ΚΑΘΟΤΑΝΕ ΣΤΗ ΣΚΑΛΑ
ή
Η ΣΤΑΓΟΝΑ ΠΟΥ ΞΕΧΕΙΛΙΣΕ
ΤΟ ΠΟΤΗΡΙ
Το παιδικό σου στήθος... η αλαφρότη
έτσι απαλά ως ήσουν καθισμένη
στα ολόλευκα σκαλιά...η αθωότη
που στη ματιά σου έφεγγε... την ξένη...
Στη θέα σου η ανάπνια μου κομμένη.
Παράλυτη η αντρίκια μου σκληρότη.
Ψυχής πνοή στις σάρκες μου δεν μένει.
Τα μαύρα μέσα μου χυμήσαν σκότη.
Φεύγω. Μιαν άνιση κέρδισες μαχη¬
Τά όπλα όλα το κορμί σου τα 'χει.
Φεύγω. Η Γυναίκα μέσα σου ας γιορτάσει-
εσκότωσες τον άντρα που 'χεις πλάσει.
Φεύγω. Καθώς το θέλησες εγίνει:
ένας νεκρός την πόλη σου αφήνει.