Η ΒΑΛΑΝΙΔΙΑ
Στην αυλή του φτωχικού μας
όπου παίζαμε παιδιά
έχει μόνη απομείνει
μια γριά βαλανιδιά.
Και θυμάται λυπημένη
τη ζωή της την παλιά
στη δροσιά της τα παιδάκια
στα κλωνιά της τα πουλιά.
Στις ζημιές μας καταφύγιο
του σπιτιού μας φυλαχτό
και τα φύλαγε και κείνη
όταν παίζαμε κρυφτό.
Χτες επήγα και την είδα.
Όταν μ’ είδε τι χαρά!
Και πώς γέμισαν με δάκρυα
τα κλωνιά της τα ξερά!
Κι όταν κίνησα να φύγω
με θλιμμένη την καρδιά
κι ως για τελευταία τώρα
την εκοίταξα φορά
είδα πάνω της ν’ ανθίζει
ένα πράσινο κλαδί:
είχε γίνει πάλι νέα
κι εγώ ήμουνα παιδί.