ΟΥΤΕ ΠΟΥ ΤΟΥΣ ΠΑΕΙ
Μια έρημος.
Ένα πηγάδι επάνω της.
Ξάφνω,
σάρκινες μάζες,
που κινούνται.
Και που πέτρες παίρνουν
Και στο πηγάδι μέσα τις ρίχνουν.
Μα ήχος δεν ακούγεται από το πηγάδι.
Όσες κι αν πέτρες πέσουνμέσα του.
Κι εκείνες όλο ασταμάτητα
πέτρες ρίχνουν στο πηγάδι.
Για χιλιάδες χιλιάδων χρόνια.
Κάποιες απ’ τις σάρκινες τις μάζες
ζητούν να εξηγήσουν το φαινόμενο.
Άλλες λένε: Δεν έφτασαν ακόμα οι πέτρες μας στον πάτο.
Άλλες: Ο ήχος χάνεται ως να ΄ρθει ως εδώ.
Κι άλλες: Ήχος σε τέτοια βάθη δεν παράγεται.
Και άλλες άλλα.
Και όλες αυτές βγάζουνε λόγους
και διαλέξεις κάνουν.
Κι αυτές τις μάζες που τα λένε αυτά
Φιλόσοφες τις λένε.
Κι οι πέτρες δεν τελειώνουνε.
Κι ήχος δεν φτάνει.
Και οι φιλόσοφες οι σάρκες
Ούτε που τους πάει να ρωτηθούν
Όχι πού παν οι πέτρες,
Αλλά τι, οι σάρκες είναι αυτές,
Που στο πηγάδι
Πέτρες ασταμάτητα πετάνε.