Ο ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ
Χαρταετός είναι ψηλός
και πλέει στους αιθέρες
ξένιαστες νύχτες κι όμορφες
χαρούμενες ημέρες.
Μ’ αστέρια κάνει συντροφιά
τις νύχτες, και τη μέρα
στον ήλιο του το βασιλιά
λέει πρώτος καλημέρα.
Πετάει, βουτά, λικνίζεται
χάνεται, ξαναβγαίνει
με τα πουλιά στο πέταγμα-
στη χάρη παραβγαίνει.
Κι η φουντωτή του η ουρά
στολίδι και χαρά του
αυτή και πόδια και καρδιά
και χρυσωπά φτερά του.
Η μοναχή σκοτούρα του
ο σπάγκος που τον δένει
σαν αφαλός του με τη γη
και διόλου δε σωπαίνει
μόνο συνέχεια μουρμουρά
στ’ αυτί του: "δίχως ’μενα
όλα όσα πριν αράδιασες
θα ’ταν για σένα ξένα".