ΓΡΙΑ ΠΟΥ ΑΓΟΡΑΖΕΙ ΤΣΙΓΑΡΑ
Βγήκε η γρηά ν' αγοράσει τσιγάρα…
Δόντια σαν ξεδοντιάρα τσατσάρα…
Κλαρωτό ένα φουστάνι φοράει
και καθένας μαζί της γελάει.
Βρε γρηά γιατί ακόμα καπνίζεις
και Μελεάγρειο δαυλί μας θυμίζεις;
Και γιατί σα να ήσουνα νέα
περπατάς, και σαν να 'σουν ωραία;
Μα κοντά στα κουσούρια της όλα
Η γριά μας κουφή είναι κιόλα
κι όσο φτάνει στον Όλυμπο ο μπάτης
τόσο φτάνει η φωνή μας στ' αυτιά της.
Να ’την τώρα που στέκοντας κάπου
με μανία τραβάει προς τα κάτου
το φουστάνι της που χει ανέβει
και δεινά για το σύμπαν χαλκεύει.