Τόσο ειν’ ο άνθρωπος αδύναμος
Τόσο ειν’ ο άνθρωπος αδύναμος
που δεν μπορεί να ζήσει μόνος-
για ζωή στα πέρατα του σύμπαντος
ψάχνει αδιακόπως κι επιμόνως.
Τόσο φοβάται που ζητάει
παρέα να ’βρει μες στα χάη
και με αγωνία όλο γυρεύει
φως μες στης νύχτας τα ερέβη.
Μ’ άλλα η Μοίρα έχει ορίσει
έχει πολύ περιορίσει
τη δυνατότητα για κάτι
πέρα από κει που φτάνει μάτι.
"Άνθρωπε", λέει, "όλα κάνε τα
θα ’ναι αφιλόξενη η γη σου
τότε θα νοιώσεις μόνον άνετα
φίλη αν εμένα έχεις πιστή σου".
Λυπητερή έτσι μια μοίρα
Λυπητερή έτσι μια μοίρα
μ’ έχει αλύπητα μοιράνει
κι όλα της ζήσης μου τα μύρα
έχει αλύπητα μαράνει.
Ο,τι κι αν έπιασα να χτίσω
κομμάτια κείτεται στο χώμα
ό,τι επάσκισα να κλείσω
μένει ανοιχτό σα δράκου στόμα.
Και μιαν αγάπη που ’χα δέσει
με πασχαλόκλαδα και κρίνα
μες στο βυθό μου έχει πέσει
κι αυτή και πάνω της εκείνα.
Και μια χαρά που ’χα σταυρώσει
με της λεβάντας το κλωνάρι
τα χέρια η θλίψη έχει απλώσει
κι όλη από με την έχει πάρει.
Α! Λυπηρή έτσι μια μοίρα
μ’ έχει αλύπητα μοιράνει
κι όλα της ζήσης μου τα μύρα
έχει αλύπητα μαράνει.