ΧΩΡΟΣ
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Χρόνος: οποιοσδήποτε.
Πρόσωπα: ΑΝΤΡΑΣ, ΓΥΝΑΙΚΑ, ΧΩΡΙΚΟΙ
Τόπος: καλύβα σε πλαγιά βουνού, χωρισμένη σε δύο μικρότερους χώρους με μέσα τους τα απολύτως απαραίτητα. Στο βάθος κάθε δωματίου πόρτα που δίνει προς τα έξω. Ψηλά, στον κοινό τοίχο, ένας φεγγίτης. Σε κάθε δωμάτιο τζάκι αναμμένο. Στο δωμάτιο του ΑΝΤΡΑ, τραπεζάκι με παλιά σύνεργα μαγειρικής και καρέκλες. Στο δωμάτιο της ΓΥΝΑΙΚΑΣ ένα μικρότερο τραπεζάκι με φέτες ψωμιού επάνω. Σε μια γωνιά σύνεργα για σκι. Σε κάθε δωμάτιο αναμμένη λάμπα πετρελαίου.
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ
Ο ΑΝΤΡΑΣ στο δωμάτιό του βράζει νερό σε ένα καμινέτο με αργές και αθόρυβες κινήσεις, δείχνοντας σαν κάτι να έχει στο νου του.
Στο δικό της δωμάτιο η ΓΥΝΑΙΚΑ ξαπλωμένη και μισοκοιμισμένη. Ησυχία.
ΓΥΝΑΙΚΑ
(Ξυπνάει. Σηκώνεται απορημένη και τρομαγμένη. Δείχνει ταλαιπωρημένη. Είναι ντυμένη με ρούχα σκιέρ. Στέκει για λίγο. Προσπάθεια κάτι να θυμηθεί. Βλέπει γύρω της. Ξάφνου πηγαίνει προς την πόρτα, την ανοίγει. Ριπές χιονιού και παγωμένου αέρα ορμούν στο δωμάτιο. Κλείνει γρήγορα την πόρτα, τρίβει τα χέρια της το ’να στ’ άλλο. Μορφασμός πόνου. Πιάνει την αριστερή της ωμοπλάτη με το χέρι της. Ψάχνει για άλλη διέξοδο από το δωμάτιο. Βλέπει τον φεγγίτη. Προσπαθεί πηδώντας προς τα πάνω να δει πίσω απ’ αυτόν. Δεν τον φτάνει. Αφουγκράζεται. Δεν ακούει τίποτα έξω από το φύσημα του αέρα. (Φωναχτά)
Μ’ ακούτε; Μ’ ακούει κανείς; Έεεεεεε!
(ο άντρας δεν απαντάει. Η γυναίκα πηγαίνει πάλι στην πόρτα. Την ανοίγει και φωνάζει προς τα έξω με όση δύναμη έχει)
Έεεεεεεεε!
(ξανακλείνει γρήγορα την πόρτα και στέκει από πίσω της περιμένοντας. Δεν ακούγεται τίποτα.)
(Κάθεται κάτω απογοητευμένη)
Θεέ μου… Πού είμαι;..Τι έγινε;..
(Πιάνει το κεφάλι της με τα δυο της χέρια. Προσπαθώντας να θυμηθεί, στον εαυτό της)
Χιόνι, κρύο, νύχτα… κι εγώ πονεμένη και κρυώνοντας να μην ξέρω ούτε πώς βρέθηκα εδώ… Φοβάμαι!.. Μα έκανα σκι…ναι, έκανα σκι… και ήταν εκείνο το έλατο… και μετά; Πώς βρέθηκα εδώ; Ποιος με έφερε εδώ; Και θα με βρει κάποιος ή εδώ θα πεθάνω; Αυτή η νύχτα θα έχει τελειωμό;.. Ποιος… τι με έφερε εδώ… και τι είναι εδώ; Φοβάμαι… κι όμως, νερό… ψωμί… η λάμπα… κάποιος ζει εδώ… Θεέ μου… ποιος-τι είναι που με έφερε εδώ;
(σηκώνεται απότομα και με μανία αρχίζει να χτυπάει με τα χέρια της τους τοίχους του δωματίου φωνάζοντας ταυτόχρονα πανικόβλητη)
Είναι κανείς εδώ; Ποιος με έφερε εδώ; Εμπρός! Ας ακούσω κάποιον… Είναι κανείς εδώ; Εμπρός…
ΑΝΤΡΑΣ
(σιγά, στον εαυτό του)
Άργησε αλλά να την η γυναίκα.
(δυνατά, περιπαιχτικά)
Καλώς τηνε.
(η γυναίκα στριμώχνεται φοβισμένη σε μια γωνία. Σιωπή.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ποιος είναι;.. Ποιος μιλάει;..
ΑΝΤΡΑΣ
Μήπως θέλεις να σου συστηθώ κιόλας;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ποιος είσαι;.. Πού είμαι;..Τι έγινε;..
ΑΝΤΡΑΣ
Τι πολλές ερωτήσεις!
ΓΥΝΑΙΚΑ
Σας παρακαλώ… πέστε μου…
ΑΝΤΡΑΣ
Ω! Έχουμε και παρακάλια! Λοιπόν είμαι αυτός που δεν σε θέλει, είσαι εκεί που δεν πρέπει να είσαι και έγινε ότι σε βρήκα ετοιμοθάνατη μέσα στο χιόνι. Και τώρα φύγε. Η πόρτα είναι ανοιχτή όπως είδες. Και φύγε γρήγορα.
ΓΥΝΑΙΚΑ
…Να φύγω;..
ΑΝΤΡΑΣ
Ναι-δεν το άκουσες; Να φύγεις όπως ήρθες!
ΓΥΝΑΙΚΑ
Μα δεν βλέπετε τι γίνεται έξω;.. πώς να φύγω;..
ΑΝΤΡΑΣ
Όπως ήρθες! Όπως ήρθες να φύγεις! Έτσι ξαφνικά και γρήγορα. Πάρε πάλι αυτά τα βρωμοσύνεργά σου και φύγε.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Δεν γίνεται να φύγω τώρα. Μ’ αυτή τη χιονοθύελλα ούτε πενήντα μέτρα δε θα προλάβω να κάνω. Θα πέσω πάλι. Θα χαθώ. Ύστερα νιώθω πολύ αδύναμη. Και πονάει η πλάτη μου.
(σιωπή)
Σας ευχαριστώ που με σώσατε… Μα… πού είστε;.. Ποιος είστε;..
(σιωπή)
Με ακούτε;..
ΑΝΤΡΑΣ
(στον εαυτό του)
Καταραμένη χιονοθύελλα! Κι εσύ εναντίον μου δουλεύεις…
(Δυνατά)
Να έχεις το νου σου-όταν καλυτερέψει ο καιρός να φύγεις. Ετοιμάσου από τώρα.
(Η γυναίκα ξεσπάει σε κλάματα. Ο άντρας μουγκρίζει ενοχλημένα. Σε λίγο, δυνατά)
Σταμάτα!
(τα κλάματα σταματούν. Σιωπή)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(Μέσα σε αναφυλλητά)
Πώς να φύγω;.. Και κοντεύει να νυχτώσει… Εσείς με φέρατε εδώ;.. Εσείς με σώσατε;.. Και τότε γιατί με διώχνετε αφού πάλι έτσι θα με σκοτώσετε;.. Και με ποιον μιλάω;.. Γιατί κρύβεστε;.. Τι είναι εδώ;.. Γιατί μου φέρεστε έτσι;..
(σιωπή. Ήρεμα και αποφασιστικά)
Πρωί πρωί θα φύγω… Ότι καιρό και να κάνει… Μα μη με διώχνετε τώρα… Φοβάμαι εδώ που με φέρατε… εσείς ή όποιος άλλος… μα αν φύγω τώρα, το κρύο και η νύχτα θα είναι σίγουρος θάνατος για μένα…
(σιγά)
Όποιος κι αν είστε… σας παρακαλώ…
ΑΝΤΡΑΣ
(ήρεμα, καθησυχαστικά)
Καλά.
(δυνατά, απειλητικά)
Μα κλείσε το στόμα σου. Και μην κάνεις θόρυβο. Ώσπου να φύγεις να είναι σαν να μην υπάρχεις. Κατάλαβες;..
(σιωπή)
Κατάλαβες;
ΓΥΝΑΙΚΑ
(φοβισμένη)
Κατάλαβα.
(αθόρυβα σηκώνεται, πηγαίνει κοντά στο τζάκι, απλώνει τα χέρια της να ζεσταθεί. Ψάχνει με τα μάτια τριγύρω. Περπατάει πάνω κάτω στο δωμάτιο. Τέλος ακουμπάει τις παλάμες της στον τοίχο που χωρίζει το δωμάτιό της από το δωμάτιο του άντρα και πλησιάζοντας τα χείλη της στον τοίχο)
Μ’ ακούτε;
ΑΝΤΡΑΣ
(δυνατά)
Τι πάλι καταραμένο πλάσμα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Το τζάκι σβήνει… και διψάω…
ΑΝΤΡΑΣ
Βγαίνοντας αμέσως δεξιά είναι ένα υπόστεγο. Θα βρεις στοιβαγμένα κούτσουρα.
(η γυναίκα βγαίνει. Στο μεταξύ άντρας γεμίζει με νερό ένα κύπελλο, βγαίνει από το δωμάτιό του και μπαίνει στο άλλο. Αφήνει το νερό στο πάτωμα. Βλέπει γύρω με δέος και με λαχτάρα. Μυρίζει στον αέρα. Για μια στιγμή κλείνει τα μάτια απολαμβάνοντας. Συνεπαρμένος)
Γυναίκα!
(Συνέρχεται, βλέπει προς την πόρτα, βγαίνει γρήγορα κλείνοντάς τηνε πίσω του. Μπαίνει στο δωμάτιό του)
Καταραμένη!...
(μπαίνει η ΓΥΝΑΙΚΑ στο δωμάτιό της φέρνοντας ξύλα. Κλείνει την πόρτα. Στέκεται για λίγο βλέποντας το νερό. Βάζει τα ξύλα στη φωτιά, πίνει μια γουλιά νερό.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(Προς τον φεγγίτη με ευγνωμοσύνη)
Όποιος κι αν είσαι, σ’ ευχαριστώ.
(ακούγεται ένα μούγκρισμα από το δίπλα δωμάτιο. Σιωπή. Η γυναίκα βολεύεται όπως όπως σε μια γωνιά κοντά στο τζάκι. Σιωπή. Τα φώτα σβήνουν.)
ΤΈΛΟΣ ΤΗΣ ΠΡΏΤΗΣ ΣΚΗΝΉΣ
ΣΚΗΝΉ ΔΕΎΤΕΡΗ
(Ίδιος τόπος δυο ώρες αργότερα. Η ΓΥΝΑΙΚΑ βηματίζει. Ένας θόρυβος απέξω από την πόρτα την τρομάζει. Στρέφει προς τον φεγγίτη.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Με ακούτε;
(δυνατότερα)
Με ακούτε;
ΑΝΤΡΑΣ
Είναι η τρίτη φορά που με ξυπνάς… Τι πάλι;
ΓΥΝΑΙΚΑ
(δυνατά)
Δεν μπορώ να κοιμηθώ. Φοβάμαι. Επιτέλους κάνετε κάτι.
ΑΝΤΡΑΣ
Τι φταίω εγώ καταραμένη αν εσύ φοβάσαι; Και δεν είμαι εγώ που χάθηκα μέσα στα χιόνια παίζοντας…
ΓΥΝΑΙΚΑ
Εσείς όμως με σώσατε. Θα είχα πεθάνει εκεί έξω.
ΑΝΤΡΑΣ
Και πάψε να μου μιλάς με το σεις-δε σε φτάνουν τόσες άλλες ψευτιές στη ζωή σου;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Πώς το λέτε αυτό; Πώς το ξέρετε; Με ξέρετε;
ΑΝΤΡΑΣ
Όλες οι καταραμένες οι γυναίκες ίδιες είσαστε.
ΓΥΝΑΙΚΑ
(στον εαυτό της)
Μισογύνης!..
(δυνατά)
Τι είσαι;.. Αν είσαι κάτι… Μόνο μια φωνή ακούω!..
(σιωπή)
ΑΝΤΡΑΣ.
Δε θα με αφήσεις να ησυχάσω απόψε λοιπόν;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Η λάμπα σβήνει, είναι νύχτα και εγώ έχω να μείνω ολομόναχη φυλακισμένη μέσα σε τούτη τη φυλακή. Δε θέλω να σας ενοχλώ μα δεν μπορώ να κάνω αλλιώς… Φοβάμαι…
ΑΝΤΡΑΣ
Μα είμαι εδώ, δίπλα σου καταραμένη. Και σ’ έσωσα. Τι φοβάσαι; Και σταμάτα αυτό το «σας».
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ότι είμαι μ’ έναν άγνωστό μου άντρα δίπλα μου στην μαύρη ερημιά δεν με ησυχάζει καθόλου.
ΑΝΤΡΑΣ
Και τι θέλεις να γίνει; Να φύγω εγώ βγαίνοντας στο κρύο και στο χιόνι για να ησυχάσεις εσύ; Ησύχασε επιτέλους. Αν φοβάσαι εμένα κλείσε την πόρτα σου. Κλειδώνει από μέσα.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Δεν καταλαβαίνεις. Η κατάσταση, αυτή η ίδια στην οποία βρισκόμαστε, αυτή είναι που περισσότερο απ’ όλα με φοβίζει. Γιατί δεν εμφανίζεσαι; Γιατί μένεις μακριά μου; Με έσωσες από το θάνατο όπως λες. Που θα πει με έφερες στη ζωή από την ανυπαρξία που με περίμενε…
ΑΝΤΡΑΣ
Ανυπαρξία… φιλοσοφημένα πράγματα βλέπω… Λοιπόν τι; Μήπως να σε προικίσω κιόλας; Μα τι διάβολο; Δε σε φτάνει που γλίτωσες το θάνατο εξαιτίας μου, που σου έδωσα ένα μέρος προστατευμένο από τη χιονοθύελλα για να κοιμηθείς… φαί… νερό;.. Πρέπει να με βασανίζεις κι από πάνω γυναίκα με τις αηδίες σου; Θεέ μου, δεν γλιτώνει λοιπόν ποτέ κανείς από σας; Τι θέλεις από μένα τέλος πάντων;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Θέλω να σε δω μόνο για λίγο. Ίσα για να δω ότι είσαι άνθρωπος. Και μάλιστα χωρίς να έρθεις εδώ-να υπήρχε τρόπος μόνο να ανέβω κάπου και να σε δω για μια στιγμή από τον φεγγίτη. Να δω για μια στιγμή το πρόσωπό σου. Και μετά ας είμαστε πάλι όπως τώρα. Όμως αυτό που τώρα συμβαίνει είναι ακατανόητο. Και κάθε τι που δεν καταλαβαίνω με φοβίζει.
ΑΝΤΡΑΣ
Κουταμάρες. Αν δεν ήμουν άνθρωπος πώς θα σε κουβαλούσα ως εδώ; Πώς θα σου έφερνα νερό; Μήπως με νομίζεις πνεύμα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Και που το ανάφερες μόνο τρέμω. Γι αυτό σε παρακαλώ άσε με να σε δω.
ΑΝΤΡΑΣ
Άκουσε γυναίκα, στρώσου κοντά στο τζάκι και κλείσε τα μάτια σου ώσπου να σε πάρει ο ύπνος. Αν εσύ θέλεις να με δεις εγώ δε θέλω να δω ούτε εσένα ούτε καμία άλλη. Κατάλαβες;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Αυτό το έχω καταλάβει, όμως θέλω να σε δω. Μόνο τότε θα ησυχάσω.
ΑΝΤΡΑΣ
( Ο άντρας αποφασιστικά σηκώνεται, φοράει γρήγορα ένα παντελόνι και ρίχνει μια κάπα στους ώμους του. Σιγά.)
Που να σε πάρουνε δώδεκα διαβόλοι νυχτιάτικα!..
(Δυνατά)
Έρχομαι.
(Βγαίνει από το δωμάτιό του και μπαίνει στο δωμάτιο της γυναίκας. Κλείνει την πόρτα και στέκεται στο μέρος που αφήνει σκιερό η λάμπα )
ΑΝΤΡΑΣ
Με βλέπεις τώρα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Βλέπω το σχήμα του κορμιού σου. Δε βλέπω πρόσωπο και μάτια.
(ο άντρας μετακινείται)
ΑΝΤΡΑΣ
Ησύχασες τώρα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Και ναι και όχι.
ΑΝΤΡΑΣ (δυνατά)
Που να σε πάρει και να σε σηκώσει, αύριο έχω δρόμο να κάνω. Δε θα με κρατήσεις ξάγρυπνο όλη νύχτα…
ΓΥΝΑΙΚΑ
Αν δεν ησυχάσω, πάλι θα φοβάμαι. Και θα ησυχάσω αν δω το πρόσωπό σου. Μπορεί να είσαι…
ΑΝΤΡΑΣ
(διακόπτοντας)
Τι να είμαι;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Μπορεί να είσαι ένας παλιάνθρωπος.
ΑΝΤΡΑΣ
Μα σε έσωσα καταραμένη…
ΓΥΝΑΙΚΑ
Αυτό δε θα πει πως είσαι καλός άνθρωπος. Ύστερα ούτε ένας καλός λόγος δε βγήκε από το στόμα σου από τότε που μου μίλησες. Κάθε ένας θα έσωζε κάποιον που κινδυνεύει. Εγώ θέλω να ξέρω πώς φέρεσαι όταν δεν είμαι σε κίνδυνο.
ΑΝΤΡΑΣ
Θα με τρελάνει ετούτη. Αφού σου λέω να κοιμηθείς-τι άλλο θέλεις; Δεν το βλέπεις; Αν ήθελα να σε σκοτώσω δε θα το είχα κάνει;
(Θόρυβος απέξω)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(τρομαγμένη)
Αυτό! Τι είναι;
ΑΝΤΡΑΣ
Ο σκύλος έριξε έναν τέντζερη δίπλα στην καλύβα-αυτό είναι. Βούλωσε τ’ αυτιά σου να μην ακούς. Ξάπλωσε. Κοιμήσου κι άσε κι εμένα να κοιμηθώ.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Έχω χτυπήσει τον ώμο μου…
ΑΝΤΡΑΣ
Και λοιπόν;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Πονάει.
ΑΝΤΡΑΣ
Δεν έχω παυσίπονα. Τρίψ’ το να περάσει.
(πηγαίνει προς την πόρτα)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Μη φεύγεις… Φοβάμαι…
ΑΝΤΡΑΣ
(απαυδισμένος)
Αν συμβεί κάτι δίπλα είμαι-φώναξέ με. Μα μόνο όταν συμβεί κάτι.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Εσένα φοβάμαι!
ΑΝΤΡΑΣ
Τι; Και τώρα που με είδες ακόμα φοβάσαι;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ναι. Δεν είδα το πρόσωπό σου.
ΑΝΤΡΑΣ
Τι φοβάσαι που να σε πάρει και να σε σηκώσει;
ΓYΝ
Δεν ξέρω, όμως φοβάμαι.
ΑΝΤΡΑΣ
Άντε να χαθείς παλιόπραμα… Μένω εδώ για να είμαι μακριά σας. Μακριά από σας, τις καταραμένες τις γυναίκες-και συ μου ζητάς να μείνω κοντά σου; Δεν θέλω να τους κάνω ούτε καλό ούτε κακό-μόνο να μην τις βλέπω μπροστά μου… και συ θέλεις να με δεις…
ΓΥΝΑΙΚΑ
Μισογύνης! Καλά το είπα!
ΑΝΤΡΑΣ
Καλά το είπες. Κοιμήσου τώρα.
(Βγαίνει κλείνοντας την πόρτα. Η γυναίκα προσπαθώντας να μην κάνει θόρυβο, την ξανανοίγει αμέσως και βγαίνει πίσω του. Η πόρτα του δωματίου του άντρα ανοίγει, ο άντρας μπαίνει και αμέσως πίσω του, πριν αυτός να προλάβει να την εμποδίσει, μπαίνει και η γυναίκα)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(αποφασιστικά)
Θέλω να δω το πρόσωπό σου!
(Ο άντρας για λίγο στέκει ακίνητος, ύστερα γυρίζει έτσι ώστε να φαίνεται το πρόσωπό του στο λιγοστό φως της καλύβας)
ΑΝΤΡΑΣ
Με είδες;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ναι. Είσαι καλός άνθρωπος, δεν κινδυνεύω από σένα.
ΑΝΤΡΑΣ
Επιτέλους. Είδες το πρόσωπό μου και ησύχασες; Είχες δεν είχες τα κατάφερες. Τράβα τώρα.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ναι. Τώρα ξέρω πως δεν κινδυνεύω από σένα. Και ακόμα είδα ένα δυναμικό και όμορφο πρόσωπο κι ένα καλοκαμωμένο αντρικό κορμί.
ΑΝΤΡΑΣ
(ειρωνικά)
Μπράβο σου! Τράβα κοιμήσου λοιπόν!
ΓΥΝΑΙΚΑ
Δεν θέλεις να μάθεις πώς μπορώ να διαβάζω τις σκέψεις ενός ανθρώπου βλέποντας το πρόσωπό του;.
ΑΝΤΡΑΣ
Δεν μου είναι απαραίτητο.
(δυνατά)
Φύγε!
ΓΥΝΑΙΚΑ
Γιατί όλο με διώχνεις; Μου έσωσες τη ζωή, ας σου μάθω κάτι σαν αντάλλαγμα.
ΑΝΤΡΑΣ
Ωραία, μάθε το μου, αλλά μιλώντας μου από το διπλανό δωμάτιο. Πήγαινε.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Θα έφευγα αν ήσουν ένας παλιάνθρωπος που θα ήθελες το κακό μου. Τώρα νομίζω ότι μπορούμε να κουβεντιάσουμε σαν άνθρωποι.
ΑΝΤΡΑΣ.
Μπήκες φοβισμένη και ακάλεστη εδώ μέσα, είδες ότι ήθελες να δεις, και τώρα μου λες ότι δεν θα φύγεις;.. Εσύ που έτρεμες πριν λίγο τώρα γυρεύεις κουβεντούλα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Τώρα δεν τρέμω. Σου είπα το γιατί. Γιατί δεν είσαι κακός. Είσαι φωνακλάς, αλλά καλός άνθρωπος.
ΑΝΤΡΑΣ
Φύγε παλιόπραμα. Εγώ ξέρω τι είμαι. Οπυτε περίμενα εσένα να μου το πεις. Τίποτα δεν ξέρεις για μένα όσο καλά και να με δεις.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Έμαθα εκείνο που ήθελα. Για τα υπόλοιπα δεν χρειάζεται να ξέρω τίποτα.
ΑΝΤΡΑΣ
(δυνατά)
Τότε φύγε διαολόπραμα!
ΓΥΝΑΙΚΑ
Μου λες ότι έχεις έρθει εδώ για να μην βλέπεις τις γυναίκες. Δεν ξέρω τι σου έχουν κάνει οι γυναίκες, μα όλες δεν είμαστε ίδιες. Και εγώ δεν θέλω να σου κάνω κάτι κακό. Μου έσωσες την ζωή-το ξέρεις.
ΑΝΤΡΑΣ
Λοιπόν; Πρέπει να με πιλατεύεις κι από πάνω;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Λέω μιας και γνωριστήκαμε… και δεν σε φοβάμαι πια… λέω πως θα μπορούσαμε να περάσουμε μαζί όση νύχτα απομένει… να γνωριστούμε καλλίτερα, να κουβεντιάσουμε…
ΑΝΤΡΑΣ
Δεν έχω όρεξη για κουβέντες. Φύγε!
ΓΥΝΑΙΚΑ
(αποφασιστικά)
Θα φύγω όταν θέλω εγώ…
ΑΝΤΡΑΣ
(Την βλέπει. Της δείχνει ένα σκαμνί)
Κάτσε λοιπόν!
(η γυναίκα κάθεται.)
ΑΝΤΡΑΣ
Κάτσε να σου πω αυτά που δεν είδες.
(Ο άντρας μιλώντας περπατάει αργά τα λίγα μέτρα από τη μια άκρη της καλύβας ως την άλλη περνώντας μπροστά από τη γυναίκα κάθε φορά.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ακούω.
ΑΝΤΡΑΣ
Μισογύνης λοιπόν… μα όταν κάτι το θέλεις πολύ και δεν το έχεις τι μένει άλλο από το να το μισείς;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Γιατί να μην το έχεις; Τόσες γυναίκες τριγύρω!
ΑΝΤΡΑΣ
Ναι. Τόσες γυναίκες. Γυναίκες με φούστες μόλις λίγο πιο κάτω από το γοφό. Γυναίκες με παντελόνια που τονίζουν αντί να κρύβουν τις καμπύλες τους. Γυναίκες με τα στήθη έξω μέχρι τη θηλή. Γυναίκες που περπατώντας κουνιόσαστε πέρα δώθε σα χέλια αρπαγμένα στα δίχτυα. Γυναίκες που διαλαλείτε το εμπόρευμά σας με όλα τα μέσα που μπορείτε να εφεύρετε-αρώματα, βαψίματα, μυρωδικά, στολίδια, ρούχα μικροσκοπικά… Ναι! Γυναίκες! Σας ξέρω καλά. Για χρόνια σας έβλεπα…
Μα όταν κανείς απλώσει το χέρι του στους θησαυρούς που παρελαύνουν μπροστά του, παίρνει ένα «όχι» που είναι όλο δικό του. Και όταν μόνο σας απευθύνει τον λόγο κάποιος, η περιφρόνηση είναι η πληρωμή για το «θράσος» του να σας απευθύνει τον λόγο. Γιατί θράσος θεωρείτε να ζητήσει κανείς να μιλήσει έστω για λίγο μαζί σας. Και για να σας κοιτάξει ακόμα κανείς πρέπει να μηχανευτεί χίλια δυο τεχνάσματα.
Και όταν κάποτε, αποφασίστε να κάνετε έρωτα με κάποιον, αρχίζουν οι τσιριμόνιες σας, σαν να πρόκειται να δώστε σε έναν επαίτη λίγο ψωμί για να ζήσει, ή σαν να πρόκειται να μοιράσετε τον κόσμο ολόκληρο -τόσες προϋποθέσεις και τόσους όρους βάζετε.
Και ενώ κρύβεστε πίσω από τέσσερις τοίχους για να κάνετε εκείνο για το οποίο τόσο έχετε ετοιμαστεί και το οποίο τόσο επιθυμείτε, όταν μένετε έγκυες τριγυρνάτε δείχνοντας περήφανα την φουσκωμένη σας κοιλιά. Τότε όσοι σας βλέπουν δεν ξέρουνε τι κάνατε για να μείνετε έγκυες; Ή υποθέτουν ότι γκαστρωθήκατε με ένα λουλούδι;
Μα και τότε πάλι-όταν κάποια από σας πέσει με κάποιον στο κρεβάτι, τότε είναι που αρχίζει η δυστυχία για τον ταλαίπωρο τον άντρα: η γυναίκα τον θέλει δικόν της για πάντα-σκλάβο της. Γιατί; Ποιος ξέρει… Παραβίασε κανένα ιερό και πρέπει ο άντρας να πληρώσει; Έκανε κάτι χωρίς τη θέληση της γυναίκας και πρέπει να δικαστεί; Επειδή έκανε ότι κάνουν όλοι οι ζωντανοί οργανισμοί πάνω στη γη πρέπει να υποφέρει σε όλη του τη ζωή; Και όμως, έτσι είναι! Τιμωρία! Μα πού είναι το έγκλημα παλιοβρώμα;
(Η γυναίκα κάνει να μιλήσει μα δεν μιλά)
Μίλα… πες, τι θέλεις να πεις;
ΓΥΝΑΙΚΑ
(θαρρεμένη)
Να! Λες ότι γυμνωνόμαστε και φκιασιδωνόμαστε και ύστερα δε θέλουμε να μας αγγίξετε. Είναι γιατί θέλουμε να τραβήξουμε τον άντρα-γι αυτό το κάνουμε. Γιατί θέλουμε τον ικανότερο και αυτόν περιμένουμε. Και η κοινωνία μας έχει αντικαταστήσει τη σωματική δύναμη με την οικονομική. Θέλουμε ο άντρας να μας εξασφαλίζει καλοπέραση και να ικανοποιεί τα πιο παράξενα γούστα μας. Και πώς αλλιώς θα κάναμε για να τραβήξουμε τον πλούσιο άντρα εκτός από το να προσπαθούμε να του γίνουμε επιθυμητές με όλα αυτά που κάνουμε;
ΑΝΤΡΑΣ
Και δε σκεφτόσαστε ότι έτσι που γδυνόσαστε θα τραβήξετε και την όρεξη αντρών που δεν είναι πλούσιοι όπως είπες-δηλαδή που δεν μπορούν να σας αγοράσουν; Δε σκεφτόσαστε πως αυτοί θα υποφέρουν όταν σας θέλουν και δεν μπορούν να σας έχουν;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Εμείς τα δικά μας προβλήματα κοιτάμε να λύσουμε.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ή μήπως νομίζεις πως αγαπάμε τους άντρες τους οποίους διαλέγουμε; Η ανάγκη μας σπρώχνει κοντά τους. Από ανάγκη είναι που παλεύουμε να σας κερδίσουμε. Είναι που δεν έχουμε ούτε την σωματική ούτε την ψυχική δύναμη να ζήσουμε μόνες μας.
Εσείς θέλετε να σας εκτιμούν, να σας δέχονται και να σας εμπιστεύονται.
Εμείς πάλι, οι γυναίκες, έχουμε ανάγκη να μας αγαπούν, να μας φροντίζουν, να μας σέβονται και να μας καταλαβαίνουν.
Θέλουμε να μας αγαπάτε.
Και αν για τη δική μας αγάπη για σας, το κριτήριό είναι τα συναισθήματά μας, για τη δική σας αγάπη βεβαιωνόμαστε από τον τρόπο που μας φέρεστε, εφόσον δεν μπορούμε να ξέρουμε τι κάθε στιγμή τι νιώθετε για μας.
Και νιώθουμε ότι αξίζουμε κάτι μόνον όταν εσείς μας αγαπάτε.
Και τότε είμαστε ικανές να θυσιαστούμε για σας.
Απαιτούμε όμως τον σεβασμό σας. Προσφέρουμε τον εαυτό μας σε σας, όσο εσείς σέβεστε τις ανάγκες, τα συναισθήματα, τα δικαιώματά μας. Τότε γινόμαστε παιχνίδι στα χέρια σας. Αν δεν μας σέβεστε, τότε παύουμε να σας αγαπάμε για να ξαναβρούμε τον εαυτό μας.
Μα αυτό δεν σας πειράζει. Λέτε: τι θα κάνει; Όταν θέλει σιγουριά και δύναμη θα ξανάρθει κοντά μας πάλι παρακαλεστικά.
ΑΝΤΡΑΣ
(ειρωνικά)
Έχεις να πεις κι άλλα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Απαντώ στις κατηγορίες σου.
Και σου λέω τι ζητάμε από σας για να έρθουμε κοντά σας. Ζητάμε τουλάχιστον κατανόηση, δηλαδή να μοιραζόσαστε την άποψή μας, να έχετε την διάθεση να δείτε την πραγματικότητα με τον τρόπο που εμείς την βλέπουμε χωρίς να μας επιβάλετε τον δικό σας.
Μα τίποτα τέτοιο από σας. Μας επιβάλλετε τις δικές σας απόψεις για το κάθε τι. Και όταν εμείς συμπεριφερόμαστε σαν όντα αυτόβουλα, τότε είμαστε για σας ανυπάκουες και χαζές.
Έχουμε διαίσθηση, έχετε λογική. Αλλά εσείς καθόλου δεν υπολογίζετε την διαίσθησή μας σαν ισάξια της λογικής σας ικανότητας. Και μας ειρωνεύεστε γι αυτήν.
Και ακόμα μάθε, για τη γυναίκα, τα μικρά πράγματα που ο άντρας μπορεί να της δώσει, μετράνε περισσότερο. Όπως να περνά χρόνο μαζί της, να θυμάται τις επετείους της, να ντύνεται ωραία μόνο γι αυτήν, να τη φιλάει καμιά φορά έτσι, χωρίς λόγο, να χορέψει μαζί της…
Έτσι κερδίζονται οι γυναίκες. Μα εσείς θυμόσαστε μόνο πότε βγάλατε το πρώτο σας δοντάκι και ποιο ήτανε το ομορφότερο παιχνίδι που σας χάρισαν όταν ήσασταν μικροί.
ΑΝΤΡΑΣ
Γυναίκες…
Ώστε λοιπόν πρέπει να έχουμε πάει στο Πανεπιστήμιο, να μάθουμε πρώτα εκεί πώς να σας φερόμαστε, και ύστερα να σας πλησιάζουμε…
Ξέρετε όλα αυτά, μα ξεχνάτε να ταγίσετε το κορμί. Βλέπετε κείνα που φτιάχνει ο άνθρωπος και τυφλωνόσαστε σαν είναι να δείτε τι διατάζει η φύση του ανθρώπου.
(Σκύβει κάτω από το κρεβάτι του και βγάζει ένα ζευγάρι παπούτσια, άσπρα από τη σκόνη που έχει κάτσει επάνω τους, και τα τείνει προς την Γυναίκα έτσι που αυτή να βλέπει τις σόλες τους.)
Τι γράφει εδώ; Διάβασε!
ΓΥΝΑΙΚΑ
(Κοιτάζοντάς τον με απορία και φόβο)
Τι κάνεις εκεί άνθρωπέ μου; Και τι μου λες;..
ΑΝΤΡΑΣ
Σου ζητάω να διαβάσεις τι είναι γραμμένο εδώ!
ΓΥΝΑΙΚΑ
(απορώντας)
Τι αστείο είναι πάλι αυτό;
ΑΝΤΡΑΣ
(Πετάει τα παπούτσια κάτω από το κρεβάτι.)
Δεν μπορείς βέβαια να διαβάσεις. Ως εκεί δεν φτάνει η μόρφωσή σου. Δεν σας τα έμαθαν καλά τα σχολεία σας.
Εκεί πάνω κυρά μου είναι γραμμένα όσα τόσην ώρα μου τσαμπουνάς για λεπτότητες, για χορούς και για επετείους….
Εγώ όμως ξέρω μόνον ότι μας βασανίζετε εσείς, οι γυναίκες: έρχεστε μπροστά μας δείχνοντάς μας ένα ωραίο φαγητό, και το παίρνετε πίσω όταν, πεινασμένοι, απλώσουμε το χέρι μας. Κατάλαβες τώρα; Κι αυτά που είπες κράτα τα για τα γυναικεία περιοδικά σας.
Πήγαινε γυναίκα δίπλα τώρα και μην κουράζεσαι να λες άσκοπα λόγια. Θέλεις να με κάνεις να σας καταλάβω, αλλά ευκολότερα καταλαβαίνω μια πέτρα παρά μια γυναίκα!
Και ναι, αν μπορούσα να σκοτώσω όλες τις γυναίκες της γης με μια μου κίνηση, θα το έκανα. Φοβήθηκες μη σε βιάσω. Η βία δεν είναι μέσα στο σακούλι με τα ερωτικά μου φαντάσματα. Ό,τι ανάμεσα σ’ έναν άντρα και σε μια γυναίκα γίνεται με τη βία, με απωθεί όπως ο θάνατος .
Να μη σ’ έβλεπα θα ’τανε το καλλίτερο για μένα. Γι αυτό και είμαι εδώ, μακριά από όλα εσάς τα καταραμένα, βρωμερά πλάσματα. Για να μην βλέπω καμία από εσάς.
Μα τώρα που επέμεινες να με δεις και που σε είδα, το καλλίτερο είναι να φύγεις από μπροστά μου το γρηγορότερο.
Κι άλλη φορά όταν κάνεις σκι, να παίρνεις πρώτα όλα τα μέτρα για την περίπτωση που θα πάθεις κάποιο ατύχημα, ή τουλάχιστον να φροντίσεις να είσαι πάντοτε με κάποιον μαζί σου να σε βοηθήσει. Γιατί πολλά μπορούν να συμβούν. Πώς θα το θέλατε εσείς οι σκιέρ το χιόνι; Να πέφτει παντού εξόν από επάνω σας; Και τον αέρα να φυσάει μόνο για να σας δροσίζει;
ΓΥΝΑΙΚΑ
(επιθετικά)
Έχεις κοντά σου μια γυναίκα ύστερα από καιρό που βρίσκεσαι εδώ πάνω μόνος σου και τη διώχνεις μάλιστα;
Ξέρεις τι θα πει να διώχνεις μια γυναίκα;
(Αλλάζοντας τόνο)
Όμως εγώ όχι μόνο δεν θα φύγω μα θα σου δείξω πως οι γυναίκες δεν είμαστε τα εγωιστικά και όλο απαιτήσεις όντα που εσύ νομίζεις.
Όχι όλες τουλάχιστον.
Γιατί να! Εγώ, θεληματικά και χωρίς να περιμένω άλλο κάτι από σένα-εγώ, θα κάνω έρωτα μαζί σου.
ΑΝΤΡΑΣ
Έρωτα; Μαζί μου; Μπα! Τι τρόπος αλήθεια! Δεν πρέπει να θέλω κι εγώ; Ή μήπως σκέπτεσαι να βιάσεις εσύ εμένα;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Δεν θα μπορούσα. Είσαι ο πιο δυνατός.
ΑΝΤΡΑΣ
(ήρεμα)
Αν ήμουν ο δυνατός, θα καθόμουνα εκεί, κοντά σας. Και θα είχα όσες ήθελα από εσάς. Μα είμαι ο αδύναμος απέναντί σας. Και ό,τι ο δυνατός δίνει στον αδύναμο είναι ελεημοσύνη.
Ευχαριστώ, θα μείνω άνθρωπος.
Φύγε κυρά μου.
ΓΥΝΑΙΚΑ
(τον κοιτάζει παραξενεμένη από τα λόγια του. Μετά, σαν αυτό που είπε να ήτανε αστείο)
Έλα, άσε τα λόγια και γείρε μαζί μου στο κρεβάτι.
(τον πιάνει από το χέρι)
Εμπρός! Έλα…
(ξαπλώνει στο κρεβάτι)
ΑΝΤΡΑΣ
(σιγά και ήρεμα)
Αν κυρά μου δεν κάνω έρωτα με σας, με τις γυναίκες, είναι που πια σας έχω σιχαθεί. Γιατί σας θέλω, όμως όχι όπως με θέλεις εσύ-σας θέλω σαν άντρας και σαν άνθρωπος. Σήκω λοιπόν από κει και φύγε. Είσαστε ίδια απωθητικές και για τα κόλπα που κάνετε για να μας τραβήξετε, και για το πώς συνεχίζετε όταν μας κερδίσετε. Όπως απωθητική είσαι τώρα εσύ για μένα. Απωθητική και αηδιαστική. Σε σιχαίνομαι. Χάσου από μπροστά μου.
(της ανοίγει την πόρτα περιμένοντάς την να βγει. Η γυναίκα σηκώνεται γρήγορα και την κλείνει. Αρπάζει τη μασιά από το τζάκι και στέκεται ξαφνικά άγρια και απειλητικά απέναντί του)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Εσύ σιχαίνεσαι εμένα-και τολμάς να μου το λες; Και αρνείσαι τον έρωτά μου και μου το λες; Εμένα που οι άντρες με κοιτάζουν μόνον και λιποθυμάνε; Μόνο να κατηγορείς τις γυναίκες ξέρεις; Άνθρωποι σαν και σένα ευχής έργο θα ήτανε να λείψουν από τη γη. Αν σε μάχη είναι πάντοτε ο άντρας και η γυναίκα-στη δουλειά, στο σπίτι, στο κρεβάτι, σε κάθε τους αντάμωμα-, μα εκείνες είναι μάχες με λόγια, με αναστεναγμούς, με κανόνες που η κοινωνία έχει βάλει στο παιχνίδι. Εδώ όμως θα παλέψουμε με όπλα. Θηλυκό ενάντια σε αρσενικό-να πόλεμος μια φορά! Με λύσσα θα σε πολεμήσω όπως λέαινα λιοντάρι που θέλει να της φάει τα λιονταρόπουλα. Εδώ θα παιχτεί το πραγματικό δράμα, το χωρίς θεατές. Συγγραφέας και ηθοποιοί και σκηνοθέτες δεν χρειάζονται. Όλα είμαστε εμείς. Ο άντρας και η γυναίκα. Άντρας να περιφρονεί τον έρωτά μου! Για σκέψου! Κι αν σε σκοτώσω, μετά δε θα με νοιάξει να πεθάνω από το κρύο είτε πέφτοντας σε καμιά χαράδρα ή χτυπημένη από κάποια χιονοθύελλα. Κι αν με σκοτώσεις, μα θα έχω υπερασπίσει το φύλο μου όπως θα έκανε κάθε πραγματική γυναίκα. Εμπρός λοιπόν! Έλα, πάρε κανένα χοντρόξυλο, βγάλε κανένα μαχαίρι- υπερασπίσου τον εαυτό σου, άντρα! Περιμένω!
ΑΝΤΡΑΣ
(μη παίρνοντας στα σοβαρά την απειλή)
Αν εσείς οι γυναίκες δεν μου είχατε πάρει και το γέλιο, θα έσκαζα στα γέλια με όσα μου λες.
Γιατί βλέπω ότι δεν ξέρεις πως η γυναίκα υπάρχει στο μυαλό του άντρα κάθε στιγμή, έτσι που αυτή θα πεθάνει μόνον όταν και ο τελευταίος άντρας στη γη επάνω πάψει να υπάρχει.
(την βλέπει στα μάτια)
Τα μάτια σου λάμπουν από τις φωτιές της Κόλασης που μέσα σου κουβαλάς.
Όμως εμένα αυτό μόνο εμετό μου φέρνει. Βάλε τη μασιά στη θέση της και τράβα να κοιμηθείς διαολόπραμα. Φύγε. Πήγαινε να συνεχίσεις τη ζωή σου. Φύγε.
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ώστε με διώχνεις; Και μου το λες έτσι κατάμουτρα;..
(Σηκώνει την μασιά και τον χτυπάει με όλη της τη δύναμη. Η μασιά βρίσκει τον άντρα στη ράχη του. Ένα δεύτερο χτύπημα τον βρίσκει στο κεφάλι. Ο άντρας πέφτει κάτω με το πρόσωπό του γεμάτο αίματα και μένει ακίνητος)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(Η Γυναίκα στέκει από πάνω του, νομίζοντας πως είναι νεκρός. Τον φτύνει)
Αντρικό γουρούνι!...
ΑΝΤΡΑΣ
( ανοίγει αργά τα μάτια του και κάνει μια προσπάθεια σαν να θέλει να σηκωθεί. Τέλος, αδύναμα και όσο μπορεί με αηδία)
Πόρνη…
(Μένει ακίνητος, Η γυναίκα στέκοντας από πάνω του, σηκώνει τη μασιά, σημαδεύει και με δύναμη τον χτυπάει πάλι στο κεφάλι. Βεβαιώνεται πως είναι νεκρός. Πετάει τη μασιά δίπλα του.)
ΓΥΝΑΙΚΑ
Έτσι. Δικαιοσύνη. Και η γυναίκα πάντοτε ο δικαστής.
Σου άξιζαν και χειρότερα. Η περιφρόνηση της γυναίκας πληρώνεται ακριβά!
(με ικανοποίηση)
Τώρα μάλιστα, να φύγω!
(Απ’ έξω ακούγεται θόρυβος. Η γυναίκα μισανοίγει την πόρτα και βλέπει μακριά πυρσούς να πλησιάζουν μέσα στο σκοτάδι)
ΦΩΝΗ ΧΩΡΙΚΟΥ
(από μακριά)
Κυρία Έρηηηηη…. Κυρία Έρηηηηηη…
(Η Γυναίκα στέκει για λίγο ακίνητη. Κατόπιν ρίχνει μια γρήγορη ματιά στο δωμάτιο. Ξεσχίζει την μπλούζα της και με ένα τράβηγμα στο παντελόνι της σπάζει όλα του τα κουμπιά. Ανοίγει την πόρτα και ξαπλώνει στο άνοιγμά της πάνω στα χιόνια, σαν σε λιποθυμία. Οι δαυλοί πλησιάζουν. Κάποιος χωρικός τρέχει κοντά της και σκύβει επάνω της)
ΧΩΡΙΚΟΣ
Κυρία Έρη… είσαστε καλά;.. Κυρία Έρη!..
(Εκείνη δεν απαντάει. Ο χωρικός στρέφοντας το κεφάλι πίσω, δυνατά και γρήγορα)
Ελάτε! Την βρήκα! … Ελάτε!...
(χτυπάει την Γυναίκα στις παρειές. Η Γυναίκα ανοίγει αργά τα μάτια της)
Κυρία Έρη, είστε καλά;
ΓΥΝΑΙΚΑ
Ναι. Τώρα, είμαι καλά.
(πλησιάζουν άλλοι δυο χωρικοί, σηκώνουν στα χέρια τη γυναίκα και την αποθέτουν στο κρεβάτι. Βλέπουν τον άντρα. Βεβαιώνονται πως είναι νεκρός. Στρέφουν ερωτηματικά προς την γυναίκα)
ΓΥΝΑΙΚΑ
(μισανοίγει τα μάτια της προσπαθώντας να δείξει ταραγμένη. Αδύναμα)
Μου επιτέθηκε για να με βιάσει!
ΑΥΛΑΙΑ