Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2025

 ΠΑΛΙΑ ΟΙΟΝΕΙ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

ΤΙ ΘΑ ΓΊΝΕΙ;…

Τι θα γίνει με δαύτους
που γελούν σαν με Πλαύτους
και τον κόσμο χαλούν
το σωστό σαν ακούν;

Λες την αλήθεια; Λαϊκίζεις!
Λες όλοι κλέβουνε; Φασίζεις!
Λες τον Καραμανλή «ο κλέψε να ’χεις»;
Σε κατακεραυνώνουν: «ο Εθνάρχης!»

«Βρε συ», τους λες, «ψοφάω της πείνας!»
«Αδύνατον!», σου λένε, «Στας Αθήνας;!…»
«Βρε συ έχεις χίλια κι έχω ένα!»
«Δώστε το να μην έχετε κανένα.»

«Πρέπει…», σου λένε... «Βρε ασ’ το «πρέπει»
και βάλε το βρωμόχερο στην τσέπη!»
«Εξύβρισις» σου λεν, μπάτσο φωνάζουν,
και μέσα στην ψειρού ευθύς σε βάζουν.

Κι όταν πεθάνεις αυτοί κερδίζουν
ως κι απ’ το χώμα που σε φτυαρίζουν.



ΣΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΠΑΣΣΑΡΗ
(μετά από την εμφάνισή της στην τηλεόραση)

Σ’ είδα στο γυάλινο πανί να κλαις
κι ;eνα παράπονο πικρό να ’ναι η μορφή σου ;oλη.
Πάψε τον θρήνο-δεν ανθούν πολλές
σαν του παιδιού σου τις ψυχές στης γης το περιβόλι.

Λεύτερος σαν πουλί και σαν το φως
μέσα στη χώρα της σκλαβιάς ο γιος σου τριγυρίζει,
κι ανθίζει κάθε πόθος του κρυφός
και του θεού τη λευτεριά η λευτεριά του αγγίζει.

Αηδιασμένος απ’ του κόσμου την βρωμιά
έδωσε μια και γκρέμισε της αδικιάς τη βία
και τώρα τη ζωή του πια καμιά
δεν την μολύνει κρατική ληστεία ή ατιμία.

Λεύτερος όπως είχε γεννηθεί
έτσι και μές στη ζήση του λεύτερος πάντα μένει.
Κι όταν πεθάνει, αυτός δεν θα χαθεί
αφού άνθρωπος ελεύτερος ποτέ του δεν πεθαίνει.

Κι αν, μάνα, λες, σου λείπουν τα παλιά-
ο άντρας σου, και το παιδί, κι ένα μικρό σπιτάκι-
γιατί ζητάς μια πρόσκαιρη σταλιά
αφού, πηγή συ, γέννησες αθάνατο ένα ρυάκι;..



ΜΕΙΣ ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ

Για σπίτι μας καλύβι και πεινάμε
και τη χαρά μας έχουν σκοτωμένη  
ανίσχυροι στους δρόμους τριγυρνάμε
μεις οι φτωχοί-της γης οι αδικημένοι.

Στων πλούσιων την καρδιά και το συκώτι
μένει η ευτυχία μας φυλακισμένη
και να τη βρούμε δουλειά μας πρώτη
μεις οι φτωχοί-της γης οι αδικημένοι.

Και ξέρουμε τον τρόπο-το μαχαίρι
με δύναμη και μίσος θα χτυπήσει
την άναιμη καρδιά σ’ όλα τα μέρη
που άνομος ο πλούτος έχει ανθίσει.

Τα σιχαμένα ύστερα κουφάρια
σε μια φωτιά θα κάψουμε οργισμένη-
μεις οι φτωχοι’του κόσμου τα λιοντάρια-
μεις οι φτωχοί-της γης οι αδικημένοι.



«ΜΆΡΜΑΡΑ ΚΑΛΟΎΝ ΜΆΡΜΑΡΑ»

-Αλό! Αλό! το μάρμαρο το ελληνικό μιλάει!
Λαμβάνετε-λαμβάνετε μάρμαρα της Αγγλίας;
-Τι θέλεις;-σε λαμβάνουμε πολύ καλά μάι ντήαρ.
-Θέλουμε να μας έρθετε. Μας λείψατε πολύ.
-Από μακριά σου στέλλουμε γλυκό ένα φιλί
μα όμως δεν ερχόμαστε.
- Σας θέλει ο λαός.
-Όχι ο λαός! Μια δεκαριά πολιτικοί μονάχα
για να ειπούν: «Τα φέραμε τα μάρμαρα-ιδού τα!»
και τουρισμό να φέρουνε που κι απ’ αυτόν να φάνε-
οι έλληνες πολιτικοί μέχρι κι εδώ βρωμάνε.
-Ελάτε! Ήλιο έχουμ’ εδώ που από κει πιο λάμπει.
-Βλακείες! Λάμψη έχει αυτός σ’ όλη τη γη την ίδια.
-Εδώ ανήκετε-όχι εκεί-εδώ είστε γεννημένα.
-Πατρίδα, όπου τον αγαπούν, μετράει για τον καθένα.
-Ελάτε. Η Μελίνα μας πολύ σας αγαπούσε.
-Άλλους αυτή αγάπαγε και σ’ άλλους εδινόταν.
Φτηνή αυτή, ακριβά εμείς. Άλλο να πεις τι έχεις;
-Τι να ειπώ…ότι πολύ η Ελλάδα μας σας θέλει;
-Πες της να θέλει πράγματα που το Λαό βοηθάνε:
Υγεία, όχι Διαφθορά, Παιδεία, όχι Ρεμούλα,
Δυναμική Πολιτική, Ελπίδα, Αξιοπρέπεια,
πρωθυπουργό υπεύθυνο και όχι φανφαρόνο,
χωροφυλάκους ζωντανούς, υπάλληλους χορτάτους...
-Τα θέλει, όμως δεν μπορεί να τα ’χει η κακομοίρα.
-Να έβρει τους πολιτικούς, όπου με νου και γνώση
η Σέχτα όσα προσπαθεί, με νόμο αυτοί να κάνουν.
-Πού να τους βρει…όλοι κλέβουνε και φτύνουν την Ελλάδα...
…Καθήστε ’κει, καλά είσαστε, ποτέ να μην ερθείτε.
Κάλλιο εκεί και ζωντανά ή εδώ και να χαθείτε.


 ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΛΑΟΣ

Όσοι μυαλό στην κεφαλή
έχουνε κι όχι άχυρο
κι ένα κρατούν στην κεφαλή
πάντα ανοιχτό παράθυρο,

«Γιατί δεν εξεγείρονται»,
λένε, «ο λαός ενάντια
σε κείνους που τους έφεραν
σ’ αυτήνε την κατάντια-

έξω να βγουν, να σπάσουνε,
να κάψουν, να ρημάξουν,
τα σάπια ν’ αφανίσουνε
και νέα γερά να φτιάξουν;»

Το λεν γιατί δεν ξέρουνε
πως όλοι στην Ελλάδα
ένας τον άλλον κλέβουνε
αντρόπιαστα κι αράδα.

Και αφού κλέβει κι ο λαός,
«με μούτρα τι;», ρωτάει,
«θα πω εγώ στον άλλονε
να μη εμέ μαδάει;»


ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΓΗ (ΟΔΟΣ ΗΛΙΟΥ ΑΡΙΘ. 365)

Η Ασία. Η γιαγιά.
Κάθεται ήσυχη στο τζάκι της κοντά, με ένα πιάτο ρύζι και με ένα κύπελλο κρασί , αμέτοχη σε βία, σε φασαρίες, ψεύτικα λόγια, κούφιες πράξεις.
Με τη σοφία των χρόνων της, με την πείρα χιλιετηρίδων ύπαρξης, με τον παλιό της πολιτισμό , με αυλή της το οροπέδιο του Παμίρ.

Η Ευρώπη. Η κόρη της Ασίας.
Με τη ζωντάνια του νέου που όλα τα θέλει δικά του.
Με την αλαζονεία της πως όλοι πρέπει να την προσέχουν, με τα λάθη και τις πλεονεξίες της, ψάχνοντας τον  δικό της δρόμου πάνω στη γη.
Με την τάση του να βλέπει τη μητέρα της σαν ξοφλημένη.
Με την ιδέα ότι αυτή ποτέ δε θα γεράσει.
 Όλο τριγυρίζει μέσα στο σπίτι, όλα θέλει να γίνονται όπως αυτή επιθυμεί.

Η Αμερική. Η κόρη της Ευρώπης.
Που όλα της επιτρέπονται επειδή είναι μικρή.
Απερίσκεπτη, με μυαλό που ακόμα δεν έχει πήξει.
Όλα τα θεωρεί παιχνίδια.
Δρα χωρίς σκέψη και χωρίς γνώση για τις συνέπειες κάθε πράξης της.
Παίζοντας σπάζει ό,τι υπάρχει μέσα στο δωμάτιο και κρατώντας ένα μαχαίρι στο χέρι για παιχνίδι, χτυπάει όποιον βρει μπροστά της.
Πηγαίνει μέσα στο δωμάτιο της γιαγιάς  και της ανακατεύει τα πράγματα, της τραβάει τα μαλλιά, της τσιμπάει τα μάγουλα γελώντας.
Γιαγιά και κόρη την ανέχονται, προσπαθούν κάποτε να την πάρουν με το καλό, τη συμβουλεύουν…

Αυτή είναι η κατάσταση στο σπίτι που λέγεται Γη και που μέσα του ζουν τρεις οικογένειες.