Αη-Νικόλας. Επιτάφιος. Η σεπτή περιφορά.
Αη-Νικόλας. Επιτάφιος. Η σεπτή περιφορά.
Τόσο ωραία Επιτάφιος πρώτη μ’ άρεσε φορά.
Γιατί σ’ ένα απ’ τα κορίτσια που κρατούσαν τ’ άγια σκεύη
εξεχώρισα των μαύρων των ματιών σου τα ερέβη.
Με το κόκκινο φουστάνι το μετάξινο ντυτή
συ δεν ήσουν σ’ Επιτάφιου αλλά σ’ Έρωτα γιορτή.
Και ποιος λίγη έστω λύπη για το Θειο Δράμα νιώθει
αν χορεύοντας μπροστά του περπατούνε χίλιοι πόθοι...
Έτσι εγίνει και με μένα. To κορμάκι το χυτό
διαγραφόνταν από κάτω από τ’ άμφιο το λιτό
και με άφηνε να βλέπω τα όμορφά σου ποδαράκια
τη μεσούλα, τους γοφούς σου, την κοιλίτσα, τα στηθάκια...
Τα ματάκια σου κοιτούσαν έτσι αθώα το Σταυρό
που μπορώ τέτοια αθωότη μόνο ψεύτικη να βρω.
Και κλεισμένα τα χειλάκια σε κατάνυξη μια τόση
σαν η έκσταση να τα ’χε της Αγάπης μαρμαρώσει.
Μεγαλύτερο μαρτύριο το δικό μου ή του Χριστού;
Μεγαλύτερη ευτυχία η δική μου ή του πιστού;
Ποιος μπορεί να πει; Κανένας. Μόνο εγώ. Αλλά σωπαίνω
και πεθαίνω κάθε μέρα και ποτέ δεν ανασταίνω.