ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΤΗΡΙΟ
Καθώς με ποιήματα μιλώ συνήθως
με ποίημα ένα θ' αποχαιρετήσω
κι όλους εσάς και το δωμάτιο ετούτο
πριν φύγω και μονάχους σας αφήσω.
Χαίρομαι που εγνώρισα εδώ μέσα
Δυο-τρεις ανθρώπους με καθάριο πνέμα-
το Μάγκλαρη το Γιώργη, παλιό φίλο
που ίδιο και τους δυο μας πάει ρέμα,
τη φτερωτή Σαπφώ της Τριφυλίας
που ήδη αρκετά ψηλά έχει φτάσει
και την κυρία ενδυματολόγο
που εσχάτως στην παρέα είχε φτάσει.
Και χαίρομαι που ακόμα έχω γνωρίσει
κι όλους τους άλλους τους καλούς ανθρώπους
στων ισχυρών τη διάτα υποταγμένους
καθώς οι άνθρωποι σ' όλους τους τόπους.
Ρούνη αντίο.Η ποίηση καλέ μου
όλα μπορεί να τ'ανεχτεί-αγένεια
που, μουσαφίρη εμένα, έχεις μαλώσει,
ανοησία, που χωρίς την έγνοια
με ποιον τα βάζεις πρώτα να γνωρίσεις-
πίσω μου ποιους και πόσους κουβαλάω
ποιος είμαι-πούθεν έρχομαι να μάθεις,
πιστά ποιων εντολές ακολουθάω,
και πόση δύναμη μεγάλη έχω,
έστερξες να μου πεις να μη μιλάω
για τους Καραμανλήδες. Κύριε Τάκη
μικρόν πολύ από τότε σε μετράω.
Κι αν όλα η ποίηση μπορεί κι αντέχει
μισεί ένα μόνο-τη λογοκρισία.
Πεθαίνει μέσα της. Θάφτεται. Λιώνει.
Κι όλη της χάνει τότε την ουσία.
Η ποίηση ψυχή είναι μία Τάκη
και χέρι ένα, που ό,τι εκείνη κρένει
ό,τι απ’ αυτά προλάβει εκείνο γράφει
και τη ζωή μας έτσι ομορφαίνει.
Η ποίηση θερίο είναι Τάκη
που δεν μπορεί μες σε κλουβί να ζήσει
μα που έξω σα βρεθεί, το μουγκρητό του
μπορεί και πεθαμένους ν’ αναστήσει.
Κι η ποίηση πολιτικούς δεν ξέρει.
Πολιτική για κείνην δεν υπάρχει.
Γι αυτήν ο κόσμος όλος μια επικράτεια
που εκείνη, άνασσα, πάνω της άρχει.
Στον εικοστό τον πρώτο μέσα αιώνα
τα μέλη του Συλλόγου σου ένα ένα
από το χέρι τους πιάσε τα το ’να
κι οδήγα τα-σαν καθυστερημένα-
στο πώς θα γράφουνε, πώς θα μιλούνε,
θέματα ποια έχεις «απαγορευμένα»
μα όχι φίλε μου-μες στις γραμμές τους
και μένανε δε θα 'χεις συ βαλμένα.
Κι αφού ’σαι ο μόνος που μες στου αιώνα
του εικοστού του πρώτου τις σελίδες
επέβαλες λογοκρισία, σου πρέπει
μια θέση στο βιβλίο μέσα του Γκίννες.
Λογοκρισία όμως ούτε ποτέ μου
εδέχτηκα ούτε θα στέρξω τώρα.
Τους νόμους μοναχά θ’ ακολουθάω
που η άθλια έχει βάλει ετούτη χώρα.
Αν θέλω και του Χίτλερ θα υμνήσω
τους νόμους και τη δόξα και το κλέος,
αν θέλω θα δοξάσω τον Κροπότκιν
αναρχικός εγώ σα να 'μουν νέος.
Από ακροαριστερά μέχρι φασίστες
εγώ θα υμνήσω σα μου κάνει κέφι-
μα πάντα εγώ στους ήχους θα χορεύω
που το δικό μου αντηχάει ντέφι.
Μαρξ, Λένιν, Ένγκελς, Στάλιν, Τρότσκι,
Στα ποιήματα μου αν θέλω θα δοξάσω,
και Ζέρβα, ή και Άρη Βελουχιώτη,
χωρίς λογοκρισία να λογαριάσω.
Κι απ’ τα σημερινά σου τ’ ανθρωπάκια-
εκείνα λέω που ή μας κυβερνάνε
ή αντιπολίτευση είναι και που μόνο
έχουνε μέλημα τους πώς θα φάνε-
από αυτούς τους άθλιους σαλτιμπάγκους
ή τους καραμανλήδες σου ή τους άλλους
τους παπανδρέηδες και τους παπαρήγες
κι όλους τους άλλους βδελυρούς μεγάλους,
με μια ευκολία που το θέμα δίνει
στίχους πολλούς κατάλληλους θα έβρω
και πάνω τους καυτούς θα τους πετάξω
με δύναμη με πάθος και με νεύρο.
Και για να μην ακόμα συνεχίσω
με μια κουραστική ίσως ρητορεία
με μια μονάχα λέξη όλα ετούτε
θα πω. Κι είναι η λέξη: ελευθερία.
Κι ελευθερία είναι Τάκη Ρούνη
για τον καθένα να 'ναι ο εαυτός του.
Κι αυτή 'ναι η δόξα η τρανή του ανθρώπου
κι αυτός ο γήινος προορισμός του.
Περπατά συ κι οι άλλοι του Συλλόγου.
Πάλι ποτέ με σας δε θα ταιριάξω.
Βαδίστε. Περπατήσετε. Σουρθείτε.
Εγώ καλέ μου φίλε, θα πετάξω.
Εμένα εκεί ψηλά με καρτεράει
όχι λογοκριτής κανένας Τάκης,
μα θέση μου 'χει εμένα κρατημένη
ο θείος σύντεχνός μου -ο Καρυωτάκης.
Εξάλλου η Τρίπολη και σας και μένα
μας έχει ανάγκη-εσάς από συνήθεια
κι εμένα ποίησης δρόσο να γεμίσω
τα δυο της ξεραμένα κι άδεια στήθια.