ΔΕΝ ΤΑ ’ΚΑΙΓΕ…
Ο «γιος», η «αδερφή» κι ο «αδερφός» μου
κάψανε ποιήματά μου-
όσα για φύλαξη-
για σιγουριά!-
τους είχα δώσει.
Και βρώμισε ο αέρας.
Του Καρυωτάκη η καλοκάγαθη σπιτονοικοκυρά,
στην Πρέβεζα,
μου είπε πως,
όταν εκείνος πέθανε,
πέταξε τα χαρτιά που βρήκε στο συρτάρι του
και μες στο κομοδίνο,
γιατί «πού να ’ξερα πως ήταν ποιήματα…»
Δεν τα ’καιγε
να ευωδιάσει ο κόσμος!...
Να οσφραινόμαστε οι άνθρωποι εσαεί
Μύρα Τέχνης
Ευωδιές Πόνου Ανθρώπων και Πραγμάτων
Κι ανάσα Θάνατου να μας μυρώνει…