ΚΑΤΙ ΜΑΥΡΟΙ
Είναι κάτι μαύροι απ’ την Αφρική
που στο απέναντί τους πανδοχείο μένουν-
που σαν κάτι πάντα λες και περιμένουν
δεν κινούν να φύγουν-μένουν πάντα εκεί.
Στου πεζοδρομίου τις λερές τίς πλάκες
σιγοπερπατάνε και βροντογελούν
δύο δυο με λέξεις άγνωστες μιλούν
και τραγούδια λένε που μιλούν γι αγάπες.
Με τους μαύρους μοιάζει: περιμένει κάτι
που ποτέ δε θα ’ρθει’ και να καρτερεί
τόσο έχω μάθει, που για να το δει
θα ’χει όταν πεθάνει ανοιχτό το μάτι.