ΒΟΥΔΑΣ ΚΑΙ ΆΝΑΝΤΑ
Ο Βούδας στέκει συλλογισμένος.
Τη διάλεξη έπρεπε να 'χει αρχίσει.
Μα έλειπε ο Άναντα-δίχως 'κείνον
δεν εγινότανε να προχωρήσει.
Στέλνει τον Μάντζουρσι να τον έβρει
κι όσο πιο γρήγορα να τονε φέρει
γιατ' ήταν φίλος πρώτος του Βούδα
κι ο πιο υπάκουος ακόλουθός του.
Τώρα η Μάντενκα, πόρνη απ' τις πρώτες
μαζί κι η όμορφη κόρη της Ψίτα
τον Άναντα είχανε βάλει στη μέση
και το γλεντούσανε οι τρεις παρέα.
Βέβαια ο Άναντα "άθελά του"
τάχα εβρέθηκε με τις πόρνες
κι είπε στον Μάντζουρσι πως με μάγια
εχθροί τον είχανε κάποιοι μαγέψει.
Τα «μάγια" ο Μάντζουρσι αμέσως λύνει
και πάει τον Άναντα πάλι στο Βούδα.
"Α! Επιτελους!" κάνει ο Βούδας,
«μπορώ τη διάλεξη τώρα ν' αρχίσω!"