δε νυστάζω ακόμα...

ΜΑΡΙΑ
Δε με βαραίνει διόλου. Ξάπλωσε και συ δίπλα μου. Εδώ. Έχει χώρο. Θα ζεσταινόμαστε περισσότερο έτσι. Η νύχτα είναι κρύα.
(ο Ιωσήφ βολεύεται δίπλα στη Μαρία. Κοιτάζει το μωρό, σκύβει και το φιλάει. Φιλάει απαλά τα μαλλιά της Μαρίας. Απλώνει το αριστερό του χέρι προστατευτικά γύρω από τη μέση της Μαρίας)

 

ΙΩΣΗΦ
Καληνύχτα.

ΜΑΡΙΑ
Καληνύχτα।


 

ΑΥΛΑΙΑ