Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2024

 ΤΟΥ ΛΕΝΕ

Του λένε να πάει μαζί τους.
Μα θεέ μου, να κάνει τι;

("Κουράστηκε η καρδιά μου να ζητάει")

Ότι του απόμεινε με τα δόντια το κρατεί
για ν' αγοράσει το εισιτήριό του να περάσει.
Αυτοί όλοι έχουν πράγματα να δώσουνε γι
αντίτιμο.
Σπίτια, βίλλες, κότερα,
στρέμματα ελιές και πορτοκάλια,
ημέρες ξεγνοιασιάς και ηδονής,
εκατομμύρια…

Δεν τους περνάει από το νου,
πως δεν περνούν αυτά εκεί.

Τύχη αγαθή τον έκαμε
να μη κάτι ποθήσει τέτοιο.
Γιατί θα είχε αναπαυτεί.

Του λένε να πάει μαζί τους.
Μα αυτοί τις νύχτες έχουν ύπνο.
Μα αυτοί όταν βρέχει λένε με σιγουριά:
βρέχει.
Μα αυτοί δεν ξέρουν
πόσο απέχει ο άνθρωπος από τον εαυτό του.
Αυτοί τα ρυάκια δεν τ' ακούνε όταν μιλούν.
Τη θλίψη νιώθουν των πεσμένων δέντρων;
Κι έχουν αυτοί ραγίσει με το κλάμα τους το κρύσταλλο της νύχτας;

Πια με τι γλώσσα αυτός μαζί τους να μιλήσει;
Και τότε στους κριτές του σαν απόδειξη τι θα ’δινε
πως γνώριζε απ’ όταν ζούσε-
κι ότι στην τύχη δεν ήταν αφημένος-