ΤΟ ΔΕΚΑΝΙΚΙ
Πολλή δουλειά στο μαγαζί εκείνη την ημέρα.
Μέχρι που κλείσανε δε στάθηκαν.
Κλείνοντας,
«σήμερα πήγαμε καλά», της είπε.
Κι αυτό αλήθεια έπρεπε να ειπωθεί,
ώστε το μερτικό της κι η συνήθεια να ’χει,
κι η καθημερινότητα να ευμενιστεί
έτσι,
που ύστερα απ’ το γύρισμα στην πόρτα του κλειδιού
να επιδοθούν ελεύθερα στον έρωτα
που υπομονετικά περίμενε
να μαζευτούνε κάμποσες χιλιάδες πρώτα στο συρτάρι.
Γιατί,
ο σοφός,
καλά γνωρίζει πως το χρήμα
του είναι δεκανίκι απαραίτητο-
έτσι που η κοινωνία τον έχει καταντήσει-
για να πορευτεί.