Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2022

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΓΑΤΑΣ ΜΟΥ
ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ
ΑΠΟ ΧΤΥΠΗΜΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ.

Οι γάτες δεν πρέπει να πεθαίνουν απόγεμα
την ώρα που η μέρα μεθάει την πλάση.
Οι γάτες-ο νόμος της φύσης τους έτσι
έπρεπε να 'ναι-
προτού απ' τον κύρη τους δεν πρέπει να
πάνε.

Οι γάτες, τα μάγια, τα χάδια, τη χάρη τους,
και ό,τι στην άδολη κλείνουνε μέσα ψυχή
τους
θα έπρεπε όλα στο φως να τα δώσουν
στο χώμα προτού για τον αιώνιο τους ύπνο
ξαπλώσουν,

Και πού να την κλάψω; Σ' αυτής την αγκάλη
που μήνες προτού μου την είχε δοσμένη;
Θα είναι σαν πάνω σε πέτρα να κλαίω,
Σε κείνης το χέρι ακουμπώντας που μπρος
της
η γάτα μου έσβησε; Αυτή θα γελάει.

Κλεισμένος στα ίδια μου μέσα τα χέρια
σαν άλλου να ήσαν
πικρά να την κλάψω μονάχα μπορώ.

...Μα πέθανε; Και τότε
τι είναι το άσπρο εκείνο
που κάτω από τ' άστρα της νύχτας
της μαύρης χωρίς τους
στου δρόμου το γκρίζο γατίσια βαδίζει;
Και τ' είναι αυτό
που μες στα θολά πρωινά
στον κήπο να τρέχει το βλέπω,
να σταματά,
σε κάτι τα μάτι στηλά να καρφώνει,
να ορμάει μετά,
και μ' ένα σε λίγο στο στόμα πουλί να το
βλέπω μπροστά μου;
Και τι το απαλό είναι κείνο που πάνω
στα πόδια μου τ' άσπλαχνα τρίβεται,
κι οκνά, ή με νάζι, ή σπρωγμένο από πείνα
γλυκά νιαουρίζει;...

Τη γάτα μου την αγαπάω.
{Καλάβρυτα, Κούτελη, δεύτερο σπίτι μπαίνοντας δεξιά.
2003)