ΑΠΙΣΤΙΑ
Ανοιχτή πληγή στο σώμα τ' ουρανού το
φεγγάρι.
Η μαυρομάτα η νιόπαντρη εβγήκε
τ' απλωμένα της τα ρούχα να μαζέψει.
Τρεις νέοι έξω από την πόρτα της περνούν.
-Νια μου κυρά, τα ρούχα κι αν μαζέψεις
μα η ευωδιά τους τον αγέρα έχει μυρώσει.
-Αγέρας είναι κι ας μυρώνεται.
-Νια μου κυρά τα ρούχα σου, που τα 'δα μόνο,
την καρδιά μου μάτωσαν.
-Καρδιά είναι κι ας ματώσει.
-Νια μου κυρά
Που σ’ είδα μόνο,
το σώμα μου άναψε ολόκληρο για σένα.
-To βράδυ ο άντρας μου βαριοκοιμάται.
Θα ’χω την πόρτα μου μισανοιχτή.